Τμήμα Φυσικής Αγωγής του Πανεπιστημίου Νότιας Καλιφόρνιας
(USC) στο Λος Άντζελες
Νους
υγιής σε σώμα υγιές…
«Μήγαρις ἔχω ἄλλο στό νοῦ μου,
πάρεξ ἐλευθερία καί γλῶσσα;»
Διονύσιος Σολωμός
Δημήτρης
Ε. Ευαγγελίδης
Στον
αρχαίο κόσμο υπήρχε η έκφραση, προερχόμενη από στίχους του Ρωμαίου σατιρικού ποιητή Γιουβενάλη (Decimus Iunius
Iuvenalis, 55-135 μ.Χ.), Saturae (Σάτιραι), Liber IV,
Satura X, 356: «orandum est ut sit mens sana in corpore sano» (πρέπει
να ευχόμαστε να υπάρχει νους υγιής σε σώμα υγιές) που είναι γνωστή στην εκδοχή
«νοῦς ὑγιής ἐν σώματι ὑγιεῖ», καθώς και στην μετέπειτα εκδοχή «άνθρωπος ψυχήν
και σώμα σύμμετρος».
Περιδιαβαίνοντας
το διαδίκτυο μπορούμε να εντοπίσουμε δεκάδες και εκατοντάδες αναρτήσεις και
σχόλια με συμβουλές για το υγιές σώμα,
πώς θα χάσουμε κιλά, ποια είναι η σωστή δίαιτα, ποιες τροφές είναι υγιεινές,
πώς θα αποκτήσουμε γραμμωτούς κοιλιακούς, πώς παρασκευάζουμε υγιεινά φαγητά
κλπ, κλπ.
Αντίθετα,
οι αναρτήσεις για το πώς θα βελτιώσουμε
το πνεύμα μας σπανίζουν ή είναι ανύπαρκτες.
Το
θλιβερό με όλες αυτές τις συμβουλές για την φροντίδα του σώματος που προαναφέραμε
είναι ότι προέρχονται από άτομα με χαμηλό έως μέτριο μορφωτικό επίπεδο, όπως
προκύπτει από τα κακογραμμένα κατά κανόνα κείμενά τους και αναρωτιέσαι για
ποιον λόγο παραμελούν την βελτίωση του μυαλού τους και ασχολούνται μόνον με το
σώμα τους, καλώντας μας μάλιστα να τους μιμηθούμε.
Υποθέτω
ότι αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι στις δυτικές, παρακμιακές κοινωνίες, έχει
θεοποιηθεί το σώμα, η φροντίδα του οποίου έχει δημιουργήσει μια τεράστια
βιομηχανία πολλών δισεκατομμυρίων στην οποία περιλαμβάνονται οίκοι μόδας,
αρωματοποιΐες, φαρμακοβιομηχανίες, κοσμηματοποιΐες, γυμναστήρια, εξειδικευμένα
εστιατόρια, διαφημιστικές εταιρείες και πολυάριθμοι άλλοι παράπλευροι κλάδοι.
Πιθανότατα
κάποιοι να ρωτήσουν: Και πώς μπορούμε να
βελτιώσουμε το πνεύμα; Θα μπω στον πειρασμό να δώσω κι εγώ μια συμβουλή,
αλλά όχι για την φροντίδα του σώματος όπως κάνουν άλλοι.
Ισχυρίζομαι
λοιπόν ότι εκείνο που οφείλουμε να βελτιώσουμε όλοι μας, πριν από οτιδήποτε άλλο, είναι η
γλώσσα που μιλάμε και γράφουμε, ως βασική και απαραίτητη προϋπόθεση για την
βελτίωση του μυαλού μας.
Και
τι πρόβλημα υπάρχει με την γλώσσα θα αναρωτηθούν ίσως κάποιοι και αν πράγματι
υπάρχει τι μπορεί να γίνει;
Έχει
υποστηριχθεί (και υποστηρίζεται ακόμη από ορισμένους "προοδευτικούς"
κύκλους γλωσσολογούντων) η θεωρία της "εργαλειακότητας" της γλώσσας,
δηλ. ότι η γλώσσα δεν είναι τίποτε περισσότερο από ένα απλό μέσο επικοινωνίας
μεταξύ των ανθρώπων. Δυστυχώς, αυτή η λογική και η νοοτροπία της
"ήσσονος προσπάθειας" που καλλιεργήθηκαν στην Εκπαίδευση από
βολεμένους συνδικαλιστές και κομματικούς εγκάθετους, έπληξαν ανεπανόρθωτα την
Παιδεία, παράγοντας στρατιές αγραμμάτων και ημιμαθών, υποβιβάζοντας συστηματικά
το μορφωτικό επίπεδο των νεοελλήνων, πιθανότατα για την ευκολότερη πολιτική
χειραγώγησή τους. Η υψηλού επιπέδου εκπαίδευση περιορίστηκε δραματικά και έγινε
προνόμιο των γόνων των ευπορότερων ομάδων του πληθυσμού, παρά τις ευσυνείδητες
προσπάθειες των εκπαιδευτικών των δημοσίων σχολείων. Οι ίδιοι κύκλοι μάλιστα
ισχυρίζονται ξεδιάντροπα ότι "η αριστεία είναι στίγμα" και επομένως
καταδικαστέα κοινωνικά και πολιτικά! Η άποψη αυτή διακηρύχθηκε, παρά τις εκ των
υστέρων διορθώσεις, από τον ίδιο τον τ. υπουργό ...Παιδείας της "πρώτης
φοράς αριστερής" Κυβέρνησης, Μπαλτά. Προφανώς, χαμηλής νοημοσύνης και αγράμματοι μουζίκοι είναι πολύ ευκολότερο να χειραγωγηθούν
και να διοικηθούν.
Όπως
έχει τονιστεί:
"Η γλώσσα είναι μία από τις μεγαλύτερες
κατακτήσεις του ανθρώπινου πολιτισμού, αφού χάρη σ' αυτή ο άνθρωπος ανέπτυξε
τον λόγο που αποτελεί τη βάση του πολιτισμού.
Τα όρια του κόσμου μου
είναι τα όρια της γλώσσας μου, κατά τον Wittgestein. Αυτό σημαίνει,
γνωρίζω τον κόσμο όσο μου επιτρέπουν οι γλωσσικές μου ικανότητες- επικοινωνώ με
τον κόσμο και τα πράγματα στον βαθμό που έχω τις γλωσσικές προϋποθέσεις. Οι
δυνατότητες της διάνοιας του ανθρώπου εξαρτώνται από το επίπεδο της γλώσσας που
είναι σε θέση να μεταχειρίζεται. Γιατί ο άνθρωπος του οποίου οι γλωσσικές
δυνατότητες είναι περιορισμένες δεν μπορεί ούτε να εκφράσει αυτό που σκέπτεται
ούτε να σκεφθεί ολοκληρωμένα. Αναγκαστικά, βρίσκεται εγκλωβισμένος μέσα σε ένα
στενό και ασφυκτικό γλωσσικό πλαίσιο που δεν του δίνει τη δυνατότητα να σκεφθεί
ολόπλευρα και σε βάθος. Η απαιτητική, ποιοτική και αποτελεσματική
επικοινωνία είναι ζήτημα που σχετίζεται με τη γλωσσική υποδομή του καθενός. Η
γλωσσική καλλιέργεια υπηρετεί και στηρίζει άμεσα και αποτελεσματικά την
ανάπτυξη της σκέψης και των πνευματικών δεξιοτήτων του ανθρώπου, ενώ «η σκέψη η
απογυμνωμένη σε γνώση γίνεται ουδέτερη και χρησιμοποιείται ως απλό προσόν στις
ειδικές αγορές εργασίας αυξάνοντας την εμπορική αξία της προσωπικότητας»
[Χορκχάϊμερ,
Μ., Αντόρνο, Τ. 1986, Διαλεκτική του διαφωτισμού (μτφρ. Ζ. Ζαρίκας), Αθήνα,
Ύψιλον, σ. 226].
«Οι γλώσσες», επισημαίνει ο Καθηγητής Χρίστος
Τσολάκης (1995), «είναι τα μπόγια
των λαών. Ψηλώνουν με το ψήλωμα και συρρικνώνονται με τη συρρίκνωση των σκέψεων
και των πολιτισμών των ανθρώπων. Δεν είναι δυνατόν οι πολιτισμοί και οι σκέψεις
να προάγονται και οι γλώσσες να φθίνουν. Αυτό και το αντίστροφο του
αποκλείονται. Στην τεχνολογία οι λαοί, στην τεχνολογία και οι γλώσσες, στην
ποίηση οι λαοί, στην ποίηση και οι γλώσσες».
[Σημ.
ΔΕΕ: Θεωρώ υποχρέωσή μου να επισημάνω στο σημείο αυτό ότι ο αείμνηστος
Γλωσσολόγος Χρίστος Τσολάκης (1935-2012), που με τιμούσε με την φιλία του, ήταν
από τους ελάχιστους, δυστυχώς, πανεπιστημιακούς που αγωνιούσε για την πορεία
των γλωσσικών πραγμάτων στην χώρα μας και κυρίως είχε το ανάστημα και το σθένος
να παραδέχεται και τις δικές του ευθύνες, σε αντίθεση με κάποιους
αμετανόητους.]
Είχε
επίσης επισημανθεί από τον τ. Πρόεδρο του Ινστιτούτου Εκπαιδευτικής
Πολιτικής Σωτ. Γκλαβά (ο οποίος παύθηκε πριν λίγους μήνες με απόφαση αυτού
του ανεκδιήγητου …υπουργού Παιδείας (!) Νίκου Φίλη) ότι:
«…Η σωστή γλωσσική παιδεία που θα προσφέρει το
σχολείο εγγυάται και τη διαφύλαξη της γλωσσικής μας ταυτότητας και κληρονομιάς.
Οι γλώσσες, όπως είναι γνωστό, φθείρονται και απειλούνται. Ας μην ξεχνούμε
πως 5.000 περίπου διάλεκτοι εξαφανίστηκαν κατά τη διάρκεια
του 20ου αιώνα λόγω της αποικιοκρατίας. Ο
κίνδυνος αυτός είναι ορατός ιδιαίτερα σήμερα εξαιτίας της παγκοσμιοποιημένης
κοινωνίας που απειλεί τις λιγότερο διαδεδομένες γλώσσες. Εκτός αυτού, υπάρχει
ακόμη ένας κίνδυνος που δημιουργείται με την κακομεταχείριση και στρέβλωση των
λέξεων, γεγονός που συμβαίνει, όταν οι ποικιλώνυμες εξουσίες, μικρές ή μεγάλες,
θέλουν να υπηρετήσουν ανομολόγητες σκοπιμότητες ή να προπαγανδίσουν..."
(Σ.
Γκλαβάς, Εκπαίδευση και ποιότητα στο ελληνικό σχολείο: Πρακτικά
διημερίδων, Αθήνα, Ίδρυμα Ευγενίδου, 20-21 Μαρτίου 2008 & Θεσσαλονίκη,
Πολυτεχνική Σχολή ΑΠΘ, 17-18 Απριλίου 2008, 33-47)
Μια
άλλη σημαντική παράμετρος της συνεχούς υποβάθμισης της γλωσσικής εκπαίδευσης
είναι και οι σοβαρές επιπτώσεις της αγλωσσίας, ειδικότερα στον χώρο των θετικών
επιστημών, όπου η γλωσσική καλλιέργεια θεωρείται …πολυτέλεια, ακόμα και
άχρηστη!
Όπως
καταγγέλλει ο συγγραφέας Τάκης Θεοδωρόπουλος, ένας από τους ελάχιστους πλέον
εναπομείναντες σοβαρούς και αξιόλογους διανοητές αυτής της δύσμοιρης χώρας:
«Φίλος μαθηματικός στη Μέση Εκπαίδευση μού
επισήμανε τις συνέπειες της αγλωσσίας στη διδασκαλία των θετικών
επιστημών. Μου είπε πως ακόμη και οι μαθητές που έχουν ευχέρεια στην
εφαρμογή των απαραίτητων για τη λύση των προβλημάτων τύπων αδυνατούν να
εξηγήσουν τη μέθοδο που ακολουθούν. Έχουν
τις γνώσεις, έχουν την ευφυΐα, πλην όμως τους λείπει η σκέψη, επειδή τους
λείπει η γλώσσα που θα μπορούσε να τη διαμορφώσει. Ο φίλος μου είναι
γυμνασιάρχης σε ένα εξαιρετικό σχολείο και εμπιστεύομαι την κρίση του.
Παπαγαλία, λοιπόν, τρόπον τινά και στα μαθηματικά.
Η επισήμανση έχει
ιδιαίτερη σημασία, διότι αναδεικνύει τους συγγενικούς δεσμούς του
μεγαλύτερου καρκινώματος του εκπαιδευτικού μας συστήματος, της παπαγαλίας, με την αγλωσσία. Διότι,
όταν ο μαθητής μαθαίνει από στήθους τη σελίδα 235 του κακογραμμένου βιβλίου της
Ιστορίας, επειδή χρησιμοποιεί λέξεις της ελληνικής κρύβει το πραγματικό
πρόβλημα. Ότι δηλαδή, με τη συνενοχή του
διδάσκοντος, αποδέχεται την αδυναμία του να μεταφράσει σε δική του σκέψη, και
με δικές του λέξεις, αυτό που διάβασε. Το ίδιο ισχύει και στην έκθεση
ιδεών. Αν ακολουθήσει τις οδηγίες χρήσεως, αυτές που αντιστοιχούν στις εξίσου
στερεότυπες ιδέες, τότε θεωρείται ότι «γράφει καλά», άρα χειρίζεται καλά τη
γλώσσα του.
Ξέρω καλά
πως όσοι διδάσκουν τα λεγόμενα φιλολογικά μαθήματα έχουν προ πολλού
αποδεχθεί την ήττα τους. Η ανυπαρξία σχέσης με τη λεγόμενη αγορά εργασίας
έχει μετατρέψει τη διδασκαλία της λογοτεχνίας και των κλασικών γραμμάτων σε
αγγαρεία. Στο σημερινό λύκειο ο φιλόλογος μπορεί να απειλεί με κακό βαθμό, όμως
δεν έχει την αίγλη του μαθηματικού, όποιου διδάσκει ηλεκτρονικούς υπολογιστές ή
ακόμη και του γυμναστή. Σε παλαιότερους καιρούς στη λεγόμενη Φιλοσοφική Σχολή
–φιλολογική στην πραγματικότητα– εγγράφονταν όσοι κατά τεκμήριο αγαπούσαν το
διάβασμα και τη λογοτεχνία. Με το σημερινό σύστημα, το πιθανότερο είναι να
καταλήξεις να αποκρυπτογραφείς τον Πλάτωνα «από σπόντα», επειδή δεν είχες
αρκετά μόρια για να γίνεις κάτι άλλο. Τη βαρεμάρα τους τη μεταφέρουν στη
σχολική τάξη και το σύστημα αναπαράγεται μια χαρά: πόσες φορές δεν έχω ακούσει πανεπιστημιακούς καθηγητές να παραπονιούνται
ότι οι φοιτητές τους δεν ξέρουν ούτε να μιλούν ούτε να γράφουν. Κοινώς, τους
λείπει το εργαλείο της σκέψης.
Δεν
πρόκειται για την αδυναμία ορθής χρήσης της ελληνικής. Το φαινόμενο λέγεται
αγλωσσία…».
(Εφημ.
ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ 17.01.2016)
Τι πρέπει να γίνει λοιπόν, πώς μπορούμε να αντιμετωπίσουμε
αυτήν την ανησυχητική κατάσταση που διαμορφώθηκε από την αδιαφορία των εκάστοτε
«αρμοδίων», αλλά και την συστηματική υπονόμευση της γλώσσας μας από περίεργα
κέντρα αποφάσεων του εξωτερικού και τους εδώ πρόθυμους συνεργάτες τους;
Το πρόβλημα
της γλωσσικής καλλιέργειας εντάσσεται στο ευρύτερο και σοβαρότερο ζήτημα της εκ βάθρων αναβάθμισης της Εθνικής Παιδείας και
στην προσπάθεια αυτήν απαιτείται η συνεργασία και ο συντονισμός όλων των υγιών
δυνάμεων του τόπου. Πρόκειται για ένα κοπιώδες και μακροπρόθεσμο έργο
συλλογικής κινητοποίησης και συνειδητοποίησης, στο οποίο μεμονωμένες πρωτοβουλίες
είναι αδύνατον να το φέρουν εις πέρας. Απεναντίας εκείνο που μπορούμε να πετύχουμε
ατομικά, είναι η προσωπική μας βελτίωση και το διαρκές ενδιαφέρον για την
επίλυση αυτού του σημαντικού προβλήματος που σχετίζεται άμεσα με την επιβίωσή μας ως Έθνους, όσο
δύσκολο και αν είναι να γίνει άμεσα αντιληπτό αυτό.
Το πρόβλημα
αυτής της χώρας δεν είναι οικονομικό, πολιτικό, κοινωνικό ή οτιδήποτε άλλο. Είναι πρόβλημα καθαρά πολιτισμικό. Η
πλειονότητα των νεοελλήνων έχει μετατραπεί δυστυχώς σε έναν οχλοπολτό
αγράμματων, αμόρφωτων ή (ακόμα χειρότερα) ημιμαθών ατόμων, που άγονται και
φέρονται από ανίκανους και άχρηστους πολιτικάντηδες κάθε είδους, που γνωρίζουν
καλά ότι όσο πιο αμόρφωτος είναι ένας λαός, τόσο πιο εύκολα χειραγωγείται, όπως
επαναλαμβάνω συνεχώς.
Ξεκινώντας
με την σωστή γραφή των λέξεων (ορθογραφία),
με την βοήθεια ενός λεξικού, ώστε να μη κακοποιείται νοηματικά και οπτικά η
γραφή μας και καταπολεμώντας την χρήση
των γκρήκλις (που η διάδοσή τους ανάμεσα σε νεαρότερα άτομα οδηγεί σε
άλλες, επικίνδυνες ατραπούς), είναι μια καλή αρχή. Και δυο πραγματάκια ακόμα: Να
αποφεύγουμε να γράφουμε με κεφαλαία. Είναι λάθος και είναι απωθητικό. Σύμφωνα
με τον κώδικα που δημιουργήθηκε στο Διαδίκτυο, τα κεφαλαία σημαίνουν «φωνάζω»
και αν όλο το κείμενο είναι γραμμένο έτσι, σημαίνει ότι ουρλιάζω! Τέλος, να
μάθουμε να χρησιμοποιούμε τα σημεία στίξεως, κόμματα, τελείες, άνω-κάτω τελεία,
εισαγωγικά κλπ, καθώς και τους τόνους. Ποτέ
στο ατονικό!
Το
επόμενο βήμα είναι να αρχίσουμε να
διαβάζουμε, αρχίζοντας με Έλληνες λογοτέχνες, κατά προτίμηση παλαιότερους,
ώστε να εμπλουτίσουμε το λεξιλόγιό μας. Να αγαπήσουμε το καλό βιβλίο και να περιορίσουμε την αποχαύνωση μπροστά στο
χαζοκούτι. Είμαι βέβαιος ότι σε σύντομο χρονικό διάστημα ο καθένας και η
καθεμιά θα διαπιστώσουν την πρόοδο που έκαναν.
Αυτά
προς το παρόν και θα επανέλθουμε.
ΔΕΕ