Δεν έχεις, Όλυμπε, θεούς, μηδέ λεβέντες η Όσσα, ραγιάδες έχεις, μάννα γη, σκυφτούς για το χαράτσι, κούφιοι και οκνοί καταφρονούν τη θεία τραχιά σου γλώσσα, των Ευρωπαίων περίγελα και των αρχαίων παλιάτσοι…
(Κωστής Παλαμάς)

Πέμπτη 28 Οκτωβρίου 2010

Μειονοτική εκπαίδευση (2)


Συνεχίζουμε την δημοσίευση του εξαιρετικού άρθρου-μελέτης του Δασκάλου κ. Νικόλαου Θ. Κόκκα για την μειονοτική εκπαίδευση στην Θράκη, τις στρεβλώσεις και τα προβλήματά της.
ΔΕΕ

Ένταξη, ενσωμάτωση ή γκετοποίηση;
Τα αδιέξοδα της μειονοτικής εκπαίδευσης
(Συνέχεια από την προηγούμενη ανάρτηση)
 
Ειρηνική συμβίωση και εκπαίδευση δίχως αποκλεισμούς
Οι πολιτισμικές ομάδες που συνυπάρχουν στη Θράκη διατηρούν τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά τους, χωρίς μηχανισμούς κοινωνικού αποκλεισμού και με ελευθερία έκφρασης για όλους τους πολίτες, ανεξάρτητα από την καταγωγή, τη γλώσσα ή τη θρησκεία τους. Με το δεδομένο αυτό η εκπαίδευση δε χρειάζεται να αναπαράγει τα κοινωνικά στερεότυπα. Μπορεί αντίθετα, να τα αμφισβητεί, αντικαθιστώντας τα με δημόσιες πρακτικές που εξισορροπούν τον επίσημο κρατικό λόγο με το σεβασμό της πολιτισμικής και γλωσσικής ιδιαιτερότητας. Σε μια Ευρώπη όπου είναι αισθητή η διαπάλη ανάμεσα στο γλωσσικό πλουραλισμό και τις προσπάθειες ενσωμάτωσης σε τοπικά γλωσσικά σύνολα, οι Ευρωπαϊκές χώρες σταδιακά υιοθετούν πολιτικές αναγνώρισης και προαγωγής της γλωσσικής πολυμορφίας. Ένα σχολείο που συμβάλλει στην εξερεύνηση της διαφορετικότητας και προάγει την ανεκτικότητα, τον αλληλοσεβασμό και τη διαπολιτισμική επικοινωνία είναι το σχολείο που χρειάζονται τόσο τα μέλη των γλωσσικών μειονοτήτων όσο και οι φυσικοί ομιλητές της επίσημης γλώσσας της χώρας.

Διγλωσσία, Τριγλωσσία και μαθησιακές δυσκολίες
Σημαντική συνιστώσα των μαθησιακών δυσκολιών στη μειονοτική εκπαίδευση αποτελεί το ζήτημα της διγλωσσίας. Παλαιότερα η παράλληλη χρήση δύο ή και περισσότερων γλωσσών θεωρούνταν ότι δεν διευκολύνει την ανάπτυξη άλλων δεξιοτήτων (μουσικών, επιστημονικών, μαθηματικών κ.λπ.), ενώ ακόμα και αυτή καθεαυτή η γνώση των γλωσσών αυτών θεωρούνταν αποσπασματική. Νεώτεροι συγγραφείς όπως ο Cummins έδειξαν ότι μαθητές που ανήκουν σε κάποια γλωσσική μειονότητα και διδάσκονται στη γλώσσα αυτή μπορούν να ανταποκριθούν στις απαιτήσεις του αναλυτικού προγράμματος εξίσου καλά με τους μαθητές που διδάσκονται στην επίσημη γλώσσα του κράτους. Ένα σημαντικό στοιχείο που επισημάνθηκε είναι ότι οι μαθητές που έχουν επάρκεια στη χρήση της μητρικής τους γλώσσας μπορούν να μεταφέρουν αυτή την επάρκεια στην εκμάθηση και μιας δεύτερης γλώσσας. Η διγλωσσία από μόνη της δεν θα αποτελούσε πρόβλημα στο βαθμό που εφαρμόζονται προγράμματα διπλής κατεύθυνσης, τα οποία αναπτύσσουν εξίσου επαρκώς την ικανότητα στο γραπτό λόγο σε δύο γλώσσες. Ο Cummins τόνισε πως εάν μία μειονοτική γλώσσα και κουλτούρα αποκλειστεί από τη μαθησιακή διαδικασία θα περιοριστούν και οι ακαδημαϊκές ικανότητες των χρηστών τους. Αντίθετα, όταν το σχολείο ενσωματώνει, ενθαρρύνει και δίνει αξία στη μητρική γλώσσα, αυξάνονται οι πιθανότητες οι μαθητές να έχουν περισσότερα κίνητρα για προσέγγιση, τόσο της πλειονοτικής γλώσσας, όσο και των υπόλοιπων σχολικών δεξιοτήτων.
Υπό το πρίσμα αυτό, οι εκπαιδευτικές και ψυχολογικές συνέπειες από τον αποκλεισμό των μητρικών γλωσσών από τη διδασκαλία οδηγούν τους τρίγλωσσους μαθητές σε ένα στίγμα κατωτερότητας, όπου η υποτίμηση της μητρικής γλώσσας ενισχύει την απόρριψη της πολιτιστικής ταυτότητας. Η επιβολή, εδώ και δεκαετίες, της διγλωσσίας στο τουρκο-ελληνικό μειονοτικό σχολείο της Θράκης έχει προκαλέσει πολλές μαθησιακές δυσκολίες στους μουσουλμάνους μαθητές, που έχουν επισημανθεί τόσο από τους ίδιους, όσο και από τους ευσυνείδητους εκπαιδευτικούς που κάνουν μεγάλο αγώνα για να βοηθήσουν τα παιδιά (βλ. τα Πρακτικά της Ημερίδας του ΠΑΚΕΘΡΑ και του Ιδρύματος Θρακικής Τέχνης και Παράδοσης με τίτλο «Η τριγλωσσία στη μειονοτική εκπαίδευση και τα μαθησιακά προβλήματα των Πομάκων μαθητών, Ξάνθη 2006). Επιπλέον, όταν τα παιδιά έχουν άλλη μητρική γλώσσα (πομάκικα, ρομανί) και αναγκάζονται από το μειονοτικό σχολείο να μάθουν τα τουρκικά, τότε μιλάμε για τριγλωσσία, η οποία μπορεί να είναι εν δυνάμει πλεονέκτημα, με τον όρο ότι υπάρχει σεβασμός της μητρικής γλώσσας των παιδιών.

Δίγλωσσα νηπιαγωγεία: ποιον εξυπηρετούν;
Τον τελευταίο καιρό πολλοί μειονοτικοί σύλλογοι ζητούν επίμονα την εισαγωγή της τουρκικής γλώσσας στα δημόσια νηπιαγωγεία όπου φοιτούν μουσουλμάνοι μαθητές. Το επιχείρημά τους είναι ότι η γνώση της τουρκικής θα βοηθήσει τα παιδιά στην εκμάθηση της ελληνικής. Αυτό όμως ίσως ισχύει μόνο για τους μαθητές που έχουν μητρική γλώσσα την τουρκική και όχι για τους Πομάκους και τους Ρομά. Υλοποιώντας την παραπάνω απαίτηση, έχει προεξαγγελθεί από την γραμματέα διαπολιτισμικής εκπαίδευσης κ. Θάλεια Δραγώνα ένα νέο μέτρο, που αποτελεί ένα νέο μεγάλο ολίσθημα, με πρόσχημα το σεβασμό στην ετερότητα, και χαϊδεύει τη χειρότερη μορφή του μισθωτού κεμαλικού εθνικισμού στη Θράκη. Μιλάμε για τη χρήση της τουρκικής, παράλληλα με την ελληνική στα δημόσια ελληνικά νηπιαγωγεία της Θράκης «κατά περίπτωση» και «εφόσον ζητηθεί».
Φαίνεται πως αυτοί που εμφανίζονται ενθουσιασμένοι από τις εξαγγελίες είναι οι «δημοσιογράφοι» των τουρκόφωνων προπαγανδιστικών εφημερίδων. Επίσης μειονοτικοί παράγοντες της τοπικής αυτοδιοίκησης, πρόεδροι μειονοτικών συλλόγων κ.λπ. Όσοι ζούμε στη Θράκη γνωρίζουμε ποιοι είναι όλοι αυτοί και εάν εκπροσωπούν τους μουσουλμάνους της Θράκης ή μυστικούς σχεδιασμούς του τουρκικού σωβινισμού, που κατά τρόπο ρατσιστικό επιδιώκει να εξαφανίσει κάθε πολιτισμική και γλωσσική ιδιαιτερότητα ανάμεσα στους μουσουλμάνους. Αυτοί δηλαδή που σε τακτά χρονικά διαστήματα είναι επίσημοι προσκεκλημένοι του Ερντογάν σε ειδικά συνέδρια, όπου, δίπλα στην τουρκική σημαία και το πορτρέτο του σφαγέα του ελληνισμού Κεμάλ Ατατούρκ, προβάλλει ο χάρτης του δήθεν «κρατιδίου της Τουρκικής Δημοκρατίας της Δυτικής Θράκης», που έχει ήδη τη σημαία του και τον κατασκευασμένο εθνικό του ύμνο και πολλές ιστοσελίδες – κατασκευασμένες από τον τουρκικό στρατό – να την προπαγανδίζουν. Όμως, όταν εκπρόσωποι της ελληνικής πολιτείας συνδιαλέγονται με υπαλλήλους της Άγκυρας υποχωρεί κάθε έννοια εθνικού αυτοπροσδιορισμού. Το ερώτημα είναι γιατί η κυρία Ειδική Γραμματέας (Θάλεια Δραγώνα) εκτός από τη γνώμη αυτών που αυτοπροσδιορίζονται ως ΤΟΥΡΚΟΙ δε ζητάει τη γνώμη και
του Πολιτιστικού Συλλόγου Πομάκων Ν. Ξάνθης
του Πολιτιστικού Συλλόγου Πομάκων Γλαύκης
του Πανελλήνιου Συλλόγου Πομάκων
του Συλλόγου Γυναικών Ρομά
του Συλλόγου Ελλήνων Μουσουλμάνων στον Άβαντα της Αλεξανδρούπολης
του Κέντρου Πομακικών Ερευνών κ.λπ.
Μήπως αγνοεί ακόμα και την ύπαρξη αυτών των συλλόγων, τη στιγμή που επισημοποιεί άτομα και συλλογικότητες που έχουν καταδικαστεί στη συνείδηση της μειονότητας και εργάζονται για το διχασμό και την κατασκευή ανύπαρκτων εθνικών ταυτοτήτων; Διότι ο Τσιγγάνος και ο Πομάκος ουδεμία φυλετική σχέση δεν έχει με τους Τούρκους. Σε επίπεδο στερεοτύπων οι Πομάκοι χαρακτηρίζουν τους Τούρκους υποτιμητικά ως Τσιτάκ και οι Ρόμηδες αποκαλούν τους Τούρκους «Χοραχάη» και τη γλώσσα τους «Χοραχανέ», φράσεις ιδιαίτερα υποβαθμιστικές, ενώ με τη σειρά τους οι Τούρκοι θεωρούν τους Πομάκους άξεστους και πρώην γκιαούρηδες. Όμως όλοι οι απλοί μουσουλμάνοι Έλληνες αγαπούν τον τόπο που γεννήθηκαν την Ελλάδα και δεν επιθυμούν τη διχόνοια και τη μισαλλοδοξία. Θέλουν, όπως και οι χριστιανοί Έλληνες, να ζουν με αγάπη και συνεργασία στη δημοκρατική Ελλάδα, που έχει αποδείξει πως σέβεται την πολιτισμική ετερότητα.

Σε ποιους, αλήθεια, απευθύνεται, το μέτρο του δίγλωσσου νηπιαγωγείου; Ποιους ικανοποιεί;
Πού θα εφαρμοστεί το δίγλωσσο νηπιαγωγείο; Στην Κομοτηνή, στην Ξάνθη, στον Εχίνο, στον Κένταυρο, στην Οργάνη; Η απάντηση της ειδικής γραμματέως είναι «Όπου ζητηθεί»… Είναι βέβαιο πως θα ζητηθεί, όπως έχει ήδη ζητηθεί. Είναι χαρακτηριστική η επιστολή του συλλόγου επιστημόνων μειονότητας Δυτικής Θράκης προς την κ. Δραγώνα (Εφ. Εμπρός 23/3/2010), ο οποίος έσπευσε να εκφράσει τη βαθύτατη ικανοποίησή του από τα μέτρα που εξαγγέλθηκαν. Προχωρώντας σε επιπλέον αιτήματα, ο ίδιος σύλλογος ζητάει την αύξηση του αριθμού των μετακλητών από την Τουρκία δασκάλων από 16 σε 35. Είναι γνωστό πως η Τουρκία έστελνε ανέκαθεν, ως δήθεν διδασκάλους της τουρκικής στα μειονοτικά σχολεία, υπαλλήλους της ΜΙΤ, οι οποίοι αναλάμβαναν επιπλέον έργο άσκησης ψυχολογικής βίας προς τους μουσουλμάνους Έλληνες πολίτες, αλλά και διαμόρφωσης ενός κλίματος ανθελληνικού φανατισμού. Αυτοί είναι οι εκπρόσωποι που το Υπουργείο Παιδείας θα λάβει σοβαρά υπόψη του για την οικοδόμηση του νέου σχολείου;
Εάν υποτεθεί ότι ισχύσει η διγλωσσία (τουρκικά-ελληνικά) σε ένα δημόσιο νηπιαγωγείο στη Μύκη, στον Εχίνο ή στον Κένταυρο, θα συντελούνταν ένα νέο έγκλημα σε βάρος των Πομάκων και των Ρομά της Θράκης, ένας βιασμός της ιστορίας τους και επιβολή μιας γλώσσας άσχετης με τη μητρική τους. Διότι αν υποτεθεί πως θα ζητηθεί από κάποιους στον Εχίνο και τον Κένταυρο (χωριά 100% πομακόφωνα) η εισαγωγή της τουρκικής στα νηπιαγωγεία, τα ανυπεράσπιστα παιδιά θα υποστούν ένα νέο γλωσσικό βιασμό, μία νέα παραβίαση του δικαιώματος να ομιλούν τη μητρική τους γλώσσα.
Στο Εχίνο, όπως και στα υπόλοιπα 70 πομακοχώρια της Ξάνθης (σε όλη τη Θράκη έχουμε 160 πομακοχώρια) τα παιδιά κάθε μέρα λένε:
-Kak si? – Yátse húbave!
Όπως στο Δροσερό λένε στα ρόμικα:
-Σο κερές; - Μπουτ λατσό!
Όπως οι τουρκόφωνοι μαθητές στο Εράσμιο λένε:
- Ne yapιyorsun? - Cok iyi!
Δηλαδή:
-Τι κάνεις; - Πολύ καλά!
Πομάκικα-Ρόμικα-Τουρκικά-Ελληνικά. Τέσσερις διαφορετικές γλώσσες. Τέσσερα διαφορετικά συστήματα αναφοράς και πρόσληψης της πραγματικότητας. Η συνύπαρξη των γλωσσών στη Θράκη αποτελεί πλεονέκτημα για την περιοχή μας και πολιτισμικό πλούτο και ως τέτοιος πρέπει να αντιμετωπίζεται στα πλαίσια της διαπολιτισμικής εκπαίδευσης.
Ας μιλήσουμε ανοιχτά: Η εισαγωγή της τουρκικής στα δημόσια (ΟΧΙ μειονοτικά) νηπιαγωγεία ισοδυναμεί με επέκταση της μειονεκτικής εκπαίδευσης προς τα κάτω. Εκεί που θα έπρεπε τα παιδιά από μικρή ηλικία να ενταχθούν στο ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα, δημιουργείται ένα νόθο τουρκο-ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα, που μόνο σύγχυση προκαλεί. Το προτεινόμενο μέτρο μάς πάει εξήντα χρόνια πίσω, στην δεκαετία του 1950 , τότε που μετονομάζονταν τα μουσουλμανικά σχολεία σε σχολεία «τουρκικά» από την επίσημη ελληνική διοίκηση. Αυτό τότε ήταν νατοϊκή επιλογή, στα πλαίσια του ψυχρού πολέμου. Με την τωρινή πρόταση μοιάζει το ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα να προσδιορίζεται από ξένες χώρες, αφήνοντας τους μουσουλμάνους πολίτες της χώρας μας έρμαια της τουρκικής προπαγάνδας που οργιάζει σήμερα στη Θράκη.
Θα μπορούσε εδώ κάποιος να αντιτείνει ότι πρόκειται για έναν πολιτικό ελιγμό. Σίγουρα θα ήμασταν αφελείς για να πιστέψουμε κάτι τέτοιο, εφόσον τέτοια πισωγυρίσματα υποσκάπτουν το ίδιο το μέλλον της Θράκης, εκτός από το προσωπικό μέλλον αυτών των παιδιών, που έχουμε χρέος ως εκπαιδευτικοί να σεβαστούμε και να προστατέψουμε. Και όλοι γνωρίζουμε πως ένα πολιτικό σφάλμα ολκής, όπως αυτό που έχει προταθεί, θα αφήσει δυσεπούλωτες πληγές στην πολιτική της ελληνικής πολιτείας απέναντι στους μουσουλμάνους Έλληνες.
Ως εκπαιδευτικός, θα ήθελα κυρίως να τονίσω πως αυτό το μέτρο θα συνέβαλε στην γκετοποίηση, τη διαίρεση, το φανατισμό, την καλλιέργεια εθνοτικού μίσους. Θα πολλαπλασίαζε τις ανισότητες, θα αφαιρούσε από τους νέους μουσουλμάνους Έλληνες τα αναγκαία εργαλεία πρόσκτησης γλωσσικών ικανοτήτων, θα τους πρόσθετε τα βαρίδια της ημιμάθειας και θα διαιρούσε χριστιανούς και μουσουλμάνους στη Θράκη. Με δυο λόγια: Όχι πρόσθεση, αλλά αφαίρεση, όχι πολλαπλασιασμός αλλά διαίρεση. Δηλαδή, ανατροπή του αυτονόητου και επιλογή της αμάθειας σε βάρος της γνώσης. Και το σημαντικότερο: Αυτό το μέτρο, εάν ποτέ εφαρμοζόταν, θα καταδίκαζε μία νέα γενιά μουσουλμάνων στην αγραμματοσύνη, θα μεγέθυνε τα μαθησιακά τους κενά και θα δυσκόλευε την ολοκληρωμένη πρόσληψη βασικών εννοιών του χώρου και του χρόνου.
Αντί των δίγλωσσων νηπιαγωγείων, θα ήταν χρησιμότερο στα πομακοχώρια να διορίζονται Πομάκοι νηπιαγωγοί και να χρησιμοποιούν ως γλώσσα στήριξης την πομακική. Τι θα γίνει όμως στις πόλεις όπου ο μαθητικός πληθυσμός είναι μικτός; (Χριστιανοί-Πομακόφωνοι-τουρκόφωνοι και Ρομά στο ίδιο νηπιαγωγείο); Είναι κατανοητό πως οποιαδήποτε μέτρα θα πρέπει να λαμβάνονται με ιδιαίτερη προσοχή και λαμβάνοντας υπόψη τις ειδικές συνθήκες του κάθε σχολείου.

Για μία νέα προσέγγιση της μειονοτικής εκπαίδευσης
Για μια νέα προσέγγιση της μειονοτικής εκπαίδευσης, σε θεσμικό επίπεδο, προτείνουμε τα ακόλουθα:
Η εκπαίδευση πρέπει να είναι ΜΙΑ, ενιαία, κοινή, ισότιμη για όλους τους Έλληνες πολίτες, χριστιανούς και μουσουλμάνους
Για όσους μαθητές το επιθυμούν, να γίνονται (εκτός σχολείου) σεμινάρια, επιδοτούμενα από το ελληνικό κράτος, μητρικής γλώσσας στην τουρκική, πομακική, ρoμανί.
Να διδάσκεται σε ειδικά σεμινάρια για εκπαιδευτικούς το γλωσσικό ιδίωμα (πομακικά, ρομανί, τουρκικά) των μαθητών.
Συνεργασία των εκπαιδευτικών όλων των βαθμίδων. Σύνδεση της πρωτοβάθμιας με τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση για κοινή αντιμετώπιση των μαθησιακών δυσκολιών.
Διδασκαλία των μαθηματικών, της φυσικής και της χημείας στην ελληνική στα πρωτοβάθμια μειονοτικά σχολεία.
Εισαγωγή της διδασκαλίας του Κορανίου στα δημόσια σχολεία. Είναι απαράδεκτο την ώρα που οι χριστιανοί μαθητές του δημόσιου σχολείου κάνουν θρησκευτικά, οι μουσουλμάνοι μαθητές του ίδιου σχολείου να βγαίνουν στην αυλή, αντί να διδάσκονται τη θρησκεία τους από μουσουλμάνους θεολόγους.
Η ελληνική πολιτεία οφείλει βάσει του Συντάγματος να ιδρύσει ΠΑΝΤΟΥ δημόσια σχολεία. Τα μειονοτικά μπορούν να συνεχίσουν να υπάρχουν μόνο συμπληρωματικά και πέραν του υποχρεωτικού και ενιαίου, για όλους τους πολίτες αυτής της χώρας, αναλυτικού προγράμματος. Ο κάθε γονιός θα πρέπει να μπορεί να διαλέξει σε ποιο σχολείο να στείλει τα παιδιά του. Να δρομολογηθεί η παράλληλη λειτουργία δημόσιων και μειονοτικών σχολείων.
Οι εκάστοτε υπεύθυνοι Διαπολιτισμικής Εκπαίδευσης να πάψουν να θεωρούν ως εκπροσώπους της μειονότητας τους μισθωτούς της Άγκυρας ή της Εργκένεκον που έχουν απλωμένα τα πλοκάμια τους στη Θράκη. Αντί να ενδίδει η ελληνική πολιτεία στις ύποπτες προτάσεις των πρακτόρων της Άγκυρας, ας ακούσει τις φωνές των εκπαιδευτικών της μειονοτικής εκπαίδευσης και των συλλόγων των Πομάκων και των Ρομά. Έτσι, θα πρέπει να ληφθούν υπόψη: οι προτάσεις των εκπαιδευτικών στην ημερίδα του ΠΑΚΕΘΡΑ και του ιδρύματος Θρακικής Τέχνης και Παράδοσης για την Τριγλωσσία (22 Φεβρουαρίου 2006) και οι προτάσεις του Πολιτιστικού Συλλόγου Πομάκων Ν. Ξάνθης (εφ. Αγώνας 19/3/2010) σε επιστολή τους προς την Υπουργό Παιδείας.
Έμφαση στην ελληνόφωνη προσχολική αγωγή και στη δημιουργία παιδικών σταθμών από το Υπουργείο Υγείας σε όλα τα χωριά.
Γενίκευση του ολοήμερου σχολείου, αναπροσαρμογή του σχολικού προγράμματος, ίδρυση βιβλιοθηκών, αύξηση των επισκέψεων και των εξωδιδακτικών δραστηριοτήτων αγωγής υγείας θεατρικής παιδείας και περιβαλλοντικής αγωγής
Να καταγγελθούν τα κατάπτυστα μορφωτικά πρωτόκολλα της ψυχροπολεμικής περιόδου (20/4/1951, 20/12/1968). Ας καταλάβουμε επιτέλους πως οι συνθήκες που τα δημιούργησαν έχουν αλλάξει. Να μην καθορίζεται η εκπαίδευση των Ελλήνων πολιτών από οποιαδήποτε ξένη χώρα.
Αναβάθμιση του επιπέδου των μουσουλμάνων φοιτητών στην τριτοβάθμια εκπαίδευση με ενισχυτική διδασκαλία.
Για να υλοποιηθούν αυτές οι προτάσεις θα πρέπει οι μικροκομματικές σκοπιμότητες να σταματήσουν να καθορίζουν τη στάση των πολιτικών εκπροσώπων (βουλευτών, δημάρχων, νομαρχών, περιφερειαρχών κ.λπ.) απέναντι στην εκπαίδευση των μουσουλμάνων Ελλήνων πολιτών. Οι εκπαιδευτικές και μαθησιακές ανάγκες των παιδιών θα πρέπει να είναι το μόνο κριτήριο στη διαμόρφωση της εκπαιδευτικής πολιτικής που τα αφορά.
Επιπλέον θα πρέπει να τεθεί τέρμα στην ενδοτικότητα των Ελλήνων πολιτικών και στον ετεροπροσδιορισμό της εκπαιδευτικής πολιτικής από ξένες χώρες. Οι όποιες προτάσεις-παρεμβάσεις δεν θα πρέπει να είναι δέσμιες μικροπολιτικών σκοπιμοτήτων και ισορροπιών. Αντίθετα θα πρέπει να προσδιορίζονται από σοβαρές και μακροπρόθεσμες στοχεύσεις.

Της το αποφασίσουμε τι σχολεία θέλουμε:

Σχολεία ενταξιακά ή σχολεία αποκλεισμού;

Σχολεία που προωθούν τη γνώση ή σχολεία που καταδικάζουν στην αμάθεια.;

Σχολεία επικοινωνίας ή σχολεία γκέτο;

Σχολεία που καλλιεργούν την ειρήνη ή το φανατισμό;

(Συνέχεια και τέλος στην επόμενη ανάρτηση)

Δεν υπάρχουν σχόλια: