Δημήτρη Ε. Ευαγγελίδη
Εισαγωγή - Η στρωματογραφία της Τροίας
Δεν διαπιστώθηκε πολιτιστική ασυνέχεια και επομένως αλλαγή πληθυσμού. Το εμπόριο εξακολουθεί να ανθεί, οι κάτοικοι στην ύπαιθρο καλλιεργούν τα χωράφια, κυνηγούν, ψαρεύουν, κατασκευάζουν αγγεία με ιδιαίτερη δική τεχνοτροπία και επεξεργάζονται τον χαλκό και τον μόλυβδο, αλλά όχι ακόμα τον ορείχαλκο.
Το πλέον αξιοθαύμαστο όμως είναι η συσσώρευση ενός μοναδικού θησαυρού και άλλων μικρότερων, από χρυσό και ασήμι που βρέθηκαν κρυμμένοι στα ερείπια της τελευταίας υποφάσης της Τροίας ΙΙ. Τον μεγάλο θησαυρό ανακάλυψε ο Ερρίκος Σλήμαν το 1873 και έμεινε γνωστός με το όνομα «θησαυρός του Πριάμου». Η Ελληνίδα σύζυγος του Σλήμαν φωτογραφήθηκε με ορισμένα από τα κοσμήματα αυτού του θησαυρού, μεταξύ των οποίων υπήρχε ένα είδος διαδήματος αποτελούμενο από 16.353 ξεχωριστά χρυσά κομμάτια!
Πρέπει να σημειώσουμε ότι παρόμοιοι θησαυροί της ιδίας περιόδου βρέθηκαν και στην Πολιόχνη της Λήμνου, όπου ανθούσε ένας πολιτισμός με στενή συνάφεια με αυτόν της Τροίας.
Όπως τονίζει ο Άγγλος καθηγητής Denys L. Page, στο εξαιρετικό έργο του «Η Ιλιάς και η Ιστορία» σχετικά με τα ευρήματα της Τροίας ΙΙ : «…αυτοί οι θησαυροί είναι κάτι μοναδικό … δεν έχουν ούτε παρελθόν ούτε μέλλον … κανένα χρυσό αντικείμενο δεν βρέθηκε σε καμιά φάση οπουδήποτε από τους έξη πρώτους οικισμούς – δηλ. ένα διάστημα περίπου 2.000 χρόνων…».
Η Τροία ΙΙ θα καταστραφεί επίσης από μια μεγάλη πυρκαγιά, αλλά η καταστροφή είναι τόσο έντονη και συστηματική, που όλοι οι ερευνητές συμφωνούν ότι πρόκειται για έργο επιδρομέων, τους οποίους πιθανόν διευκόλυνε κάποια σοβαρή εσωτερική αναταραχή, ίσως μια εξέγερση. Όπως περιγράφει με γλαφυρό ύφος ο Page (σελ. 62): «…οι ημέρες των βασιλοκτόνων ήταν μετρημένες: γιατί δεν επέζησαν από την καταστροφή της ακροπόλεως. Ίσως αυτοί στάθηκαν ευκολώτερα θύματα από όσο θα ήταν οι μεγάλοι βασιλείς, όταν ο εχθρός ήλθε με το σπαθί στο χέρι και φωτιά και η Τροία κάηκε όπως σπάνια πριν είχε καεί άλλο Φρούριο. Έτσι μια από τις ισχυρότερες περιοχές της Μικράς Ασίας απόμεινε ερείπια με στάχτες και πέτρες…».
Φαίνεται ότι οι επιδρομείς δεν είχαν πρόθεση να παραμείνουν και ίσως αποτελούσαν μέρος μιας ευρύτερης μεταναστευτικής κίνησης που συνέχισε προς άλλες περιοχές. Υποστηρίχθηκε ότι η μεταναστευτική αυτή ομάδα δεν ήταν άλλη από τους Λούβιους, τους Αριοευρωπαίους εισβολείς που εμφανίζονται στον χώρο της Μ. Ασίας αυτήν ακριβώς την περίοδο ( γύρω στο 2300 π.Χ.).
Οι κάτοικοι της Τροίας που θα επιζήσουν από την λαίλαπα των επιδρομέων θα επιβιώσουν σε έναν ασήμαντο οικισμό. Είναι ο τρίτος οικισμός της Τροίας (Τροία ΙΙΙ), που εμφανίζει τέσσερις οικοδομικές φάσεις (υποφάσεις ΙΙΙ a – III d) και είχε διάρκεια 100 ετών περίπου.
Στην συνέχεια θα υπάρξει ένας τέταρτος οικισμός (Τροία IV), με πέντε υποφάσεις (IV a – IV e) και με διάρκεια 200 περίπου ετών (2200-2000 π.Χ.). Αποτελούσε μια μικρή κοινότητα που κάλυπτε ένα μικρό μέρος της έκτασης της ακμαίας Τροίας των υποφάσεων ΙΙ c και II d.
Ακολούθησε η Τροία V με τέσσερις οικοδομικές υπο-φάσεις και διάρκεια 150 ετών περίπου (2000-1850/1800 π.Χ.). Παρατηρείται μια μικρή πολιτιστική βελτίωση που αντανακλά στην αρχιτεκτονική και στις συνθήκες διαβίωσης, στην αγγειοπλαστική που παρουσιάζει άνθηση, καθώς και στην μεταλλουργία όπου κατακτάται επιτέλους το μυστικό κατασκευής ορείχαλκου. Υπάρχουν μερικές ενδείξεις ότι αυτήν την περίοδο η ακρόπολη οχυρώθηκε με νέο τείχος. Μέχρι το τέλος της φάσεως Τροία V, αποδείχθηκε ότι η πόλη παρέμεινε στην κατοχή του ίδιου φύλου χωρίς διακοπή. «…Όμως τώρα ξαφνικά, χωρίς κανένα ίχνος μάχης ή φωτιάς, φθάνει το τέλος: Το νήμα που συνέδεε χίλια χρόνια απότομα κόβεται…» (D. Page ε. α. σελ. 64).
Πραγματικά, η επόμενη φάση, η Τροία VΙ (1850/1800-1300/1290 π.Χ.), είναι μια πόλη που δεν έχει καμιά σχέση με τους προηγούμενους οικισμούς και το παρελθόν της περιοχής. Ένας νέος λαός έχει εγκατασταθεί εκεί, ο οποίος σύντομα θα αναδείξει την Τροία στην περίφημη πόλη που την δύναμη και τα πλούτη της θα υμνήσει το ομηρικό έπος.
Σύμφωνα με τους ερευνητές η Τροία VΙ (στην οποία διακρίνουμε οκτώ υποφάσεις VI a - VI h) διαφέρει από την Τροία V στον υπέρτατο δυνατό βαθμό. Κατά τον C. Blegen μάλιστα «…η αλλαγή του πολιτισμού από τις αρχές της Τροία VΙ είναι τέτοιας φύσεως ώστε το μόνο λογικό συμπέρασμα που εξάγεται είναι η αλλαγή του πληθυσμού…».
Τρία είναι τα ουσιαστικά στοιχεία της αλλαγής:
α) Η αλλαγή στην αρχιτεκτονική, που χαρακτηρίζεται από τα επιβλητικά και μνημειώδη νέα τείχη, πολύ ισχυρότερα από οποιαδήποτε προηγούμενη φάση, τα οποία θα περιτειχίσουν μια ακρόπολη πολύ μεγαλύτερη σε έκταση. Τα κτίρια είναι μεγάλα, καλοσχεδιασμένα και τα περισσότερα ακολουθούν τον τύπο του μεγάρου. Το ανατολικό τμήμα του τείχους παρουσιάζει μεγάλες ομοιότητες με τα τείχη της τρίτης ακροπόλεως της Τίρυνθος, που χρονολογείται την ίδια περίπου εποχή.
β) Η αλλαγή στην κεραμική με την εμφάνιση και στην Τροία VΙ των περίφημων τεφρών «μινυακών» αγγείων, που χαρακτηρίζουν την Μέση Εποχή του Χαλκού (1900-1600 π.Χ.) ή «Μεσοελλαδική» στον ελλαδικό χώρο.
γ) Η εμφάνιση του εξημερωμένου αλόγου και η ύπαρξη έφιππων πολεμιστών, γεγονός που συνδέεται με τα νομαδικά Αριοευρωπαϊκά φύλα και την παρουσία τους στις διάφορες περιοχές. Σημειώνουμε ότι αυτήν ακριβώς την περίοδο εμφανίζεται το πολεμικό άλογο και στον ελλαδικό χώρο.
Όπως επισημαίνουν εξ άλλου και οι Αμερικανοί ανασκαφείς: «…οι ιδρυτές της Τροίας VΙ αποτελούσαν πιθανόν ένα κλάδο στην μεταναστευτική κίνηση που κατέκλυσε την ηπειρωτική Ελλάδα…».
Παρακινημένος από τις παραπάνω αντιστοιχίες και τα αρχαιολογικά ευρήματα ο D. Page υποστηρίζει (ε.α. σελ. 67) ότι: «…οι ιδρυτές της Τροίας VΙ ήταν ένας λαός που είχε τις ίδιες πολιτιστικές ρίζες με τους ελληνόγλωσσους εισβολείς και κατακτητές της Ελλάδος και που βρέθηκε στην ίδια μεταναστευτική κίνηση… πράγμα που μισοσημαίνει ότι οι Τρώες ήσαν Έλληνες…» και σε μια υποσημείωση (αρ. 105 σελ.105): «…Η Ιλιάς δεν μας αφήνει να υποθέσουμε ότι οι Τρώες ήσαν διαφορετικής φυλής ή ότι μιλούσαν διαφορετική γλώσσα από τους Έλληνες…».
Τα ίδια υποστηρίζει και ο J. G. Macqueen (ερευνητής στο Βρετανικό Αρχαιολογικό Ινστιτούτο της Άγκυρας και λέκτορας του Πανεπιστημίου Bristol) στο βιβλίο του (The Hittites, σελ. 33):
«…ο Τρωϊκός πόλεμος της Ελληνικής παράδοσης δεν ήταν μια σύγκρουση μεταξύ των εχθρικών κόσμων της Ελλάδος και της Μ. Ασίας, αλλά (αφού οι κάτοικοι της Τροίας αυτήν την εποχή ήσαν στην ουσία γλωσσολογικά Έλληνες) μάλλον εμφύλια σύγκρουση… Αυτό κάνει ευκολότερη την ερμηνεία του γεγονότος γιατί η Τροία διαδραματίζει τόσο σημαντικό ρόλο στην ελληνική παράδοση, καθώς επίσης και τον μεγάλο αριθμό προσωπικών επαφών ανάμεσα στους Έλληνες και τους Τρώες πρωταγωνιστές και την ευκολία που οι αντίπαλοι επικοινωνούν μεταξύ τους στην μάχη, κάτι που φαίνεται ότι δεν ήταν απλώς μια περίτεχνη ποιητική φαντασία…».
Όπως απέδειξαν τα ευρήματα των ανασκαφών οι κάτοικοι της Τροίας VΙ, θα αναπτύξουν από τον 16ο αιώνα π.Χ. και μετά, ιδιαίτερα στενές σχέσεις με τον Μυκηναϊκό κόσμο και πολιτισμό που ακμάζει αυτήν την εποχή. Στην τελευταία περίοδο μάλιστα της Τροίας VΙ (1400-1300 π.Χ.) εμφανίζεται το μέγιστο «…της μυκηναϊκής επιρροής πάνω στην τέχνη και την βιοτεχνία της Τροίας…» (D. Page ε. α. σελ.79).
Η έκτη πόλη της Τροίας κατέρρευσε μετά από έναν ισχυρότατο σεισμό, που θα καταστρέψει εν μέρει τις επιβλητικές οχυρώσεις και θα μετατρέψει σε ένα σωρό ερειπίων τα μέγαρα και τα ανάκτορα του οικισμού. Το γεγονός χρονολογείται γύρω στο 1300/1290 π.Χ.
Η έβδομη πόλη, η Τροία VΙΙ (1300/1290-1150/1130 π.Χ.) οικοδομήθηκε απ’ ευθείας πάνω στα πεσμένα ερείπια από τον ίδιο λαό χωρίς κανένα ενδιάμεσο στρώμα οικισμού και χωρίς ρήξη στην πολιτιστική παράδοση. Χωρίζεται σε τρεις συνολικά υποφάσεις, που η κάθε μία παρουσιάζει μεγάλο ενδιαφέρον. Η πρώϊμη φάση, η Τροία VΙΙa (1300/1290-1230 π.Χ.), αποδείχθηκε ότι είναι η ομηρική Τροία που κατακτήθηκε από τους Έλληνες, μετά τον δεκαετή Τρωϊκό Πόλεμο. Αυτό προέκυψε από το γεγονός ότι η καταστροφή της Τροίας VΙΙa προήλθε «…από μια εξαιρετικά βίαια πυρκαγιά… που προκλήθηκε από ανθρώπινη ενέργεια…» (D. Page ε. α. σελ. 87). Όσοι επέζησαν από την Άλωση της Τροίας «…φυτοζώησαν στον χώρο αυτόν για μια ακόμη γενιά…». Αυτή είναι η λεγόμενη Τροία VΙΙb1 (1230-1200 π.X.).
Στην συνέχεια «…περιήλθαν στην εξουσία ενός λαού με ξένο και πρωτόγονο πολιτισμό, που δεν ήσαν ούτε Έλληνες ούτε Τρώες…» (D. Page ε. α. σελ. 87). Αυτή υπήρξε και η τελευταία υποφάση της έβδομης πόλης της Τροίας, η λεγόμενη Τροία VΙΙb2 (1200/1190-1150/1130 π.Χ.).
Λεπτομέρειες για τον λαό που εγκαταστάθηκε στην Τροία VΙΙb2 (τους Φρύγες), υπάρχουν στο «Ιστορικό Περίγραμμα» στην αρχή του παρόντος. Γύρω στο 1100 π.Χ. η τοποθεσία θα εγκαταλειφθεί για 400 χρόνια περίπου.
Σύμφωνα με την παράδοση, άποικοι από την Αιολική Λέσβο θα ιδρύσουν γύρω στο 700 π.Χ. μια νέα πόλη που θα ονομάσουν «Νέον Ίλιον». Αυτή αποτελεί την Τροία VΙΙΙ (700-334 π.Χ.).
Το 334 π.Χ. ο Μέγας Αλέξανδρος θα επισκεφθεί την πόλη και θα της δώσει νέα αίγλη με την επέκταση του ναού της θεάς Αθηνάς, την ίδρυση ναών, την ανοικοδόμηση λαμπρών κτιρίων. Αυτή υπήρξε η Τροία ΙΧ, η Ελληνιστική Τροία, η τελευταία φάση της ένδοξης πόλης. Αργότερα, ο στρατηγός του Μ. Αλεξάνδρου και ηγεμών της Θράκης Λυσίμαχος, θα περιτειχίσει την πόλη με νέο τείχος και θα την εμπλουτίσει με εξαιρετικά κτίρια, Αγορά και ένα μεγάλο θέατρο. Η τελευταία προσπάθεια αναβίωσης της πόλης θα γίνει το 48 π.Χ. από τον Ιούλιο Καίσαρα, στην διάρκεια επίσκεψής του στην περιοχή, χωρίς όμως αποτέλεσμα. Η πόλη θα εγκαταλειφθεί οριστικά τον 6ο αιώνα μ.Χ.
Η χρονολόγηση του Τρωϊκού Πολέμου
Υπάρχουν πολλοί και αλληλοσυγκρουόμενοι υπολογισμοί στις αρχαιοελληνικές και ρωμαϊκές πηγές σχετικά με την χρονολόγηση του Τρωικού πολέμου:
1. Ο Δούρις ο Σάμιος (340-260 π.Χ.), υποστήριζε (FGrHist76 F4) ότι από την άλωση της Τροίας έως και την εκστρατεία του Αλεξάνδρου κατά των Περσών, πέρασαν ακριβώς χίλια έτη, επομένως σύμφωνα με αυτήν την αναφορά η άλωση της Τροίας έγινε το 1334 π.Χ.
Η έκλειψη του Πατρόκλου
Οκτώβριος 1227 π.Χ.: Αναχώρηση του Οδυσσέα από την Ιθάκη για την Αυλίδα.
Θέρος 1226 π.Χ.: Εναρξη της πολιορκίας της Τροίας.
Θέρος 1218 π.Χ.: Αλωση της Τροίας.
Οκτώβριος 1207 π.Χ.: Επιστροφή Οδυσσέα και εξόντωση Μνηστήρων.
Η εργασία και οι συντελεστές της, όπως δημοσιεύθηκε στο επιστημονικό περιοδικό που προαναφέραμε:
(www.maajournal.com/Issues/2012/pdf/PAPAMARINOPOULOS.pdf)
Mediterranean Archaeology and Archaeometry,
Vol. 14, No. 1, pp. 93-102
[...]
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου