Πέμπτη 11 Μαρτίου 2010
Μετακινήσεις ελληνικών φύλων (Αρκαδόφωνοι)
Ἀρκᾶδες: Ένα από τα σπουδαιότερα αρχαιοελληνικά φύλα. Ως αρχικός χώρος διαμόρφωσης αυτού του φύλου, θεωρείται η δυτική Μακεδονία και ειδικότερα οι περιοχές γύρω από τον μέσο και άνω ρου του Αλιάκμονα (βλ. Χάρτη), όπου πρωτοεγκαταστάθηκε μετά την είσοδό του στον Ελλαδικό χώρο (2200/2100 π.Χ.).Κατά την παράδοση, γενάρχης των Αρκάδων εθεωρείτο ο Αρκάς, υιός του Διός και της Καλλιστούς (κατ’ άλλους μητέρα του θεωρείται η Θεμιστώ, κόρη του βασιλέως των Λαπιθών της Πίνδου Υψέως), ο οποίος σύμφωνα με το Λεξικόν Κυρίων Ονομάτων: «… εδίδαξε τους Πελασγούς να τρώγωσιν άρτον αντί βαλάνων και να νήθωσι έρια…». Κατά το Λεξικόν Ελληνικής Αρχαιολογίας: «…οι κάτοικοι της Αρκαδίας εθεώρουν εαυτούς πάντοτε αυτόχθονας και ελέγοντο π ρ ο σ έ λ η ν ο ι ήτοι προ της σελήνης υπάρχοντες (πιθανώς π ρ ο έ λ λ η ν ε ς), ο δε χρησμός, τους έλεγε β α λ α ν η φ ά γ ο υ ς ά ν δ ρ α ς… Των πλείστων πόλεων αυτών ιδρυταί θεωρούνται ο Λυκάων, υιός του Πελασγού και οι 50 υιοί αυτού, όπερ αινίττεται την καθαράν πελασγικήν αυτών εθνικότητα…».
Για τους Αρκάδες, ο καθηγητής Μιχ. Σακελλαρίου αναφέρει (Ι.Ε.Ε. τομ. Α΄) τα εξής :
«…Η ετυμολογία του ονόματός τους, από την λέξη άρκ(τ)ος εξυπακούει μια τοτεμική λατρεία αρκούδας. Το ίδιο και ο αρκαδικός μύθος που παρουσίαζε την μητέρα του Αρκάδος ως μία αρκούδα ή ως μία νύμφη που μεταμορφώθηκε σε αρκούδα. Έτσι μαζί με ένα στοιχείο της θρησκείας των Αρκάδων, συμπεραίνουμε ότι το όνομά τους ήταν πανάρχαιο. Άλλωστε αυτό το όνομα το εντοπίζουμε στη Στερεά και στην Αθαμανία…».
Όταν οι Αρκάδες ξεκίνησαν το 1900 π.Χ. τις μετακινήσεις τους προς τα νότια, μιλούσαν μια από τις δύο παραλλαγές της Κεντρικής διαλέκτου. Μετά την εγκατάστασή τους στην Πελοπόννησο, στην διάλεκτό τους αναπτύχθηκαν νεωτερισμοί που χαρακτηρίζουν αποκλειστικά την Αρκαδική. Τα όρια αυτής της διαλέκτου, ξεπέρασαν τα σύνορα της περιοχής που έγινε γνωστή ως Αρκαδία κατά τους ιστορικούς χρόνους και η αρκαδική διάλεκτος θα εξαπλωθεί σε τμήματα της Αργολίδας, της Μεσσηνίας, της Τριφυλίας και σχεδόν σε ολόκληρη την Λακωνία, περιοχές που θα περιέλθουν στους Αχαιούς με την έναρξη της Μυκηναϊκής εποχής (1600 π.Χ.). Θα πρέπει να σημειωθεί ότι όσα τμήματα Αρκάδων δεν ακολούθησαν τον κύριο μεταναστευτικό κορμό προς την κεντρική Πελοπόννησο και παρέμειναν σε περιοχές της Ηπείρου (π.χ. Αρκτάνες), της Στερεάς Ελλάδος, αλλά και της Πελοποννήσου, θα απορροφηθούν από άλλα φύλα που θα τους επικαλύψουν.
Αντίστοιχα, ο κύριος όγκος των Αρκάδων θα αφομοιώσει τους παλαιότερους κατοίκους της κεντρικής Πελοποννήσου, οι περισσότεροι από τους οποίους ήσαν Πελασγοί [βλ. Πελασγοί (Pelasgians)]. Με αυτόν τον τρόπο εμφανίσθηκαν αργότερα ως αρκαδικοί μύθοι οι πελασγικές παραδόσεις για τον Πελασγό και πιστεύτηκε ότι οι Αρκάδες ήσαν εξελληνισμένοι Πελασγοί. Υπενθυμίζουμε ότι σύμφωνα με την παράδοση, οι Αρκάδες, κατά την κάθοδό τους, θα συμμαχήσουν με τους εγκατεστημένους στην περιοχή του Παρνασσού Λυκάονες, οι οποίοι θα ηγηθούν του συνασπισμού Αρκάδων, Αζάνων και Λυκαόνων, που θα κατακτήσει τελικώς την κεντρική Πελοπόννησο.
Μετά την Δωρική κατάκτηση, Αχαιοί και Αρκάδες θα μεταναστεύσουν στην Κύπρο όπου βαθμιαία θα διαμορφωθεί η λεγομένη Αρκαδοκυπριακή διάλεκτος. Όπως τονίζει για το θέμα αυτό ο καθηγητής Μιχ. Σακελλαρίου:
«… Πολλοί από τους Αχαιούς και τους Αρκάδες, που έφυγαν από την Πελοπόννησο κατά την υπομυκηναϊκή εποχή, κατευθύνθηκαν στην Κρήτη και στην Κύπρο, ακολουθώντας τα βήματα ομοεθνών τους που είχαν μεταναστεύσει εκεί παλαιότερα. Τα διαθέσιμα δεδομένα από αυτές τις δύο περιοχές δεν μας επιτρέπουν να διακρίνουμε ανάμεσα σε Αχαιούς και Αρκάδες, όταν πρόκειται για ομάδες που έφυγαν από την Αργολίδα, την Λακωνία, την δυτική Πελοπόννησο, όπου οι Αχαιοί κατέκτησαν αρκαδόφωνους πληθυσμούς στην αρχή της μυκηναϊκής εποχής, αλλά δεν τους αφομοίωσαν γλωσσικά ώς το τέλος της. Ωστόσο το γεγονός ότι στην Κύπρο, που αποικίσθηκε πιο πολύ από τις εξωτερικές επαρχίες της Πελοποννήσου παρά από την Αρκαδία, επεκράτησε η αρκαδική διάλεκτος κάνει πιθανή την υπόθεση ότι ανάμεσα στους πρόσφυγες από αυτές τις επαρχίες πλειοψηφούσαν οι αρκαδόφωνοι…» (Ι.Ε.Ε. τομ. Β΄, σελ. 26).
Όπως τονίσθηκε παραπάνω, με την έναρξη της Μυκηναϊκής Εποχής (1600-1150 π.Χ.), οι Αχαιοί κατέκτησαν αρκετές περιοχές με αρκαδόφωνους πληθυσμούς και στις οποίες εγκαταστάθηκαν. Ο κύριος όμως κορμός των Αρκάδων θα αποσυρθεί στο εσωτερικό της Πελοποννήσου, στην Αρκαδία, όπου παρά το γεγονός ότι ήσαν υποτελείς των Αχαιών, διατήρησαν τις δομές της φυλετικής οργάνωσής τους και την γλώσσα τους, καθώς και την διάκρισή τους σε πέντε υπο-φύλα, που τα αποκαλούσαν «έθνη»: στους Ευτρησίους, τους Κυνουρίους, τους Μαιναλίους, τους Παρρασίους και τους Αζάνες.
Η ίδια κατάσταση θα επαναληφθεί και στην διάρκεια της δωρικής κατάκτησης της Πελοποννήσου, που θα αφήσει ουσιαστικά ανεπηρέαστους τους Αρκάδες στην ορεινή και ελάχιστα παραγωγική χώρα τους. Οικονομικές και πολιτικές ανακατατάξεις θα αρχίσουν να παρατηρούνται στην διάρκεια της Υπομυκηναϊκής περιόδου (1150-1050 π.Χ.) και της Γεωμετρικής Εποχής (1050-700 π.Χ.). Έτσι θα εγκαταλειφθεί βαθμιαία το φυλετικό κράτος (βλ. σχετικά: Φυλές, φύλα, έθνη και το φυλετικό κράτος στην Αρχαία Ελλάδα) και η πατριαρχική βασιλεία και θα προκύψουν «πόλεις», ομάδες αυτονόμων κοινοτήτων και ομάδες οικισμών (δήμοι).
Στους Αρχαϊκούς χρόνους (700-500 π.Χ.), η Αρκαδία ακμάζει, οικονομικά και πολιτιστικά, όπως αποδεικνύουν τα πολυάριθμα αρχαιολογικά ευρήματα αυτής της περιόδου. Η Τεγέα γίνεται η ισχυρότερη αρκαδική πόλη και ανταγωνίζεται την Σπάρτη, με αποτέλεσμα οι Αρκάδες να ταχθούν με το μέρος των Μεσσηνίων στους δύο Μεσσηνιακούς πολέμους. Η Τεγέα τελικά θα συμμαχήσει με την Σπάρτη, θέτοντας έτσι τα θεμέλια της Πελοποννησιακής Συμμαχίας.
Στους Περσικούς πολέμους οι Αρκάδες ως μέλη της Πελοποννησιακής Συμμαχίας θα πολεμήσουν στο πλευρό των Σπαρτιατών στην μάχη των Πλαταιών (479 π.Χ.).
Οι Αρκάδες είχαν σοβαρές αντιρρήσεις στην έναρξη του Πελοποννησιακού πολέμου, αλλά στην αρχή αναγκάστηκαν να ακολουθήσουν την Σπάρτη ως μέλη της Συμμαχίας, την οποία όμως θα εγκαταλείψουν στην συνέχεια και θα συμμαχήσουν με τους Αθηναίους. Η Σπάρτη θα εκδικηθεί τους Αρκάδες για την στάση τους και το 386/385 π.Χ. θα γίνει ο περίφημος διοικισμός της Μαντινείας με την κατάλυση της πόλης και τον διασκορπισμό των κατοίκων της στις παλιές τους κώμες.
Το 371 π.Χ. μετά την ήττα της Σπάρτης στην μάχη των Λεύκτρων, θα ιδρυθεί το «Κοινόν των Αρκάδων», που θα συμμαχήσει με τους Θηβαίους και θα εμπλακεί σε συνεχείς διαμάχες με τους Σπαρτιάτες. Το «Κοινόν» θα διαλυθεί το 362 π.Χ. και θα ακολουθήσει η μάχη της Μαντινείας. Η Μεγαλόπολις αναδεικνύεται η ισχυρότερη δύναμη της Αρκαδίας και επίφοβος αντίπαλος της Σπάρτης, την οποία θα επιδιώξουν οι Σπαρτιάτες να συντρίψουν.
Αργυρός στατήρ του Κοινού των Αρκάδων
(περίπου 370-363 π.Χ.)
Οι Μεγαλοπολίτες θα γίνουν σύμμαχοι του Φιλίππου Β΄ της Μακεδονίας και θα παραμείνουν πιστοί στους Μακεδόνες για πολλά χρόνια, μέχρι το 235/234 π.Χ. Τότε θα γίνουν μέλη της Αχαϊκής Συμπολιτείας, στην οποία θα προσχωρήσουν βαθμιαία οι περισσότερες αρκαδικές πόλεις και οι Αρκάδες θα εμπλακούν στους συνεχείς πολέμους μεταξύ των ελληνιστικών κρατών.
Το 147 π.Χ. μετά την μάχη της Σκάρφειας, περίπου 1000 επίλεκτοι Αρκάδες εσφάγησαν στην Ελάτεια από τους Ρωμαίους και το 146 π.Χ. μετά την μάχη της Λευκόπετρας, η Αρκαδία θα υποδουλωθεί στην Ρώμη.
Ἀρκτᾶνες: Τμήμα των Αρκάδων, το οποίο δεν ακολούθησε τον κύριο όγκο τους κατά την μετανάστευσή τους νοτιότερα, προς την Στερεά Ελλάδα και κεντρική Πελοπόννησο (βλ. Ι.Ε.Ε τομ Α΄ σελ 366). Εντοπίζονται στην περιοχή των Αθαμανικών ορέων (Τζουμέρκα) και θεωρούνται οι φορείς των μύθων για τον Αρκάδα στην Αθαμανία. Το όνομά τους ετυμολογικά είναι ταυτόσημο με των Αρκάδων. Η περιοχή τους πάντως έφθανε μέχρι τα όρια της Θεσσαλίας και περιελάμβανε και την πόλη Ευρυμεναί ή Ερυμναί, η οποία γεωγραφικώς ανήκε στην Θεσσαλία (βλ. Αρχ. Κατ. Ηπ.). Όμως, κατά μεν τον Στέφανο Βυζάντιο (Ριανός), οι Αρκτάνες ήσαν έθνος Ηπειρωτικόν, ο δε Δημ. Ευαγγελίδης (βλ. Αρχ. Κατ. Ηπ.) υποθέτει ότι ήσαν τμήμα των Μολοσσών, αφού ελάμβαναν σημαντικά αξιώματα στο Κοινό των Μολοσσών.
Οι δύο παραπάνω, φαινομενικά αντίθετες, απόψεις για την θέση των Αρκτάνων συμβιβάζονται, αν λάβουμε υπ’ όψη την ιστορική πορεία τους. Έτσι από την άποψη της καταγωγής τους ήσαν πράγματι φυλετικώς τμήμα των Αρκάδων και ταυτόχρονα την συγκεκριμένη περίοδο απετέλεσαν τμήμα του Κοινού των Μολοσσών πολιτικώς. Θα αφομοιωθούν κατά το μεγαλύτερο μέρος τους σχετικά νωρίς από τους Αθαμάνες και θα εξαφανισθούν οριστικά ως ξεχωριστό φύλο, πιθανόν στις αρχές της Ρωμαιοκρατίας.
Ἀζᾶνες: Το ένα από τα τρία φύλα που σύμφωνα με την παράδοση εισέβαλαν στην Αρκαδία, για να υποτάξουν ή να εκδιώξουν τους εκεί εγκατεστημένους Πελασγούς. Τα άλλα δύο ήσαν οι Λυκάονες και οι Αρκάδες. Επικεφαλής και των τριών φύλων ήταν ο Λυκάων, υιός του Πελασγού και της Ωκεανίδος Μελιβοίας, ή κατά άλλους, της νύμφης Κυλλήνης. Μετά την υποταγή των Πελασγών, οι Αρκάδες με επικεφαλής τον επώνυμο ήρωά τους Αρκάδα, υιό του Διός και της μοναδικής θυγατρός του Λυκάονος, Καλλιστούς, θα ανατρέψουν την εξουσία των Λυκαόνων και θα δώσουν το όνομά τους στην περιοχή. Αργότερα τον Αρκάδα θα διαδεχθεί ο υιός του, Αζάν. Η νεώτερη έρευνα, συνδυάζοντας τα στοιχεία της παράδοσης με πρόσφατα επιστημονικά ευρήματα, επιβεβαίωσε εν μέρει τις μυθολογικές αναφορές σχετικά με την παρουσία των Αζάνων στην Αρκαδία. Έτσι σήμερα δεχόμαστε ότι οι Αζάνες δεν ήσαν αυτόχθονες στην Αρκαδία αλλά έφθασαν εκεί μαζί με τον κύριο όγκο των Αρκάδων τους οποίους συνόδευσαν στις μετακινήσεις τους από την Δυτική Μακεδονία μέχρι την περιοχή της τελικής εγκατάστασής τους στην κεντρική Πελοπόννησο.
Υπενθυμίζουμε ότι οι Αρκάδες των ιστορικών χρόνων διακρίνονταν σε Ευτρησίους, Κυνουρίους, Μαιναλίους, Παρρασίους και Αζάνες (βλ. Στράβων, Η΄ ΙΙΙ. 1 και VΙΙΙ. 1). Τα ονόματα των τεσσάρων πρώτων προέρχονται από ονομασίες περιοχών της Αρκαδίας,επομένως δηλώνουν την διαίρεση των αρχικών Αρκάδων έπειτα από την εγκατάστασή τους σε διαφορετικές περιοχές αυτής της χώρας. Αντιθέτως, το εθνικό όνομα των Αζάνων και άλλα ονόματα, παράγωγα από αυτό, απαντούν και έξω από την Αρκαδία. Άρα οι Αζάνες της Αρκαδίας υπήρξαν παλαιότερα τμήμα φύλου ανεξάρτητου από τους Αρκάδες (Ι.Ε.Ε. τομ. Β΄ σελ. 35).
Οι Αζάνες περιορίσθηκαν τελικώς στο βόρειο τμήμα της Αρκαδίας (σημερινή επαρχία Καλαβρύτων). Θα πλαισιώσουν τον Ηρακλή και μετά την εκδίωξή του από την Πελοπόννησο, ένα μεγάλο τμήμα τους θα τον ακολουθήσει στην Καλυδώνα και την Τραχινία. Βαθμιαία θα μετασχηματισθούν σε Ηρακλειδείς, οι οποίοι θα ηγηθούν της καθόδου των Δωριέων.
Θα πρέπει να σημειώσουμε ότι στην περιοχή της λεγομένης Επικτήτου Φρυγίας (βόρειος Φρυγία), στην Μικρά Ασία (βλ. λήμμα Φρύγες), υπήρχε πόλη με το όνομα Αζανοί ή Αιζανοί ή Αζάνιον και η οποία υποτίθεται ότι ήταν παλαιοτάτη αποικία των Αζάνων (βλ. Λεξικό ΗΛΙΟΥ).
Τέλος, αξίζει να μνημονεύσουμε την παροιμιώδη φράση «Αζάνια κακά», την οποία χρησιμοποιούσαν στην αρχαιότητα, όταν ήθελαν να δηλώσουν κάποια περίπτωση όπου είχε καταβληθεί πολύς μόχθος για ασήμαντο αποτέλεσμα. Η φράση αναφερόταν στην Αζανία και στους Αζάνες, που εξαναγκάζονταν να υποβληθούν σε πολλούς κόπους για να καλλιεργήσουν την τραχεία και άγονη περιοχή τους, από την οποία τελικά ελάχιστα απελάμβαναν.
Ετικέτες
Αρχαιολογία,
Γλωσσολογία,
Εθνολογία,
Μετακινήσεις ελληνικών φύλων
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου