Δεν έχεις, Όλυμπε, θεούς, μηδέ λεβέντες η Όσσα, ραγιάδες έχεις, μάννα γη, σκυφτούς για το χαράτσι, κούφιοι και οκνοί καταφρονούν τη θεία τραχιά σου γλώσσα, των Ευρωπαίων περίγελα και των αρχαίων παλιάτσοι…
(Κωστής Παλαμάς)

Δευτέρα 5 Οκτωβρίου 2009

Οι Yaunâ takabarâ (Γιαούνα τακαμπάρα) και οι αρχαίοι Μακεδόνες

Χάρτης της περιοχής Naqsh-i-Rustam

Οι Γιαούνα τακαμπάρα
των αρχαιοπερσικών επιγραφών

Δημήτρη Ε. Ευαγγελίδη

Για την εθνολογική κατάταξη του φύλου των Μακεδόνων, η νεώτερη έρευνα προσκόμισε αδιαμφισβήτητα στοιχεία και από μια άλλη πηγή εκτός ελλαδικού χώρου, τα οποία εξάλειψαν κάθε ενδοιασμό που υπήρχε για την ελληνικότητα αυτού του φύλου. Το απροσδόκητο αυτής της πηγής είναι ασφαλώς το γεγονός ότι προέρχεται από την Περσική αυτοκρατορία, τους Πέρσες, τους άσπονδους εχθρούς των Ελλήνων κατά την αρχαιότητα.
Στα βόρεια των ερειπίων της Περσέπολης, της πρωτεύουσας των Αχαιμενιδών ηγεμόνων της περσικής αυτοκρατορίας, σε απόσταση περίπου 5 χλμ, βρίσκεται η τοποθεσία Naqsh–i Rustam [=τα ανάγλυφα του (μυθικού ήρωα) Ρουστάμ], όπου υπάρχουν οι τάφοι του Δαρείου Ι (521–486 π.Χ.), του γιου του, Ξέρξη (486–465) και άλλων δύο Αχαιμενιδών βασιλέων (Αρταξέρξη Ι και Δαρείου ΙΙ), σκαλισμένοι στον βράχο, καθώς και άλλα οκτώ ανάγλυφα της εποχής των Σασσανιδών (η Δυναστεία που κυβέρνησε, μετά τους Αχαιμενίδες και τους Πάρθους, το ιρανικό οροπέδιο μεταξύ 224 – 651 μ.Χ. και είναι γνωστή για τους πολέμους της εναντίον του Βυζαντίου).

Ο τάφος του Δαρείου στο Naqsh–i Rustam

Η πρόσοψη του τάφου του Δαρείου Ι έχει σχήμα σταυρού (βλ. παραπάνω Εικόνα), με την είσοδο του τάφου να βρίσκεται στο κέντρο, ενώ στο επάνω τμήμα υπάρχει ένα μνημειακό ανάγλυφο το οποίο παριστάνει τον Δαρείο Ι να προσεύχεται μπροστά σε έναν βωμό στον υπέρτατο θεό των Περσών, τον Ωρομάσδη (Ahuramazda), επάνω σε μια βάση την οποία υποβαστάζουν 28 υποτελείς λαοί της Περσικής αυτοκρατορίας. Μια επιγραφή στο επάνω αριστερά άκρο (βλ. Εικόνα), γνωστή στους αρχαιολόγους με την συντομογραφία DNa [=Darius Naqsh (επιγραφή) a] κατονομάζει αυτούς τους λαούς, ενώ παρουσιάζει τον Δαρείο ως ευσεβή και ισχυρό ηγέτη. Μια άλλη επιγραφή στο κεντρικό τμήμα του «σταυρού», το οποίο αποτελεί μια αναπαράσταση της νοτίας εισόδου των ανακτόρων της Περσέπολης, γνωστή ως DNb, αποτελεί την περίφημη «Διαθήκη» του Δαρείου Ι, η οποία έχει αντιγραφεί και υπάρχει επίσης, ελαφρά προσαρμοσμένη, στην πρόσοψη του τάφου του Ξέρξη, γνωστή ως XPl.

Η επιγραφή με τους υποτελείς λαούς (DΝa)

Τα κείμενα είναι γραμμένα στην αρχαία Περσική γλώσσα (old Persian) σε μια γραφή εμπνευσμένη από την Σουμερο-Ακκαδική σφηνοειδή γραφή, αλλά με απλούστερους χαρακτήρες. Όπως έχει υποστηριχθεί (βλ. σχετικά στο D. T. Potts: The Archaeology of Elam, 1999 σελ. 317), η γραφή αυτή δημιουργήθηκε επί τούτου από τον Δαρείο Ι για την καταγραφή των κειμένων της περίφημης μνημειακής επιγραφής του Μπεχιστούν (Behistun, περίπου 80 χλμ ΝΔ από την αρχαία πρωτεύουσα των Μήδων, τα Εκβάτανα, σημερ. Χαμαντάν). Η γραφή αυτή ήταν συλλαβική αποτελούμενη από 36 μόνον σημεία και διατηρούσε επί πλέον και τέσσερα ιδεογράμματα για την απόδοση των λέξεων Βασιλεύς, Χώρα, Επαρχία και Αχούρα-Μάζντα (=ο υπέρτατος θεός του ιρανικού Πανθέου). Η φορά της γραφής ήταν από τα αριστερά προς τα δεξιά.
Η γραφή αυτή είναι γνωστή ως «Συλλαβικό σύστημα της Περσεπόλεως» (βλ. Εικόνα παρακάτω) και χρησιμοποιήθηκε από τον 6ο έως τον 4ο αιώνα π.Χ. για τις μνημειακές επιγραφές των Αχαιμενιδών αυτοκρατόρων. Μετά την βασιλεία του Αρταξέρξη ΙΙΙ (359/358-338 π.Χ.), οι επιγραφές στην γραφή της «Περσεπόλεως» εκλείπουν τελείως και μετά την κατάλυση της Περσικής αυτοκρατορίας από τον Μ. Αλέξανδρο, η γραφή αυτή δεν ξαναχρησιμοποιήθηκε μια και ήταν συνδεδεμένη με το συγκεκριμένο καθεστώς (βλ. Charles Higounet: Η γραφή, Αθήναι 1964 σελ. 37-38).




Στην προαναφερθείσα επιγραφή DΝa που αναφέρει τους υποτελείς λαούς, διαβάζουμε τα εξής:

...\ Dârayavauš \ xšâya
thiya \ vašnâ \ Auramazdâhâ \ imâ \
dahyâva \ tyâ \ adam \ agarbâyam \
apataram \ hacâ \ Pârsâ \ adamšâm \
patiyaxšayaiy \ manâ \ bâjim \ abara
ha \ tvašâm \ hacâma \ athahya \ ava \ a
kunava \ dâtam \ tya \ manâ \ avadiš \
adâraiya \ Mâda \ Ûvja \ Parthava \ Harai
va \ Bâxtriš \ Suguda \ Uvârazm
iš \ Zraka \ Harauvatiš \ Thataguš \ Ga
dâra \ Hiduš \ Sakâ \ haumavargâ \ Sa
kâ \ tigraxaudâ \ Bâbiruš \ A
thurâ \ Arabâya \ Mudrâya \ Armina
\ Katpatuka \ Sparda \ Yauna \ Sakâ \ tyaiy \ pa
radraya \ Skudra \ Yaunâ \ takabarâ \ Putây
â \ Kûšiyâ \ Maciyâ \ Karkâ…

[«…Ο Βασιλεύς Δαρείος λέγει: Με την χάρη του Αχουραμάσδα αυτές είναι οι χώρες που κατέκτησα έξω από την Περσία. Τις κυβέρνησα. Μου προσκόμισαν φόρο υποτελείας. Έπραξαν ότι τους ειπώθηκε από εμένα. Κράτησαν σταθερά (=υπάκουσαν) τον Νόμο μου. (Αυτές οι χώρες είναι:) Μηδία, Ελάμ, Παρθία, Αρεία, Βακτρία, Σογδιανή, Χωρασμία, Δραγγιανή, Αραχωσία, Σατταγυδία (=Παροπαμισάδαι), Γανδαρίτις, Ινδία, οι Σκύθες που πίνουν το (ιερό ποτό) χάομα, οι Σκύθες με τους μυτερούς σκούφους, η Βαβυλωνία, η Ασσυρία, η Αραβία, η Αίγυπτος, η Αρμενία, η Καππαδοκία, η Λυδία, οι Έλληνες (της Μικράς Ασίας), οι παραθαλάσσιοι Σκύθες (των ακτών του Ευξείνου Πόντου), η Θράκη, οι Έλληνες που φορούν καλύμματα κεφαλής παρόμοια με ασπίδες, η Λιβύη, η Νουβία, η Μάκα (= πιθανόν η παραθαλάσσια ζώνη στα νότια της Καρμανίας-Γεδρωσίας), η Καρία…»].

Η επιγραφή στον τάφο του Δαρείου Ι (DΝa)

Στο παραπάνω κείμενο με την απαρίθμηση των υποτελών λαών παρατηρούμε ότι περιλαμβάνονται οι Έλληνες (εννοούνται οι Έλληνες των αποικιών της Μικράς Ασίας), που ονομάζονται στα αρχαία περσικά Yaunâ δηλ. Ίωνες, μια ονομασία που θα διαδοθεί στην συνέχεια σε όλους τους λαούς της Ανατολής (Yavanas, Yunani, Javan, Yunan κ.λπ.). Αυτοί οι Yaunâ = Ίωνες, αναφέρονται για πρώτη φορά σε ένα κατάλογο υποτελών λαών στην περίφημη μνημειακή επιγραφή του Δαρείου Ι στο Μπεχιστούν, όπως προαναφέραμε (λεπτομέρειες για την επιγραφή βλ. Δ. Ε. Ευαγγελίδη: Λεξικό των Λαών του Αρχαίου Κόσμου, ΚΥΡΟΜΑΝΟΣ – Θεσσαλονίκη 2006, λήμμα Πέρσες).

Γενική άποψη των τάφων του Naqsh–i Rustam

Στο συγκεκριμένο όμως κείμενο του Naqsh–i Rustam γίνεται αναφορά και σε κάποιους Yaunâ takabarâ στα αρχαία Περσικά, «Έλληνες με καλύμματα της κεφαλής παρόμοια με ασπίδα», όπως περιγράφονται. Ποιοι είναι αυτοί οι Έλληνες λοιπόν; Θα πρέπει να διευκρινίσουμε ότι η επιγραφή του Μπεχιστούν χρονολογείται γύρω στο 520 π.Χ. όταν ο Δαρείος Ι κατέπνιξε το κύμα των εξεγέρσεων που είχε σημειωθεί με την άνοδό του στον περσικό θρόνο και σταθεροποιήθηκε στη εξουσία. Το 513/512 π.Χ. ο Δαρείος Ι πραγματοποίησε την πασίγνωστη (λόγω Ηροδότου) «Σκυθική εκστρατεία» με την οποία κατέκτησε την Θράκη (Skudra), τον βορειοελλαδικό χώρο (=Μακεδονία) και τις περιοχές γύρω από τις εκβολές του Δούναβη, όπου κατοικούσαν κάποια σκυθικά φύλα (=οι παραθαλάσσιοι Σκύθες).
Προσδιορίστηκε λοιπόν ότι αυτοί οι μυστηριώδεις Yaunâ takabarâ = «Έλληνες με καλύμματα της κεφαλής παρόμοια με ασπίδα», δεν ήσαν άλλοι από τους αρχαίους Μακεδόνες και τα σχετικά γεγονότα της υποταγής του Αμύντα Α΄, πατέρα του Αλεξάνδρου Α΄, είναι καταγεγραμμένα από τον Ηρόδοτο (Ιστορίαι, Ε΄ 18–21).
Για τους Πέρσες λοιπόν οι Μακεδόνες ήσαν Έλληνες (ίδια γλώσσα, ίδια ήθη και έθιμα) και γι’ αυτό κατατάχθηκαν στους Yaunâ, αλλά ξεχώριζαν από τους άλλους Έλληνες της Μ. Ασίας, που ήσαν επίσης υποτελείς, λόγω του γεγονότος ότι κατοικούσαν στην ευρωπαϊκή πλευρά του Αιγαίου και προς διάκριση, τους ονόμασαν από ένα χαρακτηριστικό τους, το είδος των καλυμμάτων που φορούσαν. Το ίδιο παρατηρούμε ότι έκαναν και με τους Σκύθες, τους οποίους διέκριναν σε αυτούς που κατασκεύαζαν/έπιναν το ιερό ποτό χάομα (Sakâ haumavargâ, οι Αμύργιοι Σκύθαι του Ηροδότου), νομάδες στα βόρεια της Σογδιανής και του ποταμού Ιαξάρτη, σε άλλους Σάκες (=Σκύθες), αυτούς που φορούσαν «μυτερούς σκούφους» (Sakâ tigraxaudâ, οι Ορθοκορυβάντιοι Σκύθαι κατά τον Ηρόδοτο) και κατοικούσαν μεταξύ λιμνών Κασπίας και Αράλης και τέλος στους Σκύθες «που ζούσαν κοντά στην θάλασσα» (Sakâ tyaiy paradraya), αυτούς που συνάντησαν οι Πέρσες στην περιοχή των εκβολών του Δούναβη.

Ορθοκορυβάντιοι Σκύθες
Sakâ tigraxaudâ, [Σάκες (=Σκύθες), που φορούσαν «μυτερούς σκούφους»]
Ανάγλυφο στο ανατολικό κλιμακοστάσιο της μεγάλης Αίθουσας Ακροάσεων (Apadana) στο ανάκτορο της Περσεπόλεως




Η είσοδος στην μεγάλη Αίθουσα Ακροάσεων (=Apadana)
Αναπαράσταση

Επί πλέον όμως οι Μακεδόνες φορούσαν ένα χαρακτηριστικό κάλυμμα της κεφαλής, την "καυσία" (Πολύβιος IV. 4-5, Αρριανός Αλεξάνδρου Ανάβασις, VII. 22), που τους ξεχώριζε από τους λοιπούς Έλληνες [Η λέξη "καυσία" προέρχεται από την Ελληνική ρίζα (καύσ–) = ζέστη, εξ ου και καύση, καύσων]. Γι’ αυτόν το λόγο οι Πέρσες τους αποκαλούσαν «Yaunâ takabarâ», δηλ. «Έλληνες με καλύμματα της κεφαλής παρόμοια με ασπίδα». Το Μακεδονικό καπέλο ήταν πολύ πιο διαφορετικό από τα καλύμματα που φορούσαν οι Έλληνες της Μ. Ασίας και αυτό το στοιχείο χρησιμοποίησαν οι Πέρσες για να ξεχωρίσουν τους υποτελείς Έλληνες μεταξύ τους.

Το εκπληκτικής τέχνης μωσαϊκό από την αρχαία Πέλλα
όπου επάνω δεξιά (βέλος) διακρίνεται η καυσία



Νόμισμα Αλεξάνδρου Α΄με ιππέα φέροντα την μακεδονική καυσία

Το γεγονός όμως που επιβεβαίωσε απόλυτα την παραπάνω ανάλυση προήλθε και αυτό από ξένη προς τους Έλληνες πηγή. Πραγματικά, στην σχετική επιγραφή που υπάρχει στον τάφο του Ξέρξη, που προαναφέραμε, διαπιστώθηκε ότι από τον κατάλογο των υποτελών λαών απουσιάζουν οι «Yaunâ takabarâ», κάτι που συμβαδίζει με όσα γνωρίζουμε από τις ιστορικές πηγές. Οι Πέρσες μετά τις αποτυχίες τους να καταλάβουν την Ελλάδα και μετά την μάχη των Πλαταιών (479 π.Χ.) αποσύρθηκαν από τις ευρωπαϊκές τους κτήσεις, άρα και την Μακεδονία. Επομένως ήταν αδύνατον την εποχή του θανάτου του Ξέρξη (465 π.Χ.) να αναφέρονται οι Yaunâ takabarâ = Μακεδόνες, ως υποτελείς της Περσικής αυτοκρατορίας.

Σημειώσεις - Βιβλιογραφία

1. Ο N. Hammond επιχειρηματολογεί για τους Γιαούνα τακαμπάρα στο Cambridge Ancient History Vol. IV, 19882 σελ. 246-7. Ο ίδιος παραπέμπει στον E. E. Herzfeld: The Persian Empire: Studies in the Geography and Ethnography of the ancient Near East, Wiesbaden, 1968. O Χάμμοντ επανέρχεται στο θέμα και πάλι στο: The Macedonian State, Oxford 1989 σελ. 13, όπου παραπέμπει στον J. M. Balcer: Historia 37 (1988) 7.

2. Οι επιγραφές έχουν δημοσιευθεί στο ειδικό έργο για τις βασιλικές επιγραφές των Αχαιμενιδών: Pierre Lecoq, Les inscriptions de la Perse achéménide (1997 Paris) και υπάρχουν στην ιστοσελίδα Achaemenid Royal Inscriptions - http://www.livius.org/aa-ac/achaemenians/inscriptions.html.


3. Rüdiger Schmitt, The Old Persian inscriptions of Naqsh-i Rustam and Persepolis, CORPUS INSCRIPTIONUM IRANICARUM. Part 1, Inscriptions of Ancient Iran, Vol.1, The Old Persian inscriptions (Texts II), School of Oriental and African Studies (SOAS), University of London, London 2000. (ISBN 0-7286-0314-4)

Δ. Ε. Ε.


1 σχόλιο:

Βιβλιόφιλος είπε...

Από έναν καλό φίλο από το εξωτερικό έλαβα το εξής μήνυμα για το παραπάνω κείμενο:
Dear Dimitris,
Congratulations. I just read your paper. This is an excellent piece!
..................