Παν/μιο Μακεδονίας
Ο
εξέχων Έλλην πολιτικός και επιστήμων, ο αείμνηστος ακαδημαϊκός Παναγιώτης
Κανελλόπουλος, προλογίζοντας το βιβλίο του Βούλγαρου ακαδημαϊκού, Νικολάι
Τοντορόφ, με τίτλο: «Η Βαλκανική διάσταση της Επανάστασης του 1821», το 1982,
αναφέρει χαρακτηριστικά τα εξής:
«Οι σχέσεις μεταξύ Ελλάδος και Βουλγαρίας,
στο επίπεδο των κυβερνήσεων και, γενικότερα, της πολιτικής ηγεσίας, δεν ήταν
ποτέ τόσο ομαλές και μάλιστα τόσο εγκάρδιες όσο είναι σήμερα. Δεν θα εξετάσω,
σε ποια αίτια μπορεί να αποδοθεί το ευχάριστο αυτό γεγονός. Δεν μπορώ, όμως, να
αποφύγω να προσέξω ένα αξιοσημείωτο φαινόμενο. Όσον καιρό - μιλάω ειδικότερα
για τον αιώνα μας - τα πολιτειακά, πολιτικά και κοινωνικά συστήματα των δύο
χωρών ήταν ίδια ή όμοια, οι σχέσεις μεταξύ Ελλάδος και Βουλγαρίας ήταν
δύσκολες, ανώμαλες και οδήγησαν συχνά σε δραματικές κρίσεις, ενώ τώρα, που τα
συστήματα των δύο χωρών διαφέρουν σημαντικά το ένα από το άλλο, οι σχέσεις
μεταξύ Ελλάδος και Βουλγαρίας εξομαλύνθηκαν όσο ποτέ άλλοτε. Θα ήταν, βέβαια
πολύ πρόχειρο και επιπόλαιο το συμπέρασμα, ότι η ανομοιογένεια των συστημάτων
οδηγεί ευκολότερα στις φιλικές σχέσεις των δύο χωρών. Υπάρχουν πολλοί άλλοι
ιστορικοί παράγοντες, άσχετοι με τη διαφορά των συστημάτων, που προκάλεσαν την
αλλαγή της ατμόσφαιρας στις σχέσεις Ελλάδος και Βουλγαρίας. Και η αλλαγή αυτή
είναι πράγματι εντυπωσιακή».
Κατά
τον Παναγιώτη Κανελλόπουλο «Ήρθε η ώρα να
προχωρήσουμε και πέρα από τις φιλικές σχέσεις μεταξύ των κυβερνήσεων και της
πολιτικής ηγεσίας των δύο χωρών. Ήρθε η ώρα -τώρα που οι επίσημες αυτές σχέσεις
είναι τόσο φιλικές - να επανεξετάσουμε, ποιες ήταν οι σχέσεις μεταξύ των δύο
λαών των Ελλήνων και των Βουλγάρων, στη διαδρομή των αιώνων, και να μελετήσουμε
όχι μόνον όσα είχαν χωρίσει τους δύο λαούς μας, αλλά -και όσα - κυρίως όσα -
τους είχαν κάμει να συνδεθούν και να συμβαδίσουν στον τραχύ δρόμο της ιστορίας.
Οι κακές ώρες στις σχέσεις των δύο λαών μας είναι, βέβαια, οι πιο γνωστές.
Σημειώνονται, στα βιβλία της εθνικής ιστορίας της καθεμιάς από τις δύο χώρες
μας, με κεφαλαία γράμματα. Στα παιδικά και εφηβικά μου χρόνια (κατά τον Παν.
Κανελλόπουλο), στη δεύτερη δεκαετία του αιώνος μας, δεν γνώριζα παρά μόνο τις
κακές αυτές ώρες. Κι αυτό είναι ευεξήγητο. Συνέπεσε χρονικά η φοίτηση μου στα
σχολεία της στοιχειώδους και της μέσης παιδείας, με τον δεύτερο βαλκανικό
πόλεμο, που έφερε αντιμέτωπους τους Έλληνες και τους Βουλγάρους, καθώς και με
τον πρώτο παγκόσμιο πόλεμο, που κι αυτός οδήγησε τους δύο λαούς μας σε αιματηρή
σύγκρουση. Αλλά οι κακές αυτές ώρες σης σχέσεις των δύο λαών μας είναι
λιγότερες από τις ώρες εκείνες, που τα βιβλία της ιστορίας παραμελούν και
παραβλέπουν, από τις μακρές ώρες, που δεν έχουν μετρηθεί από τους ιστορικούς
και που είχαν φέρει τους δύο λαούς μας πολύ κοντά τον ένα στον άλλο».
Πριν,
όμως, ο 19ος αιώνας χωρίσει τους λαούς - που κι αυτό ήταν ιστορικά αναγκαίο -
για να διεκδικήσει ο καθένας τους τη δική του εθνική αποστολή, οι Βούλγαροι
εξεδήλωσαν έμπρακτα την αλληλεγγύη τους με τους Έλληνες. Όταν, μετά - και παρά
- την τραγική έκβαση της επαναστάσεως των Σέρβων (1804-1813), εσήμανε η ώρα του
ξεσηκωμού των Ελλήνων, μεγάλος αριθμός Βουλγάρων προσχώρησε εθελοντικά στις
τάξεις των επαναστατημένων Ελλήνων. Και οι Έλληνες, άλλωστε, απέβλεψαν στη
βοήθεια των Βουλγάρων, καθώς και των άλλων υπόδουλων Σλάβων. Αμέσως μετά την
άφιξη του Αλεξάνδρου Υψηλάντη στο Ιάσιο (22 φεβρουαρίου του 1821), «
ικανοποιητική ήταν η προσέλευση εθελοντών, που άρχισε ήδη τη νύχτα της 22ας
Φεβρουαρίου έτσι, τις πρώτες μέρες είχε συγκεντρωθεί δύναμη 2000 ανδρών
περίπου, με αρκετούς ανάμεσα τους Σέρβους, Βουλγάρους και Μαυροβούνιους». Στις
26 Φεβρουαρίου έγραφε ο Αλέξανδρος Υψηλάντης στον Εμμανουήλ Ξανθό να
κατευθύνονται, όσοι Έλληνες και Βούλγαροι ήταν πρόθυμοι, « εις το Βοξάνι»της
Μολδαβίας.
Το
βιβλίο που αναφέραμε στην αρχή με βάση τα αρχεία της Οδυσσού παραθέτει λεξικό
ονομάτων οπλιτών από τους λαούς της Βαλκανικής, που συμμετείχαν στην ελληνική
επανάσταση του 1821, ένα μεγάλο μέρος από αυτούς ήταν Βούλγαροι.
Ο
καθηγητής Σπύρος Λουκάτος αναφέρει τα εξής: «Το φιλελληνικό κίνημα, που η
ελληνική επανάσταση προκάλεσε σε ολόκληρη την Ευρώπη, "ήταν ακόμα πιο
έντονο στους υποτεταγμένους στο τουρκικό ζυγό βαλκανικούς λαούς, προπάντων
στους Βουλγάρους. Τα κύρια αίτια του φιλελληνισμού των Βουλγάρων, που
εκδηλώθηκε με την ενεργό συμμετοχή τους στον αγώνα κατά των Τούρκων, τόσο στη
Μολδαβία και τη Βλαχία, όσο και στα μεγάλα επαναστατικά κέντρα της νότιας
Ελλάδας, υπήρξαν: η θρησκεία και η κοινή με τους Έλληνες μοίρα, το πνεύμα της ελευθερίας,
και οι προηγούμενες μεταξύ των δύο λαών οικονομικές, κοινωνικές και πνευματικές
σχέσεις».
Εδώ
αξίζει να αναφερθεί και ένα άλλο σημείο που μας ενώνει και μας φέρνει πιο κοντά
σαν γειτονικούς λαούς, με τους οποίους έχουμε υποστεί εξ ίσου τη δεσποτική
αυθαιρεσία του τούρκου κατακτητή είναι το θέμα των Νεομαρτύρων. Την ίδια
περίοδο της εκκλησιαστικής όξυνσης, Βούλγαροι νεομάρτυρες, όπως ο Ονούφριος από
το Γκάμπροβο, ο Ιγνάτιος από τη Στάρα Ζαγορά, ο Ιωάννης και ο Παρθένιος,
διδάχθηκαν το μαρτύριο από Αγιορείτες γέροντες Αλείπτες, Έλληνες την καταγωγή.
Ο Ονούφριος, συνοδευόμενος από τον ιερομόναχο Γρηγόριο, πηγαίνει να μαρτυρήσει
στη Χίο, καθ' υπόδειξη του πατριάρχη Γρηγορίου του Ε' που βρισκόταν σε εξορία
στο Άγιον Όρος.
Ο
Ιγνάντιος και ο Ιωάννης στην Κωνσταντινούπολη και στην Αγία Σοφία, ο Παρθένιος
καθ' οδόν για τους Αγίους τόπους, και ο Χιλανδαρινός μοναχός Δαμασκηνός στο
Σφιστόφ της Βουλγαρίας.
Αγιορείτες
λόγιοι καταγράφουν το μαρτύριο τους στην αιώνια Βίβλο που είναι η Εκκλησιαστική
παράδοση, συντάσσοντας βίο και ακολουθία και φιλοτεχνώντας τις μορφές των στα
αγιορείτικα παρεκκλήσια, σκορπώντας τις εικόνες τους, ως εθνικούς αγίους και
ήρωες σε όλη τη Βαλκανική.
Τέτοιας
μορφής θέματα δυστυχώς δεν έχουν τύχει της προσοχής και επισταμένης μελέτης από
τους σύγχρονες μελετητές.
Ένα
άλλο σημείο που μας ενώνει και μας φέρνει πιο κοντά είναι η διδασκαλία της
σλαβονικής γλώσσας από Βούλγαρους καθηγητές στη Θεολογική Σχολή της Χάλκη από
το 1846. Ένα χρόνο αργότερα και μετά την είσοδο της στο πρόγραμμα μαθημάτων
αρχίζει και η χρήση της στη θεία λειτουργία μέσα στον ναό της Σχολής.
Η
ίδρυση της έδρας της σλαβονικής απαιτεί το διορισμό άρτια καταρτισμένων
καθηγητών ταυτόχρονα στην ελληνική και σλαβονική γλώσσα. Στην αρχή η θέση του
καθηγητή καταλαμβάνεται προσωρινά από τον Ιωάννη Δημητριάδη, ενώ αργότερα από
τον Νεόφυτο Ριλλιώτη.
Εδώ,
το 1850 στο τυπογραφείο του Πατριαρχείου με τη συνδρομή του Μητροπολίτου
Σταυρουπόλεως Κωνσταντίνου Τυπάλδου, Σχολάρχου της Χάλκης, εκδίδεται και το
πρώτο εγχειρίδιο της σλαβονικής γραμματικής από τον καθηγητή Ιωάννη Δημητριάδη
γραμμένο στα ελληνικά για να χρησιμοποιείται από μεγάλο μέρος μαθητών.
Άλλος
καθηγητής στη Χάλκη ήταν ο Νεόφυτος Ρίλσκυ ή Ριλλιώτης που δίδαξε στα ανώτερα
έτη «εκκλησιαστική σλαβική γλώσσα και γραμματεία». Στο δίπλωμα που χορηγούσε η
σχολή υπογράφει ως «καθηγητής της Σλαβωνικής φιλολογίας Νεόφυτος ιερομ.
Ριλλιώτης».
Στα
τέσσερα έτη που εργάστηκε στη Χάλκη, από το 1848 μέχρι το 1852, εκτός από τη
διδασκαλία ασχολήθηκε και με τη συγγραφή και τη μετάφραση βιβλίων με την
ευλογία, την παρότρυνση και συνδρομή του σχολάρχου της Σχολής Κωνσταντίνου
Τυπάλδου.
Την
πρώτη μετάφραση που έκανε, ήταν η ελληνική ακολουθία του Μεγάλου Φωτίου,
προστάτου της Σχολής, συντάχθηκε από τον Κωνσταντίνο Τυπάλδο εκδόθηκε το 1849,
με τη συνδρομή του συντάκτη της, ένα χρόνο μετά την ελληνική της έκδοση, στο
πατριαρχικό τυπογραφείο.
-
Στο όλο έργο του συμπεριλαμβάνεται και η επιμέλεια έκδοσης σχολικών εγχειριδίων
Φυσικής και Μαθηματικών για χρήση στη Βουλγαρία, με δαπάνες του πατριάρχη
Κωνσταντινουπόλεως.
-
Κλασική παραμένει η μετάφραση των μύθων του Αισώπου στη Βουλγαρική γλώσσα,
καθώς και της Καινής Διαθήκης, με τη συνδρομή του Ιλαρίωνος, μητροπολίτου
Βελίκου Τυρνόβου.
Στα
1849 με τη βοήθεια του Μητροπολίτη της Ηράκλειας μετάφρασε και διόρθωσε στη
Βουλγαρική γλώσσα εγχειρίδιο φυσικής.
Ο
Νεόφυτος στηριζόμενος στη δική του μακρόχρονη παιδαγωγική πείρα και στην
πλούσια συγγραφική του δραστηριότητα, δημιουργεί δύο έτη αργότερα, το 1852 στο
Πατριαρχικό τυπογραφείο της Κωνσταντινουπόλεως, ένα αξιόλογο βοήθημα τη
«Χρηστομάθεια της σλαβωνικής γλώσσας» που συνοδεύεται από ένα σλάβο-ελληνικό
λεξικό, το οποίο περιέχει τις λέξεις που χρησιμοποιούνται στη Χρηστομάθεια.
Ο
Νεόφυτος στη χρηστομάθεια της σλαβωνικής γλώσσας αναφέρει ότι η έκδοση έγινε
και προς «χάριν τῶν ἐν Βουλγαρία σχολείων, παρ' οἶς ἡ ἔλλειψις
τοιούτου διδακτικοῦ
βιβλίου ὑπάρχει λίαν ἐπαισθητή».
Αυτή
ήταν η περίοδος πριν τον πόλεμο της Κριμαίας, όπου ηττήθηκε η Ρωσία και εμείς
αναγκαστήκαμε να αλλάξουμε στρατόπεδο και να ενταχθούμε στο Αγγλοσαξονικό μπλόκ.
Τα αποτελέσματα ήταν ευνόητα: Πανσλαβισμός, Βουλγαρική Εξαρχία, Μακεδονικό και
εθνοφυλετικό πρόβλημα και διεκδικήσεις στο Άγιον Όρος.
Εδώ
θα ήθελα να επισημάνω και το εξής: Κατά την περίοδο του Κομμουνισμού, ο
Βούλγαρος με την καλλιέργεια του διεθνισμού άρχισε να αγαπάει και το γείτονα
του. Σήμερα που δεν υπάρχει Κομμουνισμός και τα καθεστώτα στην Ευρώπη είναι
σχεδόν ίδια, πάλι επανέρχεται το μπαλάκι του εθνικισμού, της προστριβής και της
διαίρεσης, παλαιοί αλλά αποτελεσματικοί μέθοδοι, όπως μας έχει επιδείξει η
διαχρονική πορεία των δύο λαών στο διάβα των αιώνων.
Από
τη θέση αυτή, θα ήθελα να κάνω μερικές προτάσεις, οι οποίες αν υλοποιηθούν, θα
δώσουν τη δυνατότητα να αρχίσει η καταγραφή της άγραφης ιστορίας των λαών της
Βαλκανικής Ορθοδοξίας,
-
Θα πρέπει να προσδιορισθούν διαχρονικά οι «κοινές σταθερές - ΠΟΥ ΚΑΛΛΙΕΡΓΟΥΝ
ΕΚΕΙΝΟ ΠΟΥ ΜΑΣ ΕΝΩΝΕΙ.
θα
ήθελα να σταθώ στην εικόνα των 28 χωρών της ΕΕ. Δηλαδή στην πολιτιστική
ταυτότητα της ΕΕ των 28.
Σήμερα
σε όλα τα σχολεία της ΕΕ επιβάλλεται να διδάσκονται συνοπτικά στοιχεία
ιστορίας, πολιτισμού και οι ιδιαιτερότητες του κάθε κράτους μέλους.
Θα
πρέπει να βρεθούν οι κοινές συνισταμένες σε θέματα πολιτισμού και να εμπεδωθούν.
Ένα
τέτοιο θέμα μπορεί να αποτελέσει η πολιτιστική κληρονομιά του έργου
Θεσσαλονικέων αδελφών και φωτιστών των Σλάβων αγίων Κυρίλλου και Μεθοδίου που
υποχρέωσε τον προηγούμενο Πάπα να τους ανακηρύξει αγίους της Ευρώπης.
Η
καθιέρωση κοινών ευρωπαϊκών εορτών θα δώσουν στην ΕΕ μία πολιτιστική ενιαία
οντότητα. Πάνω σ’ αυτή τη βάση οι ερευνητές θα πρέπει να ερευνήσουν κάθε τι το
κοινό πολιτιστικό των ΚΜ και να το αναδείξουν.
Στόχος
και αυτοσκοπός σήμερα είναι το κέρδος. Αλλά θα πρέπει και να μας αφορά σε ποια
χώρα ζούμε και σε ποια χώρα θα θέλαμε να ζήσουν τα παιδιά μας και τα εγγόνια μας
και εάν σε αυτήν την χώρα που θα ζουν θα έχει μείνει κάτι αυθεντικό ή θα είναι
όλα imitashon αντίγραφα.
Η
τύχη των δύο λαών ήταν κοινή για 5 αιώνες κάτω από τον οθωμανικό ζυγό οι λαοί
μας διατήρησαν τη Γλώσσα, τα ήθη, τα έθιμα και την ορθόδοξη παράδοση στο
ακέραιο. Σήμερα όμως με την παγκοσμιοποίηση και τη χειμαρρώδη μετανάστευση από
και προς θα μπορέσουμε να διατηρήσουμε την πολιτιστική μας ταυτότητα αυτοτελώς;
Ο
τρόπος διαπαιδαγώγησης σήμερα είναι η διαπολιτισμική παιδεία.
Καταρχήν
βέβαια ο όρος "πολυπολιτισμικός" δεν έχει κανονιστικό περιεχόμενο,
αλλά περιγράφει απλώς μια δεδομένη κατάσταση. Κανονιστική σημασία έχει ο όρος
"διαπολιτισμικός". "Οι όροι πολυπολιτισμικότητα και
διαπολιτισμικότητα δεν είναι συνώνυμοι ή ταυτόσημοι. Η πολυπολιτισμικότητα
είναι το δεδομένο, και η διαπολιτισμικότητα το ζητούμενο. Η διαπολιτισμικότητα
προϋποθέτει την πολυπολιτισμικότητα, αλλά δεν απορρέει αυτόματα απ' αυτή".
Η διαπολιτισμική ιδέα "δεν εξαντλείται σ' ένα πολιτισμικό πλουραλισμό,
όπου συνυπάρχουν οι πολιτισμοί, και που στην καλύτερη περίπτωση ο
"κυρίαρχος" πολιτισμός απλώς ανέχεται τους άλλους". Αυτή είναι η
τρέχουσα χρήση των όρων και στον ευρύτερο ευρωπαϊκό χώρο.
Πολυπολιτισμικότητα
είναι λοιπόν το δεδομένο, ενώ η διαπολιτισμικότητα αποτελεί το δέον. Η
διαπολιτισμική ιδέα είναι η ειρηνική συμβίωση, με την έννοια της ανοικτής
επικοινωνίας, της αλληλεγγύης, της αλληλεπίδρασης και του αμοιβαίου εμπλουτισμού
ατόμων και ομάδων με διαφορετικό πολιτισμικό υπόβαθρο. Αυτό εκφράζεται με την
πρόθεση "δια".
Σύμφωνα
με τον ορισμό της UNESCO πολιτισμός είναι "το σύνολο των μοναδικών πνευματικών,
υλικών, διανοητικών και συναισθηματικών πτυχών που χαρακτηρίζουν μια κοινωνία ή
μια κοινωνική ομάδα. Αυτό δεν περιλαμβάνει μόνον την τέχνη και τη λογοτεχνία,
αλλά επίσης και μορφές ζωής, τα θεμελιώδη δικαιώματα του ανθρώπου, συστήματα
αξιών, παραδόσεις και μορφές πίστης".
Σήμερα
θα πρέπει να θωρακίσουμε τα χαρακτηριστικά της πολιτισμικής μας ταυτότητος.
Πολύ
περισσότερο που ανήκουμε στο ίδιο Μπλόκ –ΕΟΚ και ΝΑΤΟ θα πρέπει να αναπτύξουμε
σε όλες τις μορφές τα πολιτιστικά αποθέματα των χωρών μας: ΕΘΝΟΓΡΑΦΙΑ,
ΛΑΟΓΡΑΦΙΑ, ΕΘΝΟΛΟΓΙΑ, ΜΟΥΣΕΙΑΚΗ ΠΑΙΔΕΙΑ ΚΑΙ ΠΑΡΑΔΟΣΗ, ΑΡΧΑΙΟΓΝΩΣΙΑ, ΦΥΣΙΟΛΟΤΡΕΙΑ
ΚΑΙ ΓΕΝΙΚΑ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ. Η μελέτη και η εμπέδωση
των πιο πάνω από το ευρύ κοινό θα ενισχύσει τη συνείδηση της
πολιτισμικής ταυτότητος των λαών μας και θα αποτελέσει ηθικό φραγμό ενάντια στη
λαίλαπα της παγκοσμιοποίησης και του αφανισμού.
Σήμερα
η δημιουργία ηθικής με νόμο δεν είναι εφικτή, όπως μας έχει αποδείξει η μέχρι
τώρα πρακτική, πρβλ.: τη δια νόμου ηθική στα διάφορα καθεστώτα, καταργώντας τη
θρησκεία και την παράδοση. Μετά την
πτώση τους, όμως πού ηθική; καταργήθηκε το κράτος έπαυσαν οι νόμοι, εξέπεσε και
το νομικό φάσμα της όποιας ηθικής.
Εκεί,
όπου το σύστημα απέναντι στη θρησκεία ήταν πιο αυστηρό, εξαφάνισαν την κάθε
μορφή ηθικής που προερχόταν από τον έμφυτο νόμο της ηθικής συνείδησης, τα
πράγματα μετά την πτώση του συστήματος ήταν φρικτά. Το σωστό είναι να
εμφυσήσουμε τον έμφυτο νόμο της ηθικής συνείδησης που προέρχεται από τα ιδανικά
του, απόρροια της όποιας πολιτιστικής του κληρονομιάς στην οποία θα προσδώσουμε
ευρωπαϊκή ταυτότητα. Έτσι η ισχύς του έμφυτου νόμου είναι διαρκής χωρίς
ημερομηνία λήξης.
Η
Ελλάδα και η Βουλγαρία, ως χώρες μέλη
της ΕΕ, γεωγραφικά είναι το Ανατολικό σύνορο της ΕΕ, αλλά πολιτισμικά, είναι οι
γέφυρες ανάμεσα στον Ανατολικό και το Δυτικό πολιτισμό.
Μία
λαϊκή ρήση μας λέει: «καλυτερα να τα έχεις καλά με το ΓΕΙΤΟΝΑ ΠΑΡΑ ΜΕ ΤΟΝ ΣΥΓΓΕΝΗ» ΠΟΛΛΩ ΔΕ ΜΑΛΛΟΝ, ΟΤΑΝ Ο ΓΕΙΤΟΝΑΣ ΤΥΓΧΑΝΕΙ
ΝΑ ΕΙΝΑΙ ΚΑΙ ΣΥΓΓΕΝΗΣ ΣΟΥ».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου