Το καλοκαίρι του 1989, ενώ ενισχύονταν οι σεισμικές δονήσεις που θα γκρέμιζαν, μαζί με το Τείχος του Βερολίνου, έναν ολόκληρο κόσμο, ο Φράνσις Φουκουγιάμα δημοσίευε στο «Νάσιοναλ Ίντερεστ» το άρθρο που θα τον έκανε παγκοσμίως διάσημο: «Το τέλος της Ιστορίας». Ο αρχικός τίτλος συνοδευόταν από ένα ερώτημα που στη συνέχεια, καθώς το άρθρο μεγεθυνόταν σε βιβλίο και το Τείχος αποτελούσε πλέον σωρό ερειπίων, παρελήφθη ως αχρείαστο. Η Ιστορία του κοινωνικού ανθρώπου, μια Ιστορία γεμάτη εποποιίες και τραγωδίες, πολέμους και επαναστάσεις, αυτοκρατορίες και ανατροπές, έφτανε στο happy end με τη νίκη, σε παγκόσμια κλίμακα, του ύστατου, ανοξείδωτου προτύπου κοινωνικής οργάνωσης, που ορίζεται μονοσήμαντα από τις Καρτεσιανές συντεταγμένες της κοινοβουλευτικής Δημοκρατίας και της ελεύθερης Αγοράς.
Δεκαέξι χρόνια αργότερα, η διεθνής πολιτική σκηνή δεν θυμίζει σε τίποτα την αισιόδοξη πρόβλεψη του Φουκουγιάμα. Αντίθετα, τις τελευταίες εβδομάδες του 2005, γίναμε μάρτυρες ενός πλανητικού χορού δαιμόνων, λες κι όλα τα εθνικιστικά πάθη, όλοι οι φυλετικοί μύθοι, όλες οι συλλογικές ψυχώσεις του τρομερού εικοστού αιώνα νεκραναστήθηκαν ξαφνικά, διεκδικώντας εκ νέου τους πρωταγωνιστικούς ρόλους. Από τη μια άκρη της γης μέχρι την άλλη, το σύνθημα της ημέρας δεν είναι πια το «τέλος», αλλά η «διόρθωση» της Ιστορίας από πολιτικές ηγεσίες, που πασχίζουν να τη φέρουν στα μέτρα τους.
Από το Ιράν ώς την ΤουρκίαΣτις 8 Δεκεμβρίου, ο νέος, σκληροπυρηνικός πρόεδρος του Ιράν, Μαχμούντ Αχμαντινετζάντ, προκάλεσε θύελλα (απολύτως δικαιολογημένων) αντιδράσεων αμφισβητώντας δημόσια το Ολοκαύτωμα των Ναζί σε βάρος των Εβραίων. Λίγο αργότερα, το τουρκικό καθεστώς έβαλε σε λειτουργία ολόκληρη βιομηχανία διώξεων σε βάρος του συγγραφέα Ορχάν Παμούκ, του δημοσιογράφου Χραντ Ντινκ και άλλων διανοουμένων (τελευταία, έφτασαν να απειλήσουν και τον... Ολλανδό ευρωβουλευτή Γιουστ Λάγκεντιτσκ) που τόλμησαν να αγγίξουν τα «απαγορευμένα» θέματα της γενοκτονίας των Αρμενίων και των Κούρδων.
Τεράστιες, προφανείς διαφορές χωρίζουν το ισλαμικό καθεστώς του Ιράν από το κοσμικό, τουρκικό κράτος. Ωστόσο, ο ιστορικός αναθεωρητισμός των κυρίαρχων ελίτ, σε Αγκυρα και Τεχεράνη, αναπτύσσεται πάνω σε ένα κοινό υπόστρωμα εξωτερικών και εσωτερικών παραγόντων: Ιράν και Τουρκία νιώθουν να απειλούνται από τις ανατροπές που έχουν δρομολογηθεί ερήμην τους στη Μέση Ανατολή – το Ιράν γιατί μπορεί να αποτελέσει τον επόμενο στόχο του αμερικανικού παρεμβατισμού και η Τουρκία λόγω της ντε φάκτο αυτονόμησης των Κούρδων του Ιράκ και των επιπτώσεων που μπορεί να έχει στο εσωτερικό της.
Στην εξωτερική αβεβαιότητα έρχεται να προστεθεί η εσωτερική: Το μοντέλο της ισλαμικής επανάστασης που κληροδότησε ο Χομεϊνί πνέει από καιρό τα λοίσθια (και ο Αχμαντινετζάντ μάλλον αποτελεί το κύκνειο άσμα του), ενώ το αυταρχικό - κοσμικό μοντέλο που δημιούργησε ο Κεμάλ Ατατούρκ συμπιέζεται ανάμεσα στις Συμπληγάδες του μετριοπαθούς ισλαμισμού και του υποχρεωτικού εξευρωπαϊσμού. Σ’ αυτό το φόντο, η αναδίπλωση στην «ασφάλεια» των φυλετικών - εθνικιστικών μύθων αποτελεί την αντανακλαστική, αμυντική αντίδραση των κυρίαρχων ελίτ, που βλέπουν το έδαφος να υποχωρεί κάτω από τα πόδια τους.
Αναθεώρηση σχολικών βιβλίων
Αλλά το φαινόμενο δεν περιορίζεται σε «προβληματικές» χώρες της περιφέρειας. Η δεύτερη βιομηχανική δύναμη του κόσμου, η Ιαπωνία, προκάλεσε φέτος θύελλα αντιδράσεων, όχι μόνο στην «κομμουνιστική» Κίνα, αλλά και στη σύμμαχο Νότια Κορέα, με τη συστηματική προσπάθεια απενοχοποίησης, αν όχι και εξιδανίκευσης, του αποικιοκρατικού παρελθόντος της. Οι επισκέψεις του πρωθυπουργού Κοϊζούμι και άλλων, ανώτερων αξιωματούχων σε μνημείο όπου αναπαύονται και εγκληματίες του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, και η αναθεώρηση των σχολικών βιβλίων Ιστορίας, προκάλεσαν μείζονα κρίση στις σχέσεις της Ιαπωνίας με τους γείτονές της. Αλλη μια φορά, ο ιστορικός αναθεωρητισμός αναπτύσσεται στο ίδιο υπόστρωμα της εξωτερικής και εσωτερικής ανασφάλειας: Από τη μια πλευρά, εκφράζει την αντανακλαστική αντίδραση των ιαπωνικών ελίτ στην ανερχόμενη ισχύ της Κίνας. Από την άλλη, την επιστράτευση του εθνικισμού για την ενσωμάτωση ενός λαού που δυσφορεί για τη γρήγορη αποδιάρθρωση του παραδοσιακού, κοινωνικού κράτους στο βωμό της ανταγωνιστικότητας.
Ανήμερα τα Χριστούγεννα, η οξύτατη πολιτική διαμάχη που έχει ξεσπάσει στη Γαλλία γύρω από την αναθεώρηση του δικού της, αποικιοκρατικού παρελθόντος, ήταν το πρώτο θέμα της εφημερίδας «Μοντ». Η υπόθεση είχε ξεκινήσει ήδη από τις 23 Φεβρουαρίου, όταν γκωλικοί βουλευτές (με τη συναίνεση και συναδέλφων τους από την Κεντροαριστερά) πέρασαν από την Εθνοσυνέλευση νόμο που ζητούσε την αναθεώρηση των σχολικών βιβλίων ώστε να καταγράφεται ο «θετικός ρόλος» της Γαλλίας στην ανάπτυξη και τον εκπολιτισμό των αποικιών. Απέκτησε, όμως, πολύ μεγαλύτερες διαστάσεις μετά τις πρόσφατες ταραχές στα εργατικά προάστια με τους μεγάλους μεταναστευτικούς πληθυσμούς.
Ιστορικοί της Αριστεράς και διανοούμενοι αραβικής καταγωγής είδαν στον επίμαχο νόμο την αλαζονεία μιας «ιμπεριαλιστικής» Γαλλίας απέναντι στις «εσωτερικές αποικίες» της, τους μετανάστες του Μαγκρέμπ. Στην απέναντι πλευρά, μερίδα των γκωλικών, που μετέφρασε την κρίση των προαστίων όχι ως κοινωνικό πρόβλημα αλλά ως «εθνική–θρησκευτική εξέγερση», υπερασπίσθηκε τον νόμο επιμένοντας ότι δεν μπορεί να λέγονται πολίτες της Γαλλικής Δημοκρατίας όσοι δεν αισθάνονται υπερηφάνεια για την Ιστορία και τις αξίες της. Γρήγορα, η διαμάχη επεκτάθηκε στο ρόλο του Ναπολέοντα και στις ευθύνες της Γαλλίας για τη δουλεία, δίχασε την επιστημονική κοινότητα των ιστορικών και την κοινή γνώμη, και ανάγκασε τον πρόεδρο Ζακ Σιράκ (ο οποίος είχε ταχθεί από την πρώτη στιγμή εναντίον του επίμαχου νόμου) να απευθύνει διάγγελμα στο έθνος και να συγκροτήσει ειδική επιτροπή για την ιστορική μνήμη.
Και το Συμβούλιο της Ευρώπης
Στον επικίνδυνο χορό του ιστορικού αναθεωρητισμού, μπήκε τελευταία και το Συμβούλιο της Ευρώπης με το μνημόνιο «για την διεθνή καταδίκη των ολοκληρωτικών κομμουνιστικών καθεστώτων» που εγκρίθηκε από την Πολιτική Επιτροπή της Κοινοβουλευτικής Συνέλευσης και θα τεθεί για έγκριση στην Ολομέλειά της, στα τέλη Ιανουαρίου. Το μνημόνιο αναφέρει ότι ήταν λάθος που ποινικοποιήθηκαν, με τη δίκη της Νυρεμβέργης, μόνον οι Ναζί και οι φασίστες και όχι οι κομμουνιστές, αποδοκιμάζει δε το γεγονός ότι συνεχίζουν να δρουν ελεύθερα στην Ευρώπη κομμουνιστικά κόμματα που δεν έχουν αποδοκιμάσει το ένοχο κομμουνιστικό παρελθόν. Θέσεις που εξισώνουν τον Ναζισμό με τη Σοβιετική Ενωση –που, ό,τι κι αν ήταν ο Στάλιν και το απολυταρχικό καθεστώς του, έδωσε είκοσι εκατομμύρια ψυχές για την αντιφασιστική νίκη– αλλά και με τους κομμουνιστές των υπόδουλων χωρών, που πλήρωσαν βαρύ φόρο αίματος στην αντίσταση. Ασφαλώς, η Ιστορία, όπως κάθε άλλο πεδίο της πνευματικής δραστηριότητας, επηρεάζεται και θα επηρεάζεται πάντα από αυτό που οι Γερμανοί ονομάζουν «zeitgeist», το πνεύμα των καιρών. Ο ιστορικός αναθεωρητισμός, που κερδίζει έδαφος στις μέρες μας, είναι κι αυτός τέκνο του πνεύματος της εποχής μας. Κατά παράδοξο τρόπο, η φιλελεύθερη παγκοσμιοποίηση που ύμνησε ο Φουκουγιάμα παράγει όχι το τέλος της Ιστορίας, αλλά το αντίθετό της: Ενας κόσμος που διαλύει κάθε κοινωνικό δεσμό ωθεί το μοναχικό άτομο να αναζητήσει υποκατάστατα συλλογικότητας στις «αρχέγονες», «σταθερές» αξίες του έθνους, της θρησκείας, της φυλής και του αίματος. Αυτό το ανασφαλές άτομο, έχοντας χάσει την ελπίδα του επίγειου παραδείσου, θα αναζητήσει μια καινούργια Ιστορία, μια καινούργια μυθολογία, με σημαία τον αφορισμό του Σαρτρ: «Η κόλαση είναι οι άλλοι»!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου