Ένα σπουδαίο κείμενο προς μελέτη και προβληματισμό.
ΔΕΕ
Την γλώσσα μού έδωσαν ελληνική;
ΤΑΚΗΣ ΘΕΟΔΩΡΟΠΟΥΛΟΣ
Έτος 2016, Πανελλαδικές Eξετάσεις. Τα παιδιά που μόλις αποφοίτησαν από το λύκειο και διαγωνίζονται για μια θέση στην ανωτάτη εκπαίδευση. Ανάμεσά τους υποψήφιοι γιατροί, μηχανικοί και άλλοι που κάποια μέρα ευελπιστούν να μπουν σε μια τάξη και να διδάξουν στις επόμενες γενιές τη γλώσσα τους. Άλλοι που δεν τους ενδιαφέρει να διδάξουν και απλώς θέλουν να πάρουν το περίφημο «χαρτί» για να τελειώνουν. Η διαδικασία είναι απολύτως δημοκρατική. Ή, εν πάση περιπτώσει, δημοκρατική, βάσει των κανόνων της Τρίτης Ελληνικής Δημοκρατίας. Όλοι στο ίδιο καζάνι βράζουμε και όσο λιγότερες απαιτήσεις έχουμε από τον εαυτό μας, τόσο το καλύτερο για όλους.
Το θέμα της «έκθεσης ιδεών» είναι ένα απόσπασμα από την «Πρακτική Φιλοσοφία» του Ευάγγελου Παπανούτσου περί φιλίας στην εποχή των ΜΜΕ. Και επειδή οι εξεταστές δεν θέλουν να παραξενίσουν τους νέους οι οποίοι δεν διαβάζουν εφημερίδες, ούτε τηλεόραση βλέπουν, αλλά ξημεροβραδιάζονται στις σελίδες κοινωνικής δικτύωσης, υπάρχει και η σχετική επεξήγηση. «Στην εποχή των ΜΜΕ, δηλαδή των μέσων κοινωνικής δικτύωσης». Το απόσπασμα του Παπανούτσου είναι κείμενο του Παπανούτσου, κοινώς υποστηρίζει θέσεις με τις οποίες κανείς δεν μπορεί να διαφωνήσει. Ποιος θα διαφωνήσει εξάλλου με τη θέση ότι η φιλία είναι πολύτιμο αγαθό το οποίο έχουν εξυμνήσει ποιητές και φιλόσοφοι, αφού το απήλαυσαν εννοείται. Υπάρχουν και οι σχετικές αναφορές στον Αριστοτέλη. Ποιος μπορεί να διαφωνήσει με τον Αριστοτέλη; Κανείς. Η σκέψη είναι μονόδρομος σαν την υπογραφή των μνημονίων.
Κάτω από το κυρίως θέμα υπάρχουν διάφορες γλωσσικές ερωτήσεις για την ελληνική γλώσσα, εν είδει κουίζ. Ποια είναι τα συνώνυμα της τάδε λέξης, ποια τα αντώνυμα, τι σημασία έχει το «δηλαδή» και το «όταν». Κοινώς τα παιδιά που θα απαντήσουν στις ερωτήσεις του κουίζ, το οποίο δεν διαφέρει και πολύ από τηλεοπτικό διαγωνισμό γνώσεων, είναι οι ελληνόφωνοι του μέλλοντος, και του παρόντος εννοείται. Πώς το έλεγε ο Ουμπέρτο Εκο; Ρωτούν κάποιον στην τηλεόραση: «Ποιο είναι το μικρό όνομα του πρωθυπουργού της Ιταλίας;». Αυτός απαντάει, αφού το καλοσκεφτεί, «Σίλβιο» –επί Μπερλουσκόνι– και ακολουθούν τα χειροκροτήματα του κοινού και τα 1.000 ευρώ του βραβείου. Μπράβο στα παιδιά.
Όμως τι φταίνε τα παιδιά; Ελα ντε. Τα θέματα, λέει, ήταν βατά. Κοινώς φιλικά προς τον χρήστη. Μαζεύονται όλοι οι εγκέφαλοι, συνεδριάζουν επί ώρες και αποφασίζουν ότι ο καλύτερος τρόπος για να εξετάσουν την ελληνομάθεια είναι μια έκθεση ιδεών σε ένα τόσο δύσκολο και αμφισβητούμενο θέμα όπως η φιλία, σε ένα κείμενο της δεκαετίας του ’60 που δεν είναι και από τα πιο λαμπερά, και ερωτήσεις όπως ποιο είναι το συνώνυμο της ευτυχίας. Και όλοι είναι ευχαριστημένοι, ακόμη και οι ιερείς που έκαναν τις παρακλήσεις για την επιτυχία στις Πανελλήνιες και τους ευλογημένους «στυλούς» με το άγιο μύρο.
Και για να σοβαρευτούμε τώρα. Αυτή η εξέταση είναι η μόνη που δίνουν οι υποψήφιοι στις Πανελλαδικές για τη γλώσσα τους. Κοινώς μια εξέταση όπου ο μέσος όρος, και πολλά λέω, αισθάνεται απολύτως εντάξει με την ημιμάθειά του. Μα ναι, για ελληνικά μιλάμε, για τη γλώσσα που το παιδί μιλάει, ούτως ή άλλως, την έχει μάθει από τα γεννοφάσκια του. Δεν είναι δα και καμιά αστροφυσική. Πέρυσι τέτοια εποχή είχα γράψει πως πρέπει να επανέλθει η διδασκαλία της καθαρευούσης στη Μέση Εκπαίδευση. Δύο οι λόγοι. Ο πρώτος είναι ότι στην καθαρεύουσα έχει γραφεί ένα σημαντικό μέρος, αν όχι το σημαντικότερο της ελληνικής γραμματείας. Ο δεύτερος ότι το παιδί στη Μέση Εκπαίδευση οφείλει να γνωρίζει ότι αποκτά γνώσεις που δεν τις έχει. Είναι ζήτημα πνευματικής πειθαρχίας που αν δεν την αποκτήσεις στα σχολικά θρανία κανένα πανεπιστήμιο, ιδιαιτέρως δε το ελληνικό, δεν πρόκειται να σου τη δώσει.
Απαπά. Τι είναι αυτά που λες; Ο κόσμος προοδεύει, και όσο προοδεύει απλοποιείται, κι αν τα παιδιά χάσουν χρόνο για να μαθαίνουν ελληνικά πού θα βρουν για τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης; Ευτυχώς να λες που καταργήσαμε τη δοτική, το απαρέμφατο και τα πνεύματα και την περισπωμένη. «Είναι κι αυτά τα ύψιλον και τα ήτα που κανείς δεν ξέρει πια σε τι χρησιμεύουν».
Λες και ο περιούσιος λαός έχει τόσα περιουσιακά στοιχεία που αν ξοδέψει και μερικά δεν έγινε και τίποτε. Μπορεί να ξεσηκωθούμε για τον υποτιθέμενο ορυκτό πλούτο που θέλουν να μας πάρουν, όμως για την πραγματική μας περιουσία, τη γλώσσα μας, δεν μας καίγεται καρφί. Ποιος νοιάζεται αν οι νεώτερες γενιές δεν μπορούν να διαβάσουν Βιζυηνό ή Παπαδιαμάντη διότι η γλώσσα τους ξενίζει; Και πόσο διαφορετική θα ήταν η εξέταση αν, αντί για το απόσπασμα του Παπανούτσου, τους ζητούσαν να σχολιάσουν ολόκληρο «Το αμάρτημα της μητρός μου»; Δύσκολα πράγματα διότι θα έπρεπε να το διαβάσουν οι ίδιοι οι εξεταστές.
Θέλετε εκπαιδευτική μεταρρύθμιση;
Πρώτον: Κατάργηση της έκθεσης ιδεών και αντικατάστασή της από σχολιασμό ολόκληρων κειμένων της νεοελληνικής, και όχι μόνον, γραμματείας. Η αποσπασματική ανάγνωση κειμένων βολεύει μόνον τους συγγραφείς εγχειριδίων και τους δημοσιολογούντες που θέλουν να εντυπωσιάσουν το κοινό τους.
Δεύτερον: Εκμάθηση της σύγχρονης ελληνικής γλώσσας. Και η σύγχρονη ελληνική δεν είναι μόνον η ξύλινη δημοτική που διδάσκεται σήμερα. Είναι και η καθαρεύουσα, όπως και η δημοτική της λογοτεχνικής δημιουργίας. Η δημοτική του Σεφέρη είναι γεμάτη καθαρεύουσα.
Τρίτον, τι να πω για τρίτον; Ας πετάξουμε στα σκουπίδια όλες τις προοδευτικές θεωρίες των τελευταίων σαράντα ετών και ας σκεφτούμε πως η ταλαίπωρη Ελλάς χωρίς τη γλώσσα της δεν έχει τρόπο ύπαρξης.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Δεν γίνονται δεκτά σχόλια σε greeklish