Δεν έχεις, Όλυμπε, θεούς, μηδέ λεβέντες η Όσσα, ραγιάδες έχεις, μάννα γη, σκυφτούς για το χαράτσι, κούφιοι και οκνοί καταφρονούν τη θεία τραχιά σου γλώσσα, των Ευρωπαίων περίγελα και των αρχαίων παλιάτσοι…
(Κωστής Παλαμάς)

Πέμπτη 13 Μαΐου 2010

Φιλισταίοι (1)


Η περιοχή της Παλαιστίνης κατά τον 12ο αιώνα π.Χ.


Φιλισταίοι: Αρχαίος λαός της ανατολικής Μεσογείου, αναφερόμενος συχνά στην Βίβλο ως ένας επίφοβος εχθρός των Εβραίων, με τον οποίον ήσαν σε μόνιμη αντιπαράθεση. Η νεώτερη έρευνα όμως απεκάλυψε ότι οι Φιλισταίοι δεν ήσαν άλλοι από τους Πελεσέτ ή Πουρεσάτι, έναν από τους περιβόητους «Λαούς της Θάλασσας» των αρχαίων Αιγυπτιακών επιγραφών, όπου καταγράφονταν ως PRST/PLST στην συμφωνική ιερογλυφική γραφή (οι φθόγγοι λ και ρ αποδίδονταν με το ίδιο σημείο και αυτός είναι ο λόγος της φωνητικής μεταγραφής με τις δύο παραπάνω εκδοχές).
Υπενθυμίζουμε ότι ο 12ος αιώνας π.Χ. χαρακτηρίζεται γενικότερα από τις βαθύτατες εθνικές, πολιτικές και οικονομικές αναστατώσεις που συγκλόνισαν όχι μόνον το Αιγαίο, αλλά και ολόκληρη σχεδόν την ανατολική λεκάνη της Μεσογείου και που αποδίδονται στις επιδρομές και μετακινήσεις κάποιων λαών, που μας είναι γνωστές κυρίως από τις μνημειακές επιγραφές των Φαραώ της Αιγύπτου, εναντίον της οποίας στρέφονταν κατά κύριο λόγο οι επιδρομές αυτών των επίφοβων «Λαών της Θάλασσας», όπως συλλογικά τους αποκαλούσαν οι Αιγύπτιοι. Στην διάρκεια της βασιλείας του Φαραώ Ραμσή ΙΙΙ (1187-1156 π.Χ. με την πλέον πρόσφατα χρησιμοποιούμενη «ενδιάμεση» χρονολόγηση ή 1198-1166 με την «υψηλή», 1194-1162 με την «μέση» και 1183-1152 με την «χαμηλή»), του τελευταίου μεγάλου Φαραώ της Αιγύπτου, σημειώθηκε η αποκορύφωση των κοσμοϊστορικών εξελίξεων που προαναφέραμε και που άλλαξαν δραματικά την όψη των χωρών γύρω από την ανατολική Μεσόγειο και επηρέασαν βαθύτατα όλες τις υπόλοιπες.
Η βασική πηγή πληροφοριών μας για τα γεγονότα αυτά που σημάδεψαν την παγκόσμια Ιστορία, είναι οι επιγραφές και οι τοιχογραφίες στο νεκρικό συγκρότημα του τάφου του, απέναντι από τις Θήβες, στην άλλη (δυτική) όχθη του Νείλου, στην σημερινή τοποθεσία Μεντινέτ Αμπού (Medinet Habu).  Αξίζει να σημειωθεί ότι μια παραμορφωμένη εκδοχή αυτών των αναστατώσεων παρέμεινε ως ιστορική ανάμνηση στα γεγονότα και τις συνέπειες του «Τρωϊκού πολέμου» που συχνά επικαλούνται οι αρχαιοελληνικές πηγές (βλ. σχετικά και Δημ. Ευαγγελίδη: Η Καταγωγή των Αριοευρωπαίων - Τόμος Α΄ Τεύχος 2, Κεφ. 6β - Τα «Τρωϊκά» και ο αντίκτυπός τους). Από τα πρώτα χρόνια μετά την άνοδό του στον θρόνο της Αιγύπτου ο Ραμσής ΙΙΙ είχε σοβαρά προβλήματα από τις επιδρομές διαφόρων λαών (1ος Λιβυκός πόλεμος), αλλά τον 8ο χρόνο της βασιλείας του, θα αντιμετωπίσει μια ακόμη μεγαλύτερη απειλή, όχι πλέον από κάποια εχθρικά στρατεύματα, αλλά από ένα τεράστιο μεταναστευτικό ρεύμα, το οποίο αφού εξαφάνισε στο διάβα του την Χιττιτική αυτοκρατορία (βλ. λήμμα Χετταίοι), ξεχύθηκε ακάθεκτο μέσα από την βόρεια Συρία και την Χαναάν προς τη Αίγυπτο. Τα στίφη των εισβολέων θα διασχίσουν ολόκληρη την Χαναάν χωρίς αντίσταση, λεηλατώντας και καταστρέφοντας τα πάντα στο πέρασμά τους και θα φθάσουν στα σύνορα της Αιγύπτου (βλ. λεπτομέρειες στο λήμμα Αιγύπτιοι). Τελικώς, το 1180/1179 π.Χ. (με την «ενδιάμεση» χρονολόγηση ή το 1190 π.Χ. με την «υψηλή») ο Φαραώ Ραμσής ΙΙΙ, θα καταφέρει να συντρίψει στην ξηρά την χερσαία εχθρική δύναμη σε μια κοσμοϊστορική ίσως μάχη, αν αναλογισθούμε την φοβερή οπισθοδρόμηση που θα σημειωνόταν εάν οι εισβολείς κατελάμβαναν την Αίγυπτο και τις επιπτώσεις σε παγκόσμιο επίπεδο που θα προέκυπταν από ένα τέτοιο ενδεχόμενο. Θα ακολουθήσει αμέσως μετά μια κρίσιμη ναυμαχία, μάλλον κοντά στο στόμιο μιας εκβολής του Νείλου, όπου ο στόλος των επιδρομέων θα παγιδευτεί από τα αιγυπτιακά πολεμικά πλοία και θα καταστραφεί ολοσχερώς. Με την διπλή αυτήν επιτυχία, ο Ραμσής ΙΙΙ θα σώσει όχι μόνον την χώρα του, αλλά και τον πολιτισμό της εποχής. Μια επιγραφή με πανηγυρικό χαρακτήρα και θριαμβευτικό ύφος θα διαιωνίσει τις νίκες του. Στο κείμενο αυτό αναφέρονται και τα ονόματα των εισβολέων: Σσεκελέςς/Σσακάλσσα (SH-K-R-SH= Shekelesh / Shakalsha), Τερέςς/Τούρσσα (T-R-SH = Teresh / Tursha), Σσερντέν ή Σσαρντάνα (SH-R-D-N = Sherden / Shardana), αλλά και νέοι λαοί όπως οι Πουρεσάτι/Πελεσέτ (PRST / PLST=Puresati / Peleset), οι Ντενυέν/Ντανούνα (DNN=Denyen), οι Τζέκερ (TJKR=Tjeker / Tjekker) και τέλος οι Ουασσάσσα/Βεσσέςς (WŠŠ =Washasha / Weshesh), πιθανόν από την περιοχή της Ουασσού/΄Ιασσου της Καρίας (βλ. Cambridge Ancient History - Vol. II part 2, σελ. 508).

Μετακινήσεις "Λαών της Θάλασσας"

Παρά τις καυχησιολογίες του, ο Ραμσής ΙΙΙ δεν θα μπορέσει να αποτρέψει την εγκατάσταση δύο τουλάχιστον λαών στα παράλια της Χαναάν. Πρόκειται για τους Πελεσέτ, που δεν είναι άλλοι από τους γνωστούς μας από την Παλαιά Διαθήκη Φιλισταίους και τους Τζέκερ, οι οποίοι συνδέονται από πολλούς ερευνητές με τους Τευκρούς της Τρωάδος (βλ. λήμμα Τρώες) ή με τον Έλληνα ήρωα του Τρωϊκού πολέμου Τεύκρο, ετεροθαλή αδελφό του Αίαντα του Τελαμώνιου και μυθικό ιδρυτή της Σαλαμίνος της Κύπρου. Οι Πελεσέτ θα δώσουν μάλιστα το όνομά τους και στην περιοχή, που από τότε θα ονομασθεί «χώρα των Φιλισταίων», Φιλιστία (Philistia) και αργότερα θα συμπεριλάβει ολόκληρη την χώρα, Φιλιστίνη = Παλαιστίνη. Οι Τζέκερ θα εγκατασταθούν στα βόρεια των Φιλισταίων, όπου εξακολουθούν να υπάρχουν έναν αιώνα αργότερα, γύρω στο 1100 π.Χ. σύμφωνα με ορισμένα στοιχεία (βλ. λεπτομέρειες για τα παραπάνω στο κλασσικό έργο της Nancy K. Sandars: The Sea Peoples - London 1987, σελ. 157-170). Από τους υπόλοιπους λαούς, οι Ντενυέν, οι οποίοι θεωρούνται συγγενείς των Πρωτοελλήνων Δαναών, θα εγκατασταθούν κάπου στην βόρεια Χαναάν και κατά μια άποψη (βλ. λεπτομέρειες ό.π. σελ. 161-164), θα αποτελέσουν την φυλή του Δάν, μια από τις 12 φυλές του Ισραήλ. Στο θέμα αυτό θα επανέλθουμε στην συνέχεια.
Σύμφωνα όμως με μια άλλη εκδοχή (βλ. C.A.H. ό. π. σελ. 509), που επιβεβαιώνεται και από αρχαιολογικά ευρήματα, οι Φιλισταίοι είχαν ήδη εγκατασταθεί στην περιοχή από τον Φαραώ Ραμσή ΙΙ (1279-1213 π.Χ.), τον αντίπαλο του Χετταίου αυτοκράτορα Μουβατάλλις (Muwatallis), με τον οποίον συγκρούσθηκαν στην περίφημη μάχη του Καντέςς (βλ. λήμματα Αιγύπτιοι, Χετταίοι). Μετά την μάχη, που εξασφάλισε την αιγυπτιακή κατοχή της Χαναάν και της Συρίας, φαίνεται ότι κάποια τμήματα Φιλισταίων εγκαταστάθηκαν από τον Ραμσή ΙΙ ως βοηθητικά στρατεύματα στις αιγυπτιακές φρουρές της Χαναάν, της μετέπειτα Παλαιστίνης, όπως υποστηρίζεται από αρκετούς ερευνητές (βλ. C.A.H. ό. π. καθώς και Παναγιώτη Κ. Χρήστου: Ελληνική παρουσία στην Παλαιστίνη – ΚΥΡΟΜΑΝΟΣ, Θεσσαλονίκη 1990, σελ. 19-20).
Ανακεφαλαιώνοντας λοιπόν, μετά την διπλή ήττα τους από τον Ραμσή ΙΙΙ όπως περιγράψαμε, ορισμένοι από τους «Λαούς της Θάλασσας» θα εγκατασταθούν στην Παλαιστίνη (Φιλισταίοι, Τευκροί, Δαναοί), όπως ήδη αναφέρθηκε, άλλοι στις ΝΑ ακτές της Μ. Ασίας (Κιλικία) όπου εγκαταστάθηκαν άλλοι Δαναοί καθώς και Τυρσηνοί στην Ταρσό (που πήρε από αυτούς την ονομασία της) και τέλος από τους υπόλοιπους στην Σικελία θα καταλήξουν οι Σσεκελέςς/Σικελοί, στην Ετρουρία (κεντρική Ιταλία) θα εγκατασταθεί ο κύριος όγκος των Τυρσηνών (=οι μετέπειτα Ετρούσκοι) και στην Σαρδηνία οι Σσαρντάνα / Σαρδηνοί.
Οι λαοί που εγκαταστάθηκαν στην Παλαιστίνη θα καταφέρουν για δύο περίπου αιώνες να διατηρήσουν σχεδόν ακέραια την εθνογλωσσική ταυτότητα και τα στοιχεία του υλικού πολιτισμού τους, αλλά στην συνέχεια θα αφομοιωθούν βαθμιαία από τα Σημιτικά φύλα της περιοχής. Με αυτήν την διαδικασία που δεν διέφερε ουσιαστικά από περιοχή σε περιοχή, οι Φιλισταίοι θα μετασχηματισθούν σε «Φοίνικες», όπως θα περιγράψουμε παρακάτω. Ο τρομερός αντίκτυπος πάντως των γεγονότων που συνέβησαν γύρω από το 1200 π.Χ. και οι καταστρεπτικές επιπτώσεις τους στην οικονομία των χωρών της ανατολικής Μεσογείου θα συνεχισθούν για αρκετές δεκαετίες με αποτέλεσμα την ριζική μεταμόρφωση των πολιτικών, κοινωνικών, οικονομικών κ.λπ. δομών τους.
Η ανάκαμψη του εμπορίου και της οικονομίας γενικότερα, δεν θα αρχίσει παρά τον 11ο αιώνα π.Χ. μέσα στο τελείως διαφορετικό πλαίσιο των νέων πολιτικο-στρατιωτικών ισορροπιών που είχαν πλέον διαμορφωθεί. Τότε θα αρχίσει και η αναζωπύρωση του ενδιαφέροντος για νέες αγορές, αλλά και η αναζήτηση νέων πηγών πρώτων υλών. Ήταν λοιπόν αναμενόμενο και πολύ φυσικό ότι οι πρώτοι λαοί που άρχισαν και πάλι να αξιοποιούν τις παλιές εμπορικές θαλασσινές αρτηρίες των «Λαών της Θάλασσας» να είναι οι απόγονοί τους, όπως π.χ. οι Φιλισταίοι και οι Τευκροί της Παλαιστίνης. Στους δύο αυτούς λαούς αποδίδονταν σπουδαίες ικανότητες και εμπορικό δαιμόνιο από τους γείτονές τους, όπως αποδεικνύουν οι καταγραφές της εποχής (11ος αιώνας π.Χ.), τόσο στο αρχαιοαιγυπτιακό κείμενο «Οι περιπέτειες του Βεναμούν (Βεν-Αμμών)», όσο και στις εβραϊκές παραδόσεις της Παλαιάς Διαθήκης. Οι καταγραφές αυτές επί πλέον μας αποκαλύπτουν ότι οι θαλασσινές δραστηριότητες αυτών των λαών δεν διακόπηκαν ποτέ εντελώς. Αυτό προκύπτει εξ άλλου και από την προσεκτική διερεύνηση κάποιων πληροφοριών: Μια τέτοια πληροφορία είναι οι αναφορές της Π. Διαθήκης (οι οποίες από πολλούς ερευνητές θεωρούνται απόλυτα αξιόπιστες) ότι οι Φιλισταίοι διατηρούσαν ένα είδος μονοπωλίου στην επεξεργασία και εμπορία του σιδήρου (Σαμουήλ/Βασιλειών Α΄ 13. 19-21), το πολυτιμότερο μέταλλο αυτής της περιόδου από το οποίο πήρε και το όνομά της: Εποχή του Σιδήρου. Εάν συνδυάσουμε αυτό το στοιχείο με το γεγονός ότι στην πλούσια σε σίδηρο βoρειoδυτική Σαρδηνία (βλ. λεπτομέρειες στο λήμμα Σαρδηνοί) υπήρχε μια αρχαία πόλη στο εσωτερικό ονομαζόμενη Μακομψίσα (σημερ. Macomer), τότε οι αποδείξεις για το φημολογούμενο μονοπώλιο των Φιλισταίων, αλλά και η προέλευση του σιδήρου που εμπορεύονταν αρχίζουν και γίνονται περισσότερο απτές και συγκεκριμένες.
Όπως επισημαίνει ο Ιταλός καθηγητής Giovanni Garbini σε σχετικό άρθρο του (The Phoenicians in the Western Mediterranean) που περιλαμβάνεται στο συλλογικό έργο “Giovanni Pugliese Carratelli (ed.): The Western Greeks, London 1996” (σελ. 121-132), το πρώτο συνθετικό – maqom - της ονομασίας Μακομψίσα, σημαίνει «αγορά» στην φοινικική γλώσσα, αλλά αγνοούμε την σημασία του δεύτερου συνθετικού της ονομασίας (ό.π. σελ. 123). Το αξιοπερίεργο στο ζήτημα αυτό είναι ότι οι Φοίνικες δεν είχαν ακόμα εμφανισθεί στην περιοχή αυτήν την περίοδο (ούτε και εισχώρησαν ποτέ τόσο βαθιά στο εσωτερικό, εκτός ίσως μετά την κατάκτηση της νήσου από τους Καρχηδονίους, πολύ αργότερα) και επομένως είναι δυνατόν να υποθέσουμε ότι επρόκειτο για Φιλισταίους, οι οποίοι είχαν ανακαλύψει τα κοιτάσματα σιδήρου στην Μακομψίσα, που μετά από την επεξεργασία τους και την κατασκευή εργαλείων, τα πωλούσαν στους Ισραηλίτες. Υπάρχει επομένως ιστορική τεκμηρίωση για τις παλαιότατες πολιτιστικές και εμπορικές συναλλαγές μεταξύ των Πελεσέτ/Φιλισταίων και Σσαρντάνα/Σαρδηνών, οι οποίοι εξ άλλου είχαν πολεμήσει στο παρελθόν ο ένας στο πλευρό του άλλου εναντίον της Αιγύπτου και αυτοί οι δεσμοί ερμηνεύουν θαυμάσια τις πρώϊμες εμπορικές σχέσεις μεταξύ των δύο λαών, Φιλισταίων και Σαρδηνών.
Συχνά όμως παρατηρείται το φαινόμενο οι Φιλισταίοι να αναφέρονται ως Φοίνικες. Όπως υποστηρίζει ο καθηγητής Giovanni Garbini (βλ. The Western Greeks ό.π., σελ. 121) μια βασική πηγή αυτής της σύγχυσης είναι η άκριτη χρήση από σύγχρονους συγγραφείς του όρου «Φοίνικες», οι οποίοι μεταφέρουν κατά κανόνα μηχανικά τον όρο από τις αρχαιοελληνικές πηγές χωρίς να λαμβάνουν υπ’ όψη ότι οι αρχαίοι Έλληνες με τον όρο αυτόν αναφέρονταν όχι μόνον στους κυρίως Φοίνικες (= τους Σιδώνιους, όπως αυτοαποκαλούνταν και όπως τους μνημόνευαν ορισμένοι αρχαίοι συγγραφείς) των παραλιακών πόλεων των ακτών του σημερινού Λιβάνου (Άραδος, Βύβλος, Βηρυτός, Σιδών, Τύρος), αλλά και σε λαούς που ήσαν εγκατεστημένοι σε γειτονικές περιοχές. Αποτέλεσμα αυτής της σύγχυσης είναι να αναφέρονται συχνά ως «Φοίνικες» σε σύγχρονες εργασίες και βιβλία και άλλοι λαοί, όπως οι Φιλισταίοι (που μιλούσαν και έγραφαν συνήθως στην φοινικική γλώσσα σε όλη την διάρκεια της 1ης χιλιετίας π.Χ.) και οι Σημίτες της Συρίας, οι Αραμαίοι, η γραφή των οποίων κατά τους πρώτους αιώνες της 1ης χιλιετίας π.Χ. ήταν σχεδόν ταυτόσημη με την φοινικική, παρ’ όλο που η γλώσσα τους ήταν μια συγγενής μεν, αλλά τελείως διαφορετική σημιτική διάλεκτος (βλ. λεπτομέρειες στα λήμματα Αραμαίοι, Καρχηδόνιοι).
Εν πάση περιπτώσει είναι γεγονός ότι οι Πελεσέτ/Πουρεσάτι/Φιλισταίοι μετά την εγκατάστασή τους στην χώρα θα κυριαρχήσουν στην νότια παραλιακή περιοχή της Παλαιστίνης, νοτίως της Ιόππης (σημερ. Γιάφφα/Τελ-Αβίβ) μέχρι την λωρίδα της Γάζας (βλ. Χάρτη), όπου θα καταλάβουν κάποιες πόλεις, οι οποίες απετέλεσαν την λεγόμενη «Πεντάπολη» των Φιλισταίων. Οι πόλεις αυτές ήσαν η Γάζα (Gaza), η Ασκάλων (Ashkalon/Ashkelon), η Ασσντόντ (Ashdod, η Άζωτος ή Άζωρος της Βίβλου), η Εκρών (Ekron, η Ακκαρών κατά την Βίβλο) και η Γαδ ή Γαθ/Γεθ (Gath), σημαντικά φρούρια με τα οποία οι Αιγύπτιοι εξασφάλιζαν τον έλεγχο της περιοχής. Από αυτές αγνοούμε ακόμη την ακριβή τοποθεσία της Εκρών και της Γαδ, οι οποίες δεν έχουν ταυτισθεί με βεβαιότητα, αλλά για τις υπόλοιπες διαθέτουμε ευρήματα από αρχαιολογικές ανασκαφές, ιδιαίτερα από την αρχαία Άζωτο (Ασσντόντ), όπου έχουν αποκτηθεί πολύτιμες πληροφορίες και στοιχεία από την στρωματογραφία της πόλης (βλ. Moshe Dothan: The Philistines and their Material Culture, 1982).
Η Παλαιστίνη τις τελευταίες δεκαετίες του 11ου αιώνα π.Χ.
Σημειώνονται τα Βασίλεια των Ιδουμαίων (Εδωμίτες), των Μωαβιτών, των Αμμωνιτών και η περιοχή των Φιλισταίων την εποχή της βασιλείας του Σαούλ



Σπουδαιότατα όμως υπήρξαν και τα ευρήματα των ανασκαφών από την Ασκάλωνα, οι οποίες διεξάγονται συστηματικά κάθε χρόνο κάτω από την διεύθυνση του Καθηγητή Lawrence Stager του Πανεπιστημίου Χάρβαρντ των Η.Π.Α. από το 1985. Σε ένα σημαντικό άρθρο του βοηθού Καθηγητή της Συρο-Παλαιστινιακής Αρχαιολογίας του περίφημου Ινστιτούτου Ανατολικών Μελετών του Πανεπιστημίου του Σικάγου David Schloen, ο οποίος είναι μέλος της ανασκαφικής ομάδας, γίνεται μια σύνοψη των ευρημάτων και παρουσιάζονται τα αποτελέσματα των ανασκαφών, που μας δίνουν μια εικόνα της εποχής εκείνης από την πόλη των Φιλισταίων. Στο άρθρο του αυτό (The Oriental Institute News and Notes, No. 145, Spring 1995) δίνονται στοιχεία, μεταξύ άλλων, για την ιστορία της πόλης κατά την Ύστερη ή Νεώτερη Εποχή του Ορειχάλκου (1550-1200 π.Χ.), την τελευταία περίοδο κατοχής της πόλης από τους ιδρυτές της, τους Χανααναίους, η οποία θα περάσει στην συνέχεια στην κατοχή των Φιλισταίων, οι οποίοι εγκαταστάθηκαν στην περιοχή όπως περιγράψαμε παραπάνω. Σύμφωνα με τις απόψεις του συγγραφέα του άρθρου η πόλη κατακτήθηκε γύρω στο 1175 π.Χ. και άκμασε ως μία από τις πέντε πόλεις της «Πεντάπολης» των Φιλισταίων.
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον εμφανίζουν οι παρατηρήσεις και τα σχόλιά του για τον εξαιρετικό αστικό πολιτισμό των Φιλισταίων, τον οποίον αποκάλυψαν οι ανασκαφές, ανατρέποντας έτσι την εικόνα που υπήρχε για τους Φιλισταίους (ως ένας αμόρφωτος λαός αγροίκων), γεγονός που δημιούργησε σε κάποιες ευρωπαϊκές γλώσσες και τον υποτιμητικό χαρακτηρισμό «φιλισταίος», για να προσδιορίσει κάποιον που στερείται αισθητικών και πολιτιστικών αξιών, τον άξεστο και ακαλλιέργητο. Στην συνέχεια ο συγγραφέας αναφέρεται στο ακανθώδες θέμα της καταγωγής των Φιλισταίων, για το οποίο έχουν υποστηριχθεί διάφορες απόψεις. Όπως υποστηρίζει:
«…Οι Φιλισταίοι, Ελληνικής Μυκηναϊκής καταγωγής αρχικά, επέπεσαν μαζί με άλλους “Λαούς της Θάλασσας” στις χώρες της ανατολικής Μεσογείου μετά το 1200 π.Χ. εκτοπίζοντας τους προηγούμενους κατοίκους, κατακτώντας την δική τους περιοχή στην νότια Παλαιστίνη. Γνωρίζουμε ότι προέρχονταν από την περιοχή του Αιγαίου λόγω του γεγονότος ότι η κεραμική τους σχετιζόταν στενά με την Μυκηναϊκή κεραμική που ήταν σε χρήση την Ύστερη Εποχή του Ορειχάλκου στην κυρίως (ηπειρωτική) Ελλάδα και τα ελληνικά νησιά. Στην διάρκεια της αρχικής περιόδου εγκατάστασής τους στην Παλαιστίνη οι Φιλισταίοι χρησιμοποιούσαν τοπικούς πηλούς για να παράγουν μια μονόχρωμη κεραμική, η οποία ήταν διακοσμημένη είτε με μαύρο (μελανό) είτε με κόκκινο (ερυθρό) χρώμα, που έμοιαζε πάρα πολύ με την Μυκηναϊκή κεραμική του Αιγαίου. Αργότερα άρχισαν να παράγουν μια υβριδική, δίχρωμη κεραμική διακοσμημένη με μαύρο και κόκκινο χρώμα που περιείχε τόσο Μυκηναϊκά όσο και Χαναανιτικά διακοσμητικά στοιχεία. Αυτός ο τύπος των κεραμικών είναι που συνήθως αποκαλείται «Φιλισταιϊκή» κεραμική, αλλά στην πραγματικότητα αντιπροσωπεύει την δεύτερη γενιά κατοίκησης των Φιλισταίων στην περιοχή. Στην περιορισμένη έκταση των πρώϊμων εγκαταστάσεων των Φιλισταίων στην Ασκάλωνα που μέχρι τώρα αποκαλύφθηκε από τις ανασκαφές, η κεραμική ακολουθία από την μονόχρωμη στην δίχρωμη διακόσμηση έχει αποδειχθεί πλήρως, δίνοντας μια ζωντανή εικόνα της άφιξης μιας νέας ομάδας κατοίκων στην περιοχή με ξένη καταγωγή και προγόνους και την βαθμιαία πολιτιστική ώσμωση (acculturation) μεταξύ των τεχνικών και των ρυθμών που συνάντησαν στην νέα τους πατρίδα και των δικών τους. Η Αιγαιακή προέλευση των Φιλισταίων αποδεικνύεται όχι μόνον από την κεραμική, αλλά επίσης και από κάποιους πήλινους κυλίνδρους που ανακαλύφθηκαν στα πρωϊμότερα οικήματα των Φιλισταίων στην Ασκάλωνα. Οι κύλινδροι αυτοί ήσαν βαρίδια αργαλειού που χρησιμοποιούνταν στην ύφανση με ορισμένα χαρακτηριστικά που τους έκαναν να διαφέρουν εντελώς από τα τοπικά, Χαναανιτικά βαρίδια αργαλειών. Επί πλέον είναι όμοια με αντίστοιχα που ανακαλύφθηκαν σε Μυκηναϊκές τοποθεσίες στην ηπειρωτική Ελλάδα και στα νησιά…».
Στην συνέχεια αναφέρεται στην καταστροφή της πόλης:
«…Η ισχύς και η ευημερία των Φιλισταίων της Ασκάλωνος διατηρήθηκε, εκτός από μια σύντομη περίοδο Ισραηλιτικής κυριαρχίας κάτω από τον Δαβίδ και τον Σολομώντα, σε όλη την διάρκεια της Εποχής του Σιδήρου μέχρι την ολοκληρωτική καταστροφή της πόλεως από τον Βαβυλώνιο αυτοκράτορα Ναβουχοδονόσορα το 604 π.Χ. – 18 χρόνια πριν επαναλάβει το ίδιο στην Ιερουσαλήμ.
Παρ’ όλο που οι Φιλισταίοι είχαν υιοθετήσει ως γλώσσα μια σημιτική διάλεκτο παρόμοια με την Εβραϊκή, όπως διαπιστώθηκε από όστρακα (=θραύσματα κεραμικών με επιγραφές, σημ. ΔΕΕ) που ήλθαν στο φως από την ύστερη Εποχή του Σιδήρου στην Ασκάλωνα, φαίνεται ότι οι Φιλισταίοι όχι μόνον διατήρησαν κάποια αίσθηση της πολιτιστικής τους καταγωγής σε ολόκληρη την διάρκεια της Ιστορίας τους, αλλά την μετέφεραν μαζί τους στην Βαβυλωνιακή εξορία…
Προς το παρόν γνωρίζουμε καλύτερα τους Φιλισταίους της Ασκάλωνος της περιόδου της κατάκτησης και εξορίας τους στα χέρια του Ναβουχοδονόσορα τον Δεκέμβριο του 604 π.Χ. Στο Βαβυλωνιακό Χρονικό διαβάζουμε ότι ο Ναβουχοδονόσωρ:
"…Προήλασε εναντίον της πόλεως Ασκάλωνος και την εκπόρθησε τον μήνα Κισλέβ. Αιχμαλώτισε τον βασιλιά της και την λεηλάτησε και μετέφερε (λάφυρα από αυτήν). Μετέτρεψε την πόλη σε «λόφο» (=κατά λέξη σε «τελλ», σημ. ΔΕΕ) και σωρούς από ερείπια και μετά, τον μήνα Σεμπάτ, επέστρεψε στην Βαβυλώνα…"».
Υπενθυμίζουμε ότι και στην Βίβλο ο προφήτης Ιερεμίας αναφέρεται στην καταστροφή της Ασκάλωνος (Ιερεμίας, μζ΄ 4-5).

Φιλισταιϊκό αγγείο με χαρακτηριστικές διακοσμήσεις πτηνών

(Συνεχίζεται)

Από το λήμμα Φιλισταίοι του "Λεξικού των λαών του Αρχαίου Κόσμου" του Δημήτρη Ε. Ευαγγελίδη

5 σχόλια:

Akritas είπε...

Το λεξικό αυτό πραγματικά είναι ένα πολύ καλό βόηθημα σε όσους ενδιαφέρονται να μάθουν για λαούς άγνωστους αλλά και για λαούς που έχουμε ακούσει ή διαβάσει σε άλλα βιβλία.

Τουλάχιστον με την οικονομική κατάρευση που ζούμε ας προσέξουμε περισσότερο το βιβλίο μπας και γίνουμε κοινωνικοποιημένοι άνθρωποι και πολιτικοποιημένοι και κενοί ψυχικά.

Βιβλιόφιλος είπε...

Ομολογώ φίλε Ακρίτα ότι δεν κατάλαβα την τελευταία σου πρόταση. Εκτός αν παρέλειψες κάποια λέξη και άλλαξε το νόημα.

Akritas είπε...

Έχεις δίκιο,
ξέχασα μία λέξη

...Τουλάχιστον με την οικονομική κατάρευση που ζούμε ας προσέξουμε περισσότερο το βιβλίο μπας και γίνουμε κοινωνικοποιημένοι άνθρωποι και ΟΧΙ πολιτικοποιημένοι και κενοί ψυχικά.....

Orthodox Christian Breath είπε...

Η προέλευση της ονομασίας της Παλαιστίνης είναι πολύ παλαιά, στην πραγματικότητα είναι πάνω από τριών χιλιάδων χρόνων. Το όνομα Παλαιστίνη προέρχεται από τους Φιλισταίους που είναι ελληνικό φύλο με καταγωγή από τους Αχαιούς από τη Μικρά Ασία και τα νησιά του αιγαίου πελάγους. Έφθασαν στη νότια ακτή της Παλαιστίνης σε διάφορα κύματα. Μια ομάδα έφθασε στις αρχές της ιστορικής περιόδου και εγκαταστάθηκε στη Γάζα. Μια άλλη ομάδα, προήλθε από την Κρήτη αφού είχε πρώτα απωθηθεί από τον Ράμσι ΙΙΙ το 1194 π.χ. από μια απόπειρα εισβολής που είχαν κάνει στην Αίγυπτο.Αυτή η ομάδα των Κρητών κατέλαβε τη νότια παράκτια περιοχή, όπου ίδρυσαν πέντε πόλεις στην παράκτια πεδιάδα. Οι Φιλισταίοι ίδρυσαν αυτές τις πέντε πόλεις,και κάθε μια κυβερνιόταν από ένα βασιλιά όπως ήταν η συνήθεια των πόλεων κρατών στον ελληνικό κόσμο.
Αυτές οι πόλεις ονομάστηκαν ΝκάΘ (η Πατρίδα του Γολιάθ), Αστόθ,Έκρον,Γάζα, και Ασκάλον.Η γή των Φιλισταίων ονομαζόταν απο τους Εβραίους «νεγέβ των Χερεθί», φράση η οποία σημαίνει «νότος των κρητών» ακριβώς λόγω της κυρίαρχης παρουσίας των φιλισταίων στην περιοχή.Σύνφωνα με τις λίγες επιγραφές που έχουν μείνει,κατά το 630 π.χ. οι φιλισταίοι είχαν χάσει την ελληνική τους γλώσσα και μιλούσαν Αραμαϊκά.
Όμως με την ελληνιστική περίοδο,η ελληνική παρουσία και γλώσσα επανεμφανίζονται στην Παλαιστίνη.Η ελληνιστική περίοδος διάρκεσε στην Παλαιστίνη κατά την περίοδο 332-63 π.χ.Η επαρχία της Γαλιλαίας,όπως και οι γειτονικές επαρχίες της Δεκαπόλεως και της Περαίας, ήταν κατά την εποχή εκείνη πλήρως εξελληνισμένες.Οι εξελληνισμένες πόλεις της Γαλιλαίας και ευρύτερα της Παλαιστίνης παρέμεναν ακμάζουσες και κατά την εποχή του Χριστού. Αν και οι πόλεις ευρίσκονταν υπό Ρωμαϊκή διοίκηση, το ελληνικό στοιχείο εξακολουθούσε να είναι κυρίαρχο και ένα μεγάλο μέρος του πληθυσμού ήταν ελληνικής καταγωγής και οι Φιλισταίοι που μετονομάστηκαν παλαιστίνιοι,είχαν ξανά εξελληνιστεί.
Με την κάθοδο του χριστιανισμού,οι Έλληνες της Παλαιστίνης,αλλά και οι παλαιστίνιοι,όπως και οι κάτοικοι της Συρίας,της Ιωρδανίας,και του Λιβάνου,έγιναν χριστιανοί.Όταν διαιρέθηκε η Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία,η Παλαιστίνη,όπως και όλες οι άλλες χώρες της περιοχής, έγιναν μέρος του Βυζαντίου.Κατά συνέπεια,οι παλαιστίνιοι άλλα και μεγάλο μέρος των κατοίκων της Συρίας,του Λιβάνου,και της Ιωρδάνιας έγιναν 'Ελληνες χριστιανοί ορθόδοξοι.
Με την εμφάνιση του Ισλάμ,και τις επιδρομές των Αράβων από την έρημο της Αραβίας,το Βυζάντιο έχασε αυτές τις περιοχές στους μουσουλμάνους Άραβες.Οι Άραβες επέβαλαν τη θρησκεία τους και τη γλώσσα τους στις χώρες που κατέκτησαν.Έτσι μαζί με τη μουσουλμανική θρησκεία,η περιοχή αυτή υιοθέτησε και την αραβική γλώσσα,και σε πολύ μικρό διάστημα ο πληθυσμός αραβοποιήθηκε.
Όμως όχι όλοι οι κάτοικοι της Παλαιστίνης,και των γύρω χωρών έγιναν μουσουλμάνοι.Αρκετοί παρέμειναν χριστιανοί ορθόδοξοι,αν και έχασαν τη γλώσσα τους και μιλούν μόνο αραβικά.Κατά τη διάρκεια της οθωμανικής περιόδου,αυτοί όλοι οι αραβόφωνες Έλληνες χριστιανοί ορθόδοξοι,ονομάστηκαν Ρωμιοί Ορθόδοξοι(Rum Orthodox) από τους Τούρκους,όπως το ίδιο και οι Έλληνες.Από τότε οι αραβόφωνες κάτοικοι της Παλαιστίνης αλλά και όλης της Μέσης Ανατολής,αποκαλούνται και αυτοαποκαλούνται Rum Orthodox,δηλ. Ρωμιοί Ορθόδοξοι και όχι άραβες.Σίγουρα "Ρωμιοί" δεν είναι μόνο οι Ελλαδίτες κι οι Ελληνοκύπριοι.Οι αραβόφωνες Rum Orthodox, είναι οι τελευταίοι εναπομείναντες Βυζαντινοί στη Μέση Ανατολή.

Βιβλιόφιλος είπε...

Να υποθέσω αγαπητέ ότι ανήκεις στους αραβόφωνους ρουμ ορτοντόξ;