Τετάρτη 22 Δεκεμβρίου 2010

Γλώσσα και Γραφή (1)


Γλώσσα και Γραφή
Μαρία Καραλή (2007)

Η γλώσσα μεταφέρει τις εμπειρίες μας αλλά και τα γραπτά κείμενα μπορούν να το πετύχουν αυτό με πολύ ισχυρό τρόπο. Το υπερβολικό ενδιαφέρον για θέματα γραφής και ανάγνωσης, γραμματισμού και αναλφαβητισμού, πρέπει να οφείλεται και στο ότι οι δικές μας, δυτικού τύπου, κοινωνίες είναι έντονα γραφοκεντρικές.

1. Γραμματισμός
είναι γλωσσική επικοινωνία σε γραπτή μορφή ή, διαφορετικά, η ικανότητα ανάγνωσης και γραφής. H γραφή και η ανάγνωση αποτελούν την οπτική καταγραφή ήχων και τη φωνητική αποκωδικοποίηση οπτικών συμβόλων αντίστοιχα. Ένας τέτοιος ορισμός όμως του γραμματισμού είναι επικίνδυνα απλός. Πρόκειται για διττή δεξιότητα που εμπεριέχει διαβάθμιση και για τις δύο πλευρές της, και χαρακτηρίζεται από χρονική, τοπική, κοινωνική, πολιτισμική διαφοροποίηση. Ένας ομιλητής είναι δυνατό να κατέχει τη μία από τις δύο πλευρές σε διαφορετικό βαθμό: π.χ. να διαβάζει κείμενα, αλλά να μην μπορεί να συμπληρώσει ούτε μια απλή αίτηση. Η προφορική ή μη φύση μιας κοινωνίας καθορίζεται και από τις χρήσεις του γραμματισμού: τί και πότε πρέπει να διεξαχθεί υποχρεωτικά προφορικά ή γραπτά, πόσοι είναι οι εγγράμματοι, πόσο συχνά ασκούν αυτές τις δεξιότητες. Ακόμη διαφορετικές μορφές γραμματισμού μπορεί να προκύψουν από το γένος του ομιλητή: τα περιεχόμενο των πρώτων παιδικών βιβλίων διαφέρει αν το παιδάκι είναι αγόρι ή κορίτσι.
Η εποχή και ο πολιτισμός μεταβάλλουν το περιεχόμενο της έννοιας. Γενικά, ο ορισμός του γραμματισμού επιδέχεται διαφοροποιήσεις. Σήμερα προτεραιότητα έχει σε όλες τις κοινωνικές δραστηριότητες ο γραπτός λόγος, και εκτός από την εκμάθηση ανάγνωσης και γραφής, αριθμητικών πράξεων, χρήσης ηλεκτρονικών μέσων, η επιδίωξη είναι να γνωρίζει από κοινωνιογλωσσικής πλευράς ο ομιλητής σε επίπεδο παραγωγής το είδος των κειμένων που χρησιμοποιούνται σε διαφορετικά κοινωνικά συμφραζόμενα. Αντίθετα, στην αρχαία Ελλάδα, παρά την ύπαρξη πολλών κειμένων, ο προφορικός λόγος αποτελούσε το ιδεώδες στον πολιτικό βίο, την εκπαίδευση, την καλλιτεχνική δραστηριότητα.
Η κατάκτηση αυτής της δεξιότητας είναι κεντρικό θέμα στην εκπαιδευτική διαδικασία και εγείρει πρακτικά και θεωρητικά ερωτήματα: Ποια είναι η αλληλεπίδρασή της με τη γνωστική ανάπτυξη; Πώς επηρεάζει την κατάκτηση της γλώσσας; Υπάρχει διαφορά ανάμεσα σε παιδιά και ενηλίκους; Πώς επηρεάζεται από την εκπαιδευτική μέθοδο; Πώς επηρεάζει τη γλωσσική αντίληψη, την ικανότητα να συνειδητοποιεί κανείς τις γλωσσικές μονάδες; Έχει αποδειχτεί ότι η αντίληψη των γλωσσικών μονάδων, η αναπαράσταση στο νοητικό λεξικό και οι διαδικασίες επεξεργασίας που χρησιμοποιούνται κατά την ανάγνωση επηρεάζονται, αν δεν εξαρτώνται, από τη φύση της ορθογραφίας με την οποία είναι κάποιος εξοικειωμένος. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα τη στροφή της γλωσσολογικής έρευνας εν γένει. Τον 20ό αι. ο γραπτός λόγος εθεωρείτο δευτερογενής, αν όχι ατελής αναπαράσταση του προφορικού. Η επίγνωση όμως του ότι κάποιες μονάδες γλωσσικής ανάλυσης είναι παράγωγα μονάδων του γραπτού λόγου κατέστησε σημαντική τη μελέτη των δομικών ιδιοτήτων της γραφής για τη γλωσσική ανάλυση.
Παρά το ότι σήμερα θεωρούμε την υπεροχή του γραμματισμού δεδομένη, η καλύτερη κατανόηση της προφορικής παράδοσης από ιστορική και ανθρωπολογική πλευρά και οι εργασίες των ψυχολόγων για τη μνήμη μάς έχουν οδηγήσει σε επανεκτίμηση της σημασίας της προφορικότητας σε μια κοινωνία (που και στην εποχή μας είναι ιδιαίτερα διαδεδομένη). Κοινωνικά συστήματα με και χωρίς γραμματισμό διαφέρουν στο πώς οργανώνουν τη νομοθεσία τους, την εκπαίδευση, την οικονομία και πώς διαφέρουν σε γνωστικές διαδικασίες. Η μελέτη του M. Parry είναι κλασική ένδειξη για τη μετάβαση από την προφορικότητα στον γραμματισμό. Το μέτρο επανερμηνεύεται όχι ως αισθητικό στοιχείο, αλλά ως μνημοτεχνικό βοήθημα. Γενικά πάντως τώρα δεν είναι αποδεκτή η ρομαντική αίσθηση πως οι έντονα προφορικές κοινωνίες είναι καθυστερημένες ή «αγνές».
Η σύνδεση του γραμματισμού με έννοιες ισχύος είναι ένα από τα πιο συζητημένα θέματα Σε γενικό επίπεδο, η γραφή κατά καιρούς έχει θεωρηθεί ως υπεύθυνος παράγοντας για πνευματική, οικονομική, κοινωνική, πολιτική πρόοδο και διαφοροποίηση. Για παράδειγμα, η εισαγωγή του αλφαβήτου στην αρχαία Ελλάδα θεωρήθηκε υπεύθυνη για πιο λογική σκέψη αλλά αναρωτιέται κανείς γιατί δεν συνέβη κάτι ανάλογο και στη Ρώμη. Και σήμερα που η γραφή είναι παγκόσμια διαδεδομένη, εξακολουθούν να υπάρχουν τεράστιες διαφορές μεταξύ κρατών. Οι ακραίες θεωρίες που υποστηρίζουν έναν τεχνολογικό ντετερμινισμό, πως η είσοδος της γραφής δηλαδή ως ικανότητας θα έχει προκαθορισμένα αποτελέσματα ή αλλαγές ανεξαρτήτως κοινωνίας (το λεγόμενο «αυτόνομο» μοντέλο) έχουν απορριφθεί. Η γραφή θεωρείται πλέον μια τεχνολογική δυνατότητα, όπως πολλές άλλες, σαν τον ηλεκτρισμό και δεν έχει απόλυτα προβλέψιμες και πανομοιότυπες συνέπειες στις κοινωνίες που εισέρχεται, παρά το ότι η είσοδός της δεν μπορεί να αποτραπεί. Η επενέργειά της είναι απολύτως εξαρτημένη από τις συνήθειες, τις αντιλήψεις και την πολιτική δομή της κοινωνίας, και ενισχύει αλλά δεν μεταβάλλει ισχύουσες τάσεις και ιδεολογίες (το λεγόμενο ιδεαλιστικό μοντέλο).
Η γραφή πάντως έχει χρησιμοποιηθεί για να εκφράσει ή να οδηγήσει σε πολιτική και κοινωνική δύναμη. Σε αρχαίες κοινωνίες αυτοί που ήξεραν να γράφουν ήταν πολιτικά ή θρησκευτικά κυρίαρχοι. Η ζωή του Δαρείου κυκλοφορούσε σε λογοτεχνική μορφή στους υπηκόους του. Η σχέση εξουσίας και κειμένων έχει δύο αξιοπρόσεκτες πλευρές: την εξουσία επί των κειμένων και την εξουσία που ασκείται μέσω αυτών. Η πρώτη διάσταση περιλαμβάνει περιορισμούς σχετικά με το τί γράφεται, στην προσέγγιση, στην κατοχή και κυρίως στην ανάγνωση κειμένων. Στη πιο θεμελιώδη του μορφή αυτό σημαίνει ότι μια ελίτ καθορίζει το status των κειμένων. Και αυτή η μορφή εξουσίας περιλαμβάνει και την επιλογή συστήματος γραφής. Ο λόγος για τον οποίο μια γλώσσα καταγράφεται με ένα συγκεκριμένο σύστημα γραφής μπορεί να μην οφείλεται σε γλωσσικούς παράγοντες (βλ. παρακάτω) αλλά σε πολιτική σκοπιμότητα. Ένας χάρτης που θα έδειχνε την έκταση της καταγραφής με βάση το αγγλικό αλφάβητο ή τον αραβικό ή κινεζικό τρόπο καταγραφής είναι ουσιαστικά η πολιτική ισχύς που αναδεικνύει η οικολογία των συστημάτων γραφής. Οι γλωσσικές συνθήκες στην πρώην Γιουγκοσλαβία είναι επίσης διδακτικές. Πριν τον διαχωρισμό η σερβοκροατική γραφόταν ταυτόχρονα και σε κυριλλικό και λατινικό αλφάβητο. Στην Κροατία υπερείχε το λατινικό, αντανάκλαση της δύναμης της καθολικής εκκλησίας, στη Σερβία το κυριλλικό, έκφραση της δύναμης της ορθόδοξης εκκλησίας. Μετά τον διαχωρισμό, η συσχέτιση μεταξύ αλφαβήτου και εθνικής ομάδας έχει κορυφωθεί, με αποτέλεσμα το κυριλλικό να έχει απομακρυνθεί σχεδόν εντελώς από τα σχολεία της Κροατίας. Τα παραδείγματα μπορούν να πολλαπλασιαστούν σχεδόν επ' αόριστον.
Η δεύτερη διάσταση περιλαμβάνει περιπτώσεις νομοθετικής έκδοσης κειμένων για να νομιμοποιηθούν ενέργειες πολιτικές, κρατικές.

2. Προέλευση γραφής
Η προέλευση της γραφής είναι θέμα που έχει συζητηθεί πολύ. Θα καταλαβαίναμε πολλά για τη φύση των συστημάτων γραφής αν γνωρίζαμε τον λόγο που οδήγησε στη γέννηση της γραφής και αν αποτελούν ατομική ή συλλογική επινόηση. Η επικοινωνιακή άποψη που εκφράζεται στις ιστορίες γραφής, ότι το γράψιμο επινοήθηκε για να αποστέλλονται μηνύματα σε μακρινή απόσταση, δεν είναι πια αποδεκτή. Κάτι τέτοιο θεωρείται παραπροϊόν, αποτελεί μεταγενέστερη χρησιμοποίηση της γραφής. H πρόταση των Daniels και Cooper παραπέμπει σε πρακτική ανάγκη, αν και κατά τρόπο όχι άμεσα αναγνωρίσιμο. Oι πρώτες χρήσεις της γραφής εμφανίζονται για την αναμετάδοση εννοιών που δεν έχουν πρόσφορο και έτοιμο προφορικό ισοδύναμο (π.χ. το αποτέλεσμα του συλλογισμού 5.864.379 επί 9.273.952). Aυτό αποκαλύπτεται από τα πρώτα είδη κειμένων: στη Mεσοποταμία καταγράφονται ποσότητες ζώων, εμφανίζονται κατάλογοι εργατών με διαβάθμιση κατά καθήκον· στην Aμερική αστρονομικές και ημερολογιακές πληροφορίες, έννοιες που δεν μπορούν να ανακληθούν χωρίς να έχουν χρησιμοποιηθεί κάποιας μορφής οπτικά σύμβολα.

(Συνεχίζεται)

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Δεν γίνονται δεκτά σχόλια σε greeklish