Δεν έχεις, Όλυμπε, θεούς, μηδέ λεβέντες η Όσσα, ραγιάδες έχεις, μάννα γη, σκυφτούς για το χαράτσι, κούφιοι και οκνοί καταφρονούν τη θεία τραχιά σου γλώσσα, των Ευρωπαίων περίγελα και των αρχαίων παλιάτσοι…
(Κωστής Παλαμάς)

Σάββατο 11 Ιανουαρίου 2014

ΠΡΟΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ: Η καταγωγή των Αλβανών και οι αρβανιτόφωνοι Έλληνες

Προδημοσίευση από το νέο βιβλίο του Δημήτρη Ε. Ευαγγελίδη, το οποίο θα κυκλοφορήσει από τις εκδόσεις "Ινφογνώμων" τέλη Ιανουαρίου-αρχές Φεβρουαρίου 2014.


Κεφάλαιο 8.    Επιστήμη και Πολιτική

α. Αλβανικοί εθνικοί μύθοι

Εξετάσαμε δια μακρών στα προηγούμενα Κεφάλαια το ζήτημα της υποτιθέμενης καταγωγής των Αλβανών από τους Ιλλυριούς, τον κεντρικό εθνικό μύθο της Αλβανίας. Στο παρόν Κεφάλαιο θα εξετάσουμε το ζήτημα αυτό όχι από την εθνολογική /ιστορική / αρχαιολογική σκοπιά, αλλά από ένα άλλο πρίσμα: Κατά πόσον νομιμοποιούνται οι Αλβανοί να διεκδικούν την «ιλλυρική κληρονομιά», αλλά και τις ρίζες αυτού του μύθου, ενώ θα παρουσιάσουμε επίσης τις απόψεις σημαντικών Αλβανών και ξένων για την διαδικασία κατασκευής των αλβανικών εθνικών μύθων. Επίσης, στο επόμενο μέρος αυτού Κεφαλαίου θα διερευνήσουμε το ζήτημα της διαπλοκής μεταξύ πολιτικής και αρχαιολογίας, καθώς και την ερμηνεία των πολιτικών σκοπιμοτήτων, που κρύβονται πίσω από την κατασκευή ενός εθνικού μύθου. Οφείλουμε όμως να διευκρινίσουμε ότι είναι τελείως διαφορετικά πράγματα η εθνική παράδοση και οι θρύλοι ενός λαού από τους κατασκευασμένους εθνικούς μύθους. Όπως έγραψα παλαιότερα:
«...Έχουν επισημανθεί και αναλυθεί από πολλούς η χρησιμότητα και η κοινωνιολογική λειτουργία των Θρύλων και Μύθων ανάμεσα στους λαούς, διαχρονικά και υπερτοπικά. Ειδικότερα οι Θρύλοι και οι Παραδόσεις λειτουργούσαν πάντοτε εξυψωτικά και συσπειρωτικά σε περιόδους χαλεπών καιρών και αδιεξόδων, βοηθώντας ανυπολόγιστα στην αυτοεπιβεβαίωση ενός λαού. Επί πλέον, όντας κεντρικά σημεία αναφοράς ολόκληρης της εθνικής κοινωνίας, καλλιεργούσαν τις απαιτούμενες προϋποθέσεις «ψυχολογικής στήριξης» του λαού με την ψυχική ανάταση που  δημιουργούσαν, τόνιζαν την Ελπίδα για ένα καλύτερο Μέλλον και κυρίως προετοίμαζαν τον λαό για τις αναγκαίες ανατροπές. Τα παραδείγματα Θρύλων (ανάμεσα σε πάμπολλα παραδείγματα), όπως του «Βασιλιά Αρθούρου» στους Αγγλοσάξωνες (στους Βρεταννούς σωστότερα) και του «Φρειδερίκου Μπαρμπαρόσσα» στους Γερμανούς είναι χαρακτηριστικά για τον συγκεκριμένο ρόλο που διεδραμάτισαν σε ανάλογες ιστορικές περιόδους για τους παραπάνω λαούς.
Αντίστοιχοι Θρύλοι υπήρξαν και στην μακραίωνη ιστορική διαδρομή του Ελληνικού Έθνους. Στους νεώτερους χρόνους ο «Μαρμαρωμένος Βασιλιάς» και οι σχετικοί θρύλοι γύρω από το κεντρικό αυτό θέμα μετά την Άλωση, βοήθησαν να κρατηθεί επί αιώνες άσβεστη η φλόγα του Ελληνισμού και η ελπίδα εθνικής ανάκαμψης στο υπόδουλο γένος μας: «…Πάλι με χρόνια και καιρούς, πάλι δικά μας θα ’ναι…» ήταν η μόνιμη επωδός σε περιόδους εθνικής απελπισίας.
  Τον ίδιο ρόλο θα παίξουν και οι περίφημες «Προφητείες» του Κοσμά του Αιτωλού, οι οποίες ξαναζωντάνεψαν τις ελπίδες του λαού μας, όταν ο Θρύλος του Μαρμαρωμένου Βασιλιά είχε αρχίσει πλέον να ξεθωριάζει μετά από αιώνες διαψεύσεων...».513
       Κρίνεται σκόπιμο να δοθούν ορισμένα παραδείγματα προς διευκρίνηση των παραπάνω. Ο «μαρμαρωμένος βασιλιάς», ο «χορός του Ζαλόγγου», το «κρυφό σχολειό» ανήκουν στους εθνικούς θρύλους και παραδόσεις του ελληνικού λαού. Η περιβόητη «ψωροκώσταινα» όμως, δηλ. η φτωχή και κακόμοιρη ελλαδίτσα που της έλειπαν οι φυσικοί πόροι και οι εύφορες εκτάσεις και επομένως οι Έλληνες θα παρέμειναν μονίμως «μίζεροι και φουκαράδες», αποτελεί έναν κατασκευασμένο εθνικό μύθο από συγκεκριμένα κέντρα για ευνοήτους λόγους. Διαψεύσθηκε και κατέρρευσε παταγωδώς και αυτή είναι η φυσική κατάληξη όλων των εθνικών μύθων, όπως ο μύθος του «παγγερμανισμού» και της «ανώτερης φυλής» των Γερμανών ή ο φαιδρός μύθος των Σκοπιανών ως μοναδικών και γνησίων απογόνων των αρχαίων Μακεδόνων.
Ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα είναι η θεωρητική ανάλυση της έννοιας του «μύθου» από τον Καθηγητή Ανατολικοευρωπαϊκής Πολιτικής (East European Politics) του Πανεπιστημιακού Κολλεγίου του Λονδίνου George Schöpflin, η οποία περιλαμβάνεται στο συλλογικό έργο «Αλβανικές ταυτότητεςΜύθος και Ιστορία».514
Στο κατατοπιστικό άρθρο του με τίτλο «Η φύση του Μύθου» αναφέρει τα εξής:
«Υπάρχουν δύο σημασίες του μύθου. Στην λαϊκή του σημασία, αυτήν που συναντούμε στον τύπο, έχει την έννοια της φανταστικής διήγησης, της μυθοπλασίας, κάτι που δεν γίνεται πιστευτό. [...] ...μύθος είναι μια ιδιαίτερη δέσμη ιδεών με ηθικό περιεχόμενο, ο οποίος εξιστορείται ως αφήγηση από μια κοινότητα για τον εαυτό της. Με αυτήν (την δεύτερη) σημασία, ο μύθος μπορεί ή δεν μπορεί να σχετίζεται με την ιστορική αλήθεια, αν και αυτοί που βασίζονται στην αφήγηση,  γενικώς πιστεύουν ότι έχει σχέση (με την ιστορική αλήθεια). Ως επί το πλείστον ο μύθος αποτελεί έναν τρόπο οργάνωσης της Ιστορίας, έτσι ώστε να εντυπωσιάζει (τα μέλη) κάποιας συγκεκριμένης κοινότητας. [...] Συνεπώς, οι μύθοι αποτελούν μια αναπόφευκτη όψη μιας συλλογικής ύπαρξης. Πράγματι, όλες οι συλλογικότητες διαθέτουν (μύθους) – είναι αδύνατον να υπάρξουν χωρίς αυτούς. Κάτω από αυτό το πρίσμα, όπως θα διαπιστώσουμε, οι προσπάθειες εξορθολογισμού (to demystify) ή αποδόμησης ενός μύθου, ώστε να γίνουν προφανείς οι ανακρίβειές του, είναι λανθασμένες (are misplaced)...».
Αυτές οι καίριες επισημάνσεις πρέπει να ληφθούν υπ’ όψη στην διερεύνηση του φαινομένου της κατασκευής μύθων με συγκεκριμένη πολιτική στόχευση, αλλά και στην ερμηνεία της διάδοσής τους σε έναν πληθυσμό με χαμηλό μορφωτικό επίπεδο. Στο σημείο αυτό οφείλουμε να ξεκαθαρίσουμε και να καταστήσουμε απόλυτα σαφές ότι οι κατασκευασμένοι μύθοι ουδεμία σχέση έχουν με τους θρύλους και τις παραδόσεις των λαών, οι οποίες στην αρχαιότητα διασώζονταν αρχικώς με την μορφή έμμετρου λόγου (έπη) ή ύμνων και απετέλεσαν αργότερα αυτό που ονομάζουμε Μυθολογία.
  Πριν όμως εξετάσουμε τον κατασκευασμένο από συγκεκριμένα κέντρα και συγκεκριμένη χρονική περίοδο εθνικό μύθο των Αλβανών ως «μοναδικών και γνησίων απογόνων των Ιλλυριών», οφείλουμε να διερευνήσουμε κατά πόσον νομιμοποιούνται οι διεκδικήσεις τους στην «ιλλυρική κληρονομιά», δεδομένου ότι προϋπήρξαν και εξακολουθούν να υπάρχουν και άλλοι διεκδικητές αυτής.
            Υπενθυμίζουμε ότι μεταξύ των Νοτίων Σλάβων, αλλά εν μέρει και μεταξύ των Πολωνών και των Ρώσσων, η «ιλλυρική» θεωρία για την καταγωγή των Σλάβων ήταν ευρύτατα διαδεδομένη, από τις αρχές του 16ου μέχρι τις αρχές του 19ου αιώνα. Σύμφωνα με αυτήν οι Νότιοι Σλάβοι αποτελούσαν τον αυτόχθονα πληθυσμό των Βαλκανίων, ο οποίος καταγόταν από τους αρχαίους Ιλλυριούς. Ειδικότερα, η θεωρία αυτή υποστήριζε ότι όλοι οι Σλάβοι κατοικούσαν αρχικά στην χερσόνησο του Αίμου και ήσαν γνωστοί στους αρχαίους συγγραφείς με την ονομασία «Ιλλυριοί»! Στις αρχές των μεσαιωνικών χρόνων διασπάσθηκαν σε τρεις ομάδες: Η μία ομάδα μετανάστευσε στην κεντρική Ευρώπη (οι Δυτικοί Σλάβοι: Τσέχοι, Σλοβάκοι και Πολωνοί), μια άλλη ομάδα κατέληξε στην ανατολική Ευρώπη (Ανατολικοί Σλάβοι: Ρώσσοι, Λευκορώσσοι, Ουκρανοί), ενώ οι υπόλοιποι παρέμειναν στα Βαλκάνια (Νότιοι Σλάβοι: Σέρβοι, Κροάτες, Σλοβένοι και αργότερα Βούλγαροι). Στην διάρκεια της Αναγέννησης, της Μεταρρύθμισης και Αντιμεταρρύθμισης, ορισμένοι κληρικοί και λόγιοι της Ραγούζας (Ragusa, σημερ. Dubrovnik) στις δαλματικές ακτές, κροατικής καταγωγής, υπήρξαν οι πλέον ένθερμοι υποστηρικτές αυτών των απόψεων, όπως ο Βίνκο Πριμπόγιεβιτς (Vinko Pribojević Λατιν. Vincentius Priboevius, τέλη 15ου αιώνα–μετά το 1532) με το βιβλίο του «Περί της καταγωγής και της Δόξας των Σλάβων»515  που τυπώθηκε στην Βενετία το 1532, ο Μάουρο Ορμπίνι (Mavro Orbini/Mauro Orbin, μέσα 16ου αιώνα–1614) με το βιβλίο του «Το Βασίλειο των Σλάβων»516 και ο Μπάρτολ Κάσιτς (Bartol Kašić/Bartholomaeus Cassius  (1575-1650) με το έργο του «Η δομή της ιλλυρικής (κροατικής) γλώσσας σε δύο βιβλία», που ήταν ιστορικά η πρώτη γραμματική της κροατικής γλώσσας.517 
            Ο Πριμπόγιεβιτς μάλιστα ισχυριζόταν ότι όλοι οι Σλάβοι ομιλούσαν μια κοινή γλώσσα, η οποία ξεκίνησε στα Βαλκάνια και ότι οι Ρώσσοι ομιλούσαν μια δαλματική διάλεκτο της Κοινής Σλαβικής! Αυτήν την Κοινή Σλαβική γλώσσα οι συγγραφείς του Ντουμπρόβνικ την αποκαλούσαν «η δική μας», «Ιλλυρική» ή απλώς «Σλαβική». Επομένως, όλοι οι Σλάβοι που ομιλούσαν την «δική μας» γλώσσα ανήκαν στον «δικό μας» λαό. Η επιρροή που άσκησε αυτή η παράδοξη «Ιλλυρική» θεωρία ήταν αρκετά σημαντική αν κρίνουμε από το έργο του Σέρβου ευγενούς από την Τρανσυλβανία, του κόμη Τζόρτζε Μπράνκοβιτςorđe Branković, 1645–1711), ο οποίος συνέταξε το 1688 το πρώτο πολιτικό μανιφέστο για την συνένωση των νότιων Σλάβων σε ένα ελεύθερο, ανεξάρτητο κράτος, που αποκαλούσε «Ιλλυρικό Βασίλειο»,  το γεγονός ότι το βιβλίο του προαναφερθέντος Μάουρο Ορμπίνι μεταφράστηκε το 1722 στην ρωσσική γλώσσα, καθώς και το σημαντικό γεγονός ότι το Κροατικό Κίνημα για την εθνική αναγέννηση της περιόδου του πρώτου μισού του 19ου αιώνα ονομάστηκε επισήμως «Ιλλυρικό Κίνημα». Αποκορύφωμα αυτών των αντιλήψεων υπήρξε η χρήση του όρου Ιλλυριοί, όχι μόνον από τους Αψβούργους μονάρχες της Αυστρο-Ουγγαρίας, οι οποίοι αποκαλούσαν τους νοτιοσλάβους (Σέρβους, Κροάτες και Σλοβένους) υπηκόους τους «Ιλλυριούς» ως απογόνους εκσλαβισμένων Ιλλυριών, αλλά και από τον Μ. Ναπολέοντα, ο οποίος όταν κατέλαβε στις αρχές του 19ου αιώνα αυτές τις νοτιοσλαβικές περιοχές, τις ονόμασε «Ιλλυρικές Επαρχίες».
       Όπως επισημαίνει ο Ρουμάνος ερευνητής του Ινστιτούτου Αμυντικών Μελετών και Στρατιωτικής Ιστορίας του Βουκουρεστίου Αλέξανδρος Μαντγκεάρου (Alexandru Madgearu) στο βιβλίο του «Οι πόλεμοι της Βαλκανικής χερσονήσου», στο οποίο αναφερθήκαμε σε προηγούμενο Κεφάλαιο:
            «...Το 1839 η ιλλυρική ιδεολογία αναβίωσε ως όργανο του Ρωσσικού Πανσλαβισμού με τον Λιούντεβιτ Γκάι (Ljudevit Gaj, 1809-1872)*, ο οποίος υποστήριζε ότι οι Σλάβοι κατάγονται από τους Ιλλυριούς και είναι αυτόχθονες στην Βαλκανική χερσόνησο. Διέκρινε δύο σλαβικές ομάδες: Τους Ιλλυριο-Ρώσσους και τους Τσεχο-Πολωνούς, δικαιολογώντας με αυτόν τον τρόπο την ρωσσική επέκταση στα Βαλκάνια. Ο Λ. Γκάι οραματιζόταν μια Μεγάλη Ιλλυρία, η οποία θα περιελάμβανε όλους τους Σλάβους των Βαλκανίων. Προφανώς, οι εκρωμαϊσμένοι Ιλλυριοί συνεισέφεραν στην εθνογένεση των Κροατών και των Σέρβων, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι αυτοί οι λαοί είναι Ιλλυριοί. Η επιστήμη της Ιστορίας έχει εδώ και πολύ καρό απορρίψει τέτοιου είδους αντιλήψεις, οι οποίες είχαν γεννηθεί πριν από την σύγχρονη εποχή. Οι εντελώς φανταστικές ιδέες για την σλαβική αυτοχθονία είναι παρόμοιες με εκείνες που διατυπώνονται για τους Βούλγαρους, αλλά παλαιότερες...».517α  
__________________________________
(*) Κροάτης γλωσσολόγος, συγγραφέας και πολιτικός. Υπήρξε κεντρική φυσιογνωμία του Πανσλαβιστικού «Ιλλυρικού Κινήματος». Δημιουργός του λατινικού αλφάβητου που χρησιμοποιείται μέχρι σήμερα από τους Κροάτες για την καταγραφή της γλώσσας τους.

Μετά τα παραπάνω, γίνεται πλέον αντιληπτό ότι καταρρέει πλήρως το αληθοφανές μεν, αλλά εντελώς σαθρό επιχείρημα ότι οι Αλβανοί είναι λογικό να θεωρούν τους εαυτούς τους απογόνους των Ιλλυριών, αφού κατοικούν στην ίδια χώρα! Αποδεικνύεται ότι τα δικαιώματα των Κροατών, των Σλοβένων και των Σέρβων στην «ιλλυρική κληρονομιά» είναι εξ ίσου, αν όχι περισσότερα, μια και αυτοί οι λαοί κατοικούν επίσης στις ίδιες περιοχές (και μάλιστα σε ευρύτερες), εκεί όπου στην αρχαιότητα ζούσαν τα διάφορα ιλλυρικά φύλα. Επί πλέον, ποιος είναι ο λόγος που κάποιος καλόπιστος παρατηρητής πρέπει να δεχθεί τα αλβανικά επιχειρήματα περί αρχαιότητας, στηριγμένα σε Ιλλυριούς και Πελασγούς προγόνους και να μη δεχθεί τους ισχυρισμούς του Πριμπόγιεβιτς και των άλλων «ιλλυριστών» περί αυτοχθονίας των Σλάβων στα Βαλκάνια;
Ερχόμαστε τώρα να εξετάσουμε πού, πότε και πώς οι θεωρητικές αντιλήψεις και κείμενα κάποιων διανοουμένων περί ιλλυρικής καταγωγής των Αλβανών, μετασχηματίστηκαν σε επίσημη κρατική πολιτική με πρακτικές επιδιώξεις και διεκδικήσεις εδαφών από τις γειτονικές της Αλβανίας χώρες.
Σε ένα εξαιρετικά εμπεριστατωμένο άρθρο τιτλοφορούμενο «Μύθοι της αλβανικής εθνικής ταυτότητας», με συστηματικές παραπομπές και τεκμηρίωση, στο συλλογικό έργο που προαναφέραμε (“Albanian identities”), ο Βρετανός ιστορικός, επισκέπτης Καθηγητής στο φημισμένο Πανεπιστήμιο του Χάρβαρντ, αλλά και σε μια σειρά ακόμα σημαντικά ανώτατα εκπαιδευτικά Ιδρύματα, Νόελ Μάλκολμ (Noel Malcolm), διερευνά τα πρώτα βήματα της κατασκευής της αλβανικής ταυτότητας στις Η.Π.Α. των αρχών του 20ου αιώνα. Όπως αναφέρει:
«...Η Παν-Αλβανική Ομοσπονδία Αμερικής “Vatra” (Εστία) ιδρύθηκε το 1912 από αλβανικούς Συλλόγους διαφόρων αμερικανικών πόλεων, με κεντρικά γραφεία στην Βοστώνη, όπου βρισκόταν η παλιότερη και πολυπληθέστερη αλβανική παροικία των Η.Π.Α. Χάρη εν μέρει στην εγγύτητα του Πανεπιστημίου Χάρβαρντ, η Βοστώνη προσήλκυσε ορισμένες από τις ηγετικές φυσιογνωμίες των Αλβανών διανοουμένων κατά τις πρώτες δεκαετίες του 20ου αιώνα και πάνω από όλους τους Φαν Νόλι (Fan Noli) και Φαΐκ μπέη Κόνιτσα (Faik bey Konica) [...], τον Κοσταντίν Τσεκρεζί (Kostandin Çekrezi) και τον Κρίστο Ντάκο (Kristo Dako)…».518
Αξίζει να σταθούμε λίγο στους προαναφερθέντες βασικούς πρωταγωνιστές του αλβανικού εθνικού μύθου, ανάμεσα στους οποίους ξεχωρίζει η τυχοδιωκτική φυσιογνωμία του διαβόητου Φαν Νόλι, ο οποίος γεννήθηκε το 1882 στο Ιμπρίκ τεπέ, ένα αρβανιτόφωνο ελληνικό χωριό της ανατολ. Θράκης (σήμερα στην Τουρκία)  ως Θεοφάνης Μαυρομάτης. Τελείωσε το Γυμνάσιο στην Αδριανούπολη και στην συνέχεια βρέθηκε στην Αθήνα, στην Κόρινθο και πάλι στην Αθήνα εργαζόμενος ευκαιριακά ως ψάλτης, υποβολέας σε θέατρο, ηθοποιός κ.λπ. Ως μέλος περιοδεύοντος θιάσου έφτασε στην Αίγυπτο, όπου στην Αλεξάνδρεια εγκατέλειψε τον θίασο (1903) και δούλεψε ως δάσκαλος στην ελληνική κοινότητα μέχρι τον Μάρτιο του 1905, οπότε εξεδιώχθη διότι, ως λέγεται, αντί να διδάσκει στα παιδιά ελληνικά τους μάθαινε αλβανικά τραγούδια! Περιπλανήθηκε στην συνέχεια στο Σουδάν, επέστρεψε στην πόλη Ελ Φαγιούμ όπου υπήρχε μικρή αλβανική παροικία και τελικώς ήρθε σε επαφή με την αλβανική εθνικιστική κίνηση, η οποία του πλήρωσε τα ναύλα για να ταξιδέψει στις Η.Π.Α. Τον Μάιο του 1906 έφτασε στην Ν. Υόρκη και κατέληξε στην Βοστώνη, όπου οργανώθηκε και πρωτοστάτησε στον προσηλυτισμό μεταναστών από την Βορ. Ήπειρο και τις αλβανικές περιοχές στην αλβανική υπόθεση. Αντελήφθη σύντομα ότι οι αλβανικές οργανώσεις ματαιοπονούσαν όσο δεν είχαν τον έλεγχο της ορθόδοξης εκκλησίας.  Έτσι, το 1908 πήγε στην Ν. Υόρκη, όπου ο αρχιεπίσκοπος Πλάτων της Ρωσσικής Εκκλησίας τον χειροτόνησε ιερέα και στην συνέχεια επέστρεψε στην Βοστώνη, όπου ξεκίνησε την διαδικασία απόσχισης της αλβανικής εκκλησίας από το Πατριαρχείο, με την βοήθεια της Ρωσσικής Εκκλησίας και σύντομα αναδείχθηκε ως ηγέτης της αλβανικής ορθόδοξης κοινότητας.
Μετά την ανακήρυξη της αλβανικής ανεξαρτησίας τον Νοέμβριο του 1912 επέστρεψε στην Ευρώπη και τον Ιούλιο του 1913 βρέθηκε στην Αλβανία για πρώτη φορά στην ζωή του. Με την έκρηξη του Α΄ Π. Π. καταφεύγει τον Μάιο του 1915 πάλι στις ΗΠΑ όπου εκλέγεται πρόεδρος της «Παναλβανικής Ομοσπονδίας Αμερικής», τον Ιούλιο του 1917. Επέστρεψε στην Αλβανία το 1921 εκλέγεται στην αλβανική βουλή και το 1922 αναλαμβάνει Υπουργός Εξωτερικών. Πρωτοστατεί στην ανακήρυξη της σχισματικής αυτοκέφαλης Αλβανικής Εκκλησίας και το 1923 χειροτονείται ως ο πρώτος αρχιεπίσκοπός της. Οι φιλοδοξίες του όμως δεν σταμάτησαν εκεί. 
Συμμετέχει ενεργά στο πραξικόπημα (με την υποστήριξη της Ιταλίας) εναντίον του τότε Πρωθυπουργού Αχμέτ Ζώγου τον Ιούνιο του 1924 και στις 17 Ιουλίου ορίζεται Πρωθυπουργός και Αντιβασιλεύς της Αλβανίας. Τον Αύγουστο του 1924 αρχίζει την υλοποίηση των ανθελληνικών σχεδίων του με διάταγμα του Υπουργείου Εσωτερικών που καταργούσε όλα τα προνόμια των ορθοδόξων που είχαν κερδίσει από την εποχή της Τουρκοκρατίας, σηματοδοτώντας έτσι τις διώξεις εναντίον των Ελλήνων της Αλβανίας. Όταν οι Χειμαριώτες ξεσηκώθηκαν, ο Φαν Νόλι κηρύσσει αμέσως τον στρατιωτικό νόμο, δείχνοντας ότι ήταν αποφασισμένος να αποσυνδέσει πλήρως τους χριστιανούς ορθοδόξους από τον ελληνισμό. Οι μέρες όμως στην εξουσία του εξωμότη ήσαν μετρημένες. Την παραμονή των Χριστουγέννων της ίδιας χρονιάς ο Ζώγου επιστρέφει στην Αλβανία, ανατρέπει τον Νόλι και αναλαμβάνει και πάλι ως Πρωθυπουργός. Ο Φαν Νόλι διαφεύγει με 500 περίπου οπαδούς του στην Ιταλία και από εκεί καταλήγει στις ΗΠΑ, εξόριστος για πάντα, όπου θα πεθάνει το 1965 στην Φλόριντα.
Όπως αναφέρει χαρακτηριστικά ο Δημήτρης Δαλάτσης, συγγραφέας ενός κατατοπιστικού βιβλίου για τους αρβανιτόφωνους της ανατολικής Θράκης: «...Ο ιδεολογικός εξοστρακισμός και ο στιγματισμός του Φαν Νόλι ως εθνικού προδότη από την κοινωνία του Ιμπρίκ τεπέ, η πλήρης αποστασιοποίηση των συγχωριανών του από τα επιτεύγματά του, η μη αποδοχή των ιδεών του ακόμη και από την οικογένειά του, αποδεικνύουν την συμπαγή και ξεκάθαρη ελληνική εθνική συνείδηση των κατοίκων του Ιμπρίκ τεπέ...».519
Επανερχόμαστε στην αφήγηση του Νόελ Μάλκολμ για τα πρώτα βήματα της κατασκευής της αλβανικής ταυτότητας στις Η.Π.Α. των αρχών του 20ου αιώνα:
«...Ο Νόλι έλαβε το ΒΑ (κολλεγιακό δίπλωμα) από το Χάρβαρντ, ενώ και ο Κόνιτσα σπούδασε εκεί για ένα διάστημα. Ένας άλλος απόφοιτος του Χάρβαρντ ήταν ο  Κοσταντίν Τσεκρεζί, ο οποίος εξέδιδε στην Βοστώνη από το 1916 ένα δικό του περιοδικό, την «Ιλλυρία», μέχρις ότου παρέλαβε την διευθυνση της «Αδριατικής Επιθεώρησης» από τον Νόλι το 1919. Δραστήριος επίσης αυτήν την περίοδο στην Βοστώνη υπήρξε και ο Κρίστο (Χρήστος) Ντάκο, ο οποίος ανέλαβε το 1913 ως εκδότης της εβδομαδιαίας εφημερίδας «Ο Ήλιος» (Dielli) της  Παν-Αλβανικής Ομοσπονδίας Αμερικής “Vatra”. Αν και μικρότερου (πολιτικού) αναστήματος από τους Κόνιτσα και Νόλι, αυτοί οι δύο συγγραφείς και εκδότες θα παίξουν σημαντικό ρόλο στην παρουσίαση της Αλβανίας στο διεθνές κοινό: Το έργο του Τσεκρεζί «Αλβανία, Παρελθόν και Μέλλον» (Νέα Υόρκη, 1919), υπήρξε το πρώτο βιβλίο για την Αλβανία που γράφτηκε στα αγγλικά από έναν Αλβανό, ενώ το βιβλίο του Ντάκο «Ζώγου ο Πρώτος, Βασιλεύς των Αλβανών» (Τίρανα, 1937) θα γίνει το πρώτο έργο για την αλβανική ιστορία και πολιτική που εκδόθηκε στην Αλβανία στα αγγλικά...».520   
Στην συνέχεια ο Νόελ Μάλκολμ αναφέρεται στις θεωρίες του «πελασγισμού» και «ιλλυρισμού», τις οποίες υιοθέτησαν και προπαγάνδιζαν οι παραπάνω και επιχειρεί να προσεγγίσει τις πολιτικές σκοπιμότητες και στοχεύσεις που συγκάλυπταν αυτές οι απόψεις:
«...Η βασική λειτουργία της πελασγικής θεωρίας ήταν, προφανώς, να στηρίξει τις (αλβανικές) διεκδικήσεις στην αρχή της προτεραιότητας. Χρησιμοποιώντας τα λόγια του Κρίστο Ντάκο, οι Αλβανοί ήσαν “οι αυτόχθονες κάτοικοι της Βαλκανικής χερσονήσου, οι οποίοι είχαν κυβερνήσει επί χιλιάδες χρόνια πριν οι Βάρβαροι διασχίσουν τον Δούναβη”. Ταυτιζόμενοι με τους Πελασγούς, οι Αλβανοί μπορούσαν να διεκδικούν την παρουσία τους στην Βαλκανική πατρίδα όχι μόνον πριν από τους  “βάρβαρους” εισβολείς του τέλους της ρωμαϊκής περιόδου (όπως οι Σλάβοι), όχι μόνον πριν από τους ίδιους τους Ρωμαίους, αλλά, ακόμα πιο σημαντικό, πριν από τους Έλληνες. Όπως το έθεσε ο Φαν Νόλι σε ένα άρθρο του γραμμένο το 1916:
 “Οι Αλβανοί είναι οι μοναδικοί νόμιμοι κάτοχοι της Αλβανίας. Αυτοί κατείχαν την χώρα από αμνημονεύτων ετών, πολύ πριν έλθουν οι Έλληνες και οι Σλάβοι στην Βαλκανική χερσόνησο”. Και ο Ντάκο επίσης τονίζει το θέμα της “ιδιοκτησίας”: οι Αλβανοί, έγραφε, “είναι οι απόγονοι των αρχικών ιδιοκτητών του εδάφους”. Οι Αλβανοί πολιτικοί ηγέτες αισθάνονταν ότι κινδύνευαν από τις εδαφικές διεκδικήσεις των Ελλήνων, ήδη από το 1881 όταν ένα μεγάλο τμήμα του Βιλαετίου των Ιωαννίνων προσαρτήθηκε στο ελληνικό κράτος. Οι φόβοι τους δυνάμωσαν με την μεταφορά των ίδιων των Ιωαννίνων στην Ελλάδα το 1913 και θα ενταθούν το 1918 όταν διέρρευσε η πληροφορία για την μυστική συμφωνία των Συμμάχων του 1915 με την οποία είχαν υποσχεθεί ένα μεγάλο τμήμα της νότιας Αλβανίας στην Ελλάδα. [...] Εν τούτοις οι επιπτώσεις της πελασγικής θεωρίας οδηγούσαν πολύ πιο πέρα από τις απλές διεκδικήσεις “ιστορικών δικαίων” στην περιοχή.  Διευκόλυνε τους εμπνευστές της να διεκδικήσουν τα πλέον φημισμένα στοιχεία του αρχαιοελληνικού πολιτισμού και ιστορίας ως έχοντα πελασγική και ως εκ τούτου “αλβανική” προέλευση. “Ας γίνει γνωστό” αναγγέλλει ο Κρίστο Ντάκο “ότι ο Φίλιππος και ο γιος του Αλέξανδρος, καθώς και όλοι οι Μακεδόνες, δεν ήσαν Έλληνες, αλλά πρόγονοι των Αλβανών”. Παρομοίως ο Τσεκρεζί, αναφερόταν παρεπιπτόντως με βεβαιότητα στον “Αλέξανδρο τον Μέγα, του οποίου η Ιλλυρική-Αλβανική καταγωγή είναι αδύνατον να αμφισβητηθεί”. Έτσι, η τεράστια εξάπλωση του ελληνικού πολιτισμού, οφειλόταν σε έναν “Αλβανό”, όχι Έλληνα...».521 (Βλ. Εικόνα 32)

 Εικόνα 32
Αλβανικό νόμισμα του 1 λεκ (1927)  με την κεφαλή του Μ. Αλεξάνδρου [Κυκλοφόρησε επί Δημοκρατίας (1925-28) με πρόεδρο τον Ζώγου (Ahmed Zogu), ο οποίος στην συνέχεια αυτοανακηρύχθηκε βασιλιάς (Zog I, 1928-1939)]

Αξίζει να σημειωθεί ότι παράλληλα με όλα αυτά τα ψευδο-ιστορικά επιχειρήματα, οι παρετυμολογίες αρχαιοελληνικών (και ομηρικών!) λέξεων και ονομασιών από την αλβανική γλώσσα χρησιμοποιήθηκαν συστηματικά, με πρώτους διδάξαντες τους μνημονευθέντες σε προηγούμενο Κεφάλαιο Μάλτε-Μπρουν, Κρίσπι και φυσικά τον φον Χάαν. Έτσι, το όνομα της Θέτιδος, της μητέρας του Αχιλλέως, σύμφωνα με αυτές τις «kling-klang ähnlichkeiten» (τυχαίες ηχητικές ομοιότητες), προήλθε από την αλβανική λέξη det (θάλασσα), της θεάς Ήρας από την λέξη erë (αέρας), του Δευκαλίωνος από τις λέξεις dhe ka lënë (αυτός που άφησε την γη, εννοείται πριν τον ομώνυμο κατακλυσμό, αλλά ο Δευκαλίων ονομαζόταν έτσι και πριν τον κατακλυσμό!) ή κατά τον φον Χάαν από τις λέξεις dhe (γη, χώμα) και kalli (στάχυ καλαμποκιού, λησμονώντας προφανώς ότι το καλαμπόκι ήρθε στην Ευρώπη μόλις τον 16ο αιώνα μ.Χ. από την Αμερική!). Έχοντας υπ’ όψη ο Τσεκρεζί αυτές τις «αποκαλύψεις» επιδόθηκε και αυτός στην «ερμηνεία» ονομασιών ελληνικών περιοχών, ισχυριζόμενος ότι Θεσπρωτία σημαίνει στα αλβανικά «αυτός που φέρνει σακκιά» (!) από τις λέξεις thes (σακκί) και prurës (αυτός που φέρνει, ο κομιστής) και Μολοσσία από την λέξη malësi (ορεινή περιοχή), όπως και ο Μεχμέτ μπέη Κόνιτσα, ο οποίος παρήγαγε την ονομασία Ημαθία (=αμμώδης γη στην αρχαία ελληνική, η αρχική ονομασία της Μακεδονίας) από το επίθετο e madhe (μεγάλος) και την Ιλλυρία από την λέξη liria (ελευθερία)!522
            Είχα επισημάνει παλαιότερα ότι: «...Αυτό λοιπόν το «σπορ», που ιδιαίτερα τον 19ο και στις αρχές του 20ου αιώνα διάφοροι ερασιτέχνες επιδίδονταν μετά μανίας, δηλ. τα γλωσσολογικά «παιχνίδια εικασίας» (guessing games) με τις συγκρίσεις διαφόρων ομόηχων λέξεων από δύο ή περισσότερες γλώσσες και την εξαγωγή συμπερασμάτων για τις φυλετικές, ανθρωπολογικές, εθνολογικές και πολιτιστικές συγγένειες μεταξύ ασχέτων λαών, μόνον ως παραδοξότητες ή και γελοιότητες μπορούν να εκληφθούν στην σημερινή εποχή...».523
            Ο Νόελ Μάλκολμ το θέτει πιο διπλωματικά: «Τέτοιου είδους (γλωσσικές) παραγωγές, οι οποίες έχουν απορριφθεί σχεδόν συνολικά από τους σύγχρονους ερευνητές και ειδικούς, εμφανίζουν ορισμένα από τα κλασσικά χαρακτηριστικά ενός φαντασιακού τρόπου σκέψης. Παρέλειπαν την διαφορά μεταξύ προγονικού παρελθόντος και παρόντος, ταυτίζοντας τους αρχαίους Πελασγούς με Αλβανούς (κάτι ανάλογο με το αναφερόμαστε στους προϊστορικούς κατοίκους της Βρετανίας ονομάζοντάς τους Άγγλους – Σημ. ΔΕΕ: Τα γερμανικά φύλα των Άγγλων, Σαξώνων και Γιούτων εισέβαλαν και κατέκτησαν την Βρετανία τον 5ο αιώνα μ.Χ.), και υποθέτοντας ότι ομιλούσαν (οι Πελασγοί) μια παραλλαγή της σύγχρονης Αλβανικής. Η ετυμολογία, αντί να διαφωτίσει την φύση μιας μακράς διαδικασίας αλλαγής στην διάρκεια των χρόνων, χρησιμοποιήθηκε για να υπονοήσει ένα αιώνιο παρόν». Και καταλήγει: «...Η πελασγική θεωρία υπονοεί ταυτόχρονα ότι οι Έλληνες ήσαν εντελώς διαφορετικοί από τους Αλβανούς (όντες απλώς ξένοι μετανάστες στα προγονικά εδάφη των Αλβανών), καθώς και ότι κατά κάποιον τρόπο προήλθαν από τους Αλβανούς πολιτιστικά, ακόμα και γλωσσικά (σύμφωνα με τον Ντάκο, οι ειδικοί ήσαν «πεπεισμένοι ότι η αλβανική γλώσσα ήταν η πλέον αρχαία γλώσσα στην Ευρώπη, μητέρα της ελληνικής και λατινικής)».524
            Σε ένα άλλο ενδιαφέρον άρθρο με τον τίτλο «Η εφεύρεση ενός εθνικισμού-Μύθος και Αμνησία», στο προαναφερθέν συλλογικό έργο (“Albanian identities”), ο Πίρο (Πύρρος) Μίσα (Piro Misha), Αλβανός συγγραφέας και πολιτικός αναλυτής, αναφέρει τα εξής:
            «...Όπως σε κάθε άλλον λαό, ο μύθος της καταγωγής ή εθνογένεση, υπήρξε (ζήτημα) ιδιαίτερης σημασίας για τους Αλβανούς εθνικιστές συγγραφείς. Αρχικά, ως πρόγονοι παρουσιάστηκαν οι μυθικοί Πελασγοί. Καθώς όμως το αλβανικό εθνικιστικό κίνημα ωρίμαζε, η ρομαντική θεωρία περί Πελασγών και άλλες παρόμοιες αντικαταστάθηκαν από την θεωρία της ιλλυρικής καταγωγής, η οποία ήταν πιο πειστική, αφού υποστηριζόταν και από έναν αριθμό επιστημόνων. Η θεωρία της ιλλυρικής καταγωγής σύντομα αναδείχθηκε σε έναν από τους βασικούς πυλώνες του αλβανικού εθνικισμού, λόγω της σπουδαιότητάς του ως τεκμήριο της αλβανικής ιστορικής συνέχειας στο Κοσσυφοπέδιο, καθώς και για την νότια Αλβανία, δηλ. για περιοχές που διεκδικούσαν Σέρβοι και Έλληνες. Το ίδιο διάστημα, η σχεδόν 700 ετών βυζαντινή κληρονομιά, παρά το γεγονός ότι το ίδιο το εθνικό σύμβολο της Αλβανίας, το έμβλημα του Καστριώτη του 15ου αιώνα (ο δικέφαλος αετός), προήλθε από αυτήν, σχεδόν ουδέποτε μνημονευόταν λόγω της σύνδεσής της με την Ορθοδοξία σε μια χώρα όπου η πλειονότητα των κατοίκων είχε γίνει μουσουλμανική...».525
             Και παρακάτω: «...Ως εκ τούτου η φιγούρα του Σκεντέρμπεη χρειαζόταν κάποια τροποποίηση. Ιδιαίτερα, ο χριστιανικός του προσανατολισμός θα μπορούσε να βλάψει την υπόθεση. Στην ποίηση και τα τραγούδια των Ιταλοαρβανιτών (Arbëresh) δεν ήταν μόνον υπερασπιστής της πατρίδας, αλλά επίσης ο υπερασπιστής του Χριστιανισμού. Για τους Αλβανούς του 19ου αιώνα, η πλειονότητα των οποίων ακολουθούσε την πίστη των Μουσουλμάνων εχθρών του Σκεντέρμπεη, η θρησκευτική διάσταση έπρεπε να αποσιωπηθεί. Το αποτέλεσμα ήταν ο Σκεντέρμπεης να εμφανίζεται απλά ως ο εθνικός ήρωας των Αλβανών, η ενσάρκωση του μύθου της «διαρκούς αντίστασης» εναντίον των πολυάριθμων εχθρών ανά τους αιώνες...».526
            Το κύριο πρόβλημα των Αλβανών εθνικιστών ήταν πάντοτε το ζήτημα της θρησκείας, το οποίο αποτελούσε πηγή μόνιμης καχυποψίας, αντιπαραθέσεων και εμφυλίων  συγκρούσεων μεταξύ των διαφόρων πληθυσμιακών ομάδων σε όλη την νεώτερη ιστορία της Αλβανίας, λόγω των διαφορετικών θρησκειών και δογμάτων στα οποία ανήκαν οι Αλβανοί: Σουνίτες Μουσουλμάνοι, Μπεκτασήδες, Χριστιανοί Ορθόδοξοι, Καθολικοί, Προτεστάντες. Όπως σημειώνει ο Πίρο Μίσα:
            «...Οι εθνικιστές του 19ου αιώνα είδαν μια λύση στο πρόβλημα αυτό με την προβολή του εθνικισμού ως εναλλακτικής απάντησης στις υπάρχουσες θρησκείες, γεγονός που ερμηνεύει την σχεδόν θεοποίηση της έννοιας του «αλβανισμού» (albanianism), ενός όρου που επινοήθηκε από τον Βάσο πασά (Vaso Pasha, 1825-1892), που διεκήρυττε ότι: “Η αληθινή θρησκεία των Αλβανών είναι ο αλβανισμός”. Επί πλέον, υπήρξαν προτάσεις, αν και διαφορετικές η μία από την άλλη, οι οποίες είχαν ως κοινό στόχο να εξουδετερώσουν την πιθανή αρνητική επίδραση του θρησκευτικού παράγοντα. Έτσι, κάποιοι εθνικιστές πρότειναν να ανακηρύξουν τον Μπεκτασισμό ως μια παν-αλβανική θρησκεία, να μετατρέψουν την αλβανική Ορθόδοξη κοινότητα σε Ουνιτική (πιστεύοντας ότι με αυτόν τον τρόπο θα απέφευγαν την ελληνική επιρροή) ή ακόμη να μεθοδεύσουν έναν μαζικό προσηλυτισμό στον Προτεσταντισμό...».527
            Ο Π. Μίσα κλείνει το άρθρο του με μια αποτίμηση της πολιτικής του  κομμουνιστικού καθεστώτος που επέβαλε ο Εμβέρ Χότζα:
            «...Όπως και σε άλλες χώρες, ο Κομμουνισμός ξεκίνησε στην Αλβανία με μια συνολική απόρριψη του παρελθόντος. Εν τούτοις ο Εμβέρ Χότζα σύντομα αντιλήφθηκε ότι η επιλεκτική χρήση της παράδοσης μπορούσε να αυξήσει την ισχύ του. Το διάρκειας περίπου μισού αιώνα πείραμά του θεωρείται ως μια αποτυχημένη προσπάθεια να επιτύχει τον αδύνατο συγκρητισμό μεταξύ της κομμουνιστικής ιδεολογίας και της επιλεγμένης παράδοσης. Αρκεί κάποιος να εξετάσει το παράδειγμα του μύθου της Αντίστασης, ο οποίος υπήρξε ένα κεντρικό στοιχείο της εθνικής αφήγησης από την κομμουνιστική προπαγάνδα. Η αναβάθμιση αυτού του μύθου του 19ου αιώνα από τον αλβανικό κομμουνισμό δεν ήταν τυχαία. Το νόημά του ήταν να νομιμοποιήσει την κεντρική κομματική γραμμή της «αυτάρκειας», της αλβανικής εκδοχής του κομμουνισμού. Έτσι εξηγείται το γιατί στις εθνικές αφηγήσεις, η ελεγχόμενη από τους ένοπλους κομμουνιστές παρτιζάνους Αντίσταση του Β΄ Π.Π. και καθοδηγούμενη από τον Εμβέρ Χότζα, αναγορεύθηκε στον ένδοξο επίλογο μιας μακράς αγωνιστικής παράδοσης (Οι Αλβανοί πέρασαν μέσα από την Ιστορία με το σπαθί στο χέρι). Βαθμιαία, ο αλβανικός κομμουνισμός οδήγησε την χειραγώγηση της Ιστορίας σε επίπεδα παράνοιας, σχεδόν σχιζοφρένειας, με αποτέλεσμα να μετατρέψει την Αλβανία στην πλέον απομονωμένη χώρα του κόσμου, μέσα σε ένα κλίμα τρομοκρατίας και καχυποψίας».528
            Ένα ακόμη ενδιαφέρον κείμενο στο εν λόγω συλλογικό έργο (“Albanian identities”), προέρχεται από έναν σημαντικό Αλβανό διανοούμενο, τον συγγραφέα, δημοσιογράφο και Διευθυντή έκδοσης της τριμηνιαίας επιθεώρησης Përpjekja (Προσπάθεια), τον Φάτος Λουμπόνια (Fatos Lubonja). Στο άρθρο του με τίτλο «Μεταξύ της δόξας ενός εικονικού κόσμου και της μιζέριας του πραγματικού κόσμου», επισημαίνει τα εξής:
            «...Εάν συγκρίνουμε τον αλβανικό εθνικισμό με αυτόν των Ελλήνων και Σέρβων γειτόνων μας, θα διαπιστώσουμε ότι αυτός ξεκίνησε αρκετές δεκαετίες αργότερα και σε διαφορετικό ιστορικό πλαίσιο. Ο αλβανικός εθνικισμός δεν προέκυψε ως αναγκαίο αποτέλεσμα του πόθου για την απελευθέρωση από την τουρκική κυριαρχία, όπως συνέβη στις περιπτώσεις του ελληνικού και σερβικού εθνικισμού. Μάλλον ξεκίνησε την εποχή του Ρωσσο-Τουρκικού πολέμου (1878), που έφερε την ανεξαρτησία των Σέρβων. Καθώς η Τουρκική αυτοκρατορία άρχισε να αποσυντίθεται, δημιουργήθηκε η αναγκαιότητα της διάσωσης των κατοικημένων από Αλβανούς περιοχών από τον κίνδυνο να διαμοιραστούν μεταξύ Σέρβων και Ελλήνων.
Ταυτόχρονα, υπήρξε η συνειδητοποίηση της ανάγκης να διαφοροποιηθούν οι Αλβανοί από την τουρκική ταυτότητα. [...] Οι βασικοί μύθοι, κατασκευάσματα εκείνων που υπήρξαν «οι άνθρωποι της αλβανικής αναγέννησης (rilindja)”, όπως αποκαλούνται, και οι οποίοι εξέθρεψαν τον αλβανικό εθνικό ρομαντισμό, αποτελούν τυπικούς μύθους του ευρωπαϊκού ρομαντισμού του 19ου αιώνα και δημιούργησαν ένα αίσθημα υπερηφάνειας στους Αλβανούς ως μοναδικού λαού. Ανάμεσα στους βασικούς μύθους συγκαταλέγονται και εκείνοι που εξυμνούσαν την αρχαιότητα του αλβανικού λαού και τα Αλβανικά ως μία από τις παλαιότερες γλώσσες. Αφού ήταν αναγκαία η διάκριση των Αλβανών από τους Έλληνες και τους Σλάβους – ακόμα και με τον υπερτονισμό της ανωτερότητάς τους – η καταγωγή του αλβανικού λαού βρέθηκε να ανάγεται στον Πελασγικό λαό, ο οποίος, σύμφωνα με την μυθολογία, κατοικούσε στα Βαλκάνια πριν από τους Έλληνες (αργότερα οι Πελασγοί αντικαταστάθηκαν από τους Ιλλυριούς). Ως συνέπεια, κατασκευάστηκαν οι μύθοι των μεγάλων προσωπικοτήτων Αλβανών της αρχαιότητας, ανάμεσα στους οποίους οι πλέον διάσημοι ήσαν ο Μέγας Αλέξανδρος και ο Πύρρος της Ηπείρου. Η κεντρική όμως φυσιογνωμία, γύρω από την οποία οικοδομήθηκε η μυθολογία του αλβανικού εθνικού ρομαντισμού ήταν ο Σκεντέρμπεης...».529  
            Συνοψίζοντας την κριτική του στο κομμουνιστικό καθεστώς αναφέρει (οι επισημάνσεις δικές μου): «...Η ανάγκη να συνδυαστούν η κομμουνιστική και εθνικιστική ιδεολογία υποχρέωσε στην επεξεργασία και διεύρυνση των εθνικιστικών μύθων – μέσω μιας τεχνικής συγκρητισμού με τους κομμουνιστικούς μύθους. Αναλύοντας αυτήν την τεχνική είναι σημαντικό να έχουμε κατά νου ότι η εθνικιστική-κομμουνιστική ιδεολογία αντιπροσωπεύθηκε με δύο μορφές: Στην θρησκευτική της μορφή ισχυριζόταν ότι το μαρξιστικό δόγμα ήταν «δίκαιο, αρμονικό και πλήρες» (Λένιν), ενώ στην θεωρητική της μορφή ισχυριζόταν ότι η πίστη στην ιδεολογία αυτή στηριζόταν σε επιστημονική γνώση, όχι στο άγνωστο και υπερφυσικό. Στην πράξη η ιδεολογία (αυτή) ούτε θρησκεία ήταν, ούτε θεωρία, αλλά μια μετάλλαξη και των δύο. [...] Τελικώς, ήταν μια μετάλλαξη της μυθολογίας σε επιστήμη και της επιστήμης σε μυθολογία. Για παράδειγμα, η εθνογένεση των Αλβανών ήταν ένα ανοιχτό ζήτημα μεταξύ των μελών της αλβανικής επιστημονικής κοινότητας κατά την δεκαετία του 1950, αλλά όταν ο Εμβέρ Χότζα διακήρυξε ότι η καταγωγή τους (των Αλβανών) ήταν ιλλυρική (χωρίς να αρνείται τις πελασγικές ρίζες), ουδείς ετόλμησε να λάβει μέρος σε περαιτέρω συζητήσεις στο ζήτημα αυτό. Με αυτόν τον τρόπο, κατασκευάστηκε τελικώς ένας εικονικός κόσμος στον οποίον οι Αλβανοί ζούσαν εντός του προπαγανδιστικού πλαισίου που επέβαλαν το Κόμμα και τα λογοτεχνικά, καλλιτεχνικά και ακαδημαϊκά έργα που διαπότισαν τα σχολεία, τις βιβλιοθήκες, τον κινηματογράφο, τα θέατρα και τις εκθέσεις...».530 
            Στην συνέχεια ο Λουμπόνια ασκεί έντονη κριτική στον (πολυδιαφημισμένο και υπερεκτιμημένο στην Ελλάδα από τους γνωστούς «προοδευτικούς» κύκλους) Ισμαήλ Κανταρέ (Ismail Kadare), στενό συνεργάτη και συνειδητό οπαδό του εμβερχοτζικού καθεστώτος, ο οποίος έθεσε την λογοτεχνική του δραστηριότητα στην υπηρεσία των καθεστωτικών στόχων και επιδιώξεων, ιδιαίτερα στην παγίωση μέσω της Ιστορίας, αυτού που ο Λουμπόνια αποκαλεί «εθνικο-κομμουνιστικό συγκρητισμό» (national-communist syncretism):
        «...Από τα έργα του, που αναφέρονται στην αρχαιότητα, μπορούμε να μνημονεύσουμε το «Αισχύλος, ο μεγάλος χαμένος»531 και το «Φάκελλος Χ».532
Και τα δύο εμπνέονται από την ιδέα ότι οι πρόγονοι των Αλβανών ήσαν τόσο πολιτισμένοι, όσο και οι αρχαίοι Έλληνες και ότι συνεισέφεραν αμοιβαία ο καθένας στον πολιτισμό του άλλου.
Ορισμένοι από τους μύθους και τα έθιμα που περιγράφονται στην Ιλιάδα και την Οδύσσεια ή στις τραγωδίες του Αισχύλου, «αποδεικνύεται» στα έργα αυτά ότι υπάρχουν ακόμη ανάμεσα στους σημερινούς ορεσίβιους Αλβανούς, ως απόδειξη ότι η καταγωγή (των Αλβανών) βρίσκεται εκεί. Στα βιβλία αυτά ο συγγραφέας δεν αναφέρει αρχαίους Έλληνες και Ιλλυριούς, αλλά απλώς Έλληνες και Αλβανούς...».533
«...Ένα σημαντικό στοιχείο της εργογραφίας του Κανταρέ είναι το βιβλίο του «Ο Μεγάλος Χειμώνας»,534 ένα μυθιστόρημα στο οποίο βρίσκουμε για άλλη μια φορά τον στενό δεσμό μεταξύ της εθνικής και κομμουνιστικής ιδεολογίας. Η ρήξη με την Σοβιετική Ένωση παρουσιάζεται ως συνδυασμός δύο κινήτρων: Της υπεράσπισης της ανεξαρτησίας της Αλβανίας από τον Σοβιετικό σοσιαλ-ιμπεριαλισμό και της υπεράσπισης του Σταλινισμού. Είναι δύσκολο να αποφανθώ ποιο είναι το πλέον σημαντικό. Το ίδιο μπορεί να ειπωθεί και για το μυθιστόρημα «Κονσέρτο στο τέλος του Χειμώνα»,535 το οποίο διαπραγματεύεται την ρήξη της Αλβανίας με την Κίνα...».536

Θεωρώ ότι με όλα αυτά που προαναφέρθηκαν οι αναγνώστες έχουν σχηματίσει μια πλήρη εικόνα της εξάρτησης της Επιστήμης από την Πολιτική και δεν χρειάζεται να επιμείνουμε άλλο. Εξ άλλου η συνεχής περιπλάνηση στην παράνοια δεν είναι μόνο θλιβερή, αλλά και ψυχοφθόρα.


Σημειώσεις

513.         “«Μη-συμβατικές» θεωρίες” ό.π. σελ. 148
514.         Stephanie Schwanders-Sievers – Bernd J. Fischer (ed.): Albanian Identities “Indiana University Press” Bloomington & Indianapolis 2002 
515.         Vincentius Priboevius: De origine successibusque Slavorum , Venice 1532. Κατά τον Πριμπόγιεβιτς τόσο η βασίλισσα Τεύτα (Queen Teuta) και ο ηγεμόνας Άγρων (KingAgron) των Αρδιαίων, όσο και ο Μ. Αλέξανδρος, ο Ρωμαίος αυτοκράτορας Διοκλητιανός, ακόμα και ο Αριστοτέλης και ο Άγιος Ιερώνυμος (StJerom), ήσαν Σλάβοι! 
516.         Mauro Orbini: De Regno Sclavorum, Pesaro 1601
517.                   Bartholomaeus Cassius: Institutiones LinguaeIllyricae libri duo, Roma 1604
517αAlexandru Madgearu: The Wars of the Balkan Peninsula ό.πσελ. 156
518.         Noel Malcolm: Myths of Albanian national identity-Some key elements in “Albanian Identities” ό.πσελ. 70-87
519.         Δημήτρης Χρ. Δαλάτσης: Οι Αρβανίτες της Ανατολικής Θράκης – αυτοέκδοση Αθήνα 2012 σελ. 553-554
520.         Noel Malcolm: Myths of Albanian national identityό.πσελ. 71
521.         Noel Malcolm όπσελ. 76-77
522.     Noel Malcolm όπσελ. 78
523.     “«Μη-συμβατικές» θεωρίες” ό.π. σελ. 35
524.     Noel Malcolm όπσελ. 78-79
525.     Piro Misha: Invention of a Nationalism - Myth and Amnesia in “Albanian Identities” ό.πσελ. 42
526.     Piro Misha: Invention of a Nationalism ό.πσελ. 43
527.     Piro Misha ό.πσελ. 45
528.     Piro Misha ό.πσελ
529.     Fatos Lubonja: Between a Virtual World and a Real World in “Albanian Identities” ό.πσελ. 91-92  
530.     Fatos Lubonja: Between a Virtual World and a Real World ό.πσελ. 96 
531.     Ismail Kadare: Eskili, ky humbës i madh – Tirana 1990,το οποίο είχε κυκλοφορήσει πρώτα στα γαλλικά με τον τίτλο«Eschyle ou l’eternel perdant» (Αισχύλοςο αιώνιος χαμένος) “Fayard” Paris 1988
532.     Ismail KadareDosja H – Tirana 1990 και στα αγγλικά με τον τίτλο «The File on H» (Ο Φάκελλος του Χ) “Harvill” 1997, όπου το Η/Χ αναφέρεται στο αρχικό γράμμα του ονόματος Homer/Όμηρος
533.     Fatos Lubonja όπσελ. 97
534.     Ismail Kadare: Dimri i Madh – Tirana 1981
535.     Ismail Kadare: Koncert në fund të dimrit – Tirana 1988
536.     Fatos Lubonja όπσελ. 99

Δημήτρης Ε. Ευαγγελίδης

2 σχόλια:

ΑΡΧΑΙΟΣ ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΣ είπε...

Με το πολύ συγκεκριμένο αυτό σας πόνημα,βιβλίο('στο πλαίσιο)(μιας τυπικής/διαδικαστικής και περιεκτικής/εξαιρετικής)(της)εθνολογικής,εθνογραφικής,ἐν γένει,μελέτης σας,εδώ,είναι πιθανότατο να τίθεται ἐν ἀμφιβόλῳ(και)ἐν συνόλῳ καθώς και ὑπό συνεχῆ ἀναθεώρησι και διαρκῆ αἵρεσι σύνολη(/-ος)και αυτή,ακόμη,η(…)"ἀλβανική ἐθνική ταὐτότης και συνείδησις"("identiteti edhe vetëdija/ndërgjegja kombëtare shqiptarë/shqiptarë kombëtare").O Χότζα(-ς),ο Ενβέρ(-ης),ο Εμ(ν)βέρ Χότζα,πάντως,ο ύ τ ε κάποιο…"ἐπαναστατικόν ὑποκείμενον"είχε δημιουργήση αλλά ο ύ τ ε και οι…"Μπαλλ(λ)ίστες"("Partiz-/s-anët/Ballistët e Balli-t- Kombëtar e Shqipërisë/në Shqipëri/s-/S-hqiptarë")ήσαν(και τόοοσον...)ενωτικοί και συγκεκροτημένης εθνικής/(/-)εθνοτικής αντιλήψεως,πεποιθήσεως,στοχεύσεως(και)μηδέποτε,κάποτε..
Πολλά είναι τα σκοτεινά σημεία της ι(Ι)στορίας(λίαν προσφάτου και λίαν…προσφάτως..)των Σκιπετάρων("-ππ--ρρη--δων-"..)(δῆλα δή της παρα’ι’στορίας ὡς ἐπί τὸ πλεῖστον..),η οποία,αριθμώντας μόλις μερικές γενε(ι)ές(δεκαετίες-και-ελάχιστες των ελαχίστων μάλιστα..),δεν έχει να καταδείξη κάτι το σημαντικό ‘στον και για τον παγκόσμιο πολιτισμό,για τον άνθρωπο της υφηλίου και του κόσμου τού ‘χθε(έ)ς,σήμερα,αύριο(ν).Ίσως και να είστε και μεί(έ)νετε και χωρίς αντίπαλο-αντίλογο,(ο)(και)μόνος(,)’στο θέμα αυτό(,)με την επιστημονική και τόσο λεπτή σας γραφίδα(,)(από)εδώ.Βιβλιογραφικῶς πρωτότυπο(-ν),σπάνιο(-ν)και σπανιότατο(-ν)και ἐπιστημονικῶς ἀρτίως(,)(/και)/(και)σπανίως ἐνημερωμένο(-ν)και τεκμηριωμένο(-ν), καλο(γε)(‘)γραμμένο(-ν)διαφαίνεται,καταφαίνεται πως θα είναι.Εὖγε καὶ πολλά,θερμά-θερμότατα συγχαρητήρια(-θα-αξίζει και-/"το/την"-αξίζετε εἰκάζω και// προεικάζω..).Ἀναμένεται με μεγάλο,σπουδαῖο,εἰλικρινές/εἰλικρινέστατο(-ν)ἐνδιαφέρον για τη/προς(τη)δικαίωση(ι/ιν),την επιβράβευση(ι/ιν)του κόπου και των κόπων σας.

ΑΡΧΑΙΟΣ ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΣ είπε...

Τώρα,'σε ό,τι αφορά την ομιλουμένη,τρέχουσα γλώσσα,πρέπει να τονίσουμε,επισημάνουμε πως δεν έχει ακριβώς ως...πρόγονό της την...ιλλυρική καθότι δεν υπάρχουν τα κατάλληλα τεκμήρια και κριτήρια για να...ομολογήσουμε και να δεχθούμε(''αναγνωρίσουμε''καλύτερα..)ευθέως κάτι τέτοιο διότι δεν έχουμε 'μπροστά μας(ακόμη..)ικανά και επαρκή στοιχεία που να μας το πιστοποιούν και θεμελιώνουν!
Από την ιλλυρική διεσώθησαν σποράδην μεμονωμένες λέξεις ή/και φράσεις με τη σύγχρονη αλβανική να τίθεται εν αμφιβόλω και να παρουσιάζεται εν τριγμώ 'στο σύνολό της κυρίως για τα πολλά,τα πλείστα όσα δάνεια που συναντάς από άλλες γλώσσες αλλά και τη ζώσα ανάγκη της να...συμπληρωθή και εμπλουτίζεται διαρκώς(καθόλου μεμπτό και διόλου...ευκαταφρόνητο αυτό...εν τω μεταξύ..)από αυτές(ελληνική,λατινική,γαλλική,τουρκική,ιταλική).
ΚΑΝΕΙΣ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΔΥΝΑΤΟ ΝΑ ΙΣΧΥΡΙΣΘΗ ΣΗΜΕΡΑ ΤΗ ΝΕΟΜΥΘΟΛΟΓΙΑ ΤΟΥ ΓΕΙΤΟΝΙΚΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ ΠΡΟΚΕΙΜΕΝΟΥ ΝΑ ΕΠΙΒΙΩΣΗ 'ΣΤΟ ΣΥΓΚΑΙΡΙΝΟ ΣΚΛΗΡΑ ΚΑΙ ΕΝΤΟΝΑ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΤΙΚΟ ΚΑΙ ΧΕΙΜΑΖΟΜΕΝΟ ΔΙΕΘΝΕΣ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ ΚΑΙ ΠΑΓΚΟΣΜΙΟ ΣΤΕΡΕΩΜΑ/ΣΥΣΤΗΜΑ.Οι ανακρίβειες είναι ίδιον αξέστων και απλήστων ανθρώπων που βασίζουν τα πάντα είτε 'στη...διαίσθησι είτε 'στην αοριστία και ασάφεια και ζητούν να αποδείξουν τ'αναπόδεικτα και δυσκόλως εννοούμενα με...υπονοούμενα και υπαινιγμούς που μας βάζουν 'σε...μπελάδες και περαιτέρω προβλήματα..