Δεν έχεις, Όλυμπε, θεούς, μηδέ λεβέντες η Όσσα, ραγιάδες έχεις, μάννα γη, σκυφτούς για το χαράτσι, κούφιοι και οκνοί καταφρονούν τη θεία τραχιά σου γλώσσα, των Ευρωπαίων περίγελα και των αρχαίων παλιάτσοι…
(Κωστής Παλαμάς)

Κυριακή 27 Ιουνίου 2010

Ιλλυρικά φύλα


Ταυλάντιοι: Ένα από τα σημαντικά ιλλυρικά φύλα, εντοπιζόμενο στην μεσόγειο χώρα της περίφημης ελληνικής αποικίας των Κερκυραίων, της Επιδάμνου (το μετέπειτα ρωμαϊκό Δυρράχιον, Dyrrhachium). Η παλαιότερη αναφορά αυτού του λαού γίνεται από τον Θουκυδίδη (Ι.24) σε σχέση με την ίδρυση και την ιστορία της Επιδάμνου. Επίσης αναφέρεται στον Περίπλου, ο οποίος γράφτηκε τον 4ο αιώνα π.Χ. και λανθασμένα αποδίδεται στον θαλασσοπόρο και γεωγράφο Σκύλακα τον Καρυανδέα (Ψευδο-Σκύλαξ). Εκεί (26), οι Ταυλάντιοι περιγράφονται ως «…ένας ιλλυρικός λαός, στην χώρα του οποίου βρίσκεται η πόλις της Επιδάμνου. Ένας ποταμός διασχίζει την πόλη με το όνομα Πάλαμνος. Στην συνέχεια, από την Επίδαμνο στην Απολλωνία, μια ελληνίδα πόλη, το ταξίδι με τα πόδια κρατάει δύο μέρες. Η Απολλωνία βρίσκεται σε απόσταση 50 σταδίων (περίπου 10 χλμ. σ.σ.) από την θάλασσα ο ποταμός Αίας (σημερ. Αώος σ.σ.) κυλάει δίπλα στην πόλη…».
Ο Στράβων (Ζ΄ VII. 8) μνημονεύει τους Ταυλάντιους μαζί με άλλα γειτονικά τους φύλα, τους Βυλλίονες, τους Παρθίνους και τους Βρύγους (=Βρύγες, Φρύγες).
Πολύτιμες πληροφορίες μας προσφέρει ο ελληνικής καταγωγής ιστορικός του 2ου μ.Χ. αιώνα Αππιανός ο Αλεξανδρεύς, που περιέλαβε στο ιστορικό του έργο (Ρωμαϊκά), ένα βιβλίο για τους Ιλλυριούς και τους πολέμους των Ρωμαίων εναντίον τους (Ιλλυρική), το οποίο περιέχει σημαντικά στοιχεία (όχι πάντα αξιόπιστα) για τα διάφορα ιλλυρικά φύλα της εποχής του. Εκεί αναφέρεται και μια μυθολογική γενεαλογία των λαών που ήσαν εγκατεστημένοι στην Ιλλυρία, καθώς και ο ιδρυτικός μύθος της Επιδάμνου.
Συγκεντρώνοντας αυτό το υλικό και συμπληρώνοντάς το και με άλλα δεδομένα, οι νεώτεροι ιστορικοί έχουν ανιχνεύσει την αρχαιότερη Ιστορία των Ταυλαντίων και των λαών της περιοχής, μέχρι τις απαρχές της. Σύμφωνα λοιπόν με τις πλέον πρόσφατες απόψεις (βλ. John Wilkes: The Illyrians – “Blackwell” London, 1996 , σελ. 97-98), οι Ταυλάντιοι αποτελούσαν μια ομάδα φύλων (ένα από αυτά ήσαν οι Άβροι), που κυριάρχησε κατά περιόδους το μεγαλύτερο τμήμα της πεδιάδος μεταξύ των ποταμών Αώου στα νότια και Δρίλωνος (σημερ. Drin) στον βορρά (βλ. Χάρτη).
Όπως φαίνεται, η περιοχή είχε κατακτηθεί στην διάρκεια της Μέσης Χαλκοκρατίας (Μεσοελλαδική, 1900-1600 π.Χ.) από ελληνόφωνα φύλα της Δυτικής (Ηπειρωτικής) ομάδας, τα οποία κατείχαν επίσης την ακτή του Ιονίου και εκτεταμένο τμήμα της ενδοχώρας, μέχρι την Πελαγονία, την Λυγκηστίδα και την κοιλάδα του Αλιάκμονα (βλ. Ν. Χάμμοντ-Ιστορία Μακεδονίας, τομ. Α΄ σελ. 414).
Η μεγάλη φρυγική μετανάστευση των λαών-φορέων του λεγόμενου «πολιτισμού Λάουζιτς» από την κεντρική Ευρώπη στην χερσόνησο του Αίμου, θα έχει ως αποτέλεσμα η περιοχή της σημερινής κεντρικής Αλβανίας να περάσει στην κατοχή ενός λαού, που αναφέρεται στις ιστορικές πηγές ως Βρύγες. Αυτά τα γεγονότα τοποθετούνται στην διάρκεια του 12ου αιώνα π.Χ. και η κατάληψη της περιοχής της Επιδάμνου από τους Βρύγες, λίγο αργότερα, γύρω στο 1080-1050 π.Χ. Στην συνέχεια σημειώνεται η άφιξη των πρώτων ιλλυρικών φύλων στην περιοχή, των Ταυλαντίων και των Παρθίνων, που προσδιορίζεται χρονικά γύρω στο 1050-1000 π.Χ. (βλ.Χ.-Ι.Μ. τομ. Α΄ ό.π. σελ. 414).
Οι Ταυλάντιοι θα εκδιωχθούν από τα παράλια με την σειρά τους γύρω στο 900 π.Χ. από ένα ενετικό φύλο, τους Λιβυρνούς ή Λιβουρνούς (παλαιότερα τους θεωρούσαν Ιλλυριούς), οι οποίοι τότε (9ος αιώνας π.Χ.) κυριαρχούσαν στην Αδριατική με τα ταχύτατα ελαφρά πολεμικά τους σκάφη (liburnae).
Στα μέσα του 9ου αιώνα π.Χ. οι Λιβουρνοί είχαν εγκατασταθεί στην Κέρκυρα, την οποία μοιράζονταν με τους Έλληνες αποίκους από την Ερέτρια της Εύβοιας, μέχρι την εκδίωξή τους από την περιοχή και την οριστική απώθησή τους (733 π.Χ.), από τον πανίσχυρο στόλο των Κορινθίων, που θα καταλάβουν την Κέρκυρα και θα αποκτήσουν έτσι τον έλεγχο της νότιας Αδριατικής και των επικερδών θαλάσσιων επικοινωνιών με την Ιταλία.
Η Επίδαμνος θα ιδρυθεί τελικώς στην περιοχή των Ταυλαντίων το 627 π.Χ. από Κερκυραίους και Κορινθίους αποίκους (βλ. Illyrians, σελ.110).
Οι Ταυλάντιοι κατείχαν και την περιοχή της Απολλωνίας, μέχρι την εκδίωξή τους από τους Έλληνες αποίκους που ίδρυσαν την Απολλωνία γύρω στο 600 π.Χ.
Οι Ταυλάντιοι και ο ηγεμόνας τους Γλαυκίας, αναφέρονται από τον Αρριανό (Αλεξάνδρου Ανάβασις, Α΄ V–VΙ), σε σχέση με την εκστρατεία του 335 π.Χ. που πραγματοποίησε ο Μέγας Αλέξανδρος εναντίον των Τριβαλλών. Οι προσπάθειές τους να εισβάλουν και να λεηλατήσουν την Μακεδονία μαζί με τους συμμάχους τους Δάρδανους, θα αποτύχουν και οι εισβολείς θα διασκορπισθούν τελικά με βαριές απώλειες, από τον Μ. Αλέξανδρο και τα μακεδονικά στρατεύματα, που επέστρεφαν νικηφόρα από την χώρα των Τριβαλλών. Ο Γλαυκίας θα έχει μια μακρότατη βασιλεία και θα αναμιχθεί ενεργά στις υποθέσεις του Βασιλείου της Ηπείρου. Υπενθυμίζουμε ότι μετά τον θάνατο του Αλεξάνδρου Α΄ των Μολοσσών, στον θρόνο της Ηπείρου θα ανέλθει ο γιος του Νεοπτόλεμος Β΄ (331-313 π.Χ.), ο οποίος θα συμβασιλεύσει αρχικά μαζί με τον θείο του Αρρύβα, που επανήλθε στον θρόνο και μετά τον θάνατό του, με τον νεώτερο γιο του Αρρύβα, τον Αιακίδη.
Ο Αιακίδης θα αναμιχθεί στις διαμάχες μεταξύ της Ολυμπιάδος και του αδίστακτου Κασσάνδρου για την διεκδίκηση του θρόνου της Μακεδονίας και θα σκοτωθεί σε μια μάχη, ενώ είχε φροντίσει έγκαιρα να εξασφαλίσει τον μικρό γιο του Πύρρο, στέλνοντάς τον (το 317 π.Χ.) στην αυλή του βασιλιά των Ταυλαντίων Γλαυκία, στην Ιλλυρία. Ο νεαρός Πύρρος θα ανατραφεί από την σύζυγο του Γλαυκία, την Βέροια, μια πριγκίπισσα των Μολοσσών. Ο Κάσσανδρος, θα εισβάλει στις βόρειες περιοχές της Ηπείρου το 315 π.Χ. θα νικήσει τον Γλαυκία και θα καταλάβει την Επίδαμνο και την Απολλωνία και όλη την ενδοχώρα. Τρία χρόνια αργότερα, οι Κερκυραίοι θα ανακαταλάβουν την περιοχή και θα παραδώσουν την Επίδαμνο στον Γλαυκία.
Το 313 π.Χ. ο Νεοπτόλεμος Β΄ θα εκθρονιστεί και οι αντίπαλοι του Κάσσανδρου θα προσκαλέσουν τον μεγαλύτερο γιο του Αρρύβα, τον Αλκέτα Β΄ (313-307 π.Χ.), να αναλάβει τον θρόνο των Μολοσσών. Ο Αλκέτας Β΄ θα ηττηθεί τελικά από τον Κάσσανδρο και επειδή υποχρεώθηκε να δηλώσει υποταγή, κατασφάγηκε από τους εξαγριωμένους υπηκόους του. Τότε (307 π.Χ.), ο Γλαυκίας, που είχε συνασπιστεί με τις δυνάμεις της Επιδάμνου, της Απολλωνίας και των Κερκυραίων, θα εισβάλει στην Ήπειρο και θα ανεβάσει στον θρόνο των Μολοσσών, τον νεαρό προστατευόμενό του Πύρρο Α΄ (307-302 και 297-272 π.Χ.), ο οποίος θα εξελιχθεί αργότερα σε έναν από τους μεγαλύτερους στρατιωτικούς ηγέτες της εποχής του. Αξίζει να σημειώσουμε ότι το 303/302 π.Χ. ο Πύρρος θα μεταβεί στην αυλή του Γλαυκία, τον οποίο θεωρούσε πλέον ως θετό του πατέρα, για να συμμετάσχει στις γιορτές του γάμου ενός από τους γιους του (Illyrians, σελ. 125).
Ο Γλαυκίας θα αποβιώσει σε μεγάλη ηλικία, πιθανόν το 300 π.Χ. και λίγο αργότερα, το 296 π.Χ., η περιοχή των Ταυλαντίων θα προσαρτηθεί στο Βασίλειο του Πύρρου. Μετά τον θάνατο του Πύρρου, το 272 π.Χ. και την γοργή παρακμή της Ηπείρου, οι Ταυλάντιοι θα ανακτήσουν την ανεξαρτησία τους, αλλά σύντομα θα υποταχθούν στην ανερχόμενη δύναμη των Δαρδάνων.
Το δεύτερο όμως μισό του 3ου αιώνα π.Χ. είναι η εποχή της ακμής των Αρδιαίων και του ηγεμόνα τους Άγρωνος, οι οποίοι όχι μόνον θα κυριαρχήσουν στην Ιλλυρίδα, αλλά θα διαδραματίσουν πρωταγωνιστικό ρόλο στην ευρύτερη περιοχή. Οι Ρωμαίοι, τους οποίους οι Αρδιαίοι παρενοχλούσαν συχνά και απειλούσαν την κυριαρχία τους στην Αδριατική, μετά την οριστική κατάκτηση της Μακεδονίας το 168/167 π.Χ. θα στραφούν τελικώς εναντίον του ηγεμόνος των Αρδιαίων Γένθιου, ο οποίος είχε συμμαχήσει με τους Μακεδόνες. Μέσα σε 30 μέρες οι Αρδιαίοι θα συντριβούν και ο Γένθιος, η σύζυγός του Ετλέβα, ο αδελφός του Καραβάντιος και τα δυό του παιδιά, Σκερδιλαΐδας και Πλευράτος θα σταλούν αλυσσοδεμένοι στην Ρώμη. Οι Ταυλάντιοι, που βοήθησαν τους Ρωμαίους θα ανταμειφθούν με αυτονομία και απαλλαγή από τον φόρο υποτελείας.
Οι Ταυλάντιοι θα έχουν την τύχη των υπολοίπων ιλλυρικών φύλων στην διάρκεια της ρωμαιοκρατίας και βαθμιαία θα εξαφανισθούν από τις ιστορικές αναφορές.
Θα πρέπει να αναφέρουμε ότι οι Ταυλάντιοι, το όνομα των οποίων πιθανόν προέρχεται από την ιλλυρική λέξη για το χελιδόνι (tallandushe στην Αλβαν.), όπως υποστηρίχθηκε (Illyrians, σελ. 244), είχαν ανακαλύψει έναν τρόπο παρασκευής κάποιου οινοπνευματώδους ποτού από μέλι και νερό. Όπως μας πληροφορεί σχετικά ο Στέφανος Βυζάντιος στο λήμμα Ταυλάντιοι: «…ιλλυρικόν έθνος […] παρά τούτοις εκ μέλιτος οίνον γίνεσθαί φησιν Αριστοτέλης εν θαυμασίοις…».



Από το βιβλίο του Δημήτρη Ε. Ευαγγελίδη «Λεξικό των Αρχαίων Ελληνικών και περι-ελλαδικών φύλων»

Δεν υπάρχουν σχόλια: