Για το ζήτημα αυτό ο αείμνηστος Καθηγητής και Ακαδημαϊκός Μιχαήλ Σακελλαρίου αναφέρει τα εξής (Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, τομ. Α΄ σελ. 368-369):
Μετακινήσεις Αιολοφώνων
«…Η αιολική διάλεκτος, που εξελίχθηκε από την βορειοανατολική παραλλαγή της προγενεστέρας κεντρικής διαλέκτου, εντοπίζεται στη Λέσβο, στην Τένεδο και στα απέναντι μικρασιατικά παράλια. Ωστόσο η Λέσβος αποικίσθηκε από Έλληνες μετά από το τέλος της Μυκηναϊκής Εποχής και τα μικρασιατικά παράλια ακόμη αργότερα. Πού ήταν λοιπόν τα αιολόφωνα στοιχεία πριν από το τέλος της Μυκηναϊκής Εποχής και ακόμη πιο πίσω;
Οι παραδόσεις για τον αποικισμό των Αιολέων στη Μ. Ασία αναφέρουν ως μητροπολιτικές χώρες διάφορες περιοχές της Θεσσαλίας, της Στερεάς, της Πελοποννήσου, καθώς και νησιά του Αιγαίου. Επί πλέον, στις ίδιες περιοχές και σ’ άλλες ακόμη παρατηρούνται διαλεκτικά φαινόμενα που δηλώνουν αιολικό υπόστρωμα. Αλλά η αιολική διάλεκτος δεν μπορεί να διαμορφώθηκε από τη μια άκρη ώς την άλλη ενός τόσο εκτεταμένου και εσωτερικά διασπασμένου χώρου. Κοιτίδα της πρέπει να υπήρξε μια περιοχή πολύ πιο περιορισμένη και απομονωμένη. Αυτούς τους δύο όρους συνδυάζει η Θεσσαλία, προς την οποία άλλωστε συγκλίνουν οι ακόλουθες αποδείξεις:
1) Στα ιστορικά χρόνια, οι κάτοικοι της Πελασγιώτιδος (= η κεντρική και βορειοανατολική Θεσσαλία, σημ.
ΔΕΕ) μιλούσαν ένα ιδίωμα που παίρνει θέση ανάμεσα στην αιολική και στο
ιδίωμα της Θεσσαλιώτιδος (η
νοτιοδυτική Θεσσαλία, σημ. ΔΕΕ), το οποίο θεωρείται ως πλησιέστερο προς
την γλώσσα που έφεραν οι Θεσσαλοί, όταν κατέκτησαν την χώρα μετά το
τέλος της Μυκηναϊκής Εποχής.
2) Η μυκηναϊκή διάλεκτος έχει μερικά
χαρακτηριστικά κοινά με την αιολική, γεγονός που εξηγείται όταν λάβουμε υπ’ όψη
ότι οι Αχαιοί που μίλησαν τη μυκηναϊκή στην Πελοπόννησο και
στην Κρήτη, μετανάστευσαν από τη νότια Θεσσαλία.
Η
διαδικασία της διαμορφώσεως ήταν αρκετά προχωρημένη στην αρχή της Υστέρας
Χαλκοκρατίας, όταν ένα μέρος των Αχαιών της Θεσσαλίας μετανάστευσε στη ΒΑ
Πελοπόννησο. Επειδή πάλι, η διαμόρφωση μιας διαλέκτου προϋποθέτει μακρά
διαβίωση των φορέων της μέσα στον χώρο της διαμορφώσεως, είναι εύλογο να
υποθέσουμε ότι τα ελληνικά στοιχεία που πήραν το όνομα των Αχαιών μπήκαν
στη Θεσσαλία γύρω στο 1900 π.Χ. Τότε θα έφθασαν όλοι γενικά οι φορείς
της βορειοανατολικής παραλλαγής της κεντρικής διαλέκτου…».
Τα αιολόφωνα φύλα ήσαν τα εξής:
1. Αχαιοί: «…Διασταυρώνοντας
τα συμπεράσματα που μας έχει προσπορίσει η ανάλυση της διαλέκτου των μυκηναϊκών
πινακίδων και ο εντοπισμός των σήμερα γνωστών αχαϊκών λατρειών, με τους
ιστορικούς πυρήνες που έχουν διατηρηθεί μέσα από τις παραδόσεις για
μετακινήσεις Αχαιών, μπορούμε να αποκαταστήσουμε τις πιθανές γενικές γραμμές
της διαμορφώσεως και εξαπλώσεως αυτού του φύλου. Πρωτοελληνικές ομάδες (ένα ή
περισσότερα φύλα) που μιλούσαν την προ-αιολική παραλλαγή της κεντρικής
διαλέκτου, φθάνοντας στη νότια Θεσσαλία γύρω στο 1900 π.Χ. υπέταξαν τους εκεί
εγκατεστημένους Αχαιούς (Πρωτο-Αχαιούς),
τμήμα ενός λαού ινδοευρωπαϊκού απλωμένου και σε άλλες ελληνικές
χώρες. Έπειτα από
μακρόχρονη συμβίωση, τα πρωτοελληνικά στοιχεία αφομοίωσαν τους προελληνικούς
Αχαιούς, αλλά πήραν το όνομά τους και δύο τουλάχιστον λατρείες τους (την
λατρεία του Αχιλλέως, θεού των
υδάτων και την λατρεία της Αχαίας,
θεάς της γης, που ταυτίσθηκε με την Δήμητρα). Επίσης εγκολπώθηκαν ένα τμήμα του
ελληνικού φύλου των Αθαμάνων, που είχε και αυτό εισχωρήσει στη νότια
Θεσσαλία.
Γύρω στο 1600 π.Χ. ομάδες αυτού του φύλου (των Αχαιών) που σχηματίσθηκε από την προσέγγιση των εθνικών στοιχείων που προαναφέραμε, κινήθηκαν προς νότον και έφθασαν ώς την βορειοδυτική Πελοπόννησο. Ίσως με την ίδια κίνηση συνδέονται οι εγκαταστάσεις Αχαιών που επισημαίνονται από εντοπισμό αχαϊκών θρησκευτικών και μυθικών ιχνών στην Ανατολική Λοκρίδα, στη Φωκίδα, στη Βοιωτία, στη Μεγαρίδα. Οι παραδόσεις έχουν συγκρατήσει αναμνήσεις συγκρούσεων ανάμεσα στους Αχαιούς που εγκαταστάθηκαν στην περιοχή της Κυλλήνης και στους κατοίκους της Φλιασίας και της Στυμφαλίας, ενώ συνδέουν την αχαϊκή εξάπλωση στην αργολική πεδιάδα με γάμους Αχαιών ηγεμόνων με κόρες του Δαναού. Αυτοί οι γάμοι ανήκουν βέβαια στη σφαίρα του μυθικού, αλλά μπορούν να απηχούν την ειρηνική επικράτηση του αχαϊκού στοιχείου επί των Δαναών, γεγονός που ταιριάζει άλλωστε με την έλλειψη ενδείξεων αρχαιολογικής προέλευσης για βίαια γεγονότα στην Αργολίδα στο διάστημα της Μυκηναϊκής Εποχής.
Η διάλεκτος
των Αχαιών της βορειοανατολικής Πελοποννήσου, αποκομμένη από τον αιολόφωνο
τομέα, άρχισε να αποκτά δικά της χαρακτηριστικά, ενώ συγχρόνως η επαφή της με
τον αρκαδόφωνο τομέα την εξέθετε σε επιδράσεις από την πλευρά του…»
(Μιχ.
Σακελλαρίου Ι. Ε. Ε. τομ. Α΄ σελ. 372).
Αυτοί ήσαν οι περίφημοι Αχαιοί, οι δημιουργοί του λαμπρού Μυκηναϊκού πολιτισμού (1600-1100 π.Χ.), που κατά την περίοδο της μεγίστης ακμής του κατά τον ΙΔ΄ και ΙΓ΄ αιώνα π.Χ., θα εξαπλωθεί σε ολόκληρη την ανατολική Μεσόγειο και όχι μόνον. Σήμερα, χρησιμοποιείται περισσότερο ο όρος Μυκηναίοι, αντί του όρου Αχαιοί προς αποφυγήν συγχύσεων με τους κατοίκους της Αχαΐας των ιστορικών χρόνων.
2. Λαπίθες: Περίφημος
πολεμικός λαός της Θεσσαλίας, συνδεδεμένος με πληθώρα μύθων και παραδόσεων της
περιοχής. Οι Λαπίθες απέκτησαν φήμη στον ελληνικό κόσμο της αρχαιότητας, κυρίως
λόγω της σύγκρουσής τους με τους Κενταύρους, που σύμφωνα με τον
μύθο είχαν σώμα ανθρώπου και από την μέση και κάτω, ίππου (βλ. σχετικά
στον Διόδωρο τον Σικελιώτη, Δ΄ 69-70). Η «Κενταυρομαχία»
απετέλεσε ένα από τα πλέον αγαπητά θέματα της αρχαίας ελληνικής τέχνης. Οι
Λαπίθες ανήκαν στην αιολόφωνη ομάδα και εμφανίσθηκαν στην
δυτικότατη Θεσσαλία, στις παρυφές της Πίνδου, μετά το 1900 π.Χ., όταν από την
περιοχή της αρχικής τους εγκατάστασης στην κεντρικοδυτική Μακεδονία
μετακινήθηκαν νοτιότερα.
Από την Ιλιάδα (Β 738-747) μαθαίνουμε ότι προς το τέλος της Μυκηναϊκής Εποχής (γύρω στο 1200 π.Χ.), οι Λαπίθες κατείχαν τις πόλεις Άργισσα, Γυρτώνη, Όρθη, Ηλώνη και Ολοοσσώνα, εντοπιζόμενες στην βόρεια Πελασγιώτιδα και στην νότια Περραιβία, όπως και οι πόλεις Λάρισα, Μόψιον και τα βουνά Όσσα και Ομόλιον, που τους αποδίδουν μετέπειτα συγγραφείς. Επίσης από την μεθομηρική γραμματεία πληροφορούμαστε ότι οι Λαπίθες είχαν εκτοπίσει από τις περιοχές αυτές τους Αινιάνες και είχαν υποτάξει ένα τμήμα από τους Περραιβούς. Η ίδια περιοχή ανήκε ακόμη παλαιότερα σε Φλεγύες και Μινύες, δυο άλλα αιολόφωνα φύλα. Αυτά βεβαίως προϋποθέτουν μετακίνηση των Λαπιθών από την δυτική στην βορειοανατολική Θεσσαλία, γεγονός που οι ερευνητές τοποθετούν μετά τα μέσα της Μυκηναϊκής Εποχής.
(Ι.Ε.Ε. - "Εκδοτική Αθηνών" τομ. Α΄ σελ. 373).
Μετά την είσοδο των Θεσσαλών και την βαθμιαία κατάκτηση ολόκληρης της περιοχής, που θα ονομασθεί από αυτό το φύλο Θεσσαλία, ομάδες Λαπιθών πρέπει να διασκορπίστηκαν σε όλη την νότια Ελλάδα, εμφανίζοντας μια εκπληκτική κινητικότητα που όμοιά της δεν έχει να παρουσιάσει κανένα άλλο ελληνικό φύλο. Αυτό προκύπτει από τις μαρτυρίες των πηγών οι οποίες αναφέρουν πολυάριθμους ήρωες Λαπίθες, πολύ περισσότερους από οποιοδήποτε άλλο φύλο, σε πλήθος διαφορετικές περιοχές. Υπενθυμίζουμε ότι Λαπίθες κατέκτησαν την Αττική και κυβέρνησαν την Αθήνα. Ένας από τους γνωστότερους ήρωες της αρχαίας Ελλάδας, ο Θησεύς, ήταν Λαπίθης.
3.
Περραιβοί: Αιολόφωνο φύλο,
εντοπιζόμενο γύρω από τις πηγές και την περιοχή του Τιταρήσιου,
ενός παραποτάμου του Πηνειού, στον οποίο συμβάλλει λίγο πριν από
τα Τέμπη. Στην Ιλιάδα (Β 748–755)
αναφέρονται μαζί με τους γείτονές τους Αινιάνες (Ενιήνες και
Περαιβοί), με κοινό Αρχηγό τον Γουνέα από την Κύφο. Οι
Περραιβοί αποτελούσαν κατά βάση ένα ποιμενικό φύλο και ένα τμήμα τους,
εντοπιζόμενο στην βόρεια Πίνδο, ήταν γνωστό (Στράβων, Θ΄ V. 12)
ως «μετανάστες Περραιβοί», λόγω του νομαδικού τους χαρακτήρα. Μετά την
εμφάνιση των Λαπιθών στην περιοχή τους, οι Περραιβοί και οι Αινιάνες θα
ηττηθούν και θα αναγκασθούν να εγκαταλείψουν τα πεδινά στους νικητές και να
συμπτυχθούν προς το ορεινό εσωτερικό. Τα γεγονότα αυτά τοποθετούνται γύρω
στα μέσα της Μυκηναϊκής Εποχής, δηλ. στο 1400 π.Χ. περίπου.
Μετά την εισβολή των Θεσσαλών στην ΒΑ Θεσσαλία, οι Περραιβοί θα υποταχθούν και θα γίνουν υπήκοοί τους χωρίς να υποβιβασθούν σε Πενέστες, όπως αποδείχθηκε από την νεώτερη έρευνα (Cambridge Ancient History - Vol. III part 3, σελ. 295), παρά τα αναφερόμενα σε διασωθέν απόσπασμα του Θεόπομπου του Χίου (F 122), ότι οι Θεσσαλοί, όπως και οι Σπαρτιάτες, συνέλεξαν τους δούλους τους από τους προηγούμενους κατοίκους των περιοχών που κατέκτησαν, «Περραιβούς και Μάγνητας», τους οποίους ονόμασαν Πενέστες, ενώ οι Σπαρτιάτες Είλωτες.
Επί Φιλίππου Β΄ της Μακεδονίας (359-336 π.Χ.), οι Περραιβοί θα περάσουν στην κυριαρχία των Μακεδόνων ως το 196 π.Χ. με ένα μικρό διάλειμμα αιτωλικής επιρροής. Μετά την ήττα των Μακεδόνων από τους Ρωμαίους στις "Κυνός κεφαλές", το 196 π.Χ. οι Περραιβοί σχημάτισαν δικό τους αυτόνομο «Κοινόν», το οποίο διατηρήθηκε μέχρι τους πρώτους χρόνους της αυτοκρατορικής περιόδου της Ρωμαϊκής κυριαρχίας, εκτός από το διάστημα 191-185 π.Χ. που η περιοχή είχε καταληφθεί και πάλι από τους Μακεδόνες. Στα χρόνια της Ρωμαιοκρατίας οι Περραιβοί θα παύσουν να αναφέρονται ως ξεχωριστό φύλο.
4. Αἰνιᾶνες: Οι Αινιάνες ανήκουν στα πρωτο-αιολικά φύλα που
ομιλούσαν μια παραλλαγή της Κεντρικής διαλέκτου της πρωτο-Ελληνικής, πριν από
το 1900 π.Χ. Γύρω στο 1900 π.Χ. θα μετακινηθούν από την δυτική
Μακεδονία προς Νότον και θα εγκατασταθούν στην Θεσσαλία όπου
θα παραμείνουν στην περιοχή της Όσσας, στην ζώνη του παραπόταμου
του Πηνειού, Τιταρήσιου (περιοχή σημερινού Τυρνάβου). Εξ άλλου, το
όνομα των Αινιάνων, άρχισε ως εθνικό των κατοίκων μιας αρχαίας πόλεως κοντά
στα Τέμπη που λεγόταν Αινία. Σύμφωνα με την
παράδοση, πριν από τα Τρωϊκά, είχαν εκτοπισθεί από τους Λαπίθες (γύρω
στο 1400 π.Χ.) από τα πεδινά της περιοχής τους και αρχικά θα συμπτυχθούν μαζί
με τους Περραιβούς, προς το πιο ορεινό εσωτερικό (βόρεια
Περραιβία).
Θα συμμετάσχουν με τα υπόλοιπα ελληνικά φύλα στην εκστρατεία εναντίον της Τροίας και στην Ιλιάδα (Β 748–755) αναφέρονται μαζί με τους γείτονές τους Περραιβούς (…Ενιήνες και Περαιβοί…), με κοινό Αρχηγό τον Γουνέα από την Κύφο. Στην συνέχεια οι Αινιάνες θα μετακινηθούν μαζικά προς την περιοχή της σημερινής Βορείου Ηπείρου, στον άνω ρου του Αώου. Αφού έζησαν μερικές δεκαετίες κοντά στους Παραυαίους και στους Μολοσσούς, θα μετοικίσουν μαζί με μια ομάδα Μολοσσών και θα εγκατασταθούν στην Κασσωπαία (σημερινή περιοχή Πρεβέζης).
Γύρω στο 1100 π.Χ. θα μεταναστεύσουν για μια ακόμη φορά και θα εγκατασταθούν αρχικά στην Κίρρα (Ιτέα) και τελικά στην κοιλάδα του Ινάχου, παραποτάμου του Σπερχειού. Θα κάνουν άλλη μια προσπάθεια να εγκατασταθούν στην Θεσσαλία, αλλά και πάλι θα αποκρουσθούν από τους Λαπίθες. Στον τελικό χώρο εγκατάστασής τους στην περιοχή της Υπάτης (ιστορική Αινίς) θα έχουν ως γείτονες τους Μαλιείς, Λοκρούς, Δόλοπες και Αιτωλούς μαζί με τους οποίους θα ιδρύσουν στους ιστορικούς χρόνους την Πυλαία αμφικτυονία, η οποία θα μετασχηματισθεί αργότερα στην περίφημη Αμφικτυονία των Δελφών. Κατά τον 5ο αιώνα π.Χ. δημιούργησαν το «Κοινόν των Αινιάνων». Καταργήθηκε από τον Ρωμαίο αυτοκράτορα Οκταβιανό Αύγουστο το 27 π.Χ. και υπήχθη στο «Κοινόν των Θεσσαλών». Οι Αινιάνες θα αφομοιωθούν βαθμιαία από τους Αιτωλούς και θα εξαφανισθούν ως ξεχωριστό φύλο.
5. Μινύαι: Πανάρχαιο
ελληνικό φύλο της αιολόφωνης ομάδας. Οι Μινύες αναφέρονται
στον Όμηρο (Ιλιάς, Β 511) ως κάτοικοι της (δυτικής)
Βοιωτίας, οι οποίοι έλαβαν μέρος στην εκστρατεία κατά της Τροίας με αρχηγούς
τον Ασκάλαφο και τον Ιάλμενο, τους γιους
του θεού Άρη. Σύμφωνα με τις μυθολογικές παραδόσεις, ως γενάρχης και επώνυμος
των Μινύων αναφέρεται ο Μινύας, γιος του Χρύση, γιου του θεού
Ποσειδώνα και της Χρυσογένειας, καταγόμενος από την Ιωλκό. Ο Μινύας
θα γίνει βασιλεύς της Αλμωνίας, πόλεως της Θεσσαλίας, η οποία
μετονομάσθηκε Μινύα από το όνομά του. Οι Μινύες στην συνέχεια θα
εκδιωχθούν από την περιοχή τους από τους Λαπίθες. Τότε ο Μινύας θα
οδηγήσει τον λαό του στην δυτική Βοιωτία όπου θα εγκατασταθούν και ο Ορχομενός θα
γίνει η πρωτεύουσά τους. Ο Μινύας θα αποκτήσει εκεί πλούτη και δόξα. Η παράδοση
(Παυσανίας, Θ΄ 38, 2) του αποδίδει τον μυκηναϊκό θολωτό τάφο του
Ορχομενού, τον περίφημο «Θησαυρό του Μινύου».
Οι Μινύες (ένα μέρος τους) θα φθάσουν και στην Πελοπόννησο, όπου θα εγκατασταθούν τελικά στην Τριφυλία (την περιοχή μεταξύ Ηλείας και Μεσσηνίας), απ’ όπου θα εκδιώξουν τους παλαιότερους κατοίκους της, τους Καύκωνες (Ηρόδοτος, Δ΄ 145-148) και θα ιδρύσουν πόλεις. Ορισμένοι ερευνητές (βλ. M. P. Nilsson: «Μυκηναϊκή προέλευση ελληνικής Μυθολογίας» σελ. 136-164) απέδειξαν τις στενές σχέσεις που τους συνδέουν με τους Αθαμάνες, τους Αργοναύτες, την Μυκηναϊκή Πύλο και την λατρεία του Διόνυσου.
Οι Μινύες της ΒΑ Θεσσαλίας που είχαν παραμείνει εκεί υποδουλώθηκαν στους Θεσσαλούς που κατέκτησαν την χώρα τον 12ο αιώνα π.Χ. και σύντομα αφομοιώθηκαν. Οι Μινύες της Βοιωτίας θα μεταναστεύσουν σε ένα μεγάλο ποσοστό στην Μ. Ασία την περίοδο του μεγάλου μεταναστευτικού κύματος μεταξύ των ετών 1050-950 π.Χ. και θα συμμετάσχουν στην ίδρυση πόλεων (όπως π.χ. η Φώκαια) στην Ιωνία.
Οι Μινύες της Πελοποννήσου θα υποκύψουν στους Σπαρτιάτες και τους Ηλείους μέχρι τον 8ο αιώνα π.Χ. και είτε θα αφομοιωθούν είτε θα μεταναστεύσουν (όπως π.χ. οι Μινύες του Ταινάρου που θα αποικίσουν μαζί με Λάκωνες την νήσο Θήρα - σημερινή Σαντορίνη - των Κυκλάδων.
Οι Μινύες θα εξαφανισθούν οριστικά μέχρι το τέλος των Γεωμετρικών χρόνων (700 π.Χ. περίπου).
6. Φλεγύες: Πανάρχαιος
λαός της ανατολικής Θεσσαλίας, ο οποίος μετανάστευσε εκεί μαζί με ένα άλλο
πρωτο-αιολικό φύλο, τους Μινύες, μετά το 1900 π.Χ. από την περιοχή
αρχικής εγκατάστασής τους στην κεντρικοδυτική Μακεδονία. Θα εκδιωχθούν στην
συνέχεια από Περραιβούς και Αινιάνες (τους οποίους θα
υποτάξουν αργότερα οι Λαπίθες) και θα αναγκασθούν να μετακινηθούν
νοτιότερα, στην Βοιωτία, στην Φωκίδα και στην Σικυωνία (περιοχή της
Πελοποννήσου μεταξύ Κορινθίας, Αχαΐας και Αρκαδίας).
Η νεώτερη έρευνα έχει διευκρινίσει πολλά σημεία γύρω από την καταγωγή και τις μετακινήσεις των Φλεγύων, οι οποίοι θεωρούνται πλέον ως ένα από τα Πρωτο-αιολικά φύλα που εγκαταστάθηκαν στην Θεσσαλία γύρω στο 1900 π.Χ.
Όπως αναφέρεται:
«…Το εθνικό όνομα Φλεγύας είναι μια λέξη που σήμαινε ένα είδος αετού με μαυροκόκκινο χρώμα, από την ρίζα του ρήματος φλέγω […] Οι Φλεγύες ήσαν λοιπόν ένα ελληνικό φύλο, μ’ όλο που στην Ιλιάδα, αν και είναι γνωστή η ύπαρξή τους, δεν μνημονεύονται με τους Έλληνες που πολέμησαν στην Τροία. Ο Φλεγύας, ήρως επώνυμος του φύλου, συνδέεται στενά με μυθικά πρόσωπα που εντοπίζονται στο Δώτιον πεδίο (περιοχή Αγιάς, σημ. ΔΕΕ) και στην περιοχή της λίμνης Βοίβης (Βοιβηίς, η λίμνη Κάρλα, σημ. ΔΕΕ), στο κέντρο της ανατολικής Θεσσαλίας. Επειδή η Ιλιάς αποδίδει αυτά τα εδάφη στους Λαπίθες, έπεται ότι οι Φλεγύες τα είχαν κρατήσει σε μια παλαιότερη εποχή…»
(Ι.Ε.Ε. τομ. Α΄ σελ. 374).
Οι Φλεγύες εντοπίζονται εκτός από την Βοιωτία και στην φωκική Δαυλίδα, όπου ήσαν εγκατεστημένοι από πολύ παλιά. Όπως τονίσθηκε:
«…οι περισσότερες αναμνήσεις γι’ αυτούς αναφέρονται στην αγριότητα και στην επιθετικότητά τους, από τις οποίες υπέφεραν οι γείτονες. Σύμφωνα με τις χρονολογικές ενδείξεις που δίνουν μερικές πηγές, τα πολεμικά επεισόδια στα οποία αναμείχθηκαν ανήκουν σε χρόνους παλαιότερους από το τέλος της Ύστερης Χαλκοκρατίας (δηλ. πριν από το 1100 π.Χ., σημ. ΔΕΕ). Άλλωστε η απουσία τους από την πολιτική και εθνική γεωγραφία της Βοιωτίας και της Φωκίδος που απεικονίζεται στην Ιλιάδα, δηλώνει ότι δεν επέζησαν έως την έξοδο της Μυκηναϊκής Εποχής.
Οι Φλεγύες
είναι από τους αρχαιότερους φορείς της λατρείας του Ασκληπιού, που έχει τις
ρίζες της στην Θεσσαλία. Στην Τιτάνη της Σικυωνίας, που το όνομά της σχετίζεται
με το όρος Τίτανος, στα όρια Πελασγιώτιδος με την Ιστιαιώτιδα, ο Ασκληπιός
λατρευόταν με την επωνυμία Γορτύνιος, εθνικό τοπωνυμίου που βρίσκεται με την
μορφή Γυρτών(η) στο Δώτιον πεδίον, την θεσσαλική πατρίδα των Φλεγύων και με την
μορφή Κυρτώνη, στην περιοχή της βοιωτικής εγκαταστάσεώς τους…»
(Ι.Ε.Ε.
τομ. Α΄ σελ. 374).
7. Μάγνητες:
Ἀρχαιοελληνικό φῦλο, στενά συγγενές μέ
τούς Μακεδόνες, ὅπως ἀποδεικνύουν στοιχεῖα τῆς νεώτερης ἔρευνας. Ἡ ὀνομασία καί τῶν δύο φύλων προέρχεται ἀπό τήν ρίζα μακ- πού
σημαίνει μέγεθος, μέ τήν εἰδικότερη ἔννοια ὕψος, τήν ὁποία συναντᾶμε καί στίς ἑλληνικές λέξεις μάκος/μῆκος, μακρός κ.λ.π. (Ι.Ε.Ε. "Εκδοτική Αθηνών"
τόμ. Β´ σελ. 21 καί 237). Οἱ Μάγνητες θεωροῦνται μάλιστα ἀπό ὁρισμένους ἐρευνητές (βλ. ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ,
"Εκδοτική Αθηνών" σελ. 63) ὡς κλάδος τῶν Μακεδόνων, προερχόμενοι ἀπό τήν περιοχή τοῦ ὄρους Λάκμος, στήν κεντρική Πίνδο, ὅπου εἶχαν ἐγκατασταθεῖ, ἀπό τήν ἐποχή τῆς εἰσόδου τῶν Πρωτο-ἑλληνικῶν φύλων (μεταξύ 2300/2200
- 1900 π.Χ.) στόν ἑλλαδικό χῶρο.
Οἱ Μάγνητες, θά μετακινηθοῦν (γύρω στό 1400 π.Χ.)
στήν Πιερία καί στήν διάρκεια τῶν μεγάλων ἀνακατατάξεων καί μεταναστεύσεων τοῦ τέλους τοῦ 13ου αἰώνα π.Χ., θά ἐκτοπισθοῦν ἀπό ἐκεῖ ἀπό ἕνα τουλάχιστον θρακικό φῦλο. Θά μετακινηθοῦν τότε (κατά τόν N.
Ηammond: The Macedonian State σελ. 7, αὐτή ἡ μετακίνηση πραγματοποιήθηκε νωρίτερα, κατά
τήν διάρκεια τοῦ 13ου αἰώνα π.Χ.) στήν Ἀνατολική Θεσσαλία ὅπου θά ἐγκατασταθοῦν τελικά στίς περιοχές γύρω ἀπό τήν Ὄσσα καί τό Πήλιο,
δίνοντας τό ὄνομά τους στήν χώρα (Μαγνησία).
Σύμφωνα μέ
τόν ὁμηρικό «Νηῶν Κατάλογο», οἱ Μάγνητες κατεῖχαν τά Τέμπη καί τό Πήλιο τήν ἐποχή τοῦ Τρωϊκοῦ πολέμου, στόν ὁποῖον συμμετεῖχαν μέ ἀρχηγό τόν Πρόθοο, γιό τοῦ Τενθρηδόνα (Ἰλιάς Β 756-759). Αὐτό τό χωρίο ὅμως ἀναγνωρίζεται γενικῶς ὡς μετέπειτα παρεμβολή, γιατί ἔρχεται σέ ἀντίθεση μέ ἐνδείξεις ἄλλων τμημάτων τοῦ «Καταλόγου». Μετά τήν κατάκτηση τῆς Θεσσαλίας μεταξύ τοῦ 12ου - 9ου αἰῶνος π.Χ., οἱ κατακτητές Θεσσαλοί ἐπέβαλαν καθεστώς δουλοπαροικίας στούς ὑποταγμένους λαούς (=Πενέσται), ἐκτός ἀπό ἐκείνους μέ τούς ὁποίους ἔκλεισαν συμφωνίες διαφορετικῆς μεταχείρισης, ὅπως οἱ Μάγνητες, οἱ Περραιβοί καί οἱ Ἀχαιοί τῆς Φθιώτιδος (βλ. C.A.Η. Vol. III part 3, σελ. 295), πού θά
παραμείνουν στήν χώρα τους καί ἔτσι δέν θά ἀναγκασθοῦν νά μεταναστεύσουν (ἐκτός ἀπό ἕνα μικρό τμῆμα τους). Τό ἴδιο καθεστώς (παραπλήσιο μέ τῶν Περιοίκων τῆς Λακωνίας), ἀλλά ἀνεπίσημα, ἀπολάμβαναν καί οἱ Δόλοπες.
Κατά τόν 9ο
αἰώνα π.Χ. οἱ Μάγνητες θά ἱδρύσουν τρεῖς ἀποικίες, μία στήν Κρήτη κοντά στήν Φαιστό καί δύο στήν
Μικρά Ἀσία: Τήν πρώτη νοτιοανατολικά ἀπό τήν Ἔφεσο, στίς ἐκβολές τοῦ ποταμοῦ Μαιάνδρου (Μαγνησία ἡ ἐπὶ Μαιάνδρῳ, Magnesia ad Maeandrum) καί τήν ἄλλη βορειοανατολικά τῆς Σμύρνης, στίς ὄχθες τοῦ ποταμοῦ Ἕρμου, στίς παρυφές τοῦ ὄρους Σίπυλον (Μαγνησία ἡ ἐπὶ Σιπύλῳ, Magnesia ad Sipylum). Καί οἱ τρεῖς πόλεις ἔφεραν τό ὄνομα Μαγνησία. Ἀξίζει νά μνημονεύσουμε
στό σημεῖο αὐτό, τήν μαρτυρία τοῦ Στράβωνος, ὁ ὁποῖος ἀναφέρει (ΙΔ´ I. 40), ὅτι οἱ Μάγνητες τῆς Μαγνησίας τοῦ Μαιάνδρου, ἐξοντώθηκαν ἀπό τούς συμμάχους τῶν Κιμμερίων, τούς Τρῆρες, σέ μία ἐπιδρομή τους στήν
περιοχή. Τό γεγονός αὐτό τοποθετείται μεταξύ 726
και 660 π.Χ.
Οἱ Μάγνητες, μετά τό 352 π.Χ., θά περάσουν στήν ἐξουσία τοῦ Μακεδονικοῦ Βασιλείου, ὅταν ἡ περιοχή τους παραχωρήθηκε στόν Φίλιππο Β´ καί θά
παραμείνουν ὑποτελεῖς μέχρι τήν ἦττα τοῦ Φιλίππου Ε´ τό 197 π.Χ. ἀπό τούς Ρωμαίους. Στήν διάρκεια τῆς Ρωμαιοκρατίας θά παύσουν νά ἀναφέρονται ὡς ξεχωριστό φῦλο.
Οι Θεσσαλοί, την ίδια περίοδο, στην αρχή της Μεσοελλαδικής Εποχής (1900 π.Χ.), εντοπίζονται στα σύνορα Ηπείρου και Θεσσαλίας, όπου θα διαμορφωθούν γλωσσολογικά, με αποτέλεσμα η διάλεκτός τους να καταλαμβάνει ενδιάμεση θέση μεταξύ της Δυτικής (Ηπειρωτικής) ομάδος και της Αιολικής.
Στις αρχές του 12ου αιώνα π.Χ. οι Θεσσαλοί, ακολουθώντας το παράδειγμα των μέχρι τότε γειτόνων τους Βοιωτών, θα εισβάλουν και αυτοί στις εύφορες πεδιάδες ανατολικά και αφού εκδιώξουν το μεγαλύτερο τμήμα των Βοιωτών, θα υποτάξουν βαθμιαία, μέχρι το τέλος του 12ου αιώνα π.Χ., τα αιολόφωνα φύλα των δυτικών περιοχών της χώρας που θα πάρει από αυτούς το όνομά της (Θεσσαλία). Ευρήματα από διάφορες θέσεις της Θεσσαλίας του 11ου και 10ου αιώνα π.Χ. αποκαλύπτουν τρεις τοπικούς πολιτισμούς. Ο πρώτος, κάλυπτε την δυτική και κεντρική Θεσσαλία και αποδίδεται στους εισβολείς Θεσσαλούς.
Ο δεύτερος και ο τρίτος, στην περιοχή της Λάρισας και στα παράλια του
Παγασητικού αντίστοιχα, αποδίδονται στους παλαιότερους κατοίκους αυτών των
περιοχών, που δεν είχαν υποταχθεί ακόμη. Τα αρχαιολογικά στοιχεία πάντως υποδεικνύουν ότι η
πολιτιστική ενότητα της Θεσσαλίας αποκαταστάθηκε στην διάρκεια του 9ου αιώνα
π.Χ. γεγονός που μας οδηγεί στο συμπέρασμα ότι τότε ολοκληρώθηκε η κατάκτηση
της χώρας από τους Θεσσαλούς.
Οι Θεσσαλοί, όταν ολοκλήρωσαν την κατάκτηση, μοίρασαν την χώρα σε τέσσερα τμήματα με επικεφαλής τους λεγόμενους τετράρχες:
α) Την Πελασγιώτιδα, η οποία περιλάμβανε κυρίως την λεκάνη της Βοιβηίδος λίμνης, εκτεινόμενη λίγο προς τα ΒΔ και πέρα από τον Πηνειό, καθώς και προς ΝΑ μέχρι τον Παγασητικό κόλπο. Σημαντικότερες πόλεις, η Λάρισα, η Γυρτώνη, η Κρανών, αι Φεραί με το λιμάνι των Παγασών και η Σκοτούσσα, κοντά σον περίφημο λόφο Κυνός Κεφαλαί, όπου το 197 π.Χ. ο Φίλιππος Ε΄ της Μακεδονίας ηττήθηκε από τους Ρωμαίους.
β) Την Θεσσαλιώτιδα, στο ΝΔ τμήμα της χώρας, με σπουδαιότερες πόλεις την Φάρσαλο, την Άρνη (η οποία αργότερα μετονομάσθηκε σε Κιέριον ή Πιέριον) και την Μητρόπολιν.
γ) Την Ιστιαιώτιδα ή Εσταιώτιδα, στο ΒΔ τμήμα, εκτεινόμενη και προς τα ανατολικά για να περιλάβει την Περραιβία. Κυριότερες πόλεις οι Γόμφοι, η Τρίκκη, και η Ολοοσσών.
δ) Την Φθιώτιδα και σωστότερα την Αχαΐα Φθιώτιδα, στα ΝΑ της χώρας, με πόλεις την Άλον, την Ίτωνα, την Πύρασσο, την Λάρισσα Κρεμαστήν, την Λαμία, την Ηράκλεια (Τραχίς, η παλαιότερη ονομασία της) και την Υπάτη.
Αρχικά, ανώτατος άρχων ήταν ο ταγός, ο οποίος ήταν αιρετός και ισόβιος. Αργότερα με τις νέες κατακτήσεις, υπήρξε ανάγκη αναδιοργάνωσης και η χώρα χωρίσθηκε όπως προαναφέραμε σε τέσσερα μέρη με επικεφαλής τους τετράρχες.
Οι Θεσσαλοί υπήρξαν ένα από τα σημαντικότερα φύλα της κεντρικής Ελλάδος, το οποίο έδωσε το όνομά του στην περιοχή που μέχρι σήμερα είναι γνωστή ως Θεσσαλία και η οποία παλαιότερα έφερε την ονομασία Αιμονία (Πλίνιος, IV 7, 14) από τους Αίμονες, Πελασγία και Αιολίς.
Στους Περσικούς πολέμους, στην αρχή, μόνον ο ταγός της Λαρίσης, από τον περίφημο οίκο των Αλευαδών, τάχθηκε με το μέρος των Περσών. Οι υπόλοιποι Θεσσαλοί συμφώνησαν να αντιτάξουν άμυνα με τους άλλους Έλληνες στην κοιλάδα των Τεμπών. Όταν το σχέδιο αυτό ματαιώθηκε, αναγκάσθηκαν και οι υπόλοιποι Θεσσαλοί να πάνε με το μέρος των Περσών.
Την περίοδο των συγκρούσεων μεταξύ Αθήνας, Σπάρτης και Θηβών για την ηγεμονία της Ελλάδος, οι Θεσσαλοί ήσαν διεσπασμένοι και οι συμμαχίες συνάπτονταν αναλόγως των συμφερόντων κάθε περιοχής, κυρίως δε βάσει των συμφερόντων των ισχυρών οίκων, όπως οι Αλευάδες της Λαρίσης, οι Σκοπάδες της Κραννώνος, οι Εχεκρατίδες της Φαρσάλου κ.λ.π.
Γύρω
στο 380 π.Χ. στην Θεσσαλία δεσπόζει η σημαντική μορφή του τυράννου των Φερών Ιάσονα, ο οποίος πέτυχε να κυριαρχήσει στο μεγαλύτερο τμήμα της Θεσσαλίας. Είχε συνάψει συμμαχία με τον βασιλιά της Μακεδονίας Αμύντα τον Γ΄ ενώ κατέστησε υποτελή του, τον βασιλιά Αλκέτα της Ηπείρου. Τα σχέδιά του για την ένωση όλων των Ελλήνων σε κοινή εκστρατεία εναντίον των Περσών είχαν ζωηρή απήχηση στις ψυχές των Αθηναίων πατριωτών και κυρίως του Ισοκράτους. Δυστυχώς, ο μεγάλος αυτός Έλληνας δολοφονήθηκε το 370 π.Χ. Οι Θηβαίοι επωφελούμενοι της δολοφονίας του Ιάσονος εισέβαλαν στην Θεσσαλία με αρχηγό τον Πελοπίδα και στις πόλεις που κατέλαβαν δημιούργησαν το «Κοινόν των Θεσσαλών».
Στην συνέχεια όμως, οι εμφύλιες διαμάχες που ξέσπασαν είχαν ως τελικό αποτέλεσμα να υπαχθεί βαθμιαία ολόκληρη η Θεσσαλία στην σφαίρα επιρροής της Μακεδονίας και ως το 344 π.Χ. ο βασιλεύς των Μακεδόνων Φίλιππος Β΄ θα καταστεί ο αδιαφιλονίκητος άρχων της Θεσσαλίας.
Το περίφημο ιππικό των Θεσσαλών θα χρησιμοποιηθεί ευρύτατα από τον Μέγα Αλέξανδρο στην εκστρατεία του στην Ασία και στις κατακτήσεις του. Μετά τον θάνατο του Μ. Αλεξάνδρου οι Θεσσαλοί συμμάχησαν με τους Αθηναίους σε μια προσπάθεια κατάλυσης της μακεδονικής κυριαρχίας αλλά χωρίς αποτέλεσμα, παρά τις κάποιες αρχικές επιτυχίες.
Η Θεσσαλία θα γίνει η βάση του Δημητρίου του Πολιορκητή, ο οποίος θα ιδρύσει την Δημητριάδα, που θα γνωρίσει σύντομα περίοδο ακμής και θα αναδειχθεί σε μία από τις σπουδαιότερες θεσσαλικές πόλεις. Η Θεσσαλία σε όλη σχεδόν την διάρκεια του 3ου αιώνα π.Χ. θα παραμείνει στην εξουσία των Μακεδόνων, συνδεδεμένη άμεσα με τον μακεδονικό θρόνο.
Μετά την επικράτηση των Ρωμαίων στους πολέμους τους εναντίον της Μακεδονίας, ανακήρυξαν την Θεσσαλία «ελεύθερη» και ρωμαϊκές φρουρές διαδέχθηκαν τις μακεδονικές. Το 194 π.Χ. οργάνωσαν νέο «Κοινό» στο οποίο δεν περιλαμβανόταν η Μαγνησία και η Περραιβία.
Η Θεσσαλία θα γίνει θέατρο πολεμικών επιχειρήσεων στην διάρκεια των εμφυλίων πολέμων των Ρωμαίων, μέχρι την τελική ανάδειξη του Οκταβιανού Αυγούστου ως αυτοκράτορος. Με την αναδιοργάνωση των επαρχιών που ακολούθησε η Θεσσαλία θα υπαχθεί στην ρωμαϊκή επαρχία της Αχαΐας (=Νότια Ελλάς).
Οι πρώτοι Αιολείς της Μικράς Ασίας έφθασαν στον χώρο εγκατάστασής τους (στα νησιά του ΒΑ Αιγαίου - Λέσβο και Τένεδο - και τα απέναντι μικρασιατικά παράλια), κατά την περίοδο των μεγάλων μεταναστεύσεων οι οποίες σημειώθηκαν μετά τις αναστατώσεις που προκάλεσαν σε ολόκληρο τον Ελλαδικό χώρο νοτίως του Ολύμπου, οι κατακτήσεις των Δωριέων στην Πελοπόννησο (1125 π.Χ.) και οι βίαιες μετακινήσεις πληθυσμών που ακολούθησαν.
Στην Θεσσαλία, η εξάπλωση των Μαγνήτων και των Θεσσαλών, ανάγκασε πολλούς από τους παλαιότερους αιολόφωνους κατοίκους της, να αναζητήσουν νέες περιοχές εγκατάστασης, με αποτέλεσμα την έξοδό τους από την χώρα και την μετανάστευσή τους (μεταξύ 1050-950 π.Χ.) στην περιοχή η οποία στους ιστορικούς χρόνους θα γίνει γνωστή ως Αιολίς.
Σχετικά με την ονομασία των Αιολέων της Μικράς Ασίας αναφέρονται τα εξής:
«… Ένα από τα ελληνικά
φύλα της προϊστορικής Θεσσαλίας που μίλησαν την αιολική διάλεκτο έφερε κιόλας
το όνομα Αιολείς. Υπολείμματά του επισημαίνονται αργότερα στη Θεσσαλική
Μαγνησία και στην περιοχή Πλευρώνος και Καλυδώνος στην Αιτωλία. Όπως φαίνεται,
τμήματα αυτού του φύλου που πέρασαν στη Λέσβο και στα απέναντι μικρασιατικά
παράλια στάθηκαν αφορμή για να επεκταθεί το όνομά τους σε όλους όσους μιλούσαν
την αιολική διάλεκτο…».
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
Α. Αρχαίες και Μεσαιωνικές Πηγές
- Απολλόδωρος: Βιβλιοθήκη Μυθολογική - «ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ»
- Απολλώνιος Ρόδιος: Αργοναυτικά - «ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ»
- «Αρχαίοι Έλληνες Γεωγράφοι»–Τόμοι 1-5 «ΝΕΑ ΘΕΣΙΣ» Αθήναι 1999
- Διόδωρος Σικελιώτης: Βιβλιοθήκη Ιστορική – «ΚΑΚΤΟΣ»
- Ηρόδοτος : «Ιστορίαι» – Εκδόσεις ΓΚΟΒΟΣΤΗ Αθήνα 1993
- Ησίοδος: «Άπαντα» - «ΚΑΚΤΟΣ»
- Θουκυδίδης: Ιστορία – ΠΑΠΥΡΟΣ – Αθήνα 1975
- Λεξικόν Σούδα (Σουΐδα) – Βερολίνο 1854
- Όμηρος: Ιλιάς – Οδύσσεια «Ι.Π. ΖΑΧΑΡΟΠΟΥΛΟΣ» - ΑΘΗΝΑΙ 1939
- Παυσανίας: Ελλάδος Περιήγησις – «ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ»
- Πίνδαρος: Ωδές –
Loeb Classical Library
- Στεφάνου Βυζαντίου : Επιτομή εκ των Εθνικών - Βερολίνο 1849
- Στράβων : Γεωγραφικά - «ΚΑΚΤΟΣ» Αθήνα, Μάρτιος 1994
- Υγίνος: Μύθοι –
Loeb Classical Library
- West, M.L.: Hesiod, Theogony – Oxford
1971
- West, M.L.: Hesiod, Works and days -
Oxford 1978
Β. Γενικά Έργα
1. ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΕΘΝΟΥΣ -
τόμοι Α΄ - Β΄
«Εκδοτική Αθηνών» 1970
2. ΗΠΕΙΡΟΣ – «Εκδοτική Αθηνών» 1997
3. ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ -
«Εκδοτική Αθηνών» 1982
4. Βολφ, Γιοχάνες : ΛΕΞΙΚΟΝ ΕΘΝΩΝ,
ΕΘΝΟΤΗΤΩΝ, ΛΑΩΝ ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ»
ΑΘΗΝΑ 1994
5. Κωνσταντινίδου,
Ανέστη: ΛΕΞΙΚΟΝ ΤΩΝ ΚΥΡΙΩΝ ΟΝΟΜΑΤΩΝ – Κωνσταντινούπολις 1900
6. Ραγκαβή, Αλεξάνδρου Ρ. : ΛΕΞΙΚΟΝ
ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑΣ -
ΑΘΗΝΑΙ 1888
7. ΕΓΚΥΚΛΟΠΑΙΔΙΚΟΝ ΛΕΞΙΚΟΝ «ΗΛΙΟΥ» - ΑΘΗΝΑΙ 1950
8. Εγκυκλοπαίδεια ΠΑΠΥΡΟΣ – ΛΑΡΟΥΣ –
ΜΠΡΙΤΑΝΙΚΑ, ΑΘΗΝΑ 1997
9. Encyclopedia Americana –
Americana Corporation, U.S.A.
10. UNESCO: Ιστορία της Ανθρωπότητος – τόμοι Α΄ και Β΄ - Αθήνα 1966
11. Cambridge Ancient History Vol. I
– ΧIΙ,
Cambridge University Press
12. Dictionary of Archaeology –
Penguin Books 1984
13. Atlas of the Greek World –
Phaidon Press, Oxford 1987
14. The Atlas of Languages – “Quarto”
New York 1996
15. The Cambridge Encyclopedia of Language
– “C.U.P.” Cambridge 19972
16. The Oxford Illustrated Prehistory
of Europe – Oxford University Press, Oxford 1994
17. THE AGES OF HOMER (A tribute to
Emily Townsend Vermeule) – University of
Texas – Austin 1998
18. Wilcken, Ulrich: Αρχαία Ελληνική
Ιστορία–«ΠΑΠΑΖΗΣΗΣ» «20ος ΑΙΩΝΑΣ» Αθήνα 1955
19. Curtius, E.: Griechische
Geschichte – Berlin 1857-1867
20. Sear, R. David: Greek Coins –
“Seaby” London 1997
21. W.W. How-J. Wells: A Commentary
on Herodotus – Oxford 1967
22. Henry G. Liddel-Robert Scott: Μέγα Λεξικόν της Ελληνικής Γλώσσης – «Ι.
Σιδέρης» Αθήναι
Γ. Σύγχρονα Έργα και Μονογραφίες
1. Ευαγγελίδη,
Δημητρίου Ε.: Λεξικό των Αρχαίων Ελληνικών και Περι-ελλαδικών φύλων –
ΚΥΡΟΜΑΝΟΣ Θεσσαλονίκη 2002
2. Ευαγγελίδη, Δημ.: Οι αρχαίοι κάτοικοι
της Ηπείρου – Ιωάννινα 1962
3. Χρήστου, Παναγιώτη Κ.: Οι περιπέτειες των εθνικών ονομάτων των Ελλήνων - Εκδοτικός οίκος ΚΥΡΟΜΑΝΟΣ –
Θεσσαλονίκη 19892
4. Beloch, K. J.: Griechische
Geschichte – Strassburg- Berlin 19212
5. Borza, Eugene N.: The
Emergence of Macedon – “Princeton University Press”, Princeton, New Jersey 1990
6. Bryce, Trevor: The Trojans and Their Neighbours –
“Routledge” New York 2006
7. Bury, J.B.-Meiggs Russel: A History
of Greece – London 19754
8. Castleden,
Rodney: Mycenaeans – “Routledge” New York 2006
9. Chadwick,
John: The Decipherment of Linear B - "Cambridge University Press" -
2nd Edition (Reprinted with a new Postscript) – 2000
10. Chadwick, John: The Mycenean
World – “C.U.P.” Cambridge 1976
11. Dickinson, Oliver: The Aegean
Bronze Age – “C.U.P.” Cambridge 2001
12.
Drews,
Robert: The Coming of the Greeks – “Princeton University Press” Princeton, New Jersey, 1988
13. Edey, Maitland A.: Lost World of
the Aegean -“Time-Life Books” 1979
14. Finley, M. I.: Ο κόσμος του Οδυσσέα – «Ι. ΣΙΔΕΡΗΣ» Αθήναι 1966
15. Graves, Robert: The Greek Myths,
Penguin Books-London, 1975
16. Hammond, N. G. L.: A History
of Greece to 332 BC – Oxford 1967
17. Hammond, N.G.L.: Epirus: The Geography, the Ancient Remains, the History
and the Topography of Epirus and the Adjacent Areas – Oxford 1967
18.
Harden, D.: The Phoenicians – Harmondsworth 1986
19.
Harding,
A.F.: The Mycenaeans and Europe – “Academic Press” 1984
20.
Harding,
A.F.: European Societies in the Bronze Age –
Cambridge University Press 2000
21. Hopper, R. J.: Οι Πρώτοι Έλληνες – ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΒΑΝΙΑΣ
Θεσσαλονίκη 1989
22. Kitto,
H.D.F.: The Greeks - Penguin Books, Harmondsworth 1963
23.
Kramer,
Samuel Noah: Cradle of Civilization - “Time-Life Books” 1967
24.
Kramer,
Carol: Ethnoarchaeology – New York 1979
25.
Latacz, Joachim: Troy and Homer: Towards a Solution of an Old Mystery – “Oxford University Press” Oxford 2004 26. Martin, Thomas R.: Ancient Greece
– Yale University Press, 1996
27. Mohen J.–P. & Eluère Ch.: The
Bronze Age in Europe –
“Thames & Hudson” –
London 2000
28. Murray, Oswyn: Early Greece –
“Fontana Press” London 1993
29. Nilsson, Martin P.: «Η Μυκηναϊκή προέλευση της Ελληνικής Μυθολογίας»
- «Δωδώνη» Αθήνα 1979
30.
Perlès, Catherine: The Early Neolithic in
Greece “C. U. P.” Cambridge
2001
31. Page, Denys L.: Η Ιλιάς
και η Ιστορία– Εκδόσεις Παπαδήμα – Αθήνα 19802
32. Page, Denys L.: Η Ομηρική
Οδύσσεια - Εκδόσεις Παπαδήμα– Αθήνα 19863
33.
Strauss, Barry: The Trojan War, A New History –
“Simon & Schuster” New York 2007 (Paperback)
34.
Taylour, Lord William: The Mycenaeans –
“Thames & Hudson” 1999
35.
Ucko, P.L.: Theory in Archaeology-A World
perspective – London 1995
36. Vermeule, Εmily: ΕΛΛΑΣ, Εποχή του Χαλκού –
«ΚΑΡΔΑΜΙΤΣΑΣ» - Αθήνα
1983
Δημήτρης Ε. Ευαγγελίδης
‘Εδεσσα, 30 Απριλίου 2016
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου