Σάββατο 27 Μαρτίου 2010
Αιγύπτιοι (5)
(Συνεχίζουμε από την προηγούμενη ανάρτηση)
Η 19η και η 20η Δυναστεία (Ραμσίδες)
Στην προσπάθειά του αυτήν ο Φαραώ Σέθως Ι είχε να αντιμετωπίσει ως σημαντικότερο αντίπαλο, την πανίσχυρη πλέον Χιττιτική αυτοκρατορία και τον ικανό ηγεμόνα της, Μουβατάλλις (Muwatallis, 1295-1270 π.Χ.). Σε πρώτη φάση θα εκστρατεύσει στην Χαναάν, όπου θα επαναφέρει στην αιγυπτιακή κυριαρχία τις πόλεις της περιοχής. Στην συνέχεια θα επιχειρήσει να υποτάξει τους Αμορρίτες πρίγκιπες της Συρίας και να εξασφαλίσει την κατάληψη των παραλιακών πόλεών της, που ήσαν ζωτικές για τις εμπορικές οδούς της Αιγύπτου. Στο μεταξύ Λίβυοι νομάδες είχαν αρχίσει να εγκαθίστανται στις περιοχές του Δυτικού Δέλτα και να δημιουργούν σοβαρά προβλήματα στην χώρα. Ο Σέθως Ι με μια επιτυχημένη εκστρατεία θα εκμηδενίσει την Λιβυκή απειλή. Τέλος θα κηρύξει τον πόλεμο στους Χετταίους, τους οποίους φαίνεται ότι νίκησε αρχικά εξασφαλίζοντας τον έλεγχο της νότιας Συρίας και τα σύνορα μεταξύ των δύο Μεγάλων Δυνάμεων της εποχής θα σταθεροποιηθούν νότια από την πόλη-κλειδί της περιοχής, το περίφημο Καντέςς (Kadesh, Qadesh), στον άνω ρου του ποταμού Ορόντη, κοντά στα σημερινά βόρεια σύνορα του Λιβάνου με την Συρία. Τελικά θα συνομολογηθεί μια συνθήκη ειρήνης μεταξύ του Φαραώ και του βασιλέα των Χετταίων Μουβατάλλις.
Τον Σέθως Ι θα διαδεχθεί ο γιος και διάδοχός του, Ραμσής ΙΙ (1279-1213 π.Χ.), ο οποίος τον 5ο χρόνο της βασιλείας θα προσπαθήσει να δώσει οριστική λύση στην διαμάχη με τους Χετταίους συγκεντρώνοντας ένα τεράστιο στράτευμα. Το «ξεκαθάρισμα των λογαριασμών» μεταξύ των δύο ισχυρότερων στρατιωτικών δυνάμεων της εποχής θα επιχειρηθεί στην περίφημη μάχη του Καντέςς. Οι αντίπαλοι, μαζί με όσους συμμάχους και μισθοφόρους (βλ. παρακάτω) κατάφερε να συγκεντρώσει ο καθένας, θα συναντηθούν στο πεδίο της μάχης την άνοιξη του 1275/1274 π.Χ. (με την «χαμηλή» χρονολογία, το 1286 π.Χ. σύμφωνα με την «μέση» και το 1300 π.Χ. σύμφωνα με την «υψηλή» χρονολόγηση). Στην φοβερή σύγκρουση που ακολούθησε, η πανουργία του Μουβατάλλις (ο οποίος στο Καντέςς κέρδισε την φήμη ενός ευφυέστατου και λαμπρού στρατιωτικού ηγέτη, αξεπέραστου στην πολεμική τακτική), εξισορροπήθηκε από την γενναιότητα (αλλά και την μεγάλη τύχη) του νεαρού Ραμσή ΙΙ. Θα πρέπει να τονισθεί ότι η μάχη του Καντέςς είναι από τις πρώτες στην Ιστορία για την οποία κατέχουμε πλήρη περιγραφή των αντιπάλων δυνάμεων και των στρατιωτικών τους ελιγμών κατά την διάρκεια των εχθροπραξιών. Τελικώς από την μάχη κανείς δεν αναδείχθηκε απόλυτος νικητής και οι δύο αντίπαλοι αποσύρθηκαν ισχυριζόμενοι, ο καθένας για λογαριασμό του, ότι είχαν συντρίψει τις δυνάμεις του εχθρού. Τα επόμενα χρόνια ο Ραμσής ΙΙ θα επιχειρήσει και άλλες εκστρατείες στην Συρία, αλλά η ανερχόμενη ισχύς της Ασσυρίας και πιθανόν η συνειδητοποίηση του γεγονότος ότι καμία από τις δύο χώρες δεν υπερείχε τόσο αποφασιστικά ώστε να υποτάξει την άλλη, ανάγκασε τους δύο ηγεμόνες τους να λογικευτούν και να σταματήσουν οποιαδήποτε σκέψη επιθετικής ενέργειας εις βάρος του άλλου. Τελικά, λίγα χρόνια μετά την ανάρρηση του νέου αυτοκράτορα των Χετταίων Χαττουσίλις ΙΙΙ (Khattusilis, 1262-1240 π.Χ.) στον θρόνο και 16 χρόνια μετά την μάχη του Καντές, ο Φαραώ Ραμσής ΙΙ και ο Αυτοκράτορας των Χετταίων, συμφωνούν το 1258 π.Χ. μετά από μακρές και προσεκτικές διαπραγματεύσεις, να συνάψουν «αιώνια ειρήνη».
Το κείμενό της μας είναι γνωστό από την σχετική επιγραφή που υπάρχει στον ναό του Καρνάκ στην Αίγυπτο, αλλά και από το αντίστοιχό της που ανακαλύφθηκε στις ανασκαφές της Χαττούσας - μια εκπληκτική αρχαιολογική συγκυρία. Με τον τρόπο αυτόν εγκαινιάζεται μια μακροχρόνια εποχή καλών σχέσεων ανάμεσα στους δυο λαούς. Οι δεσμοί μάλιστα μεταξύ των δύο βασιλικών οικογενειών, των Χετταίων και της Αιγύπτου, θα γίνουν στενότεροι όταν μετά από 13 χρόνια (το 1245 π.Χ.) ο Ραμσής ΙΙ θα πάρει ως σύζυγο την κόρη του Χαττουσίλις ΙΙΙ. Η ειρήνη μεταξύ των δύο Αυτοκρατοριών θα διατηρηθεί μέχρι την κατάλυση του Χιττιτικού κράτους.
Μετά από μακρόχρονη βασιλεία στην διάρκεια της οποίας θα ιδρυθεί νέα πρωτεύουσα, η Πι-Ραμσής (Pi-Ramesses=Οίκος του Ραμσή) δίπλα στην Άβαρι, ο Ραμσής ΙΙ (ο οποίος είχε δημιουργήσει μια τεράστια οικογένεια με τους αλλεπάλληλους γάμους του), θα αποβιώσει σε ηλικία 90 ετών περίπου, το 1213 π.Χ. ορίζοντας ως διάδοχό του τον 13ο γιο του, τον Μερνεφθά (Merneptah, 1213-1203 π.Χ.).
Ο νέος Φαραώ θα αναγκασθεί λίγο μετά την άνοδό του στον θρόνο, να πραγματοποιήσει μια εκστρατεία στην Παλαιστίνη, όπου είχε σημειωθεί μια εκτεταμένη εξέγερση, πιθανόν υποκινημένη από τους Χετταίους. Το πλέον όμως αξιοσημείωτο γεγονός της βασιλείας του είναι η απόκρουση μιας μεγάλης επίθεσης εναντίον των δυτικών περιοχών της Αιγύπτου που οργανώθηκε από τον βασιλιά της Λιβύης Μερυρύ (Meryry) και τους συμμάχους του, ένα πλήθος «βαρβάρων», οι οποίοι είχαν έλθει «πέρα από την θάλασσα».
Αυτοί οι «βάρβαροι» δεν ήσαν άλλοι από τους περίφημους «Λαούς της Θάλασσας» (βλ. για λεπτομέρειες στο Δημ. Ευαγγελίδη: Η Καταγωγή των Αριοευρωπαίων, Τόμος Α΄ Τεύχος 2 Κεφ. 6 - Οι «Λαοί της Θάλασσας», καθώς και στα λήμματα Σαρδηνοί, Φιλισταίοι του Λεξικού των Λαών του Αρχαίου Κόσμου), ορισμένοι από τους οποίους είχαν πάρει ήδη μέρος στην μάχη του Καντέςς. Μετά τον θάνατο του Μερνεφθά θα ξεσπάσουν έντονοι ανταγωνισμοί και διαμάχες μεταξύ των ισχυρών φατριών της Αυλής (οι οποίες είχαν δημιουργηθεί πιθανόν από τους διάφορους φιλόδοξους πρίγκιπες της τεράστιας οικογένειας του Ραμσή ΙΙ και είχαν ισχυροποιηθεί λόγω της ανεκτικότητας του Μερνεφθά). Στον θρόνο πάντως θα ανέλθει ο γιος του Μερνεφθά, Σέθως ΙΙ (1203-1198 π.Χ.), αλλά ένας σφετεριστής, ο Αμενμέσσης (Amenmesse 1202-1198 π.Χ.), θα επαναστατήσει και θα ανακηρυχθεί Φαραώ. Τελικώς, μετά τον θάνατο των δύο προηγουμένων Φαραώ, στον θρόνο θα ανέλθει (με την βοήθεια ενός Σύρου βασιλικού θαλαμηπόλου που είχε εξελιχθεί σε αρχιγραμματέα της Αιγύπτου), ο Σιπτάχ (Siptah 1198-1193 π.Χ.), ο οποίος θα πάρει ως σύζυγο την Τεβοσρέτ, χήρα του Σέθου ΙΙ. Ο Σιπτάχ θα πεθάνει σύντομα σε νεαρή σχετικά ηλικία και την βασιλική εξουσία θα ασκήσει η Βασίλισσα Τεβοσρέτ ή Ταουζέρτ (Tewosret/Tausert, 1193-1190 π.Χ.), η οποία αντικατέστησε το όνομα του Σιπτάχ από τις επιγραφές των μνημείων με το όνομα του πρώτου συζύγου της, Σέθου ΙΙ. Με τον θάνατό της θα δημιουργηθεί αναταραχή στην χώρα και την τάξη θα αποκαταστήσει ένας ισχυρός άνδρας αδιευκρίνιστης καταγωγής, ο Σεθναχτέ (Sethnakhte, 1190-1187 π.Χ.), ο οποίος θα ανακηρυχθεί Φαραώ και θα ιδρύσει μια νέα Δυναστεία, την 20η Δυναστεία της Αιγύπτου, με έδρα τις Θήβες. Μετά από σύντομη βασιλεία ο Σεθναχτέ θα αποβιώσει και στον θρόνο θα τον διαδεχθεί ο γιος του, Ραμσής ΙΙΙ (1187-1156 π.Χ.), ο τελευταίος μεγάλος Φαραώ της Αιγύπτου.
Η βασική πηγή πληροφοριών μας για τα γεγονότα που συνέβησαν στην διάρκεια της βασιλείας του Ραμσή ΙΙΙ (που σημάδεψαν την παγκόσμια Ιστορία), είναι οι επιγραφές στο νεκρικό συγκρότημα του τάφου του, απέναντι από τις Θήβες, στην άλλη (δυτική) όχθη του Νείλου, στην σημερινή τοποθεσία Μεντινέτ Αμπού (Medinet Habu).
Σύμφωνα λοιπόν με τα στοιχεία αυτών των επιγραφών που διασταυρώθηκαν και από άλλες δευτερεύουσες πηγές, τον 5ο χρόνο της βασιλείας του (1183/82 π.Χ.), ο Ραμσής ΙΙΙ θα αντιμετωπίσει σοβαρά προβλήματα στα δυτικά σύνορα της Αιγύπτου από μια μεγάλη εισβολή Λιβύων (Libu) τους οποίους θα νικήσει και θα κατασφάξει με την βοήθεια πιθανότατα μισθοφορικών στρατευμάτων από «Λαούς της Θάλασσας». Ανάμεσά τους αναφέρονται οι Σσερντέν ή Σσαρντάνα (SH-R-D-N =Sherden / Shardana), οι Σσεκελέςς ή Σσακάλσσα (SH-K-R-SH= Shekelesh / Shakalsha), οι Εκβέςς ή Ακαβάσσα (I-Q-W-SH = Eqwesh / Aqawasha) και τέλος οι Τερέςς ή Τούρσσα (T-R-SH = Teresh / Tursha), οι παλιοί επιδρομείς που είχε αντιμετωπίσει και κατανικήσει ο Φαραώ Μερνεφθά.
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου