






Θεματα Εθνολογιας, Ανθρωπολογίας, Αρχαιολογιας, Γλωσσολογιας, Κριτικης Ιδεων, Παιδειας, Κοινωνιας, Οικολογίας, Ιστοριας και Πολιτισμου
Ο ελληνισμός, στην ιστορική του πορεία των 4000 χρόνων, δημιούργησε αχανείς πολυεθνικές (αλλά ποτέ πολυπολιτισμικές) αυτοκρατορίες, είχε εμπορικές σχέσεις με δεκάδες λαούς και χώρες, υπέστη επιδρομές βαρβάρων λαών, κατακτήθηκε πλήρως ή εν μέρει από ξένους στρατούς, ενώ εκτοπίσθηκαν τμήματά του από προαιώνια ελληνικά εδάφη. Αποτέλεσμα όλων αυτών των ιστορικών εξελίξεων ήταν κάποιοι ελληνικοί πληθυσμοί να αλλοφωνήσουν, όπως ορισμένοι μικρασιάτες (τουρκόφωνοι Έλληνες), να λατινοφωνήσουν (βλαχόφωνοι Έλληνες), να σλαβοφωνήσουν (σλαβόφωνοι Έλληνες), να αλβανοφωνήσουν (αρβανιτόφωνοι Έλληνες) ή να ιταλοφωνήσουν (οι Γρεκάνοι της Magna Grecia). Εκείνο πάντως, που και επιστημονικώς είναι αδιαμφισβήτητο, είναι η διαπίστωση ότι η ομιλούμενη γλώσσα δεν αποτελεί πλέον απόλυτο εθνολογικό κριτήριο ταξινόμησης ενός πληθυσμού...
«εἷς ἐμοὶ μύριοι, εἰ ἄριστος ἦ » (Ένας άνθρωπος για μένα αξίζει όσο δέκα χιλιάδες, όταν είναι άριστος)
Ἡράκλειτος ὁ Ἐφέσιος (6ος/5ος αἰώνας π.Χ.)
«Όλβιος όστις ιστορίης έσχε μάθησιν»
(Ευτυχισμένος όποιος διδάχθηκε Ιστορία)
Ευριπίδης (Αρχαίος τραγικός ποιητής, 480-406 π.Χ.)
“...τόν τε μηδὲν τῶνδε μετέχοντα οὐκ ἀπράγμονα, ἀλλ' ἀχρεῖον νομίζομεν…”
[…και εκείνον που ουδόλως συμμετέχει (στα κοινά), δεν τον θεωρούμε φιλήσυχο (πολίτη), αλλά άτιμο…]
Θουκυδίδου, "Ιστορίαι" Β΄40
Τὸ δὲ τὴν πόλιν σοὶ δοῦναι οὐτ' ἐμὸν ἐστίν, οὔτ’ ἄλλου τῶν κατοικούντων ἐν ταύτῃ. Κοινῇ γὰρ γνώμῃ πάντες αὐτοπροαιρέτως ἀποθανοῦμεν καί, οὐ φεισόμεθα τῆς ζωῆς ἡμῶν.
Κωνσταντίνος Παλαιολόγος, 1453
«Το έθνος πρέπει να θεωρεί εθνικόν ό,τι είναι αληθές» Διονύσιος Σολωμός (1789-1857)
"...Γράφουν σοφοί άντρες πολλοί, γράφουν τυπογράφοι ντόπιοι και ξένοι διαβασμένοι για την Ελλάδα -ένα πράμα μόνον με παρακίνησε κι εμένα να γράψω, ότι τούτην την πατρίδα την έχομεν όλοι μαζί και σοφοί κι αμαθείς και πλούσιοι και φτωχοί και πολιτικοί και στρατιωτικοί και οι πλέον μικρότεροι άνθρωποι όσοι αγωνιστήκαμεν, αναλόγως ο καθείς, έχομεν να ζήσομεν εδώ. Το λοιπόν δουλέψαμεν όλοι μαζί, να την φυλάμεν κι όλοι μαζί και να μην λέγει ούτε ο δυνατός "εγώ", ούτε ο αδύνατος. Ξέρετε πότε να λέγει ο καθείς "εγώ"; Όταν αγωνιστεί μόνος του και φκιάσει ή χαλάσει, να λέγει εγώ· όταν όμως αγωνίζονται πολλοί και φκιάνουν, τότε να λένε "εμείς". Είμαστε εις το "εμείς" και όχι εις το "εγώ". Και εις το εξής να μάθομεν γνώση, αν θέλομεν να φκιάσομεν χωριόν, να ζήσομεν όλοι μαζί. Έγραψα γυμνή την αλήθεια, να ιδούνε όλοι οι Έλληνες ν' αγωνίζονται δια την πατρίδα τους, δια την θρησκεία τους, να ιδούνε και τα παιδιά μου και να λένε: "Έχομεν αγώνες πατρικούς, έχομεν θυσίες", αν είναι αγώνες και θυσίες. Και να μπαίνουν σε φιλοτιμίαν και να εργάζονται εις το καλό της πατρίδας τους, της θρησκείας και της κοινωνίας.
Στρατηγός Μακρυγιάννης (1794-1864)
Γνῶμες, καρδιές, ὅσοι Ἕλληνες, ὅ,τι εἶστε μὴν ξεχνᾶτε,δὲν εἶστε ἀπὸ τὰ χέρια σας μονάχα, ὄχι. Χρωστᾶτε καὶ σὲ ὅσους ἦρθαν, πέρασαν, θὰ ᾿ρθοῦνε, θὰ περάσουν. Κριτές, θὰ μᾶς δικάσουνοἱ ἀγέννητοι, οἱ νεκροί...
Κωστῆς Παλαμᾶς (1859-1943)
"Ζωντόβολα μη φοβάσθε την ΑΛΗΘΕΙΑ.
Η Αλήθεια δεν σκοτώνει,
τα ΨΕΜΜΑΤΑ καταθάπτουν τους Λαούς"
Περικλής Γιαννόπουλος (1870-1910)
"Κόμμα = Ομάς ανθρώπων, ειδότων ν' αναγιγνώσκωσι και ν' αρθογραφώσιν εχόντων χείρας και πόδας υγιείς, αλλά μισούντων πάσαν εργασίαν, οίτινες ενούμενοι υπο ένα οιονδήποτε αρχηγόν, ζητούσι ν' αναβιβάσωσιν αυτόν δια παντός μέσου εις την έδραν πρωθυπουργού, ίνα παρέχη αυτοίς τα μέσα να ζώσι χωρίς να σκάπτωσι"
Εμμανουήλ Ροΐδης , Έλληνας πεζογράφος και κριτικός (1836-1904)
«Να ξέρετε πως αν τρέξουμε να σώσουμε την Μακεδονία, η Μακεδονία θα μας σώσει. Θα μας σώσει από την βρώμα όπου κυλιούμαστε, θα μας σώσει από την μετριότητα και από την ψοφιοσύνη, θα μας λυτρώσει από τον αισχρό τον ύπνο, θα μας ελευθερώσει. Αν τρέξουμε να σώσουμε την Μακεδονία, εμείς θα σωθούμε...»
«Μαρτύρων και Ηρώων αίμα», 1907
Ίων Δραγούμης (1878-1920)
«Γι' αυτά που δεν μπορούμε να μιλήσουμε, γι' αυτά πρέπει να σιωπούμε» Tractatus Logico-Philosophicus - Κεφάλαιο 7
"The limits of my language mean the limits of my world". "Tractatus Logico-philosophicus"
Λούντβιχ Βιτγκενστάϊν (1889-1951)
Τις ημύνθη περί πάτρης;
Και τι πταίει η γλαυξ, η θρηνούσα επί ερειπίων; Πταίουν οι πλάσαντες τα ερείπια. Και τα ερείπια τα έπλασαν οι ανίκανοι κυβερνήται της Ελλάδος. Αυτοί οι πολιτικοί, αυτοί οι βουλεπταί, εκατάστρεψαν το έθνος, ανάθεμά τους. Κάψιμο θέλουν όλοι τους! Τότε σ' εξεθέωναν οι προεστοί κ' οι 'γυφτοχαρατζήδες', τώρα σε 'αθεώνουν' οι βουλευταί κ' οι δήμαρχοι.
Αυτοί που είχαν το λύειν και το δεσμείν εις τα δύο κόμματα, τους έταζαν 'φούρνους με καρβέλια', δώσαντες αυτοίς ουχί πλείονας των είκοσι δραχμών μετρητά, απέναντι, καθώς τους είπαν, και παρακινήσαντες αυτούς να εξοδεύσουν κι απ' τη σακκούλα τους όσα θέλουν άφοβα, διότι θα πληρωθούν μέχρι λεπτού, σύμφωνα με τον λογαριασμόν, όνήθελαν παρουσιάσουν.
Το τέρας το καλούμενον επιφανής τρέφει τη φυγοπονίαν, την θεσιθηρίαν, τον τραμπουκισμόν, τον κουτσαβακισμόν, την εις τους νόμους απείθειαν. Πλάττει αυλήν εξ αχρήστων ανθρώπων, στοιχείων φθοροποιών τα οποία τον περιστοιχίζουσι, παρασίτων τα οποία αποζώσιν εξ αυτού…
Μεταξύ δύο αντιπάλων μετερχομένων την αυτήν διαφθορά, θα επιτύχει εκείνος όστις ευπρεπέστερον φορεί το προσωπείον κ' επιδεξιώτερον τον κόθορνον.
Άμυνα περί πάτρης θα ήτο η ευσυνείδητος λειτουργία των θεσμών, η εθνική αγωγή, η χρηστή διοίκησις, η καταπολέμησις του ξένου υλισμού και πιθηκισμού, του διαφθείροντος το φρόνημα και εκφυλίσαντος σήμερον το έθνος, και η πρόληψις της χρεοκοπίας.
Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης
στην εφημερίδα «Ακρόπολις» 115 χρόνια πριν
«Το πρώτο σου χρέος, εχτελώντας τη θητεία σου στη ράτσα, είναι να νιώσεις μέσα σου όλους τους προγόνους. Το δεύτερο, να φωτίσεις την ορμή τους και να συνεχίσεις το έργο τους. Το τρίτο σου χρέος, να παραδώσεις στο γιο τη μεγάλη εντολή να σε ξεπεράσει».
Νίκος Καζαντζάκης
«Ασκητική»
6 σχόλια:
Παραθέτω το βιογραφικό καθώς και πέντε τον αριθμό,κατά χρονολογική σειρά,ποιήματα του Λορέντζου Μαβίλη από το βιβλιάριο ''Τα Σονέτα και άλλα ποιήματα ΛΟΡΕΝΤΖΟΣ ΜΑΒΙΛΗΣ'' των εκδόσεων ''Καστανιώτης'' της σειράς ''Μικρά τσέπης'':
ΛΟΡΕΝΤΖΟΣ ΜΑΒΙΛΗΣ Ιθάκη 1860-Δρίσκος Ηπείρου 1912
Απόγονος εύπορης κερκυρα'ι'κής οικογένειας (ισπανικής καταγωγής) με άρτια γνώση πιάνου,με συστηματικές φιλολογικές σπουδές 'στην Αθήνα,'στο Μόναχο,'στο Φράιμπουργκ και 'στο Ερλάνγκεν (συνολικά 'στη Γερμανία 1 4 χρόνια),τέλειος κάτοχος των αρχαίων ελληνικών,των λατινικών,των σανσκριτικών,των γαλλικών,των ιταλικών,των ισπανικών,των αγγλικών και των γερμανικών,από το 1892 μόνιμα εγκατεστημένος 'στην Κέρκυρα,φεύγει από αυτήν για να π ο λ ε μ ή σ η 'στον απελευθερωτικό αγώνα της Κρήτης,'στον ελληνοτουρκικό πόλεμο του 1897 και 'στους Βαλκανικούς καθώς και για να πάρη μέρος ως βουλευτής 'στην Πρώτη Αναθεωρητική Βουλή και -βέβαια- για να σκοτωθή (28 Νοεμβρίου 1912) 'στη μάχη του Δρίσκου 'στην Ήπειρο.
Αυτό -εν πολύ ολίγοις- το ''βιογραφικό'' του και από αυτό συνάγονται τα τρία στοιχεία που τον συγκροτούν ως τρόπο ανθρώπου και ως έργο και διάθεση ποιητή:αριστοκρατικός και ''άκρως αισθητής'',μποέμ 'στον καθ'ημέραν ήμερο βίο και περιπετειώδης,έως ριψοκίνδυνος,στις μείζονες επιλογές κοινωνικών,μορφωτικών και εθνικών στάσεων.Και προσθέτουμε:ασυμβίβαστα μαχόμενος δημοτικιστής και θαυμαστής του Σολωμού.
Ο Μαβίλης μεταμορφώνει το σονέτο από απλή παραδοσιακή στιχουργική φόρμα (σχεδόν ημιθανή μέσα 'στη φλυαρία της κατάχρησής της και 'στο συνωστισμό των ατάλαντων ποιητών) σε δραστικό εργαλείο της ποιητικής γλώσσας απόλυτα ικανό να δώση σχήμα όχι μόνο 'στις (πολλά σημαίνουσες πάντως) φιλοσοφικές θέσεις του,αλλά και 'στον έρωτα,'στην παράδοξη γοητεία της λήθης και της ανάμνησης και 'στη χωρίς φορτικούς γλυκασμούς ανδρική μελαγχολία.
ΠΑΤΡΙΔΑ
Μάννα μου Ελλάδα,τι δεν είσαι τώρα
Σαν πρώτα ορθή,'ψηλή,στεφανωμένη
Με δάφνες,τι δεν είσαι με τα δώρα
Της αθάνατης Νίκης στολισμένη;
Aχ!πότε θάρθη,πότε θάρθη η ώρα
Να ματαστράψη η όψη σου η σβυμένη
Και την ερημωμένη σου τη χώρα
Μ'ελπίδα να φωτίσης,ω αντρειωμένη;
Πατρίδα μου,σηκώσου.Ας λάμψη πάλι
'Στον αιθέρα 'ψηλά το μέτωπό σου,
Και της Ελευτεριάς θε να προβάλη
Η 'μέρα,και το θείο πρόσωπό σου
Θα λάμπη σαν τον ήλιο της.Μεγάλη
Θα γίνης κι'αλλοιά τότε 'ς τον εχτρό σου.
Κέρκυρα,5 Σεπτεμβρίου 1878
ΠΑΤΡΙΔΑ
Πάλε ξυπνάει της άνοιξης τ'αγέρι
'Σ την πλάση μυστικής αγάπης γλύκα,
Σα νύφ'η γη,πώχει άμετρ'άνθη προίκα,
Λάμπει,εν ω σβυέται της αυγής τ'αστέρι.
Πεταλούδες πετούν ταίρι με ταίρι,
Εδώ βουίζει μέλισσα,εκεί σφήκα'
Τη φύση 'ς την καλή της ώρα ευρήκα,
Λαχταρίζει η ζωή 'ς όλα τα μέρη.
Κάθε μοσκοβολιά και κάθε χρώμα,
Κάθε πουλιού κελάηδημα ξυπνάει
Πόθο 'ς τα φυλλοκάρδια μου κ'ελπίδα
Να σου ξαναφιλήσω τ'άγιο χώμα,
Να ξανα'ι'δώ και το 'δικό σου Μάη,
Όμορφή μου,καλή,γλυκειά Πατρίδα!
Μόναχο,5 Ιουνίου 1888
NΙΚΗ
Ευρέθηκ'ένα ατίμητο βλησίδι.
Τώρα που οι αρχαίοι ξανάζησαν αγώνες,
Που της Πατρίδας δίνουν ζωογόνες
Φλόγες αντρειάς πολεμικής μισείδι,
Του Γένους μας παμπάλαιο στολίδι,
Πώλαμψε 'ς του Ηρακλή τους ελαιώνες,
Έπειτ'από εικοστρείς και πάλ'αιώνες
Ξαναστράφτουν οι ωδές του Βακχυλίδη.
'Σ εμάς τον στέρνει τώρα η Ελλάδα μάννα
Θριάμβου αρραβώνα 'ς τη μεγάλη πάλη,
Και το Γένος μ'ελπίδας θρέφει μάννα,
Που 'ς άγιο Αγώνα θα νικήση πάλι.
Μάννα!Τους νέους Σου ήρωες να εγκωμιάση,
Γεννηθήτω ποιητής που να του 'μοιάση!
Δεκέμβριος 1896
ΠΛΗΡΩΜΑ ΧΡΟΝΟΥ
Οι Τούρκοι είναι θεριά,δεν είναι ανθρώποι.
Για χιλιοστή φορά πάλε σηκώσου!
Το τρισένδοξο 'θέλει ριζικό σου
Θεριά να σφάζης που τα θρέφ'η Ευρώπη.
Πολύ 'ψηλά,'κεί που δε φτάνει τόπι
Αφωρεσμένου Τούρκου,Φράγκου ή Ρώσσου,
Είναι στημένο τ'άγιο φλάμπουρό σου
'Σ του Ιδανικού το ουράνιο κατατόπι.
Κι'α σε κρατούν πιστάγκωνα 'δεμένη,
Κι'α χίλια μύρια βάσανα παθαίνης,
Μα 'ς το τέλος θε νάβγης κερδεμένη-
Είσ'αίμα Ελληνικό και δεν πεθαίνεις.
Αν είναι ένας Θεός δικαιοκρίτης,
Συ θα το δείξης,'Λευτεριά της Κρήτης.
Ιανουάριος 1897
Χάρρις
Χερουβικής χαράς χρυσός αθέρας
Σ'εφλόγισε πατώντας της Ηπείρου
Το χώμα,σα 'ς την πλατωσιά του απείρου
Νάστραφτε από το ''εν τούτω νίκα'' ο αιθέρας,
Και σα σε λάμψη Παρουσίας Δευτέρας,
Μ'αποκαλυπτικού αγαλλίαση ονείρου
Νάβλεπες 'ς το βυθό του Παμπονήρου
Να γκρεμιστή η Τουρκιά,το ανίερο τέρας.
Και σε λόγου σου τότ'έκαμες τάμα
Να φτάσης όπου αυτός μόνος ξαμόνει
Πούναι ποιητής και μάρτυρας αντάμα.
Του Απόλλωνα όχι η χάρη,η δόξα μόνη
Σού 'λειπε του θανάτου,κ'ένα βόλι
Σ'έστειλ'ήρωα 'ς το ηλύσιο περιβόλι.
Ιούνιος-Ιούλιος 1897
[Αθήνα 1996,σελίδες 10,21,38,39,40]
Να παραθέσω και εγώ δύο από τα (κατά την προσωπική μου γνώμη) ωραιότερα ποιήματα του ξεχασμένου ποιητή, ο οποίος θα ήταν πασίγνωστος σήμερα, αν δεν ήταν τόσο πατριώτης:
Λήθη
Καλότυχοι οι νεκροί που λησμονάνε
την πίκρια της ζωής. Όντας βυθήση
ο ήλιος και το σούρουπο ακλουθήση,
μην τους κλαις, ο καημός σου όσος και να 'ναι.
Τέτοιαν ώρα οι ψυχές διψούν και πάνε
στης λησμονιάς την κρουσταλλένια βρύση•
μα βούρκος το νεράκι θα μαυρίση,
α' στάξη γι' αυτές δάκρυ όθε αγαπάνε.
Κι αν πιούν θολό νερό ξαναθυμούνται,
διαβαίνοντας λιβάδια από ασφοδίλι,
πόνους παλιούς, που μέσα τους κοιμούνται...
A' δε μπορής παρά να κλαις το δείλι,
τους ζωντανούς τα μάτια σου ας θρηνήσουν:
θέλουν – μα δε βολεί να λησμονήσουν
Καλλιπάτειρα
«Αρχόντισσα Ροδίτισσα, πώς μπήκες;
Γυναίκες διώχνει μια συνήθεια αρχαία
εδώθε». – «Έχω ένα ανίψι, τον Ευκλέα,
τρία αδέρφια, γιό, πατέρα Ολυμπιονίκες•
να με αφήσετε πρέπει, Ελλανοδίκες,
και εγώ να καμαρώσω μέσ' στα ωραία
κορμιά, που για το αγρίλι του Ηρακλέα
παλεύουν, θιαμαστές ψυχές αντρίκειες.
Με τες άλλες γυναίκες δεν είμαι όμοια•
στον αιώνα το σόι μου θα φαντάζη
με της αντρειάς τα αμάραντα προνόμια.
Με μάλαμα γραμμένος το δοξάζει
σε αστραφτερό κατεβατό μαρμάρου
ύμνος χρυσός του αθάνατου Πινδάρου».
Να μην λησμονούμε, ότι ο Μαβίλης αν και είχε διατελέσει βουλευτής, πήγε εθελοντής να πολεμήσει για την πατρίδα... Πόσοι πρώην βουλευτές σήμερα, θα πήγαιναν εθελονικά στον πόλεμο; Αφού μερικοί εξ αυτών δεν πήγαν να υπηρετήσουν θητεία ούτε σε καιρό ειρήνης???
Αγαπητέ Σιτάλκη έχεις απόλυτο δίκιο και η παρατήρησή σου είναι ιδιαίτερα εύστοχη. Φοβάμαι όμως ότι και εμείς οι απλοί πολίτες έχουμε μερίδιο ευθύνης όχι μόνον για το συγκεκριμένο γεγονός των φυγόστρατων βουλευτών, αλλά και για την γενικότερη κατάντια της χώρας.
Δημοσίευση σχολίου