Δεν έχεις, Όλυμπε, θεούς, μηδέ λεβέντες η Όσσα, ραγιάδες έχεις, μάννα γη, σκυφτούς για το χαράτσι, κούφιοι και οκνοί καταφρονούν τη θεία τραχιά σου γλώσσα, των Ευρωπαίων περίγελα και των αρχαίων παλιάτσοι…
(Κωστής Παλαμάς)

Σάββατο 12 Ιουνίου 2010

Λοκροί (Locrians)


Λοκροί: Τρία αρχαιοελληνικά συγγενικά φύλα, μεικτής προέλευσης, καταγόμενα από τους Ηοίους (δηλ. ανατολικούς) Λοκρούς, οι οποίοι αποτελούσαν το αρχικό φύλο που εγκαταστάθηκε στην περιοχή που θα ονομασθεί Λοκρίς. Σύμφωνα με πρόσφατες απόψεις, οι Λοκροί κατοικούσαν σε μια ενιαία αρχικά περιοχή που εκτεινόταν από τον Ευβοϊκό κόλπο μέχρι τον Κορινθιακό και στην συνέχεια, λόγω της διείσδυσης και εγκατάστασης των Φωκέων (στην Φωκίδα) και αργότερα των Δωριέων (στην Δωρίδα) θα διασπαστούν σε Ανατολικούς και Δυτικούς Λοκρούς. Οι Ανατολικοί Λοκροί στην συνέχεια θα ξεχωρίσουν σε Οπούντιους Λοκρούς, στο νότιο τμήμα της Λοκρίδος (που θα ονομασθούν έτσι από την πρωτεύουσά τους Οπούντα) και σε Επικνημίδιους Λοκρούς, από το όρος Κνημίς (Στράβων, Θ΄ ΙΙΙ. 1 και IV. 1).
Αργυρό τριόβολο Οζολίων Λοκρών
(αρχές 5ου αιώνα π.Χ.)

Οι Δυτικοί Λοκροί ήσαν γνωστοί ως Οζόλαι και Εσπέριοι (δηλ. δυτικοί) και κατείχαν την περιοχή στα δυτικά του Παρνασσού, που καταλάμβανε και ένα τμήμα του Κρισαίου κόλπου (Στράβων, Θ΄ ΙΙΙ. 1), στον Κορινθιακό, μεταξύ Φωκίδος στα ανατολικά και Αιτωλίας στα δυτικά. Η ονομασία τους (όζω=μυρίζω άσχημα), κατά τον Στράβωνα (Θ΄ IV. 8) προερχόταν από το γεγονός ότι στην περιοχή τους υπήρχε ο Ταφιασσός λόφος όπου ήταν το μνήμα του Νέσσου και των υπολοίπων Κενταύρων με αποτέλεσμα, από την αποσύνθεση των πτωμάτων τους, το νερό που έτρεχε στους πρόποδες του λόφου να είναι «…δυσώδες και με θρόμβους από αίμα…». Κατά πάσα πιθανότητα επρόκειτο για κάποια ηφαιστειακή πηγή που συνοδευόταν από έκλυση του εξαιρετικά δύσοσμου αερίου υδροθείου και που οι κάτοικοι συνέδεσαν με την θανάτωση από τον Ηρακλή του Κενταύρου Νέσσου, όταν επιχείρησε να αρπάξει την Δηιάνειρα, κατά την διάβαση του ποταμού Εύηνου της περιοχής τους. Ένα τμήμα της χώρας των Οζολών Λοκρών, κατά τους ελληνιστικούς χρόνους, θα παραχωρηθεί από τον Φίλιππο Β΄ της Μακεδονίας στους Αιτωλούς και θα ονομασθεί Αιτωλία Επίκτητος.
Πρωτεύουσα των Οζολών Λοκρών ήταν η Άμφισσα, ενώ άλλες σημαντικές πόλεις ήσαν η Ναύπακτος (που κατά την παράδοση έλαβε το όνομά της από το γεγονός ότι εκεί ναυπηγήθηκε ο στόλος με τον οποίον πέρασαν στην Πελοπόννησο οι Δωριείς), η Τολοφών, το Ευπάλιον, η Οιάνθη, η Αλόπη κ.λ.π. Οι Δυτικοί Λοκροί λόγω του ορεινού της χώρας τους θα μείνουν απομονωμένοι και πολιτιστικά καθυστερημένοι σε αντίθεση με τους Ανατολικούς Λοκρούς, οι οποίοι θα αναπτύξουν αξιοσημείωτη πολιτιστική και οικονομική δραστηριότητα.


Οι Λοκροί θα ιδρύσουν (το 673 π.Χ.) στην νότια Ιταλία (Μεγάλη Ελλάδα) την περίφημη αποικία τους που θα γίνει γνωστή με την ονομασία Επιζεφύριοι Λοκροί (κοντά στο ακρωτήριο Ζεφύριον της Καλαβρίας), στην ίδρυση της οποίας θα συμμετάσχουν πιθανότατα Δυτικοί και Ανατολικοί Λοκροί, γεγονός όχι απόλυτα ξεκαθαρισμένο, αφού οι μαρτυρίες είναι αντικρουόμενες.

Αργυρό νόμισμα Επιζεφύριων Λοκρών με παράσταση του Διός
στον εμπροσθότυπο

Σπάνιο νόμισμα των Επιζεφύριων Λοκρών με παράσταση στον οπισθότυπο
της παράδοσης της πόλης στην Ρώμη
(Η Ρώμη καθήμενη στεφανώνεται από την Πίστη)

Στην περιοχή όπου εγκαταστάθηκαν οι Λοκροί ζούσαν προελληνικά φύλα όπως οι Λέλεγες και οι Δρύοπες, ενώ λίγο δυτικότερα, στον μυχό του Μαλιακού κόλπου (στις νότιες ακτές του), ήταν εγκατεστημένο ένα άλλο προελληνικό φύλο, οι Κυλικράνες. Οι Δρύοπες θα επιβιώσουν στην κοιλάδα του Σπερχειού μέχρι τους κλασσικούς χρόνους, ενώ με τους Λέλεγες θα έλθουν σε επιμειξία οι Λοκροί και θα τους αφομοιώσουν σχετικά σύντομα μεν, αλλά θα δεχθούν πολλά έθιμα και λατρευτικά στοιχεία (αναφέρεται ότι υπολόγιζαν την καταγωγή μητρογραμμικά δηλ. από την πλευρά της μητέρας, ότι διατηρούσαν προελληνικούς μητριαρχικούς θεσμούς, λάτρευαν γυναικείες προελληνικές θεότητες κ.λ.π.) με αποτέλεσμα να επηρεαστούν πολιτιστικά και να θεωρούνται λελεγικής καταγωγής από τους αρχαίους συγγραφείς (Αριστοτέλης, Πολιτεία Αιτωλών, Απόσπασμα 560 - Ησίοδος, Απόσπασμα 234 – Διονύσιος ο Αλικαρνασσεύς, Ι. 17 – Στράβων, Ζ΄ VII. 2). Όπως αναφέρει ο μελετητής της αρχαίας ελληνικής Θρησκείας, Σουηδός καθηγητής M. P. Nilsson (Η Μυκηναϊκή προέλευση της ελληνικής μυθολογίας, 1942 – Εκδόσεις ΔΩΔΩΝΗ 1979 σελ. 176), οι Οπούντιοι Λοκροί λάτρευαν κατά τους ιστορικούς χρόνους την Αριάδνη, την μινωϊκής προέλευσης προελληνική θεά της βλάστησης και μάλιστα στην Οπούντα γινόταν μια μεγάλη γιορτή προς τιμή της κάθε χρόνο, γεγονός που επιβεβαιώνει τα παραπάνω.


Αργυροί στατήρες Οπουντίων Λοκρών (Μέσα 4ου αιώνα π.Χ.)
Στον εμπροσθότυπο κεφαλή της Περσεφόνης, αλλά στην πραγματικότητα πρόκειται για την Αριάδνη. Στον οπισθότυπο ο Ομηρικός ήρως Αίας Οϊλέως/ο Λοκρός/ ο Μικρός

Αξιοσημείωτη είναι η ιστορία των γυναικών της Λοκρίδος που υπηρετούσαν τον ναό της Αθηνάς στην Τροία, που αποτελεί μια από τις πλέον μυστηριώδεις και αξιοπερίεργες παραδόσεις του αρχαιοελληνικού κόσμου: Σύμφωνα με τον μύθο (Απολλοδ. Επιτομή V. 22) ο Αίας ο Λοκρός άρπαξε μέσα από τον ναό της Αθηνάς όπου είχε καταφύγει ως ικέτιδα για να σωθεί, την κόρη του Πριάμου, την Κασσάνδρα η οποία είχε αγκαλιάσει σφιχτά το ξόανο της θεάς (που είχε αντικαταστήσει το κλεμμένο Παλλάδιο) και έτσι ο Αίας αναγκάστηκε να το σύρει μαζί με την Κασσάνδρα έξω από τον ναό. Ο Αίας κατηγορήθηκε μάλιστα από τον Οδυσσέα ότι είχε βιάσει την Κασσάνδρα, κάτι που οι περισσότεροι αρχαίοι συγγραφείς απορρίπτουν ως δολοπλοκία του Οδυσσέα. Το γεγονός πάντως θεωρήθηκε ως ασέβεια κατά της θεάς με αποτέλεσμα να πέσει η οργή της Αθηνάς στην Οπούντια Λοκρίδα. Μετά από την συμβουλή του Μαντείου των Δελφών αποφασίσθηκε να στέλνουν επί χίλια ολόκληρα χρόνια οι άλλοτε υπήκοοι του Αίαντα και οι απόγονοί τους, κάθε χρόνο δυο κοπέλες στην Τροία και να υπηρετούν στον ναό της θεάς.

Αίας και Κασσάνδρα

Ο Robert Graves (Greek Myths, Νο 168) συνδέει την παραπάνω ιστορία με την κλοπή του Παλλαδίου (ξύλινο αγαλματίδιο της θεάς Αθηνάς που έπεσε από τον ουρανό όταν ο Ίλος επρόκειτο να ιδρύσει την Τροία) από τον Παλαμήδη (σύμφωνα με την παράδοση) μέσα από την ακρόπολη της Τροίας, για να εκπληρωθεί ο χρησμός για την άλωσή της από τους Αχαιούς (Απολλοδ. Επιτομή V. 10). Ο R. Graves υποστηρίζει ότι ο Αίας ο Λοκρός και όχι ο Παλαμήδης έκλεψε το Παλλάδιο, με την συγκατάθεση της ιέρειας της Αθηνάς, της Θεανούς που ήταν Λοκρή (Θεανώ ονομαζόταν και η περίφημη ποιήτρια των Επιζεφύριων Λοκρών). Κατά τον Graves το Ίλιον του Ομήρου (η Τροία), είχε αποικισθεί εν μέρει και από Λοκρούς (Λέλεγες), οι οποίοι είχαν διατηρήσει το κληρονομικό δικαίωμα να παρέχουν κατά ένα ποσοστό ιέρειες στον ναό της Αθηνάς στην ακρόπολη της Τροίας. Οι Τρώες προσπάθησαν αργότερα να αποτρέψουν τους Λοκρούς από την άσκηση αυτού του δικαιώματος και εάν έπιαναν τις κοπέλες (πριν διεισδύσουν στον ναό από μυστική είσοδο) συμπεριφέρονταν προς αυτές «σαν να είχαν βεβηλώσει την χώρα» σύμφωνα με την διήγηση του Ρωμαίου ιστορικού Αινεία Τακτικού. Η διάρκεια της χιλιόχρονης κατάρας έληξε το 264 π.Χ. ή σύμφωνα με άλλους υπολογισμούς το 183 π.Χ., χρονολογίες που ταιριάζουν περίπου με τις νεώτερες απόψεις των ερευνητών για τον Τρωϊκό πόλεμο (1240-1230 π.Χ.) και την χρονολόγησή του.
Ο ίδιος συγγραφέας αναφέρει για το παραπάνω θέμα ενδιαφέρουσες λεπτομέρειες στο κείμενό του "Η πέμπτη φάλαγγα στην Τροία" που περιλαμβάνεται στο βιβλίο του "Τροφή για Κενταύρους" ΚΑΚΤΟΣ - Αθήνα, 1999 ("Food for Centaurs", 1958).
Οι (ανατολικοί) Λοκροί πήραν μέρος στον Τρωϊκό πόλεμο υπό την αρχηγία του γνωστού και από άλλους μύθους ήρωα Αίαντα, γιου του Οϊλέα (Ιλιάς, Β΄ 527-535). Στην Οπούντα γεννήθηκε και ο φίλος και συμπολεμιστής του Αχιλλέως Πάτροκλος, ο οποίος ως γνωστόν σκοτώθηκε από τον Έκτορα. Ο Πάτροκλος είχε αδελφό τον Άβδηρο, που κατασπαράχθηκε από τις ανθρωποφάγες φοράδες του βασιλιά των Βιστώνων Διομήδη και προς τιμήν του οποίου ο Ηρακλής ίδρυσε τα Άβδηρα στην Θράκη. Από τον μύθο αυτόν αλλά και από άλλες ενδείξεις συνάγεται ότι αρχικώς τα Άβδηρα είχαν αποικισθεί από Λοκρούς.
Συγκεντρώνοντας τις αρχαίες παραδόσεις και σε συνδυασμό με τα νεώτερα αρχαιολογικά ευρήματα και γλωσσολογικά/διαλεκτολογικά στοιχεία, οι ερευνητές κατέληξαν στα ακόλουθα συμπεράσματα:
Ο αρχικός πυρήνας του φύλου των Λοκρών ήταν ένα από τα Ηπειρωτικά φύλα που μιλούσαν μια διάλεκτο της Δυτικής (Ηπειρωτικής) ομάδας διαλέκτων της ελληνικής γλώσσας. Από την περιοχή της Πίνδου μετακινήθηκαν και εγκαταστάθηκαν στην Στερεά Ελλάδα σε πολύ πρώϊμη εποχή, αρκετά πριν από το τέλος της Μυκηναϊκής Εποχής. Όπως έχει παρατηρηθεί:
«…Ευγενείς Λοκροί έφεραν το όνομα Αιάντειοι και αναγνωρίζονταν ως απόγονοι του Αίαντος και του Οϊλέως […] Ωστόσο, ο Αίας έχει προέλθει από ένα παλαιό δαίμονα, προσωποποίηση του ποταμού Αίαντος ή Αώου που πηγάζει από τον Λάκμο, στην Πίνδο και χύνεται στην Αδριατική. Επίσης η μορφή του Οϊλέως φαίνεται να κατάγεται από τον βορρά…» (Ι.Ε.Ε. τομ. Α΄ σελ. 378).
Στους Περσικούς πολέμους οι (ανατολικοί) Λοκροί πολέμησαν μαζί με τους υπόλοιπους Έλληνες εναντίον των Περσών. Στον Πελοποννησιακό πόλεμο οι Ανατολικοί Λοκροί τάχθηκαν με το μέρος των Σπαρτιατών ενώ οι Δυτικοί με τους Αθηναίους.
Στις αρχές του 4ου αιώνα π.Χ. οι Οζόλες Λοκροί ίδρυσαν το «Κοινόν των Εσπερίων Λοκρών» με έμβλημα τον Έσπερο (Στράβων, Θ΄ ΙΙΙ. 1) δηλ. τον πλανήτη Αφροδίτη (=Αυγερινός). Στα τέλη όμως του ίδιου αιώνα θα προσχωρήσουν στην Αιτωλική Συμπολιτεία. Οι Ανατολικοί Λοκροί θα ιδρύσουν μόλις το 167 π.Χ. το «Κοινόν των Ηοίων Λοκρών», ενώ οι Δυτικοί θα ανασυστήσουν το δικό τους. Μετά την ρωμαϊκή κατάκτηση της Ελλάδος οι Λοκροί θα παύσουν βαθμιαία να εμφανίζονται ως ξεχωριστό φύλο.
 
Από το "Λεξικό των αρχαίων ελληνικών και περι-ελλαδικών φύλων" του Δημήτρη Ε. Ευαγγελίδη - Εκδόσεις ΚΥΡΟΜΑΝΟΣ - Θεσσαλονίκη, 2005 - Β΄ Έκδοση Συμπληρωμένη.

Δεν υπάρχουν σχόλια: