βλ.
βλ.
βλ.
Αυτή η υπόθεση της «εισβολής» υποστηρίζει ότι οι νεοφερμένοι υπήρξαν οι δημιουργοί του πολιτισμού Διμήνι και κατακτητές του πολιτισμού Σέσκλου74, γύρω στο 5000 π.Χ. Πραγματικά, όπως έχει διαπιστωθεί από την αρχαιολογική έρευνα, προς το τέλος της Μέσης Νεολιθικής υπήρξε ταυτόχρονη καταστροφή πολλών οικισμών της Θεσσαλίας. Στο Σέσκλο ο οικισμός ερημώνεται. Επί πλέον οι υποστηρικτές αυτής της υπόθεσης ισχυρίζονται ότι η διαφορετική φυλετική προέλευση των κατοίκων του Σέσκλου και του Διμηνιού αντικατοπτρίζεται και στις πολιτισμικές διαφορές που χαρακτηρίζουν αυτές τις δύο νεολιθικές κοινωνίες. Η απουσία όμως ανθρωπολογικών λειψάνων κάνει την οποιαδήποτε υπόθεση για τα γεγονότα της εποχής αδύναμη, ασαφή και μη πειστική.
Το συμπέρασμα λοιπόν που προκύπτει, σύμφωνα με τον καθηγητή Λυριτζή, είναι ότι οι νεολιθικοί κάτοικοι στο Σέσκλο και στο Διμήνι συνυπήρχαν τουλάχιστον για 400 χρόνια και επομένως δεν προκύπτει κάποια κατάκτηση ή εισβολή.
Έτσι, αναγκαστικά περιοριζόμαστε στο σπουδαιότερο διαγνωστικό στοιχείο που διαθέτουμε, την Κεραμική, όπου εντοπίζεται η εισαγωγή του μελανού (μαύρου) και γενικά σκοτεινού χρώματος στην διακόσμηση των αγγείων, κάτι που αποτελεί χαρακτηριστικό γνώρισμα της Νεώτερης Νεολιθικής.
Στην πρώιμη Νεώτερη Νεολιθική (Νεώτερη Νεολιθική Ι, περίπου 5300-4800 π.Χ.) κυριαρχεί η γκρίζα, μονόχρωμη ή διακοσμημένη (Τσαγγλί) και η μαύρη στιλπνή κεραμική (Λάρισα). Η ανεύρεση των δύο αυτών κεραμικών ρυθμών στον ίδιο στρωματογραφικό ορίζοντα σε πρόσφατες ανασκαφές στην Πλατιά Μαγούλα Ζάρκου και το Μακρυχώρι 2 τοποθετεί την φάση Λάρισα στην αρχή της Νεώτερης Νεολιθικής και όχι στο τέλος της, όπως πιστευόταν παλαιότερα.
Στις αρχές της Νεώτερης Νεολιθικής απαντά επίσης η μαύρη γραπτή διακόσμηση πάνω στην ερυθρή επιφάνεια του αγγείου, η πολύχρωμη και η αμαυρόχρωμη (θαμπή) κεραμική (matt painted), που είναι ευρύτατα διαδεδομένη σε ολόκληρο τον αιγαιακό χώρο. Στην επόμενη φάση Αράπη χαρακτηριστική είναι η γραπτή διακόσμηση με μαύρο ή λευκό χρώμα σε ερυθρό βάθος, καθώς και η εμφάνιση για πρώτη φορά της σπείρας ως διακοσμητικό θέμα, που μέλλει να κυριαρχήσει κατά την Νεώτερη Νεολιθική ΙΙ, περίπου 4800-4500 π.Χ. (βλ. Εικόνα παρακάτω).
Nεολιθικό αγγείο από το Διμήνι
Η Νεώτερη Νεολιθική ΙΙ είναι γνωστή και ως
πολιτισμός Διμηνίου, αφού στα αρχαιολογικά κατάλοιπα του Διμηνίου Βόλου καταγράφηκαν πλήρως όλα τα στοιχεία που χαρακτηρίζουν την πολιτιστική φυσιογνωμία της Θεσσαλίας κατά την χρονική αυτή περίοδο. Η κεραμική παραγωγή των κυρίως διμηνιακών φάσεων στην Θεσσαλία, γνωστών ως
Αγία Σοφία,
Οτζάκι και
Κλασσικό Διμήνι, πιστοποιεί την συνέχεια από τις προηγούμενες φάσεις. Η γραπτή (μαύρο σε υπόλευκο) και εγχάρακτη κεραμική του Κλασσικού Διμηνίου αποτελεί το αποκορύφωμα της νεολιθικής κεραμικής τέχνης. Στα διακοσμητικά θέματα κυριαρχούν η σπείρα και το αβακωτό, ενώ η εγχάρακτη κεραμική αντλεί διακοσμητικά θέματα και από την υφαντική και την ψαθοπλεκτική.
Μια εντελώς νέα τεχνική, που εντοπίζεται κυρίως στην αιγαιακή Θράκη και στην ανατολική Μακεδονία κατά την Νεώτερη Νεολιθική, είναι η διακόσμηση με γραφίτη. Αυτή η τεχνική κυριαρχεί στις βορειότερες περιοχές (σημερινή Βουλγαρία και ανατολική Ρουμανία), τις οποίες καλύπτει ο λεγόμενος πολιτισμός της Γκουμέλνιτσα (Gumelnitşa, μια τοποθεσία στην βόρεια όχθη του Δούναβη, περίπου 50 χλμ. ΝΑ από το Βουκουρέστι), που έφθασε σποραδικά μέχρι την Θεσσαλία.
Ο νεολιθικός οικισμός στο Διμήνι
Όπως έχει τονισθεί: «…
το “Διμήνι” δεν έχει καμμιά σχέση με την Ανατολή, ούτε με το Νότο (Κυκλάδες). Τα ρεύματα που συνετέλεσαν στη διαμόρφωσή του είναι πιθανώς βορειοανατολικά. Ακριβώς το ίδιο ισχύει και για τον “Πολιτισμό του Ραχμανίου” (τη Χαλκολιθική της Θεσσαλίας), που θα μπορούσε να χαρακτηρισθή θρακικός ή πρωτοθρακικός…»
76.
Στο σημείο αυτό κρίνουμε χρήσιμη την παράθεση αποσπάσματος από την «Ιστορία του Ελληνικού Έθνους», ένα εγκυρότατο συλλογικό έργο κορυφαίων Ελλήνων και ξένων ιστορικών, το οποίο αναφέρεται στην Νεολιθική στις ΒΔ περιοχές του ελλαδικού χώρου77:
«…Σε αντίθεση με την Παλαιολιθική περίοδο, τα ίχνη του Νεολιθικού πολιτισμού στην Ήπειρο είναι ελάχιστα, γεγονός που αποδίδεται σε έντονες κλιματολογικές μεταβολές και πληθυσμιακές μετακινήσεις στα τέλη της Νεώτερης Παλαιολιθικής. Οπωσδήποτε, οι αρχαιολογικές ενδείξεις επιβεβαιώνουν την αδιάκοπη κατοίκηση από την Παλαιολιθική μέχρι την Νεώτερη Νεολιθική περίοδο. Η πλειονότητα αυτών των θέσεων έχει αποδώσει λιθοτεχνία και κεραμεική, ενώ ελάχιστοι είναι οι διαπιστωμένοι οικισμοί, όπως στον λόφο Μπαρλέτα του Ωρωπού78, όπου ήλθαν στο φως θεμέλια καλυβών, κεραμεική, μικρολιθικά εργαλεία και αξίνες.
Είναι φανερό ότι οι νεολιθικοί κάτοικοι της Ηπείρου εξακολούθησαν να ζουν σε σπήλαια (Σίδερη Φιλιατών, Μελιγγοί, Καστρίτσα), ενώ παράλληλα αναπτύχθηκαν στις παρυφές των ελωδών πεδιάδων και των λιμνών, καθώς και στις κοιλάδες των ποταμών (Αμμότοπος, Παληορόφορο, Λούρος, Ωρωπός, Γεωργάνοι, Έλαφος, Παραμυθιά, Ασφάκα, Παλιόπυργος Πωγωνίου), έχοντας ως κύριες ασχολίες την κτηνοτροφία, την γεωργία, την αλιεία και το κυνήγι. Παρόμοια είναι η χωροταξική κατανομή των νεολιθικών θέσεων και στην Βόρεια Ήπειρο, με την μεγαλύτερη συγκέντρωση οικισμών στην περιοχή της λίμνης Λυχνίτιδος (Αχρίδος) και των Πρεσπών (Ποτγόρια, Δουναβέκι, Μαλίκη, Μπάρτσι, Τρένι, Μπουρίμα), καθώς και στις κοιλάδες των ποταμών Αώου και Άψου (Τσοκράνι, Βλούση, Καμενίκι). Οι νεολιθικές θέσεις της Βορείου Ηπείρου, όπως άλλωστε και αυτές της νότιας, ανήκουν πολιτιστικά στον Αιγαιακό χώρο καθ’ όλη την διάρκεια αυτής της περιόδου, όπως καταδεικνύουν οι έντονες τυπολογικές ομοιότητες της κεραμεικής τους με αυτήν της Νέας Νικομήδειας στην Μακεδονία, του Σέσκλου και του Διμηνίου στην Θεσσαλία και της Ελάτειας στην Βοιωτία. Αντιθέτως, διαφοροποιημένη εμφανίζεται η κεραμεική των νεολιθικών θέσεων Β του ποταμού Γενούσου και των Πρεσπών (Γκραδέτς, Σετούς, Μπουρίμ, Κλος), η οποία προσομοιάζει σε αυτήν των βορειοκεντρικών Βαλκανίων και των Δαλματικών ακτών…».79
Ολοκληρώνουμε αυτό το κεφάλαιο με τα υπάρχοντα στοιχεία για την Ενεολιθική (Χαλκολιθική) περίοδο στον χώρο της σημερινής Αλβανίας. Τα περισσότερα ευρήματα προέρχονται από την σπουδαία προϊστορική θέση του Μαλίκη (Maliq), στην οποία έχουμε αναφερθεί και παραπάνω. Ειδικότερα, η φάση Maliq ΙΙ απέδωσε πλούσια ευρήματα από τα οποία συλλέχθηκαν πολύτιμες πληροφορίες για την περίοδο αυτήν. Τα υλικά κατασκευής των εργαλείων που εντοπίσθηκαν στα ενεολιθικά στρώματα στο Maliq ΙΙ είναι λίθοι, οστά, κέρατα, ψημένος πηλός, ξύλο, σε ορισμένες μάλιστα περιπτώσεις και χαλκός. Χαρακτηριστική είναι και η κεραμική αυτής της περιόδου: Γκρίζα ή γκρίζα–μαύρη σε διάφορα σχήματα και ποικιλία διακοσμήσεων, όπως γραπτή, εγχάρακτη, κάλυψη με επίστρωση (encrusted) και ανάγλυφη.
Τα πήλινα ειδώλια αποτελούν ένα ακόμη χαρακτηριστικό του Maliq ΙΙ, τα οποία ποικίλλουν στην μορφή και στο σχήμα. Κάποιες ιδιαιτερότητες αυτών των ειδωλίων (όπως π.χ. η οπή ανάμεσα στους ώμους, όπου στην συνέχεια στερέωναν το κεφάλι, που κατασκευαζόταν ξεχωριστά) έχουν εντοπισθεί και σε γειτονικούς αρχαιολογικούς πολιτισμούς, κυρίως στην Πελαγονία, αλλά και στον επίσης χαλκολιθικό πολιτισμό του Ραχμανίου της Θεσσαλίας, στον οποίο είχαμε αναφερθεί προηγουμένως.
Διακρίνονται δύο φάσεις, η αρχαιότερη Maliq ΙΙa και η νεώτερη Maliq IIb.
Στην πρώτη και αρχαιότερη φάση τα πλέον χαρακτηριστικά γνωρίσματα της κεραμικής της είναι τα εξογκώματα, είτε με μορφή θηλής (nipple), οι οποίες είναι διευθετημένες πιο συχνά καθέτως, κάτω από το χείλος του αγγείου, είτε με μορφή κυρτού κομβίου (convex button), σε κάποιες περιπτώσεις χρωματισμένα με μια σκόνη ερυθρά, κάτι που υπενθυμίζει τον τρόπο χρωματισμού των αγγείων τύπου ρυτού του πολιτισμού Τσοκράνι (Cakran) της Μέσης Νεολιθικής, στον οποίο έχουμε αναφερθεί προηγουμένως.
Στην κεραμική της επόμενης φάσης Maliq IIb, η έντονη τάση για μείωση αυτών των πρόσθετων στοιχείων στην επιφάνεια των αγγείων, εξισορροπείται από μια γενικευμένη χρήση αυλακώσεων (βλ. Εικόνα, τελευταία σειρά) σε μια μεγάλη ποικιλία τύπων και τεχνικής επιδεξιότητας στην εκτέλεση.80
Τύποι αγγείων από ανασκαφικά στρώματα της Χαλκολιθικής
στο Μαλίκη (Maliq II)
Εξετάζοντας τα ευρήματα της περιόδου Maliq ΙΙ διαπιστώνεται ότι συνδέονται με τις εξελίξεις των τελικών φάσεων του πολιτισμού Βίντσα (Vinča) των κεντρικών περιοχών της χερσονήσου του Αίμου (βλ. υποσημ. 66), ενώ τα χρησιμοποιούμενα υλικά (ιδίως ο χαλκός) παρουσιάζουν αναλογίες με αυτά που χρησιμοποιούσαν σε οικισμούς της Τελικής Νεολιθικής στην Μακεδονία, αλλά και στην Θεσσαλία, ιδιαιτέρως στον χαλκολιθικό πολιτισμό Ραχμάνι.
Όπως υποστηρίζει ο αρχαιολόγος Φράνο Πρέντι (Frano Prendi):
«…με το σημερινό επίπεδο των γνώσεών μας είναι αδύνατον να καθορίσουμε με βεβαιότητα τον φυσικό τύπο των λαών που ζούσαν στην Αλβανία κατά την Νεολιθική και την Ενεολιθική περίοδο. Επίσης αδυνατούμε να διατυπώσουμε οποιαδήποτε αδιαμφισβήτητη άποψη για τις εθνικές συνάψεις και διασυνδέσεις των πολιτιστικών ομάδων που περιγράψαμε παραπάνω, παρά τις αντιτιθέμενες και αποκλίνουσες γνώμες των γλωσσολόγων και των αρχαιολόγων για τον Ινδο-Ευρωπαϊκό ή μη Ινδο-Ευρωπαϊκό χαρακτήρα των νεολιθικών πληθυσμών των Βαλκανίων…».81
Σήμερα, μετά από τρεις περίπου δεκαετίες από την εποχή που γράφτηκαν οι απόψεις αυτές του Dr. F. Prendi, τα στοιχεία που έχουν έλθει στο φως και οι νεώτερες έρευνες των ειδικών μας επιτρέπουν να έχουμε μια περισσότερο ξεκαθαρισμένη αντίληψη για τα παραπάνω, όπως θα εκθέσουμε στο αμέσως επόμενο κεφάλαιο.
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
74. Ο νεολιθικός οικισμός στο Σέσκλο είναι η πληρέστερα ανασκαμμένη νεολιθική θέση στην Ελλάδα (Χρ. Τσούντας, Δ. Θεοχάρης). Αρχικά είχαν ανασκαφεί στρώματα της Μέσης και Νεώτερης Νεολιθικής σε νεώτερες όμως έρευνες αποκαλύφθηκαν στρώματα και αρχαιότερης Νεολιθικής. Έτσι σήμερα δεχόμαστε ότι ο οικισμός κατοικήθηκε μεν από την Πρώιμη (αρχαιότερη) Νεολιθική, αλλά η ακμή του σημειώθηκε στην διάρκεια της Μέσης Νεολιθικής, την οποία χαρακτηρίζει (πολιτισμός Σέσκλου). Πρόκειται για μια οχυρωμένη ακρόπολη επάνω σε λόφο με σπίτια συγκεντρωμένα γύρω από ένα κεντρικό κτίσμα με δύο χώρους, στον τύπο του μεγάρου. Η ακριβής χρήση αυτού του κτίσματος παραμένει άγνωστη, με πιθανότερες εκδοχές την χρησιμοποίησή του είτε ως αποθήκης τροφίμων είτε ως χώρου «συνεδριάσεων» των κατοίκων, αλλά σε κάθε περίπτωση υποδεικνύει ένα εξελιγμένο στάδιο κοινωνικής οργάνωσης. Τα σπίτια έχουν λιθόκτιστη κρηπίδα και το επάνω τμήμα τους είναι με άψητους πλίνθους. Η ανάπτυξη του πολιτισμού στο Σέσκλο διακόπηκε βίαια με την πυρπόληση του οικισμού γύρω στο 4400 π.Χ.
75. Y. Liritzis and R. Galloway: Thermoluminiscence dating of Neolithic Sesklo and Dimini, Thessaly, Greece. PACT 6, 450–459, 1982
76. Βλ. σχετικά Ι.Ε.Ε. τομ. Α΄ σελ. 73
77. «ΗΠΕΙΡΟΣ» - «Εκδοτική Αθηνών», Αθήνα 1997
78. Αναφέρεται στον οικισμό του Νέου Ωρωπού, περίπου 40 χλμ. βορείως της Πρεβέζης
79. «ΗΠΕΙΡΟΣ», ό.π. σελ. 45 (υποσημείωση 31)
80. Βλ. λεπτομέρειες στην C.A.H. Vol. III part 1, ό.π. σελ. 201-203
81. C.A.H. ό.π. σελ. 204
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου