Λεξικό Σούδα (Σουΐδα)
Ιάκωβος Θωμόπουλος: Πελασγικά
Έναν αιώνα περίπου αργότερα από τα έργα του Αθ. Σταγειρίτη εμφανίζεται ένα άλλο τεράστιο σύγγραμμα 1000 (!) περίπου σελίδων με τον τίτλο «Πελασγικά» που εκδόθηκε στην Αθήνα το 1912. Συγγραφέας του ο Κεφαλλονίτης ιατροφιλόσοφος Ιάκωβος Θωμόπουλος, η ενασχόληση του οποίου με γλωσσο-ιστορικά θέματα είχε δώσει ήδη μια μελέτη («Ιθάκη και Όμηρος», 1908), στην οποία επιχειρεί να αντικρούσει τις τότε υποθέσεις ότι η Ομηρική Ιθάκη πρέπει να ταυτισθεί με την Λευκάδα.
Το «Εγκυκλοπαιδικόν Λεξικόν ΗΛΙΟΥ» αναφέρει τα εξής ελάχιστα βιογραφικά στοιχεία :
ΙΑΚΩΒΟΣ ΘΩΜΟΠΟΥΛΟΣ: Ιατρός και συγγραφεύς γεννηθείς το 1855 εν Κεφαλληνία και αποθανών κατά την Γερμανοϊταλική κατοχήν. Έργα αυτού, «Ιθάκη και Όμηρος», «Πελασγικά».
Περισσότερες λεπτομέρειες για τον Θωμόπουλο αναφέρονται στην πρόσθετη «νέα κατατοπιστική εισαγωγή» του Αρχιμανδρίτη Ειρηναίου Δεληδήμου, που περιλαμβάνεται σε μια νεώτερη (Θεσσαλονίκη, 1994) φωτογραφική αναπαραγωγή της αρχικής έκδοσης του έργου του «Πελασγικά». Σύμφωνα με αυτήν, ο Θωμόπουλος (που πέθανε το 1941, λίγο μετά από την είσοδο των κατοχικών στρατευμάτων στην Αθήνα) έζησε ως νεαρός φοιτητής της Ιατρικής Αθηνών το κλίμα του γενικού ενθουσιασμού που είχαν προκαλέσει οι ανακαλύψεις του Σλήμαν στην Τροία και στις Μυκήνες. Αργότερα έζησε επίσης, ως ώριμος ιατρός πλέον, τις ανάλογες συγκινήσεις από τις ανακαλύψεις του Έβανς (1900) στην Μινωική Κρήτη. Όλα αυτά τα γεγονότα που αναφέραμε, τον επηρέασαν βαθύτατα, ως φαίνεται, με αποτέλεσμα το ενδιαφέρον του για τον αρχαίο κόσμο να είναι πάντα εντονότατο, όπως και η ενασχόλησή του με τα θέματα αυτά.
Κατά την άποψή μου αυτός ο ενθουσιασμός αποτελεί δυστυχώς κατά κανόνα κακό σύμβουλο για έναν ερασιτέχνη, ο οποίος μη έχοντας μια σφαιρική αντίληψη για τις λεπτομέρειες και τις εξελίξεις ενός επιστημονικού κλάδου θεωρεί ότι είναι έτοιμος να δώσει απαντήσεις και να προτείνει λύσεις που διαφεύγουν της προσοχής των εξειδικευμένων επιστημόνων. Η συνηθισμένη κατάληξη τέτοιων περιπτώσεων είναι η συγγραφή έργων που είτε γίνονται καταγέλαστα και καταλήγουν στα αζήτητα είτε αποτελούν πηγή έμπνευσης ομοϊδεατών που συχνά επιχειρούν και αυτοί παρόμοιες «συγγραφές» προς δόξαν του «φαυλοκυκλικού αεικινήτου».
Δυστυχώς τα παραπάνω επαληθεύθηκαν για άλλη μια φορά και στην περίπτωση του πολύγλωσσου Ιάκωβου Θωμόπουλου, ο οποίος φαντάσθηκε ότι βρήκε την λύση για τις άγνωστες γλώσσες της εποχής του που είχε φέρει στο φως η αρχαιολογική έρευνα. Κατά τον Θωμόπουλο όλες αυτές οι γλώσσες, Ετρουσκική, Χιττιτική, Λυκιακή, Λυδική, Καρική, Φρυγική, καθώς και (οι ακαθόριστες ακόμη στην εποχή του) Χουρριτική και Ουραρτιανή ήσαν «Πελασγικές» (!) και η αποκρυπτογράφηση των διαφόρων αρχαίων επιγραφών στις παραπάνω γλώσσες ήταν δυνατή με ένα απλό τρόπο: Με την χρησιμοποίηση της …Αλβανικής γλώσσας (!!!), η οποία κατά τον ιατροφιλόσοφο Θωμόπουλο ήταν απ’ ευθείας απόγονος της …αρχαίας Πελασγικής και «…είχε διασώσει πλείστας πελασγικάς λέξεις, ακόμη και γραμματικά χαρακτηριστικά της πελασγικής…» (Εισαγωγή στα «Πελασγικά», σελ. α34).
Η απορία μας βέβαια είναι ποιες ήσαν αυτές οι λέξεις της «πελασγικής», που «διασώθηκαν» και ποια η γραμματική της. Υποθέτω ότι ήσαν οι ίδιες ή συγγενικές με τις λέξεις της γλώσσας των μυθικών κατοίκων της Ατλαντίδος και την γραμματική της ή με τις λέξεις και την γραμματική της γλώσσας των κατοίκων του πλανήτη Ε του αστερισμού του Λαγού. Γιατί όχι;
Είναι γεγονός ότι εάν αποδεχτείς τέτοιες λογικές αυθαίρετων υποθέσεων, ψευδο-επιστημονικών «δεδομένων», ερασιτεχνικών συλλογισμών, επιφοιτήσεων και οραμάτων διαφόρων κατηγοριών, τότε η Λεωφόρος των «μη-συμβατικών» θεωριών ανοίγει διάπλατα μπροστά σου και μπορείς να κάνεις τα πάντα: Να αποκρυπτογραφήσεις την Στήλη της Λήμνου, τις ετεοκρητικές επιγραφές της Πραισού, τον Δίσκο της Φαιστού, τις επιγραφές της Νήσου του Πάσχα, την επιγραφή της «Καστοριάς» του 6000 π.Χ., τα μυστικά μηνύματα των εξωγηΐνων, και πλείστα όσα άλλα, όπως το να υποστηρίζεις θεωρίες για τους αρχανθρώπους, τους παλιανθρώπους, τους ανθρωπίδες των 11.000.000 ετών (!) και άλλα τόσα. Και εάν μεν ο στόχος σου είναι «να τα ’κονομήσεις» και είσαι αρκετά καπάτσος ώστε να πείσεις το ευρύ κοινό για τις «αποκαλύψεις» σου και τις «κρυμμένες αλήθειες», που περίμεναν εσένα να τις φέρεις στο φως, τότε έχει καλώς (τρόπος του λέγειν) και εμένα δεν μου πέφτει λόγος. Εάν όμως πιστεύεις στα σοβαρά ότι «πραγματικά» έχεις μεταφράσει π.χ. τον Δίσκο της Φαιστού, τότε μάλλον κάτι δεν πάει καλά με εσένα και η επίσκεψη στον πλησιέστερο ψυχίατρο ίσως θα ήταν ένα σωστό πρώτο βήμα.
Όσο για το Θωμόπουλο, ισχύουν περίπου τα ίδια ελαφρυντικά με τον Σταγειρίτη, εάν λάβουμε υπ’ όψη ότι στην εποχή του (τέλη 19ου-αρχές 20ου αιώνα):
1. Δεν είχε αναγνωρισθεί ακόμα η Χιττιτική γλώσσα, όπως και οι συγγενικές της Λυδική, Λυκιακή, Καρική και Λουβιακή (η λεγόμενη ομάδα των Μικρασιατικών γλωσσών της Ινδοευρωπαϊκής οικογένειας) και ως εκ τούτου ήταν αδύνατη η αποκρυπτογράφηση των επιγραφών τους.
2. Αγνοούσαν παντελώς την Χουρριτική και την συγγενική της Ουραρτιανή γλώσσα, οι οποίες δεν είχαν καμιά σχέση με τις Σημιτικές και Ινδοευρωπαϊκές (Αριοευρωπαϊκές) γλώσσες.
3. Οι μελέτες για την γλώσσα των Τυρρηνών/Τυρσηνών, που οι αρχαίοι Ρωμαίοι αποκαλούσαν Τούσκους (Tusci), ήσαν ακόμα στα σπάργανα και δεν ήταν γνωστό τότε ότι η γλώσσα αυτή δεν ανήκε στην οικογένεια των Ινδοευρωπαϊκών (Αριοευρωπαϊκών) γλωσσών. Ο Θωμόπουλος όμως επιμένει (Εισαγωγή, σελ. λγ΄) ότι οι Ετρούσκοι ήσαν …Πελασγοί, δηλ. πρόγονοι των …Αλβανών με το φοβερό επιχείρημα ότι αφού οι νότιοι Αλβανοί (=Πελασγοί) ονομάζονται Τόσκηδες, όπως και οι Ετρούσκοι-Τούσκοι δηλ. Τόσκοι άρα Ετρούσκοι=Πελασγοί !!! Ατυχώς για τον Θωμόπουλο, ήταν τότε άγνωστη ακόμη η ονομασία Ραζέννα (Rasenna) με την οποία ονόμαζαν τους εαυτούς τους οι ίδιοι οι Ετρούσκοι, οι οποίοι προφανώς δεν είχαν καμιά σχέση ούτε με Τόσκηδες, ούτε με Γκέκηδες, ούτε με Κοσσοβάρους!
4. Οι γνώσεις για την ελληνική προϊστορία ήσαν στα σπάργανα και οι ιστορικοί της εποχής του Θωμόπουλου προσπαθούσαν να την ανασυνθέσουν στηριζόμενοι κατά κύριο λόγο στις αλληλοσυγκρουόμενες πληροφορίες των αρχαίων πηγών. Ακόμη και ο κορυφαίος την εποχή εκείνη Έλληνας ιστορικός Κ. Παπαρρηγόπουλος υποστήριζε ότι: «Οι Έλληνες ανήκουν εις την Ινδοευρωπαϊκήν ή Ινδογερμανικήν φυλήν και ιδίως εις εκείνην την υποδιαίρεσιν αυτής, ήτις φέρει το όνομα του Ελληνολατινικού ή Πελασγικού κλάδου…»!
5. Η Αρχαιολογία, η Γλωσσολογία, η Παλαιοανθρωπολογία, η Εθνολογία κ.λπ. ήσαν σε νηπιακή κατάσταση, οι δε σύγχρονες επιστημονικές μέθοδοι της ραδιοχρονολόγησης, της θερμοφωταύγειας, της γλωσσοχρονολόγησης κ.λπ. ήσαν άγνωστες.
Όλα τα παραπάνω αποτελούν ίσως επαρκείς δικαιολογίες για τα λάθη και ασυναρτησίες του Θωμόπουλου, αλλά δεν δικαιολογούν τα πάντα, όπως το να ισχυρίζεσαι και να υποστηρίζεις απόψεις που αντιβαίνουν στην κοινή λογική. Η μονομανία αποκρυπτογράφησης μυστηριωδών επιγραφών είναι μέσα στην φύση του ανθρώπου, αλλά το να προσπαθείς να πείσεις ότι αυτά τα «γλωσσολογικά παιχνίδια» αποτελούν αναμφισβήτητες και ατράνταχτες βεβαιότητες αποτελούν τουλάχιστον τυχοδιωκτισμό, επιστημονικό ή όχι, αδιάφορα. Και όμως υπάρχουν πάμπολλα άτομα που θεωρούν σχεδόν θέσφατα αυτές τις αστειότητες του Θωμόπουλου και τις αναπαράγουν με κάθε ευκαιρία.
Στο βιβλίο του Θωμόπουλου συναντούμε άφθονες «μη-συμβατικές» αστειότητες περί Λελέγων (που συγχέονται κλασσικά με τους Κάρες), περί αυτοχθόνων Πελασγών, περί Χετταίων που ξαφνικά χάνουν το ένα ταυ και την δασύτητα της πρώτης συλλαβής και μετατρέπονται σε Ετέους – Ετεούς – Ετεόκρητες δηλ. «Χεταίους Κρήτες» (!!!), δηλ. Πελασγούς (!!!) και άλλα πολλά. Για τους Χετταίους μάλιστα ο Θωμόπουλος αφιερώνει ένα πολυσέλιδο Παράρτημα (ό.π. σελ. 566 - 684) όπου σε έναν κυκεώνα λανθασμένων ετυμολογήσεων, παρετυμολογήσεων και παρερμηνειών, οι βασιλείς της Ουραρτού (σ.σ. του 9ου και 8ου αιώνα π.Χ.) μετατρέπονται σε «Χεταίους» (σ.σ. που είχαν ήδη εξαφανισθεί από τις αρχές του 12ου αιώνα π.Χ.), δηλ. σε Πελασγούς, οι Φρύγες θεωρούνται «λαός Χεταίων», όπως και οι Κίλικες, οι Μυσοί, οι Φιλισταίοι (!), οι Λύκιοι και δεν ξέρω ποιοί άλλοι ακόμα. Και το ωραιότερο: «…οι Ετεόκρητες, οι Λύκιοι, Κίλικες, Μυσοί και λοιποί εν Μικρά Ασία Πελασγοί απεδείχθησαν παρ’ ημών εκ της γλώσσης φύλα Ινδογερμανικά…» (ό.π. σελ. 568), για εκείνους τους «μη-συμβατικούς» ελαφρόμυαλους που απορρίπτουν την «αντεθνική Ινδογερμανική ή Ινδοευρωπαϊκή θεωρία», αλλά υποστηρίζουν τις Αλβανοπελασγικές σαπουνόφουσκες.
Τελειώνω με ένα αληθινό «μη-συμβατικό» διαμάντι:
«…του δε ονόματος των Λελέγων εν τη Πελασγική σημαίνοντος αυτό τούτο το Ελληνικόν των Πελασγών ή Πελαργών, οι συγγενείς προς τους Λέλεγας Κάρες και οι τούτων αδελφοί Λυδοί και Μυσοί υποδεικνύονται ούτω ως Πελασγοί…» («Πελασγικά», σελ. 153) δηλ. «το όνομα των Λελέγων στην Πελασγική γλώσσα σημαίνει ό,τι και στην Ελληνική οι ονομασίες Πελασγοί ή Πελαργοί. Άρα, αφού Λέλεγες=Πελασγοί τότε και οι συγγενείς των Λελέγων Λυδοί και Μυσοί είναι Πελασγοί» !!!
Και πώς προκύπτει ότι Λέλεγες=Πελασγοί; Απλούστατα επειδή στην Αλβανική λιελιέκ = πελαργός και επομένως Λέλεγες=Πελαργοί=Πελασγοί !!!
Δεν σταματάει όμως εδώ ! Σε σχετική υποσημείωση ισχυρίζεται ότι η γνήσια ελληνική λέξη για τον πελαργό είναι «λελέκι», την οποία χρησιμοποιούν και οι «Μωαμεθανοί Μικρασιάτες Ελληνο-πελασγοί, οι λεγόμενοι Τούρκοι» (!!!) «αλβαν. λjελjέκ “πελαργός”, το ημέτερον λελέκι, εν χρήσει παρά τοις Μωαμεθανοίς Μικρασιάταις Ελληνοπελασγοίς τοις λεγομένοις Τούρκοις».
Αναρωτιέμαι αν ο Θωμόπουλος μέσα στην πολυγλωσσία του ξέχασε ότι η αλβανική λέξη προέρχεται από την αντίστοιχη τουρκική (με αραβική καταγωγή) λέξη leylek (βλ. Redhouse mini dictionary, Istanbul 1984), απ’ όπου και το ελληνικό γλωσσικό «δάνειο» λελέκι ή σκόπιμα άλλαξε την σειρά των δανείων για να ταιριάξουν στους συλλογισμούς και τις θεωρίες του;
Το συμπέρασμα είναι ένα: Τέτοιου είδους «πονήματα» όπου Έλληνες, Αλβανοί, Τούρκοι, Λέλεγες, Πελασγοί και δεν συμμαζεύεται, γίνονται ένας ακαθόριστος και άμορφος εθνολογικός χυλός ή κατά τους «Μωαμεθανούς Μικρασιάτες Ελληνοπελασγούς» ένας αχταρμάς, είναι πέρα από οποιαδήποτε κριτική και σοβαρή συζήτηση. Τα θεωρώ μάλιστα ιδιαίτερα επικίνδυνα για αναγνώστες που κατά πάσα πιθανότητα δεν έχουν ασχοληθεί ποτέ με τέτοια θέματα και έτσι αγνοούν βασικά στοιχεία των γλωσσολογικών, αρχαιολογικών, ιστορικών, εθνολογικών παραμέτρων που εμπλέκονται στα ζητήματα αυτά (όπως π.χ. ότι οι Λέλεγες ουδεμία γλωσσολογική ή εθνολογική σχέση είχαν με τους Λυδούς και τους Μυσούς και πολύ περισότερο με τους Κάρες) και υπάρχει ο φόβος «να πάθουν την πλάκα τους» κατά την λαϊκή έκφραση ή ακόμη χειρότερα να προσβληθούν από αυτό που αποκαλώ «σύνδρομο του Βασιλάκη».
Εξηγώ αμέσως τι είναι αυτό το «σύνδρομο».
Στο κυλικείο ενός μεγάλου κτιρίου που στέγαζε διάφορες κρατικές Υπηρεσίες εργαζόταν ως βοηθός καφετζή ο Βασιλάκης, ένα εργατικό, πρόθυμο και πανέξυπνο παιδί που λόγω οικονομικών προβλημάτων είχε τελειώσει με δυσκολία την δευτεροβάθμια εκπαίδευση και το όνειρό του ήταν κάποια μέρα να καταφέρει να πάει σε μια Σχολή Αξιωματικών Εμπορικού Ναυτικού και στην συνέχεια να «μπαρκάρει» σε κάποιο καράβι.
Μια μέρα, πριν από χρόνια, σε ένα γραφείο αυτού του κτιρίου έτυχε να συζητάμε στην διάρκεια του «πρωινού καφέ» για την κατάντια της περιοχής, η οποία, ενώ διέθετε σημαντικούς αρχαιολογικούς χώρους, δεν διέθετε ένα αξιοπρεπές Μουσείο ώστε να στεγασθούν τα πολλά και αξιόλογα ευρήματα που κατά καιρούς είχαν ανακαλυφθεί σε διάφορες τοποθεσίες. Συμπτωματικά, μπήκε κάποια στιγμή στο γραφείο και ο Βασιλάκης για να μαζέψει τα άδεια ποτήρια και φλυτζάνια από νερά και καφέδες που είχε φέρει προηγουμένως. Ενώ συνήθως έκανε αυτήν την δουλειά με γρηγοράδα και εξαφανιζόταν ώστε να προλάβει και τα υπόλοιπα γραφεία, μόλις άκουσε την συζήτησή μας «έστησε αυτί» και με μεγάλη προσοχή παρακολουθούσε το τι λέγαμε. Όταν η κουβέντα ξεστράτισε (όπως συνήθως γίνεται σε τέτοιου είδους συζητήσεις) σε άλλα θέματα (αν θυμάμαι καλά για την αδυναμία εντοπισμού του τάφου του Μ. Αλεξάνδρου ή κάτι παρόμοιο) ο Βασιλάκης ξαφνικά ξεσπάθωσε: «Ξέρουν πού βρίσκεται ο τάφος αλλά δεν αφήνουν να βρεθεί!» δήλωσε ο Βασιλάκης. Έκπληκτοι για την απροσδόκητη αυτήν παρέμβαση η αντίδρασή μας ήταν ταυτόχρονη και ομόφωνη: «Ποιοί ρε Βασιλάκη;».
Τότε ο Βασιλάκης, μας έκανε μια μίνι-διάλεξη περί σκοτεινών ανθελληνικών κύκλων, που πολεμούν κάθε τι ελληνικό, που διαδίδουν θεωρίες περί Ινδοευρωπαίων για να «κρύψουν» ότι εμείς οι Έλληνες είμαστε αυτόχθονες και ο αρχαιότερος λαός του κόσμου, ότι όλες οι γλώσσες του κόσμου προέρχονται από την ελληνική που είναι η «μεγαλύτερη» γλώσσα με 100.000.000 λέξεις και άλλα τέτοια, χωρίς να δέχεται αντίλογο ούτε για αστείο, όντας βέβαιος ότι ήταν «γνώστης» πραγμάτων που εμείς οι «αμύητοι» δεν «χαμπαριάζαμε». Εγώ τουλάχιστον έμεινα αποσβολωμένος. Το μόνο που κατάφερα ήταν να ψελλίσω: «Και που τα έμαθες αυτά βρε Βασίλη;». Την απάντησή του δεν θα την ξεχάσω ποτέ: «Παρακολουθώ τις εκπομπές του τάδε (γνωστού μη-συμβατικού αερολόγου) και όταν μου περισσεύει κανένα φράγκο αγοράζω βιβλία για να μάθω» μας αποκάλυψε, αναφέροντας μάλιστα καμιά δεκαριά τίτλους βιβλίων «μη-συμβατικής» μπουρδολογίας.
Πέταξα ένα «μάλιστα» και σταμάτησα την συζήτηση. Έμεινα σιωπηλός για αρκετή ώρα αναλογιζόμενος την πνευματική σύγχυση στην οποία είχε περιπέσει ο Βασιλάκης και την μεταμόρφωσή του σε έναν φανατικό «ξεραόλα» μπουκωμένο με «μη-συμβατικές» άχρηστες αηδίες τις οποίες πιστεύει για αδιαμφισβήτητες αλήθειες («το σύνδρομο του Βασιλάκη»), πληρώνοντας έτσι το τίμημα για το «έγκλημά» του, που δεν ήταν άλλο από το ότι διψούσε «να μάθει» αυτά που ουδείς ενδιαφέρθηκε να του διδάξει στο σχολείο με σοβαρότητα και «μεράκι»: Την Ιστορία της χώρας του, την προϊστορία και το απώτερο παρελθόν της, την καταγωγή του λαού της, την γλώσσα και την ιστορία της, την σχέση της με άλλες γλώσσες, το γιατί εκτιμούν οι άλλοι λαοί αυτά που είπαν κάποιοι αρχαίοι στοχαστές και τα οποία ουδείς Βασιλάκης πρόκειται να διδαχθεί (πλην ίσως σπανιοτάτων εξαιρέσεων) σε ελληνική σχολική αίθουσα δημοσίου εκπαιδευτηρίου.
Από τότε αποφάσισα να «κράζω» και να «ξεφωνίζω» κάθε «μη-συμβατικό» καραγκιόζη, καλοπροαίρετο ή απατεώνα, «ψώνιο» ή «ελληνέμπορα», αφελή ή τσαρλατάνο και όλους εκείνους που εκμεταλλευόμενοι την φιλομάθεια ή έστω την αφέλεια κάποιων, όχι μόνον κερδοσκοπούν εις βάρος συνελλήνων, αλλά προκαλούν και ανεπανόρθωτη ζημιά στον διανοητικό και μορφωτικό ορίζοντά τους με τα πνευματικά σκουπίδια που τους «πασάρουν».
Οι κομπογιαννίτες…
Όσο για τους «Βασιλάκηδες» δυστυχώς οι περιπτώσεις τους είναι κατά κανόνα ανίατες. Στερούμενοι των αναγκαίων και ικανών προϋποθέσεων (απουσία επιστημονικού υποβάθρου, αδυναμία κατανόησης του γεγονότος ότι στην επιστήμη σπάνια υπάρχουν εύκολες και απλές θεωρίες, άγνοια επιστημονικής μεθοδολογίας και δεοντολογίας, προσωπικός εγωϊσμός και φανατισμός που συνοδεύει τους νεοφώτιστους κ.λπ.) δεν επιτρέπουν αμφισβητήσεις των «αληθειών» που κατέχουν, ίσως επειδή αντιλαμβάνονται ενδόμυχα ότι το «μη-συμβατικό» οικοδόμημά τους είναι σαθρό και ετοιμόρροπο, οπότε καταρρέοντας θα τους εξισώσει και πάλι με τους «αμύητους».
Ακόμη χειρότερες είναι οι περιπτώσεις των «Βασιλάκαινων», οι οποίες όχι μόνον δεν δέχονται συζήτηση, αλλά περνούν στην επίθεση με καταιγισμό «επιχειρημάτων» (συνήθως ασχέτων ή ανοήτων), καταγγέλλοντας και κατηγορώντας όσους τολμούν να αμφισβητήσουν τις ασυναρτησίες τους ως όργανα «σκοτεινών κύκλων», ανθέλληνες, πράκτορες ξένων κέντρων και άλλα τέτοια.
Μια τέτοια «Βασιλάκαινα» συνέγραψε και «βιβλίο» με τον πομπώδη τίτλο «Πελασγοί, η καταγωγή των Ελλήνων», όπου πέρα από το αναμάσημα και την αντιγραφή των Θωμοπούλειων φληναφημάτων και των κωμικοτραγικών «αποκρυπτογραφήσεών» του των διαφόρων επιγραφών της Λήμνου, των Ετεοκρητικών, Καρικών, Ετρουσκικών και «Χετταϊκών» (sic!) επιγραφών (*), αντιγράφει λίγο και από Ι. Πασσά και Ξέρξη Λίβα (βλ. σχετικά στο αμέσως παρακάτω μέρος 3γ), ενώ προσθέτει διακριτικά και την συμβολή της με τα δικά της επιχειρήματα, τα οποία θεωρώ ότι είναι ανεπανάληπτα και κυριολεκτικά «σπάζουν κόκκαλα».
________________________
(*) Για τις «Χετταϊκές» επιγραφές, όπως επισημαίνει η συγγραφεύς, «η ιερογλυφική γραφή τους μοιάζει καταπληκτικά με την Ιερογλυφική γραφή του Δίσκου της Φαιστού», ισχυριζόμενη μάλιστα, παραθέτοντας σχετικες φωτογραφίες των δύο γραφών, ότι «η προέλευση της Χετταϊκής γραφής από την γραφή του Δίσκου της Φαιστού είναι ολοφάνερη»!!! Πρόκειται για ανερυθρίαστη αντιγραφή από την «Εγκυκλοπαίδεια ΗΛΙΟΣ» (τόμ. ΕΛΛΑΣ, σελ. 78) και τις ανυπόστατες θεωρίες του Ι. Πασσά (βλ. παρακάτω). Σημειώνω απλώς ότι αυτές οι «Χετταϊκές» επιγραφές δεν έχουν σχέση με τους πραγματικούς Χετταίους. Πρόκειται για επιγραφές με χρήση της λεγόμενης «Λουβικής» ιερογλυφικής, που χρησιμοποιήθηκε (μεταξύ 1000-700 π.Χ.) στα αποκαλούμενα «Νεοχιττιτικά κρατίδια», τα οποία δημιουργήθηκαν στις περιοχές της Β. Συρίας και ΝΑ Μικράς Ασίας, μετά την κατάρρευση και εξαφάνιση (γύρω στο 1200 π.Χ.) της Χιττιτικής αυτοκρατορίας.
Ας απολαύσουμε ορισμένα από τα χαρακτηριστικότερα:
"...Ήδη από την «Εισαγωγή» μας προϊδεάζει για το τι θα επακολουθήσει. Εκεί θέτει και το αγωνιώδες ερώτημα: «Ποιοι ήταν οι Πελασγοί;» Άδικα λοιπόν πονοκεφάλιαζαν δεκάδες επιστήμονες και ακόμα περισσότεροι «μη-συμβατικοί» αερολόγοι να βρουν την απάντηση. Η συγγραφέας μας κατέχει την μοναδική «αλήθεια» και θα μας την αποκαλύψει στις σελίδες του βιβλίου της. Πρώτα όμως πρέπει να μάθουμε ορισμένα πράγματα, τα οποία αγνοεί η παγκόσμια επιστημονική κοινότητα:
«…Για την ταυτότητά τους (σ.σ. των Πελασγών) έχουν διατυπωθεί περίπου …είκοσι θεωρίες και υποθέσεις! Σήμερα επικρατούσα είναι η θεωρία ότι οι Πελασγοί ήταν λαός «ινδοευρωπαϊκός»!!
Πέρα απ’ τους αρχαίους Έλληνες συγγραφείς, οι οποίοι σαφώς τονίζουν το αυτόχθον των Πελασγών (σημ. ΔΕΕ: προφανώς αγνοεί εκείνους που «τόνιζαν» το ετερόχθον των Πελασγών) και πέρα από τα αρχαιολογικά δεδομένα (σημ. ΔΕΕ: ποια είναι αυτά;), τα περί «ινδοευρωπαϊκής» προελεύσεώς τους ανατρέπονται (σημ. ΔΕΕ: προσέξτε καλά αυτό το «επιχείρημα») και από τις τότε κλιματολογικές συνθήκες Δύσης και Ανατολής! Γιατί μέχρι προ 15.000 χρόνων τα βόρεια κράσπεδα της Γερμανίας καλύπτονταν από πάγους, η δε υπόλοιπη Ευρώπη και η βόρεια Βαλκανική μέχρι το 7.000 π.Χ. αποπνίγονταν (σημ. ΔΕΕ: sic) από αδιάβατα και ακατοίκητα δάση, τα οποία αναπτύχτηκαν οργιωδώς (σημ. ΔΕΕ: οργιωδώς, βεβαίως, βεβαίως), λόγω της μεγάλης υγρασίας από την τήξη των πάγων (σημ. ΔΕΕ: αν και το θεωρώ, όπως εξήγησα παραπάνω, χαμένο κόπο, εν τούτοις θα προέτρεπα την συγγραφέα να μελετήσει τους Χάρτες 1, 2 και 4 του παρόντος). Μέχρι το 7.000 π.Χ επίσης από την Βαλτική μέχρι τα Ιμαλάϊα οι παγετώνες, τα έλη και τα αδιαπέραστα δάση εμπόδιζαν την επικοινωνία των Ασιατικών φυλών με το Αιγαίο…
…Όλα τα παραπάνω, εκτός φυσικά από τα αρχαιολογικά δεδομένα (σημ. ΔΕΕ: ποια;), αποκλείουν κάθε «εισβολή» από Βορρά, Δύση και Ανατολή!
…Αυτός είναι και ο σκοπός της εργασίας αυτής. Να παραθέσει, δηλαδή, όλα τα στοιχεία της αρχαιολογικής σκαπάνης, τα οποία επιβεβαιώνουν τους αρχαίους Έλληνες συγγραφείς, που παραδίδουν τους Πελασγούς (σημ. ΔΕΕ: κακόμοιροι Πελασγοί, τι έμελλε να πάθετε!) ως γηγενείς και τους ταυτίζουν με τους Έλληνες…».
Ακολουθούν Κεφάλαια για την «Ιστορική παράδοση», όπου καταλήγει στο συμπέρασμα ότι «…η γλώσσα, η θρησκεία, τα ήθη και τα έθιμα του Πελασγικού κόσμου αποδεικνύονται Ελληνικά, όπως και ο πολιτισμός του, που τα τελευταία χρόνια έφερε στο φως η αρχαιολογική σκαπάνη…» (σημ. ΔΕΕ: τίποτε βέβαια δεν αποδεικνύεται παρά μόνον στην φαντασία της «συγγραφέως». Όσο για την αρχαιολογική σκαπάνη ας το αφήσουμε), για την «Πελασγική γραφή της Λήμνου», με την «μετάφραση» της οποίας μέσω της …Αλβανικής γελάει κάθε πικραμένος, για τις «Ετεοκρητικές επιγραφές» όπου ο περίφημος γραμματικός και λεξικογράφος του 5ου αιώνα μ.Χ. Ησύχιος ο Αλεξανδρεύς και το πολυτιμότατο Λεξικό του (ό,τι διασώθηκε) κατακρεουργούνται με ερμηνείες «τραβηγμένες από τα μαλλιά», για την «Γραμμική γραφή Β», η αποκρυπτογράφηση της οποίας «…έδωσε τρομερό χτύπημα στο διεθνές και ντόπιο “πνευματικό” κατεστημένο, που με τις ψευδολογίες του προσπαθούσε και προσπαθεί να μειώσει την πνευματική (;) επιστημονική (;) και καλλιτεχνική πρωτοπορία του λαού μας..» και κλείνει το Α΄ μέρος με ένα παραληρηματικό Κεφάλαιο για τα «Άλλα πελασγικά φύλα», όπου σύμφωνα με την συνταγή Θωμόπουλου γίνεται το «έλα να δεις» με ένα απίθανο ανακάτωμα από Κάρες ή Λέλεγες, Τυρρηνούς ή Ετρούσκους, Χετταίους, Αχαιούς, Βανικές (!) επιγραφές και το «κακό συναπάντημα».
Το Β΄ μέρος ασχολείται με την Τέχνη και τον Πολιτισμό, αλλά ομολογώ ότι φοβήθηκα να το διαβάσω, μια και είμαι σε κρίσιμη ηλικία και τα εγκεφαλικά καραδοκούν!
Κράτησα τα πιο ωραία για το τέλος:
«…Παραθέτουμε στη συνέχεια ενδεικτικά ένα μικρό (σημ. ΔΕΕ: ευτυχώς!) ετρουσκικό Λεξιλόγιο, στο οποίο φαίνεται καθαρά η Ελληνικότητα της γλώσσας των Πελασγών Τυρρηνών ή Ετρούσκων:
φρουντα = βρεντή = βροντή (σημ. ΔΕΕ: και γιατί όχι φούντα ή φρούδα;)
λουπου ή λουπουκε = αναπαύτηκε, πέθανε. ΗΣΥΧΙΟΣ: (λοφώ) ελώφησε = έληξε (σημ.ΔΕΕ: !)
αρακος = ιάραξ γεράκι (σημ. ΔΕΕ: και γιατί όχι αρακάς;)
σβάλκε = σβέννυμι = σβήνω με την σημασία του πεθαίνω (σημ. ΔΕΕ: !!!)
λαπ = λάπτω = πίνω. Ο Ησύχιος λάπτοντες ονομάζει τους ροφούντας. Λάπτης = οινοπότης
(σημ. ΔΕΕ: προφανώς από εδώ προέκυψε και ο ελληνικότατος όρος «λαπ-τοπ» των φορητών υπολογιστών, που σέρνουν μαζί τους όλοι οι σεβόμενοι τον εαυτό τους μανατζερίσκοι, ακόμα και στα μπαράκια, «ροφούντες» [λάπτοντες] τα ουϊσκάκια τους) - (ό.π. σελ. 68).
Και το αποκορύφωμα:
«…Όπως στις Καρικές επιγραφές, έτσι και στις Ετρουσκικές βρίσκουμε πολλά οικογενειακά ονόματα, όμοια προς τα σημερινά Ελληνικά.
Παραθέτουμε ένα πίνακα:
Βερου σήμερα Βέρας
Ζικου σήμερα Ζήκος
Ζουλου σήμερα Ζούλας
Κατσιου σήμερα Κατσής
Κουνου σήμερα Κούνος
Λαρου σήμερα Λιάρος
Ραναζου σήμερα Ρένεσης
Σούσου σήμερα Σούτσος
Χάνου σήμερα Χάνος» (ό.π. σελ. 69)
Όπερ έδει δείξαι…
(Από το βιβλίο του Δημήτρη Ε. Ευαγγελίδη: «"Μη-συμβατικές" θεωρίες:
Οι κερδοσκόποι του "ελληνισμού" και ο φενακισμός των αφελών»)