Δεν έχεις, Όλυμπε, θεούς, μηδέ λεβέντες η Όσσα, ραγιάδες έχεις, μάννα γη, σκυφτούς για το χαράτσι, κούφιοι και οκνοί καταφρονούν τη θεία τραχιά σου γλώσσα, των Ευρωπαίων περίγελα και των αρχαίων παλιάτσοι…
(Κωστής Παλαμάς)

Τρίτη 23 Μαρτίου 2010

Αιγύπτιοι (2)


(Συνεχίζουμε από την προηγούμενη ανάρτηση)

Αρχαίο Βασίλειο και 1η Ενδιάμεση Περίοδος
Από την 1η μέχρι την 11η Δυναστεία

Σύμφωνα με την αιγυπτιακή παράδοση, οι μικρές τοπικές ηγεμονίες της Άνω και της Κάτω Αιγύπτου συνενώθηκαν στα δύο αντίστοιχα Προδυναστικά Βασίλεια, εκ των οποίων το βόρειο (Κάτω Αίγυπτος) ήταν κάτω από ισχυρή λιβυκή επιρροή. Το νότιο Βασίλειο (Άνω Αίγυπτος) ήταν το περισσότερο πολιτισμένο (χάρη στις επαφές του μέσω της Ερυθράς Θαλάσσης με την Μεσοποταμία) και το ισχυρότερο, κάτι που επιβεβαιώνεται από τα αρχαιολογικά ευρήματα, ενώ δεν έχει αποδειχθεί αρχαιολογικά η παράδοση για την ύπαρξη μικρών ηγεμονιών που συνενώθηκαν αργότερα (C.A.H. Vol. 1 - part 1, σελ. 483). Επίσης αναπόδεικτη παραμένει και η παράδοση σύμφωνα με την οποία ο κυβερνήτης του νοτίου Βασιλείου, ο περίφημος Μήνης (Menes), εξορμώντας από την πρωτεύουσά του, την Ιεράκων πόλη (Hierakonpolis αρχ. αιγυπτ. Nekhen σημερ. Kom el-Ahmar = κόκκινος λόφος), θα κατακτήσει την βόρεια Αίγυπτο, ενοποιώντας έτσι την χώρα. Σύμφωνα πάντα με την παράδοση, θα ιδρύσει και την Μέμφιδα, που θα καταστήσει μια από τις σημαντικότερες πόλεις του ενιαίου πλέον Βασιλείου. Μετά από αυτά, ο Μήνης θα φορέσει το διπλό στέμμα, το Κόκκινο της Κάτω και το Λευκό της Άνω Αιγύπτου, ιδρύοντας έτσι την 1η Δυναστεία (2925 π.Χ.), οπότε αρχίζει και η Ιστορική περίοδος της χώρας. Υπάρχουν ακόμη και σήμερα διαφορετικές απόψεις μεταξύ των ερευνητών για την ταύτιση του Μήνη με κάποιο ιστορικό πρόσωπο εκείνης της εποχής. Ορισμένοι τον ταυτίζουν με τον τελευταίο μεγάλο ηγεμόνα της Προδυναστικής περιόδου (της αποκαλούμενης Νακάντα ΙΙΙ 3200/3100-2925 π.Χ.), τον Νάρμερ (Na‘rmer), ενώ άλλοι με τον Φαραώ (= Μεγάλος Οίκος, στα αρχ. αιγυπτιακά, δηλ. τα ανάκτορα, αλλά η χρήση του τίτλου-ισοδύναμου με τον όρο βασιλεύς-δεν μαρτυρείται πριν από το Νέο Βασίλειο) ‘Aha, του οποίου ο τάφος στην βασιλική νεκρόπολη των πρώτων Δυναστειών στην Άβυδο είναι και ο αρχαιότερος και ως εκ τούτου θεωρείται ως ο πρώτος Φαραώ της 1ης Δυναστείας.
Η διάρκεια της 1ης Δυναστείας υπολογίζεται στα 150 έτη περίπου (2925-2775 π.Χ.). Θα ακολουθήσει η 2η Δυναστεία (2775-2650 π.Χ.) και στην συνέχεια η 3η Δυναστεία (2650-2575 π.Χ.), η αποκαλούμενη από τον Μανέθωνα (*) Μεμφιτική (σε αντίθεση με τις δύο πρώτες τις οποίες χαρακτηρίζει ως Θινιτικές. Η πόλη Θις βρισκόταν λίγα χιλιόμετρα βορείως της Αβύδου), επειδή πολιτική πρωτεύουσα της Αιγύπτου είναι πλέον η Μέμφις (Memphis, αρχ. αιγυπτ. Mennufer, σημερινή Mit Rahina), κοντά στο Κάϊρο, στην απέναντι (δυτική) όμως όχθη του Νείλου.

_________________________________________
(*) Αιγύπτιος ιερέας και ιστορικός που έγραψε σε ελληνική γλώσσα, στην αυλή του Πτολεμαίου Β΄ του Φιλαδέλφου 285-247 π.Χ., τα περίφημα «Αιγυπτιακά», μια ιστορία της Αιγύπτου σε 3 βιβλία, από τα μυθικά χρόνια μέχρι την τελευταία ιθαγενή Δυναστεία, την 30η.

Διασημότερος Φαραώ της 3ης Δυναστείας υπήρξε ο Τζόσερ (Djoser 2630-2610 π.Χ.), ο κατασκευαστής της πασίγνωστης κλιμακωτής πυραμίδος της Σακκάρα (Saqqara 15 χλμ. δυτικά της Μέμφιδος), που αποτελεί το αρχαιότερο πέτρινο μνημείο αυτού του τύπου σε ολόκληρο τον κόσμο. Η πυραμίδα της Σακκάρα είναι εκπληκτική όχι μόνον από αρχιτεκτονικής πλευράς, αλλά αποτελεί και απόδειξη απαράμιλλης τεχνολογικής επιδεξιότητας και πρωτοφανούς οικονομικής ισχύος για τα μέτρα εκείνης της εποχής. Η εποχή του Φαραώ Τζόσερ θα γίνει θρυλική τους επόμενους αιώνες και οι Αιγύπτιοι θα την μνημονεύουν ως τον χρυσό αιώνα της χώρας τους από πλευράς μεγάλων επιτευγμάτων, σοφίας και ασύγκριτου μεγαλείου. Το όνομα μάλιστα του αρχιτέκτονα της πυραμίδος, του Ιμχοτέπ, θα μείνει δοξασμένο και στην διάρκεια των ελληνο – ρωμαϊκών χρόνων λατρευόταν ως μια από τις πλέον δημοφιλείς δευτερεύουσες θεότητες.
Με το τέλος της 3ης Δυναστείας, λήγει η Πρώϊμη Δυναστική περίοδος της Αιγύπτου, τα όρια της οποίας επεκτάθηκαν προς το νότο και είχαν ήδη φθάσει στον πρώτο καταρράκτη του Νείλου, το μετέπειτα παραδοσιακό σύνορο με την Νουβία. Η ιερογλυφική και η ιερατική Γραφή, τα διοικητικά πρότυπα, οι τεχνολογικές και καλλιτεχνικές δυνατότητες έχουν αποκτήσει πλέον τις γνωστές κλασσικές μορφές τους. Ο βασικός τύπος του Αιγυπτιακού πολιτισμού φαίνεται ότι παγιώθηκε αυτήν ακριβώς την περίοδο και θα παραμείνει αμετάβλητος ουσιαστικά, για περισσότερο από 2000 χρόνια
Με την 4η Δυναστεία αρχίζει η περίοδος του λεγομένου Αρχαίου Βασιλείου (2575 - 2150 π.Χ.). Είναι η εποχή της κατασκευής των μεγάλων Πυραμίδων από τους διάσημους Φαραώ αυτής της Δυναστείας:
Τον Σνεφρού (Snofru/Snefru, 2575-2551 π.X.) ιδρυτή της Δυναστείας και κατασκευαστή τριών πυραμίδων, τον Χέοπα (Khufu 2551-2528 π.X.), κατασκευαστή της Μεγάλης Πυραμίδας στην Γκίζα (Χέωψ κατά τον Ηρόδοτο, ενώ από τον Μανέθωνα ονομάζεται Σούφις), τον διάδοχό του (μάλλον σφετεριστή) Ρα‘ντζεντέφ (Ra‘djedef 2528-2520 π.Χ.), τον Χεφρήνο (Khephren 2520-2494 π.Χ.), κατασκευαστή της λίγο μικρότερης ομώνυμης Πυραμίδας, στον οποίον αποδίδεται και η κατασκευή της πασίγνωστης Σφίγγας και τέλος τον Μυκερίνο (Menkaure 2490-2472 π.Χ.), ο οποίος αρκέστηκε στην κατασκευή μιας μικρής Πυραμίδας επίσης στην Γκίζα. Ο τελευταίος Φαραώ της Δυναστείας, ο Σσεψεσκάφ* (Shepseskaf 2472-2467 π.Χ.), θα περιορισθεί στην ανέγερση ενός ογκώδους μνημειακού βασιλικού τάφου (μασταμπά), νοτίως της Σακκάρα.
_________________________
(*) Με το διπλό Σσ, σσ, ςς επιχειρούμε να αποδώσουμε το παχύ σίγμα (sh στα αγγλικά, ch στα γαλλικά ή sch στα γερμανικά)

Η περίοδος της 4ης Δυναστείας θεωρείται από πολλές απόψεις, εποχή ακμής για την Αίγυπτο, τα σύνορα της οποίας θα μετακινηθούν νοτιότερα μετά την κατάκτηση της Βόρειας Νουβίας, αλλά και ανατολικά, μετά την κατάκτηση του Σινά και πιθανόν του νότιου τμήματος της Χαναάν (Παλαιστίνη).
Γύρω στο 2465 π.Χ. σημειώνεται αλλαγή Δυναστείας, αλλά αγνοούμε τα γεγονότα που οδήγησαν στο γεγονός αυτό. Πιθανόν να συνδέεται με σημαντικές αλλαγές που σημειώθηκαν στο πολιτικό και θρησκευτικό πεδίο, με το προβάδισμα που έδωσαν οι Φαραώ της 5ης Δυναστείας (2465-2325 π.Χ.) στην λατρεία του Ρα, θεού του ηλιακού δίσκου, το σπουδαιότερο ιερό του οποίου ήταν στην Ηλιούπολη, στην ανατολική όχθη του Νείλου, περίπου 30 χιλιόμετρα βορείως της Μέμφιδος. Οι πολιτικές αλλαγές περιλαμβάνουν μια σειρά μέτρων με τα οποία δόθηκαν περισσότερες ελευθερίες στους ευγενείς και στους ανώτατους αξιωματούχους του Βασιλείου.
Οι Πυραμίδες που έκτισαν ήσαν μεν μικρού μεγέθους, αλλά ιδιαίτερα κομψές με μεγάλη ποικιλία αρχιτεκτονικών λεπτομερειών. Στην διάρκεια της βασιλείας του δεύτερου Φαραώ της Δυναστείας, του Σαχουρέ (Sahure, 2458-2446 π.Χ.), θα αναληφθεί μια μεγάλη εκστρατεία τιμωρίας και εκφοβισμού των Λιβύων επιδρομέων, ενώ άλλοι Φαραώ της Δυναστείας θα πραγματοποιήσουν εκστρατείες στην Νουβία. Στην τελευταία πάντως περίοδο αυτής της Δυναστείας σημειώνεται εξασθένιση της κεντρικής εξουσίας.
Με την άνοδο στον θρόνο της Αιγύπτου του Φαραώ Τέτι (Teti, 2325-2290 π.Χ.) αρχίζει η περίοδος της 6ης Δυναστείας (2325-2150 π.Χ.), εποχή που χαρακτηρίζεται από την έντονη ανάπτυξη των σχέσεων με το εξωτερικό. Έχουμε πληροφορίες ότι οι Φαραώ επισκέπτονταν ξένες χώρες, όπως και πολλοί ανώτατοι αξιωματούχοι. Ο Φαραώ Πέπυ Ι ή Φίοψ κατά τον Μανέθωνα (Pepy/Phiops 2290-2255 π.Χ.), θα επισκεφθεί την Βύβλο της Συρίας, την Νουβία και την θρυλική χώρα του Πούντ (πιθανολογείται ότι πρόκειται για την περιοχή της σημερινής Ερυθραίας).
Ο διάδοχός του, ο Φαραώ Μερενρέ Αντυεμσάφ Ι (Merenre Antyemsaf, 2255-2246 π.Χ.) θα επισκεφθεί τα νότια σύνορα της Αιγύπτου, όπου στο νησάκι του Νείλου Ελεφαντίνη, θα δεχθεί τις εκδηλώσεις υποταγής των ηγεμόνων της Νουβίας. Για τον προτελευταίο Φαραώ της Δυναστείας, Πέπυ ΙΙ, λέγεται ότι βασίλευσε για ένα απίστευτα μεγάλο χρονικό διάστημα (2246-2152 π.Χ.). Θα τον διαδεχθεί ο μόνος επιζών γιος του, ο Μερενρέ Αντυεμσάφ ΙΙ (2151 π.Χ.) και θα ακολουθήσει η (μάλλον μυθική) βασίλισσα Νίτωκρις κατά Μανέθωνα, «…ξανθήν την χροιάν…», τελευταία της Δυναστείας, το τέλος της οποίας σηματοδοτεί και το τέλος της περιόδου του Αρχαίου Βασιλείου, με την έναρξη της λεγομένης 1ης Ενδιάμεσης Περιόδου της Ιστορίας της Αιγύπτου (2150-2030 π.Χ.).
Τα τελευταία πάντως χρόνια της 6ης Δυναστείας, φαίνεται ότι η εξασθένιση της κεντρικής εξουσίας προχώρησε με γοργούς ρυθμούς. Αποτέλεσμα αυτής της κατάστασης ήταν, τα επόμενα 15 περίπου χρόνια, η εξουσία να περάσει ουσιαστικά στα χέρια των κυβερνητών των 42 επαρχιών (Νομών) στις οποίες ήταν παραδοσιακά υποδιαιρεμένη η Αίγυπτος. Έτσι οι πολυάριθμοι Φαραώ της 7ης και 8ης Δυναστείας (2150-2135 π.Χ.) με έδρα την Μέμφιδα, είχαν ελάχιστη ισχύ και η εξουσία τους στην χώρα ήταν ονομαστική και όχι πραγματική. Σύμφωνα με τον Μανέθωνα η 7η Δυναστεία κράτησε 70 μέρες στην διάρκεια των οποίων βασίλευσαν 70 Φαραώ. Οι νεώτεροι ερευνητές ερμηνεύουν αυτήν την καταγραφή ως μια μεταφορική αφήγηση μιας σύντομης περιόδου εσωτερικής αναταραχής και ουσιαστικής ακυβερνησίας.
Το 2135 π.Χ. περίπου, ο κυβερνήτης του 20ου Νομού της Άνω Αιγύπτου στην περιοχή του Φαγιούμ, με έδρα την Χενενεσουέ (αρχ. αιγ. Heneneswe = οίκος του βασιλικού τέκνου) ή Ηρακλεόπολη όπως την ονόμαζαν οι Έλληνες (σημερ. Ihnasya el-Medina), ο Χέτυ Ι (Khety) ή Αχθώης κατά Μανέθωνα, αυτοανακηρύχθηκε Φαραώ, ιδρύοντας την 9η Δυναστεία. Ο Αχθώης θα επεκτείνει την εξουσία του σχεδόν σε ολόκληρη την χώρα, αλλά οι διάδοχοί του δεν θα κατορθώσουν να διατηρήσουν τις κτήσεις του.
Γύρω στο 2110 π.Χ. πιθανολογείται ότι σημειώθηκε στην πρωτεύουσα Ηρακλεόπολη, η αλλαγή Δυναστείας που αναφέρει ο Μανέθων. Η νέα, 10η Δυναστεία, ιδρυτής της οποίας θεωρείται ο Φαραώ Μερυαθώρ (Meryathor) αποτελεί συνέχεια της προηγούμενης, αλλά είχε σαφώς περιορισμένη δύναμη, αφού ο νότος τελούσε ήδη κάτω από την εξουσία μιας άλλης Δυναστείας με πρωτεύουσα την περίφημη πόλη των Θηβών (αρχ. αιγ. niwt-rst = η νότια πόλη), έδρα του 4ου Νομού της Άνω Αιγύπτου, ο οποίος ονομαζόταν Waset ή Wast, όπως συχνά και η ίδια η πόλη των Θηβών.
Ιδρυτής της επόμενης, της 11ης Δυναστείας (2115-1991 π.Χ.) των Θηβών, σύμφωνα με την παράδοση, ήταν ο Μεντουχοτέπ I (Mentuhotpe, Montjuhotep), αλλά τον τίτλο του «βασιλέως της Άνω και Κάτω Αιγύπτου» θα πάρει ο γιος του, Σεχερταουΐ (= το τελετουργικό όνομα που έπαιρναν οι Φαραώ με την άνοδό τους στον θρόνο) Ινυοτέφ Ι (Sehertawy Inyotef), ο οποίος θα αρχίσει την επέκταση των ορίων της επικρατείας του προς βορρά. Η προώθηση προς βορρά θα συνεχισθεί και επί των διαδόχων του και τελικώς, γύρω στο 2030 π.Χ. ο Φαραώ Μεντουχοτέπ ΙΙ (Nebhepetre Mentuhotpe, 2060-2010 π.Χ.), θα ανατρέψει την Ηρακλεοπολιτική Δυναστεία και θα συνενώσει κάτω από το σκήπτρο του ολόκληρη την Αίγυπτο. Με τον τρόπο αυτόν θα λήξει η λεγομένη 1η Ενδιάμεση Περίοδος της Ιστορίας της Αιγύπτου (2150-2030 π.Χ.) και ταυτόχρονα εγκαινιάζεται η περίοδος του Μέσου Βασιλείου (2030-1640 π.Χ.). Η 11η Δυναστεία θα συνεχίσει να κυβερνά ολόκληρη την χώρα μέχρι το 1991 π.Χ.
(Συνεχίζεται)

2 σχόλια:

ianos είπε...

κατα την γνωμη σας η χρησιμοποιηθησα μεθοδος χρονολογησης ειναι αξιοπιστη?http://greece-salonika.blogspot.com/2010/03/blog-post_5668.html

Βιβλιόφιλος είπε...

Για το θέμα αυτό δες τις παλαιότερες αναρτήσεις:
Πέμπτη, 01 Οκτωβρίου 2009
Η χρονολόγηση του παρελθόντος
και
Παρασκευή, 18 Δεκεμβρίου 2009
Προϊστορία και «Μη-συμβατικές» ανοησίες (1)