Του ΒΑΣΙΛΗ Σ. ΚΑΡΤΣΙΟΥ
Τετάρτη 31 Μαΐου 2017
Η μάχη της Σημαίας της 12ης Ιουνίου 1917
Η μάχη της Σημαίας
της 12ης Ιουνίου 1917
Μια άγνωστη πτυχή
της νεώτερης ελληνικής Ιστορίας
Του ΒΑΣΙΛΗ Σ. ΚΑΡΤΣΙΟΥ
«Την 13/26 Ιουνίου ο κ. Βενιζέλος συνεκρότησεν επί του γαλλικού πολεμικού «Ζουριέν δε λα Γκραβιέρ» το υπουργείον του. Τον κατάλογον των υπουργών του έφερεν ο γραμματεύς του κ. Ζοννάρ, ο κ. Δαυίδ, εις τα ανάκτορα και τον παρέδωσεν εις τον αυλάρχην κ. Μερκάτην, όστις τον παρουσίασεν εις τον βασιλέα Αλέξανδρον, ο οποίος δεν έφερεν ουδεμίαν παρατήρησιν (Ρεκουλύ, «Ο κ. Ζοννάρ εν Ελλάδι»).
Και τώρα ας αφηγηθώμεν κατά ποίον τρόπον ησφαλίσθη υπό των γαλλικών στρατευμάτων η είσοδος του κ. Βενιζέλου και του υπουργείου του εις Αθήνας, όπως ορκισθώσι και παραλάβωσι την εξουσίαν. Τας λεπτομερείας της επιχειρήσεως ταύτης παραλαμβάνομεν από το έργον του στρατηγού Ρενιώ, διοικητού της 30ης Μεραρχίας, «Η κατάκτησις των Αθηνών»:
“Την 12/25 Ιουνίου το εσπέρας, ένα τάγμα κατέλαβε τον Λυκαβηττόν, ένα έτερον το ύψωμα του Σταδίου, ένα τρίτον ανήλθεν επί της Ακροπόλεως και ένα τέταρτον κατέλαβε την Πνύκα και το Θησείον. Δύο έτερα τάγματα έμειναν εν εφεδρεία, παρά το μνημείον του Φιλοππάπου. Τρεις πυροβολαρχίαι των 75 ετέθησαν εις επιτηρητικήν στάσιν εις το ύψος του μνημείου του Φιλοππάπου, μεταξύ της οδού Πειραιώς και της λεωφόρου Συγγρού. Πυροβόλα των 37 και πολυβόλα ετοποθετήθησαν επί των δεσποζόντων σημείων, εις τρόπον ώστε να απειλώσι τας κυρίας οδούς κατά τον άξονα αυτών”
(Από το 62ο άρθρο του Ιωάννη Μεταξά, στις 31 Δεκεμβρίου 1934, στην Καθημερινή).
Με τα γαλλικά πυροβόλα! Όπως ακριβώς ο αρχι-στασιαστής δημιούργησε το «κράτος» της Θεσσαλονίκης, με τον ίδιο ακριβώς τρόπο υφάρπαξε την εξουσία στην Αθήνα και έγινε δοτός δικτάτορας της Αντάντ Κορντιάλ, ο κατ’ ομολογίαν του ιδίου στη Βουλή, υπεύθυνος του Εθνικού Διχασμού, και ο κατ’ ομολογίαν των αποδεσμευμένων αρχείων υπεύθυνος του Μικρασιατικού Ολοκαυτώματος.
Αλλά στις 12 Ιουνίου του 1917 οι Γάλλοι τελείωναν και μία άλλη δουλειά. Από τις 10 Ιουνίου 20.000 άνδρες, με τέσσερα συντάγματα ιππικού από Μαροκινούς σπαχήδες και δύο μοίρες πυροβολικού, ξεκίνησαν την κατάληψη της Θεσσαλίας με κύριο στόχο τη λεηλασία των σιτηρών του κάμπου, ως συνέχεια του συστηματικού λιμού που επέφερε στη χώρα ο ναυτικός αποκλεισμός από τα βρετανικά και γαλλικά θωρηκτά και αντιτορπιλικά.
Για την κατάληψη της Θεσσαλίας από τους Γάλλους τον Ιούνιο του 1917, τη σφαγή των 70 Ευζώνων του 1/38 συντάγματος Ευζώνων του ηρωικού αντισυνταγματάρχη Αθανασίου Φράγκου και τη μάχη της Σημαίας, στις 12 Ιουνίου του 1917 στη Λάρισα, μίλησε στις 25 Μαΐου 2017 ο ιστορικός ερευνητής Κωνσταντίνος Βαϊούλης στο βιβλιοπωλείο ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ.
Ο κ. Βαϊούλης, ο οποίος έχει στα χέρια του, μεταξύ άλλων, την τετρασέλιδη έκθεση του αντιστράτηγου Θωμά Πεντζόπουλου, που τραυματίστηκε τότε στη μάχη ως νεαρός ανθυπίλαρχος, περιέγραψε τα δραματικά γεγονότα και την ηρωική προσπάθεια των Ευζώνων να σώσουν τη σημαία τους, μετά την απαίτηση των Γάλλων να παραδώσουν οι Έλληνες αξιωματικοί τα ξίφη τους και οι οπλίτες τα όπλα τους. Εκτός από τους 70 νεκρούς, υπήρξαν και δεκάδες τραυματίες.
Εκατό χρόνια μετά, το ΓΕΣ δεν έχει ταυτίσει τα ονόματα των 70 ηρωικών Ευζώνων, (οι 66 από την Καρδίτσα), με μία πιθανή αντιπαραβολή των ατομικών φακέλων και του αρχείου των πεσόντων, ούτε έχει γίνει γνωστό αν υπήρξε αίτημα προς τις γαλλικές αρχές για την επιστροφή της Εμβληματικής Σημαίας του 1/38 συντάγματος Ευζώνων, που για τους Γάλλους δεν είναι τίποτα άλλο παρά ένα «ακατανόητο» τρόπαιο, καθώς δεν ήταν σε εμπόλεμη κατάσταση με την Ελλάδα.
Ο ομιλητής αναφέρθηκε στο πρώτο μνημείο – κενοτάφιο που στήθηκε το 1931 κοντά στο πεδίο της μάχης από τον δήμαρχο Λάρισας Μιχαήλ Σάπκα, με αναφορά μόνο των 4 Λαρισαίων Ευζώνων. Επίσης, ο κ. Βαϊούλης αναφέρθηκε και στο πογκρόμ διώξεων, που ακολούθησε την κατάληψη της Θεσσαλίας, πολιτών όλων των κοινωνικών και εισοδηματικών τάξεων. Επί Ανταντικής δικτατορίας Ελευθερίου Βενιζέλου, 1917-1920, δημιουργήθηκαν τα πρώτα τάγματα ασφαλείας για την επιβολή του βενιζελικού καθεστώτος και «άνοιξαν» τα νησιά ως τόποι μαζικής εκτόπισης πολιτών.
Έγραφε ο Ιωάννης Μεταξάς το 1934:
«Ποιος δεν ενθυμείται την δεινήν αστυνομικήν κατασκοπείαν και τον νόμον «περί δυσμενείας κατά του καθεστώτος»!
Τι έγινε το σύνταγμα και αι πολιτικαί και ατομικαί ελευθερίαι, χάριν των οποίων δήθεν κατήργησαν οι ξένοι την ανεξαρτησίαν της Ελλάδος χειροκροτούντος του κ. Βενιζέλου;
Απήτει ο κατά της Βουλγαρίας πόλεμος την αναστολήν της ισοβιότητας των δικαστών και την άρσιν της μονιμότητας των υπαλλήλων;
570 δικασταί απεβλήθησαν εκ του δικαστικού σώματος.
6.500 περίπου υπάλληλοι των διαφόρων υπουργείων απελύθησαν.
2.300 περίπου αξιωματικοί απεβλήθησαν εκ των τάξεων του στρατού.
600 αξιωματικοί της εφεδρείας εξέπεσαν του βαθμού του αξιωματικού εις την τάξιν του απλού στρατιώτου.
3.000 υπαξιωματικοί και οπλίται της χωροφυλακής απεβλήθησαν.
300 αξιωματικοί του πολεμικού ναυτικού απεβλήθησαν.
430 αξιωματικοί εξετοπίσθησαν εις διαφόρους νήσους.
150 αξιωματικοί εφυλακίσθησαν.
Δηλαδή, άνω των 10 χιλιάδων προσώπων, από αρεοπαγιτών, αρχιεπισκόπων, στρατηγών και πρέσβεων, μέχρι κλητήρων, διακόνων και χωροφυλάκων, απεβλήθησαν των θέσεών των, διότι δεν είχον ακολουθήσει τον κ. Βενιζέλον εις την κατά του βασιλέως εκστρατείαν του».
Έγραψε το 1928 ο Δημήτριος Πολύζος στην κριτική του μελέτη«επί των πολεμικών γεγονότων της Βαλκανικής 1915-1918»:
«Μία γενεά ολόκληρος υπερεπηδήθη ειδικώτερον εν τω Στρατώ, αχρηστευθέντων δι’ ενός πλήγματος των τε υπερπηδηθέντων και των υπερπηδησάντων. Οι πρώτοι ανέκοψαν την φυσιολογικήν εξέλιξίν των, ήτις θα παρεσκεύαζε και θα κατεδείκνευε τους ικανούς δια τας ανωτάτας πολεμικάς θέσεις. Οι δεύτεροι ευρεθέντες εξαίφνης από Ταγματάρχαι στρατηγοί ηδίκησαν περισσότερον την πατρίδα παρά εαυτούς διότι στερήσαντες αυτήν αρίστων ταγματαρχών, οίτινες θα εξειλίσσοντο εις αξίους Στρατηγούς, έδωκαν εις αντάλλαγμα κακούς Στρατηγούς.
Αι ορμητικαί επαναστατικαί ψυχαί των αφελών εκείνων, οίτινες επίστευσαν ότι η στασιαστική Ελληνική περίοδος ήτο πραγματικώς Επανάστασις και ωραματίσθησαν Ροβεσπιέρους και Ναπολέοντας διευψεύσθησαν.
Εθνικόφρονες και οι μεν και οι δε μη έχοντες σχεδόν ουδεμίαν διαφοράν αντιλήψεως κοινωνικής ή οικονομικής φύσεως δεν αντελήφθημεν ότι ευρέθημεν εν Επαναστάσει εκ λόγων, οίτινες δεν απέρρεον εξ ημών αλλά εξ άλλων…
Οι απορρεύσαντες εξ ημών λόγοι είναι μόνον το φίλερι και εγωκεντρικόν της Ελληνικής νοοτροπίας μας και η έλλειψις εθνικής υπερηφανείας.
Οι Ιακωβίνοί μας λοιπόν, οίτινες ανέμενον να εκπηδήσουν εκ της Επαναστατικής αναδημιουργίας οι γίγαντες οδηγηταί των Ελληνικών λαϊκών και στρατιωτικών φαλάγγων, δεν εδικαιώθησαν.
Και υπήρξαμεν κατά επιγραμματικήν αλήθειαν τελευταίως λεχθείσαν: “Ως τε στρατιωτικοί και ως πολιτικοί, ως τε διανοούμενοι και ως πολίται ΚΑΤΩΤΕΡΟΙ πάντες των περιστάσεων, ας εζήσαμεν”».
Ετικέτες
Βαρβαρότητες,
Εθνικές μειοδοσίες,
Νεώτερη Ιστορία
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου