Γράφει ο Παντελής Στεφ. Αθανασιάδης
Αγνοώ κατά πόσον αι προρρήσεις αύται του στρατηγού Βελιαμίνωφ θέλουν πραγματοποιηθεί. Ότι όμως είναι αναντίρρητον και ανεξήγητον εν ταυτώ είναι ότι οι Ρώσσοι δεν έλαβον εισέτι σπουδαία μέτρα προς καταδίωξιν των τουρκικών τούτων ορδών. Εφ’ όσον οι Τούρκοι μένουσιν εν ταις επί των ορέων κατεχομέναις υπ’ αυτών θέσεσιν, οι Ρώσσοι δεν προσβάλλουσιν αυτούς, μόνον δ’ όταν πληροφορηθώσιν ότι εισέβαλον είς τι Χριστιανικόν χωρίον αποστέλλουσι λόχους τινάς προς καταδίωξιν αυτών και τούτο δ’ ως επί το πλείστον γίνεται κατόπιν εορτής. Ίσως οι Ρώσσοι φοβούνται ότι αν αποφασίσωσιν να προσβάλωσι σπουδαίως τους Τούρκους θέλουν αναγκασθή να διαθέσωσι πολλάς δυνάμεις προς κατατρόπωσιν αυτών το μεν, διότι ο αριθμός των ανταρτών θέλει ίσως εν τοιαύτη περιπτώσει αυξήσει, το δε, διότι αι θέσεις αι κατεχόμεναι υπ’ αυτών εισί λίαν οχυραί, εννοείται δ’ ότι ασύμφορον όλως θεωρούσι το να θυσιάσωσι μέρος του ικανώς προ πολλού ήδη, υπό του τύφου δεκατιζομένου στρατού αυτών και να φανώσιν εξ άλλου ασθενείς απέναντι Τουρκικού επαναστατικού όχλου.
Όπως ποτ’ αν ή το βέβαιον είναι, ως προείρηται ότι οι Ρώσσοι δεν απεφάσισαν να λάβωσι μέτρα δραστήρια προς καταστολήν της μουσουλμανικής ταύτης εξεγέρσεως».
Το συμπέρασμα που βγαίνει από το έγγραφο αυτό, είναι ότι η εξέγερση των Μουσουλμάνων της Ροδόπης ήταν ουσιαστικά ακαθοδήγητη, ενώ ο ρωσικός στρατός από την άλλη πλευρά, αποδεκατίζονταν από την επιδημία τύφου. Η επιδημία αυτή είχε πλήξει τη Θράκη, από τις αρχές Μαρτίου 1878 τουλάχιστον.
Οι «Τάιμς» του Λονδίνου έγραφαν[11]:
«… Η εν Ροδόπη στάσις επιταχύνει την ελληνοτουρκικήν συμπάθειαν. Οι πλείστοι των αγωνιζομένων είναι ουχί Πομάκοι μογγόλοι, αλλ’ εξισλαμισθέντες Έλληνες, της καυκασίας φυλής, αείποτε μνήμονες της ελληνικής αυτών καταγωγής».
Ο Ιούνιος του 1878 βρήκε τους Πομάκους να συνεχίζουν ακατάβλητοι την εξέγερσή τους.
Ο υποπρόξενος Παπαδόπουλος με νέο έγγραφό του ειδοποιούσε το υπουργείο των Εξωτερικών στις 5 Ιουνίου, ότι στο Αχή Τσελεμπή «εξακολουθούσι γενόμεναι διάφοροι αψιμαχίαι μεταξύ των επαναστατών και των Ρωσοβουλγάρων καθ’ άς οι τελευταίοι κατέλαβον τας υπό των επαναστατών καταχομένας θέσεις καταστρέψαντες άπαντας τους Οθωμανικούς στρατιωτικούς σταθμούς και πυρπολήσαντες 9 Οθωμανικά χωρία των οποίων οι κάτοικοι ανεχώρησαν άλλοι εις Γιουμουρτζίναν και άλλοι εις Ξάνθην».
Μετά από τα γεγονότα αυτά οι φανατικοί Οθωμανοί άρχισαν αν ζητούν από το Μουτασερίφη της Δράμας την αποστολή όπλων για να εξοπλισθούν οι Πομάκοι.
Στις 19 Ιουνίου με άλλο έγγραφό του αναγγέλλει την άφιξη στην περιοχή της Ξάνθης από την Κωνσταντινούπολη, του Πολωνικής καταγωγής στρατηγού Σ. Ροσέτιν, ενός Ούγγρου και άλλων δύο Πολωνών αξιωματικών που φορούσαν τουρκικές στολές. Μαζί τους ήταν και ο Άγγλος διπλωματικός υπάλληλος Κάλεν.
Στις 19 Ιουλίου έφθασε στην Καβάλα από την Κωνσταντινούπολη για μεταβεί στη Ροδόπη και να περιγράψει τα επαναστατικά γεγονότα και ο Άγγλος Ουίτικερ, πρώην εκδότης της εφημερίδας «Ανατολικός Κήρυξ» και ανταποκριτής τότε των «Τάιμς» του Λονδίνου. Ο Ουίτικερ ήταν εφοδιασμένος με συστατική επιστολή από τον Θρακικό Φιλεκπαιδευτικό Σύλλογο της Κωνσταντινούπολης. Ο Παπαδόπουλος τον εφοδίασε και αυτός με συστατική επιστολή για τον προξενικό πράκτορα της Ξάνθης Γ. Παρθενόπουλο και τους πρόκριτους της Γκιουμουρτζίνας. Στο Ιστορικό Αρχείο του Υπουργείου Εξωτερικών σώθηκε ένα αντίγραφο της συστατικής επιστολής που έδωσε στον Ουίτικερ ο Θρακικός Φιλεκπαιδευτικός Σύλλογος, με ημερομηνία 6 Ιουνίου 1878. Υπογράφουν ο πρόεδρος Α. Βλαστός και ο Γεν. Γραμματέας Μ. Καραβοκυρός.
Την ίδια εβδομάδα κατέφθασε στο Πόρτο Λάγος με το αγγλικό ατμόπλοιο «Αντιλόπη» και προωθήθηκε στην Ξάνθη μια διεθνής εξεταστική επιτροπή, που την αποτελούσαν ανά δύο εκπρόσωποι της Αγγλίας, της Γαλλίας, της Γερμανίας, της Ρωσίας, της Αυστρίας, της Ιταλίας και της Τουρκίας. Όλοι οι Ευρωπαίοι ήταν γραμματείς και ακόλουθοι από τις αντίστοιχες πρεσβείες της Κωνσταντινούπολης.
Την επόμενη μέρα άρχισαν να εξετάζουν πρόσφυγες Πομάκους που είχαν καταφύγει στην Ξάνθη. Διερευνούσαν κυρίως γιατί αυτοί έφυγαν από τις εστίες τους και οι άλλοι σήκωσαν τα όπλα εναντίον των Ρώσων και των Βουλγάρων. Οι πρόσφυγες απαντούσαν ότι «ένεκεν των απείρων φρικαλέων ωμοτήτων τας οποίας διέπραξαν κατ’ αυτών» ότι αδυνατούν να συζήσουν πλέον με τους Βουλγάρους και ότι θα κρατήσουν την επανάστασή τους «μέχρις εσχάτων όπως καταδείξωσιν τη Ευρώπη ότι ανάγκη η πατρίς αυτών της οποίας οι κάτοικοι Οθωμανοί κέκτηνται την πλειοψηφίαν απέναντι των Βουλγάρων να μη συμπεριληφθή εν τη νοτίω Βουλγαρία (Ρωμυλία).
Την ίδια έρευνα διεξήγαγαν και στην Κομοτηνή, αλλά ο Παπαδόπουλος γνωρίζοντας ότι πίσω από όλα αυτά κρυβόταν οι Άγγλοι διερωτήθηκε στην αναφορά του ποια είναι η ωφελιμότητα αυτής της έρευνας, αφού στη συνέχεια επρόκειτο να εξετασθούν και Βούλγαροι που ήταν βέβαιο, πως θα φόρτωναν στους Πομάκους όλα τα εγκλήματα. Ο ίδιος έδινε την απάντηση ότι πίσω από όλα αυτά ήταν η Αγγλία, η οποία με την αποστολή της εξεταστικής επιτροπής, ικανοποιούσε βασικά την «προσφιλή» της Τουρκία.
Η εξέγερση των Πομάκων συνέχιζε να υφίσταται όσο οι Ρώσοι δεν τολμούσαν να εκστρατεύσουν στη ορεινή Ροδόπη για να την καταστείλουν,
Από την Αδριανούπολη, ο πρόξενος Ν. Γεννάδης, με αναφορά του στις 2 Αυγούστου 1878 γνωστοποιούσε στο υπουργείο των Εξωτερικών τα αποτελέσματα των ερευνών της διεθνούς εξεταστικής επιτροπής.
«Την παρελθούσα Κυριακή επανήλθον ενταύθα εκ Ροδόπης τα μέλη της διεθνούς επιτροπής εις ήν ανετέθη η εξέτασις των εκεί πραγμάτων. Το αποτέλεσμα της εργασίας αυτής, ως επληροφορήθην, συνοψίζεται εις τα εξής: Εβεβαιώθη υπ’ αυτής ότι άπαντα εν γένει τα επί της Ροδόπης Μουσουλμανικά χωρία κατεστράφησαν, κατά μεν τα καταθέσεις των Οθωμανών υπό του Ρωσσικού στρατού, κατά δε τα διαβεβαιώσεις αυτών υπό Βουλγάρων και κατά την γνώμην των μελών της επιτροπής υπό της Βουλγαρικής λεγεώνος κυρίως, ήν θεωρούσιν ανήκουσα καθ’ ολοκληρίαν εις τον Ρωσσικόν στρατόν, αφ’ ής στιγμής είχε τεθεί αύτη υπό τας διαταγάς του γενικού Ρωσσικού στρατηγείου. Ότι 150 περίπου χιλιάδες Μουσουλμάνων ανδρών, γυναικών και παίδων ενδιαιτώνται εντός των δασών και αποκρήμνων ορέων μυρίας κακουχίας και στερήσεις υφιστάμενοι. Ότι τριακοντακισχίλιοι περίπου εισίν οι επί της Ροδόπης ενδιαιτώμενοι ένοπλοι Τούρκοι υπό την αρχηγίαν ενός Άγγλου Σαιν Κλαιρ καλουμένου και εις ού το επιτελείον ευρίσκονται και έτεροι Ευρωπαίοι προ πάντων Άγγλοι και ότι καθ’ ά είπον τη διεθνεί επιτροπή εξετασθέντες υπ’ αυτής δεν σκοπεύουν επ’ ουδενί λόγω να καταθέσωσι τα όπλα πριν ή ίδωσι Τουρκικάς αρχάς εγκαθισταμένας εν τη επαρχία των, ήν ουδέποτε ανεχθήσονται να ίδωσιν διοικουμένην υπό απίστων. Εκ των γενομένων υπό της Διεθνούς Επιτροπής παρατηρήσεων και εξετάσεων απεδείχθη προσέτι ότι ουκ ολίγαι βοήθειαι εις τροφάς και πολεμοφόδια αποστέλλονται τοις αντάρταις εκ του εξωτερικού, ιδίως δε εξ Αγγλίας, ότι τα επαναστατικά αυτά στίφη εισίν καλώς διοργανωμένα, ότι κατέχουσι πολλά και λίαν οχυράς θέσεις και ότι επομένως δυσχερώς λίαν καταβληθήσεται η ανταρσία αυτή.
Εντεύθεν η διεθνής επιτροπή ανεχώρησε χθες μεταβάσα εις Ορτάκιοϊ ίνα ενεργήσει τας δεούσας εξετάσεις προς βεβαίωσιν των υπό των ανταρτών γενομένην καταστροφήν Χριστιανικών και ιδίως υπό Ελλήνων οικουμένων χωρίων, αίτινες εισίν ουκ ολίγαι.
Εκ των εκτεθέντων γίνεται δήλον ότι το της Ροδόπης ζήτημα δεν είναι τόσον ασήμαντον και απλόν όσον οι Ρώσσοι προσεπάθησαν και προσπαθούσιν πάντοτε να αναπαραστήσουν αυτό».
Στις 25 Αυγούστου από τις προξενικές αναφορές διαπιστώνουμε ότι η επανάσταση της Ροδόπης εξακολουθεί να υφίσταται «υποστηριζομένη υπό των Άγγλων και του εν Δράμα Οθωμανικού Κομιτάτου».
Ο στρατηγός Ροσέτιν, που είχε προωθηθεί στη Ροδόπη μετονομάσθηκε Τζε Μπέης.
Μια αναφορά γραμμένη σε επιστολόγραφο του γαλλικού υποπροξενείου της Καβάλας με ημερομηνία 11 Νοεμβρίου 1878, αναφέρει ότι «οι Οθωμανοί εν γένει εισίν λίαν φοβισμένοι. Ο καϊμακάμης μας έλεγεν ότι η πρόοδος των επαναστατών είναι σπουδαιότατη και ότι φοβείται μην ίδη αυτούς μετ’ ού πολύ πλησίον της Καβάλας».
Πάντως από τις 15 Σεπτεμβρίου ο πρόξενος της Θεσσαλονίκης Κ. Βατικιώτης θεωρούσε ότι οι ειδήσεις για τους επαναστατημένους Πομάκους της Ροδόπης ήταν διογκωμένες.
Η περιοχή του Αχή Τσελεμπή, βόρεια της επαρχίας της Ξάνθης είχε πληθυσμό κυρίως Πομακικό, Βουλγαρικό, Ελληνικό και Τουρκικό.
Οι καταπιέσεις των πληθυσμών της ορεινής αυτής περιοχής οδήγησαν όπως προαναφέρθηκε σε εξέγερσεις κατά του τυραννικού καθεστώτος. Μια από τις σχετικά πρώιμες εξεγέρσεις, σημειώθηκε τον Απρίλιο του 1859[14].
Η επαρχία του Αχή Τσελεμπή απείχε από την Φιλιππούπολη στην οποία υπάγονταν διοικητικά 16 ώρες. Ξεσηκώθηκε κατά των Οθωμανών λόγω των φοβερών καταπιέσεων. Οι επαναστατημένοι κάτοικοι πήραν τα όπλα και κατέλυσαν τις τοπικές αρχές. Μαζί τους και οι Πομάκοι που είχαν ασπασθεί το Μωαμεθανισμό δια της βίας.
Ο πρόξενος Α. Δόσκος από την Αδριανούπολη, στέλνει αναφορά στο Εθνικό Κέντρο με ημερομηνία 11 Απριλίου, γράφοντας:
«... Αφού δε πρώτον οι επαναστάται ούτοι πορευθέντες εις το Μεσλήσι της επαρχίας των κακομετεχειρίσθησαν τοσούτον τα μέλη Μεσλησίου ώστε τους ανάγκασαν να φύγουν από τα παράθυρα, έλαβον τον Μουδίρην και απήγαγον μεθ’ εαυτών εις τα όρη. Τον δε Καβάσην του ενταύθα γενικού Διοικητού όστις ευρίσκετο εκεί δι’ υπηρεσίαν έδειρον τοσούτον ανηλεώς ώστε ευρίσκεται εις κίνδυνον. Εμήνυσαν δε εις τον Πασσάν Φιλιππουπόλεως να μην τολμήσει να εξέλθει διότι θέλουν τον κατακερματίσει».
Ο διοικητής της Φιλιππουπόλεως θέλοντας να εκτονώσει την κατάσταση χωρίς στρατιωτική επέμβαση, έστειλε το Μουλά για να τους ρωτήσει, τι παράπονα έχουν και να τους καθησυχάσει.
Λίγες μέρες αργότερα στις 21 Απριλίου 1859 ο Δόσκος με νεώτερη αναφορά του πληροφορεί ότι ο Μουλάς κατέστειλε την εξέγερση.
«Οι κάτοικοι του Αχή- Τσελεμπή οίτινες είχον δείξει επαναστατικήν διάθεσιν καθησυχάσθησαν σχεδόν παρά του μεταβάντος εκεί Μουλά υποσχεθέντος αυτοίς ότι θέλουν διακινηθεί εν Κωνσταντινουπόλει τα παράπονά των και θέλει γίνει η δέουσα προς αυτούς θεραπεία».
Σε άλλα έγγραφα, διατυπώνεται και η υπόνοια, πως στην υποκίνηση της εξέγερσης αυτής, είχε συμμετοχή και κάποια βουλγαρική μυστική εταιρία[15].
Μια ανάλογη εξέγερση στην ίδια περιοχή, το Αχή Τσελεμπή με πρωταγωνιστές τους Οθωμανούς και τους Βούλγαρους κατοίκους έγινε και το χειμώνα του 1865, όπως προκύπτει από προξενική αναφορά της 1ης Δεκεμβρίου στην οποία αναφέρεται:
«Οι πτωχότεροι Οθωμανοί και Βούλγαροι του Αχή Τσελεμπή αρνηθέντες την απότισιν των φόρων του δεκάτου προς την Κυβέρνησιν προέβησαν και μέχρι της δι’ όπλων αντιστάσεως επιτεθέντες και κατ’ αυτών των προκρίτων…». Οι οποίοι τελικά, για να αποφύγουν την οργή των εξεγερθέντων, κατέφυγαν στο Διοικητήριο.
Πρόσθετες πληροφορίες για την εξέγερση αυτή, έστειλε προς το υπουργείο των Εξωτερικών από τη Φιλιππούπολη ο Γ. Δ. Κανακάρης, με αναφορά του στις 21 Δεκεμβρίου 1865[16]. Από το κείμενο αυτό προκύπτει ότι για να κατευνασθούν οι εξεγερθέντες εστάλη νέος υποδιοικητής και μια ειδική επιτροπή, ώστε να αποκατασταθεί η τάξη, χωρίς να χρειασθεί να προχωρήσει η κυβέρνηση σε σκληρότερα μέτρα. Ο νέος υποδιοικητής δημοσίευσε το διορισμό του και κάλεσε τους κατοίκους να επανέλθουν στις εργασίες τους «διακηρύξας ότι έχει διαταγήν του Χασάν Πασσά να παραδεχθή μίαν επιτροπήν ήν ήθελεν εκλέξει επί τούτω ο λαός και ετέραν ομοίαν εκ μέρους των προυχόντων» ώστε ενώπιόν της να παραδώσουν οι τελευταίοι τους λογαριασμούς που ζητούσαν οι εξεγερμένοι και το αποτέλεσμα της λογοδοσίας να το στείλει στον Χασάν Πασσά. Είναι καταφανές, ότι κάποιοι από τους προύχοντες έκλεβαν τη φορολογία των αγροτικών προϊόντων...
Η ζωή στη Θράκη, είχε πάντα δυσκολίες...
_____________________________________
[1] «Σελίδες Ιστορίας- Θράκη- 1870-1886», σελ. 119
[2] «Σελίδες Ιστορίας- Θράκη- 1870-1886», σελ. 120
[3] ΙΑΥΕ 1878 φάκ, ΑΑΚ/Γ
[4] «Σελίδες Ιστορίας- Θράκη- 1870-1886», σελ. 107
[5] Όπως αναφέρει ο Ε. Κωφός στο βιβλίο του «Ο αντάρτης επίσκοπος Κίτρους Νικόλαος» Εκδόσεις «Δωδώνη» 1992, σελ. 108, ο Synge απήχθη στις αρχές του 1880 από το ληστή του Ολύμπου Νίκο. Οι Βρετανοί για να τον απελευθερώσουν πλήρωσαν 12.000 λίρες, που προέρχονταν από τη φορολογία των Κυπρίων και προορίζονταν για την εξόφληση βρετανικού χρέους προς τον Σουλτάνο.
[6] ΙΑΥΕ 1878 φάκ. ΑΑΚ/Η΄
[7] ΙΑΥΕ 1878 φάκ. ΑΑΚ/Ε΄
[8] 15 Απριλίου 1878
[9] «Παλιγγενεσία» Αθηνών 24 Απριλίου 1878
[10] 28 Απριλίου 1878
[11] Αναδημοσίευση στην «Παλιγγενεσία» Αθηνών στις 4 Μαΐου 1878
[12] ΙΑΥΕ 1878 φάκ. ΑΑΚ/Η΄
[13] «Σελίδες Ιστορίας- Θράκη- 1870-1886», σελ. 124
[14] ΙΑΥΕ 1859 φάκ. 37, 13
[15] ΙΑΥΕ 1859 φάκ.76:1
[16] ΙΑΥΕ 1866 φάκ. 37,13
Πηγή: http://sitalkisking.blogspot.com/2010/06/blog-post.html
2 σχόλια:
Ευχαριστώ!
Έχω τη γνώμη πως οι σημερινοί Πομάκοι,'μπροστά 'στην ηθελημένη απραξία της Ελληνικής Δημοκρατίας,χρειάζονται να σχεδιάσουν και να οργανώσουν ένα νέο απελευθερωτικό κίνημα από τους Νεοθωμανούς δυνάστες των!
Δημοσίευση σχολίου