(Από το βιβλίο του Δημήτρη Ε. Ευαγγελίδη: «Μη-συμβατικές θεωρίες»: Οι κερδοσκόποι του “ελληνισμού” και ο φενακισμός των αφελών», Θεσσαλονίκη 2007)
Η φυγή από την πραγματικότητα
Αυτοεπιβεβαίωση και εθνικά αδιέξοδα
Έχουν επισημανθεί και αναλυθεί από πολλούς η χρησιμότητα και η κοινωνιολογική λειτουργία των Μύθων (και όχι της Μυθολογίας, όπως πρέπει να διευκρινίσουμε), ανάμεσα στους λαούς, διαχρονικά και υπερτοπικά. Ειδικότερα οι Εθνικοί Μύθοι λειτουργούσαν πάντοτε εξυψωτικά και συσπειρωτικά σε περιόδους χαλεπών καιρών και αδιεξόδων, βοηθώντας ανυπολόγιστα στην αυτοεπιβεβαίωση ενός λαού. Επί πλέον, όντας κεντρικά σημεία αναφοράς ολόκληρης της εθνικής κοινωνίας, καλλιεργούσαν τις απαιτούμενες προϋποθέσεις «ψυχολογικής στήριξης» του λαού με την ψυχική ανάταση που δημιουργούσαν, τόνιζαν την Ελπίδα για ένα καλύτερο Μέλλον και κυρίως προετοίμαζαν τον λαό για τις αναγκαίες ανατροπές. Τα παραδείγματα Μύθων (ανάμεσα σε πάμπολλα παραδείγματα), όπως του «Βασιλιά Αρθούρου» στους Αγγλοσάξωνες και του «Φρειδερίκου Μπαρμπαρόσσα» στους Γερμανούς είναι χαρακτηριστικά για τον συγκεκριμένο ρόλο που διεδραμάτισαν σε ανάλογες ιστορικές περιόδους για τους παραπάνω λαούς.
Αντίστοιχοι Μύθοι υπήρξαν και στην μακραίωνη ιστορική διαδρομή του Ελληνικού Έθνους. Στους νεώτερους χρόνους ο «Μαρμαρωμένος Βασιλιάς» και οι σχετικοί θρύλοι γύρω από το κεντρικό αυτό θέμα μετά την Άλωση, βοήθησαν να κρατηθεί επί αιώνες άσβεστη η φλόγα του Ελληνισμού και η ελπίδα εθνικής ανάκαμψης στο υπόδουλο γένος μας: «…Πάλι με χρόνια και καιρούς, πάλι δικά μας θα ’ναι…» ήταν η μόνιμη επωδός σε περιόδους εθνικής απελπισίας.
Τον ίδιο ρόλο θα παίξουν και οι περίφημες «Προφητείες» του Κοσμά του Αιτωλού, οι οποίες ξαναζωντάνεψαν τις ελπίδες του λαού μας, όταν ο Μύθος του Μαρμαρωμένου Βασιλιά είχε αρχίσει πλέον να ξεθωριάζει μετά από αιώνες διαψεύσεων.
Η απελευθέρωση τμήματος του ελλαδικού χώρου μετά από την Επανάσταση του 1821 θα αναζωπυρώσει τις ελπίδες του Ελληνισμού για πλήρη εθνική αποκατάσταση και θα δώσει αφορμή για την δημιουργία του Μύθου της «Μεγάλης Ιδέας», δηλ. της απελευθέρωσης όλων των εδαφών με ελληνικούς πληθυσμούς και της ανασύστασης της Βυζαντινής αυτοκρατορίας. Πιστεύω ότι η «Μεγάλη Ιδέα» έπαιξε καταλυτικό ρόλο στην νεοελληνική κοινωνία και προετοίμασε τα πνεύματα για την μεγάλη εξόρμηση των εθνικο-απελευθερωτικών πολέμων του 1912-13.
Η κατάσταση όμως μεταβλήθηκε δραματικά μετά από την τραγική διάψευση της «Μεγάλης Ιδέας», λόγω της Μικρασιατικής καταστροφής του 1922. Παρ’ όλα αυτά φαίνεται ότι υπήρχαν ακόμα ψυχικά αποθέματα, που εκδηλώθηκαν με το Έπος του ’40, αλλά η ανόητη αλληλοσφαγή του 1946-49 υπήρξε καταστροφική από κάθε άποψη. Η θυσία χιλιάδων παλληκαριών που έπεσαν στα Αλβανικά βουνά συμπληρώθηκε με τους αδικοχαμένους νεκρούς μιας «Εμφύλιας» σύγκρουσης, στην οποία αυτοπαγιδευτήκαμε με τις «ευλογίες» ξένων κέντρων αποφάσεων. Το τραγικό στην όλη υπόθεση ήταν ότι πλην ελαχίστων εξαιρέσεων, χάθηκε η «αφρόκρεμα» των ικανών, τολμηρών, ιδεολόγων και δημιουργικών Ελλήνων, που θα μπορούσαν να συμβάλουν τα μέγιστα, με την παρουσία τους σε καίριους ρόλους της πνευματικής και οικονομικής ζωής, στην μεταπολεμική προσπάθεια ανοικοδόμησης της χώρας. Έτσι, προέκυψε μια ικανή ποσότητα από «καταφερτζήδες» και «γλύφτες», που την «έβγαλαν καθαρή» στα μετόπισθεν είτε σε απόλεμες θέσεις Επιτελείων και Υπουργείων είτε σε θέσεις «πολιτικού καθοδηγητή» και «κομματικού στελέχους».
Όσοι ικανοί απέμειναν, ήσαν τόσο ολιγάριθμοι, που τελικά παρασύρθηκαν και αυτοί από το ρεύμα, για να ηττηθούν οριστικά στην δεκαετία του ’80.
Η νέα «Μεγάλη Ιδέα», που προσφέρθηκε μεταπολεμικά στην νεοελληνική κοινωνία ήταν η «Οικονομική Ανάπτυξη» με κάθε τρόπο, η οποία, όπως ήταν αναμενόμενο και απόλυτα φυσιολογικό, μεταφράσθηκε ταχύτατα σε λογικές μίζας, λαδώματος και αρπαχτής.
Αναφέρομαι βέβαια στα ηγετικά στρώματα των μεγάλων παρατάξεων, ιδεολογιών και οικονομικών συμφερόντων, που σε όλες τις κοινωνίες είναι αυτά που δίνουν τον ρυθμό και τον βηματισμό σε κάθε χώρα. Αυτοί που παίρνουν πρωτοβουλίες, θέτουν στόχους, έχουν όραμα για την χώρα και σε τελική ανάλυση από τις επιτυχημένες επιλογές τους εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό εάν ο τόπος θα πάει μπροστά ή πίσω.
Και ο πολύς κόσμος, της καθημερινότητας, της βιοπάλης, των προσωπικών και οικογενειακών προβλημάτων; Τι γίνεται με όλους αυτούς;
Ας ξεκαθαρίσω λοιπόν κάποια πράγματα. Πρώτα-πρώτα πιστεύω ότι εάν υπάρχουν σε μια χώρα έντιμοι και εμπνευσμένοι πολιτικοί και όχι ευτελείς πολιτικάντηδες, ικανοί και κυρίως σωστοί επιχειρηματίες και όχι κρατικοδίαιτοι αεριτζήδες, πνευματικοί ταγοί άξιοι του ονόματός τους και όχι ναρκισσευόμενοι τενεκέδες, τότε ολόκληρη η κοινωνία θα τραβήξει μπροστά και θα συμπαρασυρθούν όλοι σ’ αυτήν την κίνηση. Παράσιτα και απατεώνες θα υπάρχουν βεβαίως πάντοτε, αλλά σε μια υγιή και με ισχυρούς συνεκτικούς δεσμούς κοινωνία θα αποτελούν μια δακτυλοδεικτούμενη και περιθωριακή μειονότητα.
Θα μου απαντήσετε μήπως ότι όλα αυτά είναι εκτός τόπου και χρόνου, αποτελούν «ευσεβείς πόθους», ότι η καθημερινή πραγματικότητα και ο αληθινός κόσμος είναι αφάνταστα σκληρός και ότι «ο σώζων εαυτόν σωθήτω»;
Επιτρέψτε μου να διαφωνήσω για πολλούς και διαφόρους λόγους, που δεν είναι του παρόντος, ούτε και θέμα αυτού του βιβλίου. Αλλού θέλω να καταλήξω.
Πώς διαπαιδαγωγείται λοιπόν σήμερα ο μέσος Έλληνας, ώστε να ανταπεξέλθει στα προβλήματά του; Μήπως με προτροπές για εργατικότητα, τιμιότητα, αυτογνωσία, υπομονή και πίστη στο μέλλον; Όχι βέβαια! Αυτά μας έχουν τελειώσει εδώ και πολύ καιρό. Αλλά και ποιος θα κάνει αυτές τις παραινέσεις; Οι πολιτικοί, οι δεσποτάδες, οι μεγαλοεπιχειρηματίες ή η «πνευματική ηγεσία» του τόπου; Αστεία πράγματα!
Αρκεί μια ολιγόλεπτη περιήγηση στα δελτία ειδήσεων των καναλιών της μαζικής αποβλάκωσης ώστε ο ατυχής τηλεθεατής να «λουστεί» από τους αποχαλινωμένους «ρεπόρτερ» και τους διαγκωνιζόμενους για λίγη τηλεθέαση πολιτικούς και πολιτικάντηδες, με χιλιάδες καταγγελίες για την Οικονομική χρεωκοπία της χώρας, για την εξαθλίωση του Αγροτικού Κόσμου, για την παραγωγική οπισθοχώρηση της Οικονομίας μας, για την διάλυση του Δημόσιου Τομέα, για την λεηλασία του Εθνικού Πλούτου, για την απίστευτη διαφθορά σε όλους τους τομείς της πολιτικής, κοινωνικής και οικονομικής ζωής, για τους Λαθρομετανάστες, για την Υπογεννητικότητα που μας απειλεί με εξαφάνιση, για την διάλυση του κοινωνικού ιστού και την προϊούσα κοινωνική σήψη και ένα σωρό άλλα, που δεν ακούγονται μόνον σε χαζοχαρούμενες τηλεοπτικές εκπομπές, αλλά και από το βήμα της Βουλής!
Μήπως όλα αυτά αποτελούν ευκαιρία και αφορμή για δημιουργικότητα και ανάταση; Ή μήπως τα όσα ακούει και διαβάζει για εθνικές προδοσίες στα Ίμια, για την περίπτωση του Οτσαλάν, για τις πτώσεις των ελικοπτέρων και των μαχητικών αεροπλάνων, για το ξεπούλημα του ονόματος Μακεδονία, για την προσβολή του Προέδρου της Δημοκρατίας από μερικές δεκάδες δοσίλογων Τσάμηδων, για τις δηλώσεις μεγαλοσχημόνων πολιτικών, «διανοούμενων» και δημοσιογράφων που με θράσος χιλίων πιθήκων υποστήριζαν το κατάπτυστο σχέδιο Ανάν;
Για το μόνο που όλα αυτά μπορούν να αποτελέσουν ευκαιρία και αφορμή, είναι μάλλον η συνειδητοποίηση ότι κάτι δεν πάει καλά σ’ αυτόν τον τόπο!
Είναι λοιπόν απόλυτα λογικό, μέσα σε μια επικίνδυνη και ακαθόριστη διεθνή σκηνή, ο μέσος Έλληνας να επιζητεί εθνική αυτοεπιβεβαίωση και κατά την γνώμη μου έτσι ερμηνεύονται τα ξεσπάσματα εθνικού παραληρήματος σε κάποιες επιτυχίες (δυστυχώς χωρίς ουσιαστικό αντίκρυσμα) της Εθνικής ομάδας ποδοσφαίρου ή καλαθοσφαίρισης ή ακόμα και της Παπαρίζου, που εκφυλίζονται συνήθως σε τριτοκοσμικά πανηγύρια από τους χωρίς μέτρο και διψασμένους για δημοσιότητα πολιτικούς μας.
Η εναγώνια προσπάθεια αυτοεπιβεβαίωσης σε συνδυασμό με τα πολλαπλά εθνικά αδιέξοδα (ορατά ακόμη και σε «επαγγελματίες αισιόδοξους» πολιτικούς αναλυτές, που προσπαθούν να μας πείσουν ότι βρισκόμαστε μαζί με την μικρή Αλίκη στην χώρα των θαυμάτων, τα οποία ως γνωστόν και δυστυχώς κρατούν μόνον τρεις μέρες!) δημιουργούν το κατάλληλο κλίμα και υπέδαφος για την ανάπτυξη και διάδοση Θεωριών «Πανελληνισμού», «Αυτοχθονισμούς», μεταφυσικές πίστεις για Ομάδες «Ε» και διάφορα άλλα πνευματικά παράσιτα και σαπρόφυτα.
Απόδειξη των παραπάνω αποτελεί ένα χαρακτηριστικό άρθρο, που μου έστειλε κάποιος φίλος με το ηλεκτρονικό ταχυδρομείο, από την γνωστή εφημερίδα (ποικίλης και ελαφριάς ύλης) «Εσπρέσσο» και το οποίο ομολογώ ότι με εντυπωσίασε λόγω της οργής και αγανάκτησης που αποπνέει, αλλά για τις πικρές αλήθειες μιας απωθητικής πραγματικότητας που επισημαίνει, η οποία αποτελεί πλέον κοινό τόπο και συνείδηση σε ευρύτατα στρώματα του πληθυσμού και που είναι άγνωστο προς τα πού θα βρεί διέξοδο. Εκείνο όμως που με προβλημάτισε ακόμα περισσότερο ήταν η οριστική και τελεσίδικη απόρριψη της ικανότητας των σημερινών πολιτικών να δώσουν λύσεις στα προβλήματα και στα αδιέξοδα της χώρας, που με έναν ιδιαίτερα αφοπλιστικό τρόπο «περνάει» ο συντάκτης του κειμένου, κάτι που όμως έχει ήδη περάσει στο υποσυνείδητο πολλών Ελλήνων και εκδηλώνεται αυθόρμητα σε επίπεδο συζητήσεων παρέας, κοινωνικών συναναστροφών ή τυχαίων γνωριμιών μεταξύ συνταξιδιωτών, όπως έχω διαπιστώσει προσωπικά σε πάρα πολλές περιπτώσεις.
Πιθανότατα κάποιοι θα σπεύσουν να χαρακτηρίσουν αυτό το άρθρο ως «παρατραβηγμένο», «επιφανειακό», «κείμενο εντυπωσιασμού», «υπερβολικό», «χυδαίο», «λαϊκίστικο» και τα παρόμοια, αλλά επαναλαμβάνω ότι όλα τα αναφερόμενα αντανακλούν μια διαμορφωμένη πεποίθηση σε μεγάλα τμήματα του πληθυσμού, που ενισχύεται καθημερινά από την ειδησεογραφία και τους απερίγραπτους λαϊκισμούς των ξεσαλωμένων ρεπόρτερ των καναλιών, σύμφωνα με τους οποίους οι πολιτικοί είναι ανίκανοι (δικαιολογούμενοι αμέσως με το χιλιοειπωμένο «δεν εννοούμε βέβαια όλους»), οι γιατροί «φακελλάκηδες», οι δημόσιοι υπάλληλοι τεμπέληδες και κοπανατζήδες, οι επιχειρηματίες απατεώνες, οι αστυνομικοί άχρηστοι, οι έμποροι κλέφτες κ.ο.κ.
Εν πάση περιπτώσει παραθέτω τα πιο «χτυπητά» αποσπάσματα από το «περίεργο» αυτό άρθρο και ο καθένας ας βγάλει τα συμπεράσματά του:
Espresso της Κυριακής 16 Οκτωβρίου 2005
Κάνουν το καθήκον τους - Από τον Βασίλη Μπόνιο
«…Πασόκοι και νεοδημοκράτες συγκυβερνούν τη χώρα από το 1981 και μετά. Αφού διασφάλισαν την ατιμωρησία με το νόμο περί ευθύνης υπουργών, λεηλατούν ανενόχλητοι -σαν Αλβανοί διαρρήκτες σε εξοχικό της Κερατέας - το δημόσιο χρήμα. Κανείς τους δεν πήγε φυλακή για εγκλήματα σαν κι αυτό της εσχάτης προδοσίας, όπως είναι οι αγορές εξοπλισμών με κριτήριο τις μίζες κι όχι την εθνική άμυνα. Είναι τόσες οι κλοπές που ο λαός έχει πάθει ανοσία. Τους χαρακτηρίζει απλώς «κλέφτες» και συνεχίζει μοιραίος κι άβουλος την αμήχανη περπατησιά στο βαλκανικό αυτό οικόπεδο που λοιδωρούν ακόμα και οι Σκοπιανοί σύντροφοι...
…Δεν είναι μόνο το όραμα που λείπει από τη σημερινή πολιτική ηγεσία, είναι η αυτοπεποίθηση του βηματισμού, η σιγουριά ότι οδηγεί το λαό από το σωστό μονοπάτι κι όχι από ναρκοθετημένη ζώνη. Ανάμεσα στη Μαριέττα Γιαννάκου και την Άντζελα Γκερέκου βολοδέρνουν οι απόγονοι του Αριστοτέλη!
Εχουμε εναποθέσει τις ελπίδες μας στο γεγονός ότι οι Τούρκοι μπαίνουν στην Ευρώπη και θα γίνουν κι αυτοί με τη σειρά τους παθητικοί Γκέηδες - για να υπερασπίσουμε όλοι μαζί τα οθωμανικά ήθη και έθιμα. Είναι τόσο γελοίο ν' ακούς από Ελληνες πολιτικούς να υπερασπίζονται - με κίνδυνο να σχίσουν κάνα καλσόν - την ευρωπαϊκή προοπτική της Τουρκίας, γιατί αυτό θα την κάνει -ισχυρίζονται- λιγότερο επιθετική. Σαν τον κερατά που κλεισμένος στην ντουλάπα περιμένει να κουραστεί ο επιβήτορας της καλής του. Εκεί μας κατάντησαν, αγαπητέ απόγονε του Αθανάσιου Διάκου, που στριμωγμένος στους διαδρόμους των υπουργείων - μες σε καπνούς και σε βρισιές - περιμένεις να σε διορίσουν…
…Αυτή τη στιγμή στην Ελλάδα χιλιάδες μπορούν να σου παραδώσουν μαθήματα λεηλασίας του δημόσιου χρήματος. Οι πιο πολλοί έχουν αποτραβηχτεί στην περιφέρεια, έχουν στήσει επιχειρήσεις, ξενοδοχειακές μονάδες κ.λπ. και δεν πολυδίνουν στόχο. Όχι ότι έχουν κάτι να φοβηθούν. Η Δικαιοσύνη είναι κομμένη και ραμμένη στα μέτρα τους. Εχουν, άλλωστε, φροντίσει οι μάγκες να δίνουν μια αόριστη βαρύτητα στις λέξεις για να ψαρώνει ο κόσμος. Μιλάμε για τη Δικαιοσύνη σαν έννοια με βάθος και ιστορική αξία, ενώ δεν είναι παρά, πολύ συγκεκριμένοι άνθρωποι, φτιαγμένοι από το ίδιο φθαρτό υλικό, που ειδικά στις μέρες μας χαλάει εύκολα. Όσο πιο πολύ τους πλησιάζεις, τόσο ανακαλύπτεις τις εξαρτήσεις τους. Δεν βλέπεις που κοντεύουν να πάνε όλοι φυλακή κι αυτό το δράμα της ελληνικής Δικαιοσύνης που είναι διάτρητη περνάει απαρατήρητο επειδή δάκρυσε η Τατιάνα; Ποιος να μαζέψει αυτό το μπάχαλο; Ο Καραμανλής, ο Γιωργάκης, ο Βενιζέλος, η Ντόρα ή ο Βουλγαράκης; Πλάκα κάνουμε τώρα;…».
***