Η περιοχή της Ηπείρου θεωρείται η πραγματική κοιτίδα του Ελληνισμού, μια και εδώ διαμορφώθηκαν τα πανάρχαια πρωτο-ελληνικά φύλα, τα οποία θα γίνουν γνωστά αργότερα ως Μολοσσοί, Χάονες, Άβαντες, Θεσπρωτοί, πρωτο-Δωριείς. Εδώ, επίσης, διαμορφώθηκαν οι λεγόμενες Δυτικές διάλεκτοι της αρχαίας ελληνικής. Υπενθυμίζουμε ότι επί αιώνες τα εθνολογικά σύνορα μεταξύ ελληνικών και ιλλυρικών φύλων ήταν ο ποταμός Γενούσος, στην σημερινή κεντρική Αλβανία (βλ. Cambridge Ancient History Vol. III part 3, σελ. 266-267 και λεπτομέρειες σε προηγούμενη ανάρτησή μας περί Ιλλυριών http://ethnologic.blogspot.com/2009/11/blog-post_07.html).
Στην παρούσα και σε επόμενες αναρτήσεις θα αναφερθούμε σε θέματα που σχετίζονται με την περιοχή της Ηπείρου, την ιστορία της, τα ελληνικά φύλα της αρχαιότητας και άλλα ειδικότερα θέματα.
Στην σημερινή ανάρτηση αναφερόμαστε στην περίφημη Μοσχόπολη, ένα από τα σπουδαιότερα κέντρα ελληνικού πολιτισμού στην Τουρκοκρατία.
Δημήτρης Ε. Ευαγγελίδης
Μοσχόπολη: Τα χρόνια της ακμής (1700-1769)
Κατά τη διάρκεια του 18ου αιώνα η Μοσχόπολη και οι βλάχικοι οικισμοί της περιοχής της γνώρισαν το απόγειο της ανάπτυξης και της ακμής, αλλά και μία σειρά από αξεπέραστες καταστάσεις που οδήγησαν σε καταστροφές και μαρασμό.
Βέβαια, τα θεμέλια για αυτή την ένδοξη εποχή είχαν αρχίσει να διαμορφώνονται κατά τη διάρκεια του 17ου αιώνα, όταν η Μοσχόπολη ενδυναμώνονταν όχι μόνο πληθυσμιακά, αλλά οικονομικά και πολιτισμικά. Ενδεικτικό αυτής της εξέλιξης είναι το κτίσιμο, γύρω στο 1630, του μοναστηριού του Αγίου Ιωάννη του Πρόδρομου. Σε κάποιες εργασίες η Μοσχόπολη αναφέρεται πως ήταν τότε η δεύτερη μεγαλύτερη πόλη των Οθωμανικών Βαλκανίων, μετά βέβαια από την Κωνσταντινούπολη. Γεγονός μάλλον απίθανο αν αναλογιστούμε πόλεις όπως τη Θεσσαλονίκη και την Αδριανούπολη. Ωστόσο, θα πρέπει να ήταν η μόνη τόσο μεγάλη πόλη με αποκλειστικά χριστιανούς κατοίκους. Υπήρχαν 6 μεγάλες και οργανωμένες συνοικίες και ίσως περισσότερες από 70 εκκλησίες, αριθμός μάλλον υπερβολικός. Αν και οι διάφορες πηγές συχνά διαφωνούν για τον ακριβή αριθμό των σπιτιών και των κατοίκων της, γύρω στο 1760, παρουσιάζεται να έχει από 20.000 έως 70.000 κατοίκους και ίσως 12.000 περίπου σπίτια. Οι αριθμοί αυτοί φαντάζουν απίθανοι για τα δεδομένα εκείνων των εποχών και ακόμη περισσότερο αν συγκριθούν με την εικόνα που παρουσίαζε η Μοσχόπολη από το 1769 και μετά. Η πόλη εκτεινόταν σε μία τεράστια έκταση και καταλάμβανε μεγάλο μέρος του κενού σήμερα οροπεδίου και των γύρω χαμηλών πλαγιών. Τελικά, ίσως να μην είναι παρακινδυνευμένο να δεχτούμε πως, την περίοδο της μεγάλης της ακμής, ο πληθυσμός της έφτανε κάπου ανάμεσα στις 40.000 με 60.000.
Εκτός όμως από τη Μοσχόπολη, και οι γύρω από αυτή βλάχικοι οικισμοί συγκέντρωναν μεγάλο αριθμό κατοίκων για τα δεδομένα της εποχής. Αν και οι αριθμοί που δίνουν οι διάφορες σχετικές αναφορές φαντάζουν να είναι υπερβολικοί, η Νίτσα, η Λάγγα, η Γκραμπόβα, η Σίπισκα και το αρβανίτικο Βιθκούκι θα πρέπει να ήταν μεγάλες και δυναμικές κωμοπόλεις, που ακολουθούσαν στενά την πρόοδο της Μοσχόπολης. Λόγω των φυσικών τους θέσεων προστατεύονταν από τις πιέσεις μικρών και μεγάλων Τουρκαλβανών φεουδαρχών και τοπαρχών και είχαν μετατραπεί σε δυναμικές τοπικές αγορές για το γύρω πληθυσμό, διατηρώντας μάλιστα ανεξάρτητες επαφές με τα εμπορικά κέντρα της Βαλκανικής και της Ευρώπης. Ίσως τελικά η κάθε μία από αυτές συγκέντρωνε από 5.000 μέχρι και 10.000 κατοίκους.
Ο πλούτος και η δύναμη της Μοσχόπολης αντλούνταν από το εμπόριο και τις διάφορες βιοτεχνικές δραστηριότητες. Όπως στην περίπτωση της ανάπτυξης και κάποιων άλλων βλάχικων κοινοτήτων, (π.χ. Μέτσοβο, Συρράκο, Καλαρίτες κ.λ.π.), το πρώτο και ισχυρά παραγωγικό κεφάλαιο, για την πρόοδο που ακολούθησε ήταν η κτηνοτροφία. Όμως, η Μοσχόπολη προηγήθηκε χρονικά κατά πολύ, ήδη από το 17ο αιώνα, και ήταν μάλλον αυτή που δίδαξε το δρόμο που ακολουθήθηκε και από τις άλλες ορεινές βλάχικες και μη κοινότητες. Η ικανή συγκέντρωση πρώτων υλών και χεριών οδήγησε σε μεγάλη ανάπτυξη της εριουργίας. Η αρχικά οικιακή βιοτεχνία μάλλινων ειδών οδήγησε σε οργανωμένη βιοτεχνική παραγωγή και τέλος στην εμπορεία των τελικών προϊόντων, αλλά και των πρώτων υλών. Το εμπόριο της δικής τους παραγωγής και η συγκέντρωση κεφαλαίου οδήγησε σταδιακά στην ανάπτυξη ευρύτερων εμπορικών, μεταπρατικών και βιοτεχνικών δραστηριοτήτων και τη γέννηση της κάστας των λεγόμενων πραματευτάδων (πραματέφτς ή πραματεφτάτζ στα βλάχικα). Οι βιοτέχνες οργάνωσαν και ενίσχυσαν το θεσμό των συντεχνιών. Υπήρχαν συντεχνίες μπακάληδων, ραφτάδων, χρυσοχόων, χασάπηδων, χαλκουργών και σιδηρουργών, οπλουργών, παπουτσήδων κ.α., οι οποίες έπαιζαν σπουδαίο ρόλο όχι μόνο στην οικονομική ανάπτυξη και τα τοπικά πολιτικά δρώμενα, αλλά και στην πολιτιστική πρόοδο, καθώς αναφέρονται να πλήρωναν υποτροφίες για τις σπουδές άπορων παιδιών, στα σχολεία της Μοσχόπολης, αλλά και σε σχολεία της Ευρώπης.
Ωστόσο, ο μεγάλος οικονομικός και πολιτισμικός πλούτος ήρθε με την ανάπτυξη των επαφών με την Ευρώπη και τη στροφή προς το μεταπρατικό εμπόριο. Δεν είναι απίθανο να υπήρχαν, ήδη από το 1537, κάποιοι Μοσχοπολίτες ανάμεσα στους Βλάχους και Γκραίκους εμπορευόμενους της ελληνικής παροικίας της Βενετίας. Εκείνη τη χρονιά, οι πάροικοι της Βενετία δημιούργησαν ελληνική εκκλησία και ελληνικό σχολείο. Κατά τη διάρκεια πια του 17ου αιώνα, οι Μοσχοπολίτες, μέσω του Δυρραχίου, είχαν αναπτύξει ιδιαίτερα στενές εμπορικές επαφές τόσο με τη Βενετία και την Αγκώνα, όσο και με άλλα ιταλικά λιμάνια της Αδριατικής. Δραστήριοι έμποροι ταξίδευαν μέχρι εκεί μεταφέροντας διαφόρων ειδών εμπορεύματα, από όλα τα μέρη των Κεντρικών Βαλκανίων, μέχρι τις Παραδουνάβιες Ηγεμονίες. Από εκεί επέστρεφαν όχι μόνο με άλλα εμπορεύματα ή κεφάλαια, αλλά και με πολύτιμες γνώσεις. Τα ταξίδια των εμπόρων στη Βενετία ακολουθούσαν παιδιά της Μοσχόπολης με σκοπό να σπουδάσουν στα σχολεία της ή να μαθητεύσουν κοντά σε μεγάλους εμπόρους. Ενδεικτικό είναι το γεγονός πως, μεταξύ 1694-1703 και 1712-1716, ο Μοσχοπολίτης λόγιος ιερέας Ιωάννης Χαλκεύς ή Χαλκείας ανέλαβε το έργο του σχολάρχη του Φλαγγίνειου Φροντιστηρίου και του ιεροκήρυκα στην ελληνική εκκλησία του Αγίου Γεωργίου στη Βενετία, έχοντας αρχικά διατελέσει εφημέριος της ελληνικής παροικίας του Λιβόρνου. Την ίδια εποχή οι Μοσχοπολίτες ταξίδευαν μέχρι την Κωνσταντινούπολη όχι μόνο για δικές τους ή κοινοτικές υποθέσεις, αλλά εκτελώντας υπηρεσίες και για τους Βενετούς.
Οι επαφές με τη Βενετία συνεχίστηκαν μέχρι περίπου το 1761. Όλα αυτά τα χρόνια αρκετοί Μοσχοπολίτες εγγράφηκαν στα μητρώα της ελληνικής κοινότητας της Βενετίας και δε φαίνεται να διαφοροποιούνται από τα υπόλοιπα μέλη της. Καθώς όμως το εμπόριο της Βενετίας άρχισε να παρακμάζει, οι Μοσχοπολίτες, αλλά και άλλοι έμποροι Βλάχοι και μη, από διάφορες πόλεις της Μακεδονίας, στράφηκαν προς την Κεντρική Ευρώπη, ακολουθώντας τα πολυάριθμα καραβάνια που τραβούσαν για το βορρά. Ιδιαίτερα ευνοϊκές για αυτόν το νέο προσανατολισμό στάθηκαν οι συνθήκες του Πασσάροβιτς το 1718 και του Βελιγραδίου το 1739, ανάμεσα στην Οθωμανική Αυτοκρατορία και την Αυστροουγγαρία των Αψβούργων. Έτσι από το 1718 και μέχρι το 1774 παρατηρείται μαζική εγκατάσταση Μοσχοπολιτών στα εδάφη της Αυστροουγγαρίας.
Ορισμένοι έφτασαν και μέχρι τη Βαρσοβία στην Πολωνία και τη Λειψία στη Γερμανία. Αρχικά αυτοί που βρέθηκαν εκεί ήταν μόνο άνδρες και κυρίως νέοι, οι οποίοι αναζητούσαν ευκαιρίες εμπορίου ή και μόνιμης εγκατάστασης. Οι πολλαπλές εμπορικές και βιοτεχνικές δραστηριότητές τους τους οδήγησαν σύντομα στη δημιουργία παροικιών τόσο στην Κεντρική Ευρώπη, (Βουδαπέστη, Βιέννη, Miskolcz, Novi Sad, Zemun, Szentendre, Kecskemet, Temesvar κ.α.), όσο και στα διάφορα μικρά και μεγάλα εμπορικά και διοικητικά κέντρα της Μακεδονίας, της Θεσσαλίας, της Ηπείρου και της Αλβανίας. Δραστήριοι Μοσχοπολίτες έμποροι και βιοτέχνες ταξίδευαν και δούλευαν στα σημαντικότερα από τα ετήσια παζάρια αυτών των οθωμανικών επαρχιών. Τα ταξίδια, το εμπόριο και τα χρήματα των ξενιτεμένων δεν άργησαν να φέρουν ακόμη μεγαλύτερη πρόοδο.
Η οικονομική ευμάρεια ενίσχυσε και βελτίωσε τις συνθήκες για την πολιτιστική ανάπτυξη. Ιδιαίτερα ενδεικτικό είναι το γεγονός πως, από το 1715 μέχρι το 1760, κτίστηκαν 9 νέες και λαμπρές εκκλησίες. Όσες από αυτές στέκουν ακόμη όρθιες αποτελούν αδιάψευστους μέχρι και σήμερα μάρτυρες της ακμής και της δόξας της Μοσχόπολης. Ήδη πριν από το 1700 υπήρχε οργανωμένο ελληνικό σχολείο. Το σχολείο αυτό ακολούθησε την εξέλιξη και τις απαιτήσεις της εύρωστης και φιλοπρόοδης κοινωνίας του. Οι δάσκαλοί του είχαν μεγάλη μόρφωση και ακτινοβολία και οι Μοσχοπολίτες φρόντιζαν να μετακαλούν, για να διδάξουν σε αυτό, εξέχοντες λόγιους και από άλλα μέρη. Το 1744, καθώς προστέθηκαν νέοι κύκλοι σπουδών, το σχολείο της Μοσχόπολης εξελίσσεται στην περίφημη Νέα Ακαδημία και το 1750, όταν μεταφέρθηκε σε νέο κτίριο, ανάλογο με τη φήμη της και τις απαιτήσεις, ονομάστηκε Ελληνικό Φροντιστήριο. Ο κύκλος των σπουδών που προσέφερε ήταν ίσως από τους ανώτερους που ένας χριστιανός μπορούσε να παρακολουθήσει τότε στα Βαλκάνια, καθιστώντας ουσιαστικά τη Μοσχόπολη σε ένα από τα σημαντικότερα κέντρα του Ελληνικού Διαφωτισμού. Η βιβλιοθήκη του ήταν από τις λαμπρότερες και μεγαλύτερες στις βαλκανικές επαρχίες εκείνων των εποχών. Στο πλαίσιο της Νέας Ακαδημίας δημιουργήθηκε ορφανοδιοικητήριο και απλό ορφανοτροφείο για τη στέγαση και τη σίτιση των μαθητών, οι οποίοι έρχονταν να σπουδάσουν στα σχολεία της Μοσχόπολης από όλα σχεδόν τα Βαλκάνια. Μέσα στους κοινωνικούς θεσμούς που αναπτύχθηκαν ήταν και η λεγόμενη “κάσα των φτωχών”, ένα κοινοτικό ταμείο με σκοπό την ανακούφιση των λιγότερων προνομιούχων κατοίκων της πόλης. Από τα πιο αξιοθαύμαστα ιδρύματα αυτής της μοναδικής πολιτείας ήταν το τυπογραφείο, το οποίο πρωτολειτούργησε το 1720 ή το 1735. Τα τυπογραφικά στοιχεία του ήταν ελληνικά και κατ’ επέκταση ήταν το δεύτερο ελληνικό τυπογραφείο της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, μετά από αυτό της Κωνσταντινούπολης, (1627). Πολλοί νέοι της Μοσχόπολης και μαθητές των σχολείων της που έρχονταν εδώ από άλλα μέρη συνέχιζαν τις σπουδές τους σε σχολές και ιδρύματα της Αυστροουγγαρίας, της Γερμανίας, της Ιταλίας, μέχρι και της Ολλανδίας. Δίκαια λοιπόν δόθηκε στη Μοσχόπολη ο τίτλος της “Νέας Αθήνας”. Εκτός από τη Μοσχόπολη ζωηρή εκπαιδευτική κίνηση αναπτύχθηκε και στο Βιθκούκι, τη Σίπισκα και την Κορυτσά, όπου αναφέρεται να λειτουργούν ελληνικά σχολεία κατά τη διάρκεια του 18ου αιώνα.
Αξίζει να επισημανθεί πως η συρροή στην αγορά και τα σχολεία της βλαχόφωνης Μοσχόπολης μετοίκων, εμπορευομένων, δασκάλων και μαθητών από όλη σχεδόν τη Βαλκανική, που μιλούσαν βλάχικα, ελληνικά, αλβανικά, και βουλγαρικά, οδήγησε στην έκδοση δύο περίφημων για την εποχή τους λεξικών. Η συγγραφή και η έκδοση των λεξικών αποσκοπούσε περισσότερο στην ενίσχυση της παιδείας των διάφορων αλλόγλωσσων, μη ελληνόφωνων, χριστιανών, καθώς η εκπαίδευση που τους προσφερόταν στη Μοσχόπολη, και όχι μόνο εκεί, χαρακτηριζόταν ουσιαστικά ως ελληνική. Το 1770 εκδόθηκε στη Βιέννη το βιβλίο “Πρωτοπειρία” του Θεόδωρου Αναστασίου Καβαλλιώτη, ενός από τους λαμπρότερους Μοσχοπολίτες δασκάλους και κορυφαία μορφή των ελληνικών γραμμάτων. Στο βιβλίο αυτό περιλαμβάνεται λεξικό 1.170 λέξεων της απλής νεοελληνικής ή ρωμέικης γλώσσας, της βλάχικης και της αλβανικής. Την προσπάθεια αυτή συνέχισε ένας από τους σημαντικότερους δάσκαλους της Νέας Ακαδημίας, ο ιερομόναχος Δανιήλ ο Μοσχοπολίτης, με το έργο “Εισαγωγική Διδασκαλία περιέχουσα Λεξικόν Τετράγλωσσον των τεσσάρων κοινών διαλέκτων, ήτοι της απλής Ρωμαϊκής, της εν Μοισία Βλαχικής, της Βουλγαρικής και της Αλβανικής”, το οποίο εκδόθηκε ή γράφηκε στη Μοσχόπολη το 1764 και ακολούθησαν εκδόσεις στη Βιέννη το 1794 και το 1802.
Πηγή: Δικτυακός τόπος “ΉΠΕΙΡΟΣ… Λαός - Παράδοση - Ιστορία” http://www.epirus-history.gr/main/
Οι αρχαίοι ονόμαζαν Ήπειρο το κομμάτι από την Αιτωλία στο Νότο ως την Ιλλυρία (σημερινή Αλβανία) στα Βόρεια, λογαριάζοντας μέσα και τη Λυχνίτιδα λίμνη και μέρος της Μακεδονίας ως τη σημερινή Φλώρινα.
ΑπάντησηΔιαγραφήΙστορία της (Ενιαίας) Ηπείρου
Με τα ευρήματα στη σπηλιά του Ασπροχάλικου, στο Λούρο ποταμό, στο φαράγγι του Βίκου, στην Καστρίτσα και σε άλλα σημεία, είναι βέβαιο πως η ανθρώπινη παρουσία στην Ήπειρο ανάγεται στα 40.000 χρόνια π.Χ.
Κατά το 3.000 - 2.000 π.χ. εμφανίζονται οι Πελασγοί που θεωρούνται πρόγονοι των ελληνικών φυλών και των Ιλλυριών (Σελλοί, Έλλοπες, Κασσωπαίοι, Μολοσσοί, Αθαμάνες, Δρύοπες, κ.α. - περίπου 14 φυλές).
Οι Μολοσσοί είχαν ισόβιους βασιλείς, ενώ άλλες φυλές εξέλεγαν ετήσιους αρχηγούς. Οι πληροφορίες μας για τη ζωή των φυλών αυτών μέχρι το 800 π.χ. είναι λιγοστές. Στα 800 - 600 π.χ. οι Κορίνθιοι ιδρύουν στα παράλια της Ηπείρου αποικίες (όπως την Αμβρακία, την Απολλωνία και την Επίδαμνο), ενώ το 500 π.X. ιδρύεται η ομοσπονδία των Ηπειρωτικών φυλών από το βασιλιά των Μολοσσών Θαρύπα. Τον Θαρύπα διαδέχονται ο Αλκέτας και ο Αρύβας που δίνει την ανεψιά του στον βασιλιά της Μακεδονίας Φίλιππο τον Β', πατέρα του Μεγάλου Αλεξάνδρου. Μετά τον Αρύβα βασιλεύει ο αδελφός της Ολυμπιάδος Αλέξανδρος, ο οποίος σκοτώθηκε σε εκστρατεία στην Ιταλία. Ο Μέγας Αλέξανδρος που δημιούργησε τη μεγάλη Μακεδονική Αυτοκρατορία, περιέλαβε και την Ήπειρο ως επαρχία του. Στα 307 π.Χ. βασιλεύουν ο Πύρρος και ο Νεοπτόλεμος. Στη μεταξύ τους διαμάχη, επικρατεί ο Πύρρος. Ο Πύρρος μεταφέρει την πρωτεύουσα από την Πασαρώνα στην Αμβρακία και με τα στρατηγικά του προσόντα και τη φιλοδοξία του ανέδειξε την Ήπειρο σε σπουδαίο Ελληνικό κράτος. Υπέταξε τη Μακεδονία, έκανε μεγάλες εκστρατείες στην Ιταλία, Σικελία και στην Πελοπόννησο, όπου και το 272 π.χ. βρήκε το θάνατο στο 'Αργος από κεραμίδι που του πέταξε η μάνα ενός αντίπαλου στρατιώτη.
Μετά το Θάνατο του Πύρρου, επικράτησε ανωμαλία, αντιπαλότητες και επαναστάσεις. Στη διαμάχη Ρωμαίων - Μακεδόνων, η Ήπειρος ισοπεδώνεται (καταστρέφονται 70 πόλεις και 150.000 Ηπειρώτες οδηγούνται σκλάβοι στη Ρώμη). Η σύγκρουση έληξε με την ανακήρυξη δημοκρατίας που επέζησε μέχρι το 167 π.Χ. Μετά την κατάκτηση από τους Ρωμαίους, η Ήπειρος αποτέλεσε τμήμα της Μακεδονικής Επαρχίας και λεηλατήθηκε για δεύτερη φορά το 88 π.Χ. από θρακικά στρατεύματα. Κατά την ρωμαϊκή κυριαρχία, η περιοχή αποτελεί πεδίο συγκρούσεων ρωμαϊκών στρατευμάτων, με αποτέλεσμα - όπως περιγράφει ο Στράβων- η ύπαιθρος να ερημώσει και πολλά οχυρά και πόλεις να εγκαταλειφθούν.
Με την ίδρυση της Νικόπολης από τον Αύγουστο, στην πόλη μεταφέρονται κάτοικοι από μια μεγάλη ακτίνα της περιοχής, επιτείνοντας ακόμα περισσότερο την ερήμωση της υπαίθρου. Κατά τη διανομή των επαρχιών που πραγματοποιεί ο Αύγουστος το 27 π.Χ., η παλαιά Ήπειρος διχοτομείται: το βόρειο τμήμα είναι προσαρτημένο στην επαρχία Μακεδονίας, η οποία διαθέτει εκτεταμένο άνοιγμα προς το Αδριατικό Πέλαγος με τους λιμένες του Δυρραχίου και της Απολλωνίας, ενώ το νότιο τμήμα υπάγεται στην επαρχία της Αχαΐας.
Από το 396 μ.Χ. στην Ήπειρο σημειώθηκαν διαδοχικές εισβολές γερμανικών φυλών, Ούνων, Οστρογότθων, Βουλγάρων, Σλάβων που εγκαθίστανται και Σαρακηνών. Το 1059 πραγματοποιείται νέα εισβολή Σλάβων - Νορμανδών και επαναστάσεις.
Το 1205 ο Μιχαήλ 'Αγγελος ίδρυσε το Δεσποτάτο της Ηπείρου με πρωτεύουσα την 'Αρτα και με υπηκόους Έλληνες, Σλάβους, Αλβανούς και άλλους. Ακολουθεί υποταγή στους Βουλγάρους και το 1236 επανιδρύεται το Δεσποτάτο της Ηπείρου από τον Μιχαήλ 'Αγγελο τον Β', που επιζεί 100 χρόνια. Το 1335 η Ήπειρος υπάγεται ξανά στη Βυζαντινή Αυτοκρατορία(γράφοντας στο google ''στοιχεία για την Ήπειρο'',βρήκα από την ιστοσελίδα www.sevoland.gr χρήσιμα και εύλογα ιστορικά δεδομένα για την ελληνική μ α ς Ήπειρο).
Πολύ χρήσιμη αυτή η περιληπτική ιστορική αναδρομή. Θα ήταν άριστη αν παρέλειπες την αναφορά στους Πελασγούς διότι ολισθαίνεις στην Μη-συμβατική ιστορία, όπως θα αντιληφθείς διαβάζοντας προσεκτικά την σχετική ανάρτηση για το φύλο των Πελασγών
ΑπάντησηΔιαγραφήΑνεκάλυψα την εχθεσινή σπουδαία εκδήλωση για την απελευθέρωση της πολύπαθης Βόρειας Ηπείρου στο Δελβινάκι από το taxalia.blogspot.com:
ΑπάντησηΔιαγραφή16 Μαϊ 2010
Η πιο ξεχασμένη επέτειος του πιο αδικημένου μέρους του Ελληνισμού
Στις 17.5.1914 έχουμε την επιτυχή κατάληξη του Αυτονομιακού αγώνα των Βορειοηπειρωτών με την υπογραφή του Πρωτοκόλλου της Κέρκυρας που αναγνώριζε πλήρη αυτονομία στη Β. Ήπειρο. Η Β. Ήπειρος δικαιούται τον τίτλο του πιο αδικημένου μέρους του Ελληνισμού καθώς... ελευθερώθηκε 3 φορές από τον ελληνικό στρατό στον 20ο αιώνα αλλά παρέμεινε εκτός του Ελληνικού Κράτους. Επίσης οι αλβανοί ποτέ δεν τίμησαν την υπογραφή τους στο Πρωτόκολλο της Κέρκυρας και ποτέ δεν έδωσαν την παραμικρή μορφή αυτονομίας.
Σχετικά με τους εορτασμούς για την επέτειο:
http://www.sfeva.gr/EA626675.el.aspx
Μέσα στη δίνη και στον σάλο της οικονομικής κρίσεως και της κοινωνικής αναστατώσεως, η Ιερά Μητρόπολις Δρυϊνουπόλεως, Πωγωνιανής και Κονίτσης οργάνωσε και εφέτος τις καθιερωμένες εκδηλώσεις για τον Αυτονομικό Αγώνα της Βορείου Ηπείρου και την υπογραφή του «Πρωτοκόλλου της Κέρκυρας» (Φεβρουάριος - Μάϊος 1914). Στις εκδηλώσεις, που κατά γενική ομολογία, στέφθηκαν από επιτυχία, παραβρέθηκαν μέλη του ΠΑ.ΣΥ.Β.Α. και της Σ.Φ.Ε.Β.Α. και πλήθος ανθρώπων, τόσο από τις Επαρχίες Πωγωνίου και Κονίτσης, όσο και από άλλες περιοχές της Πατρίδος μας.
Οι εκδηλώσεις έγιναν στο Δελβινάκι, την Κυριακή, 16 Μαΐου 2010. Μετά την αρχιερατική Θεία Λειτουργία και το Μνημόσυνο των πρωτεργατών του νικηφόρου εκείνου αγώνος, ο Σεβ. Μητροπολίτης κ. ΑΝΔΡΕΑΣ εξεφώνησε την καθιερωμένη ομιλία. Στη συνέχεια, ακολούθησε ειρηνική πορεία μέχρι το ηρώο της κωμοπόλεως, όπου εψάλη τρισάγιο, ο Εθνικός Ύμνος και ενεκρίθη δια βοής το ακόλουθο
ΨΗΦΙΣΜΑ
1) Ζητούμε από τους Βορειοηπειρώτες αδελφούς να πορεύονται ενωμένοι και μονοιασμένοι στον αγώνα τους για την πολύπαθη γη της Βορείου Ηπείρου.
2) Ζητούμε από την Κυβέρνηση της Αλβανίας να σταματήσει να υποθάλπει τις παράλογες βλέψεις των «Τσάμηδων» και να καλλιεργεί την ιδέα της δήθεν «Μεγάλης Αλβανίας» σε βάρος της Ελλάδος.
3) Ζητούμε, επίσης, από την Αλβανική Κυβέρνηση να αποδώσει στην Εκκλησία την περιουσία της και, παράλληλα, να σταματήσει την αρπαγή των κτημάτων των Ελλήνων Βορειοηπειρωτών.
4) Ζητούμε να γίνει στην γειτονική χώρα η απογραφή του Ελληνικού πληθυσμού με σαφή
αναφορά στο θρήσκευμα και την εθνικότητα, υπό την επίβλεψη διεθνών παρατηρητών.
5) Απαιτούμε από την Ελληνική Πολιτεία να ασκήσει υπεύθυνη και δυναμική πολιτική στα εθνικά θέματα, ένα από τα οποία είναι και αυτό της Βορείου Ηπείρου.
6) Μαζί με τους Βορειοηπειρώτες αδελφούς, χαιρετίζουμε και τους αδελφούς Κυπρίους και ευχόμαστε ευόδωση του εθνικού θέματος και της Βορείου Ηπείρου και της Κύπρου, σύμφωνα με τους προαιώνιους πόθους του Ελληνισμού.
Διαβάστε περισσότερα: http://taxalia.blogspot.com/2010/05/blog-post_6906.html#ixzz0o85vBjfG
Κριτική αποτίμηση προς συμπλήρωση στοιχείων της ''Μοσχόπολης'' από το el.wikipedia.org:
ΑπάντησηΔιαγραφήα.Αναφέρεται στην εποχή της ακμής της και ως «Νέα Αθήνα» ή «Νέος Μυστράς».
β.Η πόλη μνημονεύεται και στην «Νεωτερική Γεωγραφία», γνωστό περιηγητικό έργο του 18ου αιώνα των Δανιήλ Φιλιππίδη και Γρηγόριου Κωνσταντά για την ακμή που σημείωνε στον τομέα του πολιτισμού και του εμπορίου.
γ.Το 1769 υπέστη λεηλασίες από μουσουλμάνους Αλβανούς (Τουρκαλβανούς) λόγω της συμμετοχής της στην προετοιμασία της εξέγερσης του 1770(Ορλωφικά).
δ.Σημαντικές καταστροφές έγιναν και από τα στρατεύματα του Αλί Πασά το 1788, που κατόπιν διαταγής του, καταστράφηκαν πολύτιμοι πολιτιστικοί θησαυροί της πόλης.
ε.Το 1916 ομάδα Αλβανών ατάκτων λεηλάτησε την πόλη κατά τον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο.
στ.Σήμερα είναι ένας μικρός οικισμός 700 κατοίκων, το ένδοξο παρελθόν της το υπενθυμίζουν οι εναπομίναντες ναοί που κοσμούν τους δρόμους της.
ζ.Αξιομνημόνευτοι Μοσχοπολίτες:
-Νεκτάριος Τέρπος(17ος-18ος αιώνας),μοναχός και διδάσκαλος.
-Γαβριήλ Κωνσταντινίδης, ιερομόναχος και λόγιος,ιδρυτής του τυπογραφείου της Μοσχόπολης.
-Δανιήλ Μοσχοπολίτης(1754-1825), λόγιος.
-Θεόδωρος Καβαλιώτης(1718-1789), καθηγητής της "Νέας Ακαδημίας" Μοσχόπολης και διευθυντής της από το 1750.
-Γεώργιος Σίνας(1783-1856),έμπορος και εθνικός ευεργέτης.
-Σίμων Σίνας (1810-1876),γιος του προαναφερόμενου,έμπορος και εθνικός ευεργέτης.
Το Τραγούδι στην Βόρειο Ήπειρο Δευτέρα, 14 Ιούνιος 2010 15:01 ΦΑΚΕΛΟΙ
ΑπάντησηΔιαγραφήΜέσα από τα δημοτικά τραγούδια ο λαός της Βορείου Ηπείρου αναπαριστάνει πιστά τις χαρές και τις λύπες του, τους πόθους και τις αγωνίες του, τη φιλοπατρία του, τα φαρμάκια της ξενιτιάς, την ευγνωμοσύνη του σε γενναία παλικάρια που τον δόξασαν με την παλικαριά τους, την αγάπη τους για τη φύση και τη ζωή στο ύπαιθρο, την αγάπη για τη δουλειά και τη προσήλωση σε αγαπητά και ποθητά πρόσωπα. Διακρίνονται για τα γνήσια ανόθευτα συναισθήματα που εκφράζουν καθώς και για τον έντονο και ζωηρό εθνικό, ελληνικό παλμό τους.
Τα χαρακτηρίζει μια λεπτή ποιητική διάθεση κι ένα ήθος γνήσιο και μεγαλοπρεπές. Ο στίχος και ο ρυθμός τούτων των τραγουδιών είναι στα περισσότερα δεκαπεντασύλλαβος, που από πολλούς θεωρείται σαν ο μακρινός απόγονος του Ομηρικού στίχου.
Η βόρειος Ήπειρος πολιτισμικά αποτελεί με την υπόλοιπη Ήπειρο ενότητα, γιατί από εθνολογική άποψη είναι κομμάτι του ελληνισμού. Αυτή την ενότητα κράτησαν οι βορειοηπειρώτες και δεν σεβάστηκαν οι εκάστοτε εξουσίες. Η γλώσσα και η συνείδηση είναι απόδειξη αυτού. Η μουσική παράδοση είναι δεμένη και ταυτόσημη με την Ηπειρωτική παράδοση. Η ιστορική πορεία της Βορείου Ηπείρου ως το 1931 δεν μπορεί να ξεχωριστεί από την ιστορία της υπόλοιπης Ηπείρου, που στο σύνολό της αποτελεί υφάδι με τοπικούς χρωματισμούς στη στημόνι της ελληνικής ιστορίας.
Το τραγούδι και ο χορός σφιχτόδεναν τους ανθρώπους ψυχικά και αδελφικά. Παλιότερα το τραγούδι γινόταν με το στόμα και ο χορός τραγουδιστός. Οι ζυγιές ή κομπανίες ή τα βιολιά ή τα λαλούμενα, όπως λεγόντουσαν, πρωτοπαρουσιάστηκαν τον 18ο αιώνα.
ΑπάντησηΔιαγραφήΣτο χορό κρατιόνταν κυκλικά χέρι με χέρι ή με τα μαντίλια τους. Οι άντρες πήγαιναν μπροστά, αραδιασμένοι κατά ηλικία και ακολουθούσαν οι γυναίκες.
Οι χοροί στα χωριά της βορείου Ηπείρου συνήθως είναι “Στα Δύο”, “Στα Τρία”, “Πωγωνίσιος” και “Συρτός”. Άλλα τραγούδια είναι τα “καθιστά της τάβλας” γιατί τραγουδιούνται όντας οι τραγουδιστέ καθισμένοι γύρω από το τραπέζι κι άλλα είναι “χορευτικά” γιατί τραγουδιούνται στο χορό.
Το τραγούδι που τραγουδούσαν οι βορειοηπειρώτες ήταν μια σύνθεση από πολλές φωνές ή αργότερα από πολλά μουσικά όργανα. Έτσι, η συνήχηση αυτή δημιούργησε μια πολυφωνία, γιαυτό και τα βορειοηπειρώτικα τραγούδια λέγονται “πολυφωνικά”. Για να αχήσει βροντερά και δυνατά το τραγούδι η παρέα των τραγουδιστών αποτελούταν από 4 μέχρι 10 τραγουδιστές. Ο πρώτος (κορυφαίος) του τραγουδιού τραγουδάει την καθ´ αυτού μελωδία, δηλαδή αρχινάει, “παίρει” το τραγούδι, γι’ αυτό και έχει το όνομα του “πάρτη” ή του “συκωτή”. Σ’ αυτόν απαντά ο δεύτερος που “γυρίζει” ή “τσακίζει” το τραγούδι, ήτοι που κάνει τη μελωδική επανάληψη του τραγουδιού και λέγεται “γυριστής” ή “τσακιστής”. Ο τσακιστής με μια ιδιόμορφη φωνή κλώθει γύρω από τη μελωδία διάφορα μελίσματα. Τη τονική της μελωδίας, δηλαδή το βαθμό του ύψους ή της έντασης του ήχου και ιδίως της φωνής, την κανονίζουν οι υπόλοιπη, οι “ισοκράτες”, που από κοινού κρατούν τον “ίσο” και γεμίζουν το τραγούδι για να πηγαίνει στρωτό “ένα το τραγούδι”, όπως λένε οι βορειοηπειρώτες, δηλαδή ομαλό και κανονικό. Το τραγούδι ο γυριστής και ο κλωστής το κόβουν απότομα στην υποτονική της μελωδίας, δημιουργώντας έτσι μαζί με τους υπόλοιπους τραγουδιστές μια δυνατή διφωνία, χαρακτηριστικό τούτο της πολυφωνικής μορφής δίνοντας έτσι στο τραγούδι ένα ξεχωριστό άκουσμα.
Το Τραγούδι στην Βόρειο Ήπειρο - Βορειοηπειρωτικα Τραγουδια Δευτέρα, 14 Ιούνιος 2010 15:01 ΦΑΚΕΛΟΙ
Το ποιητικό περιεχόμενο των τραγουδιών είναι αναπόσπαστα δεμένο με το φυσικό, τον ιστορικό και τον κοινωνικό χώρο της Βορείου Ηπείρου. Το ιδιόμορφο ύφος των τραγουδιών, που όμοιο, δε συναντάται αλλού, προέκυψε από τη πολυφωνική μελωδία, που πλέχτηκε με τη λυγερή και εύθυμη, μελωδική επανάληψη.
Το κείμενο προέρχεται από την ιστοσελίδα http://www.epirus-history.gr
Αναδημοσιεύθηκε στο www.nenanews.eu/2009-09-14-20-01-07/646-nepirussong.html?start=1.
Aναπαράγω μια θλιβερή είδηση από το ιστολόγιο antiparakmi.blogspot.com:
ΑπάντησηΔιαγραφήΠαρασκευή, 13 Αυγούστου 2010ΔΟΛΟΦΟΝΙΑ Βορειοηπειρώτη στη Χιμάρα γιατί μιλούσε Ελληνικά.
Για μια ακόμη φορά το Αλβανικό μίσος πλήρωσε με τη ζωή του νεαρός βορειοηπειρώτης.
Τον σκότωσαν γιατί μιλούσε Ελληνικά. Οργισμένη αντίδραση των Χιμαριωτών για τον θάνατο του Αριστοτέλη Γκούμα.
Διαβάστε αναλυτικά το ρεπορτάζ εδώ (την είδηση την έχουμε διασταυρώσει, ολόκληρη η Βόρειος Ήπειρος, παραμονή της Παναγιάς, είναι ΕΞΟΡΓΙΣΜΕΝΗ με το νέο Αλβανικό έγκλημα):
http://borioipirotis.blogspot.com/2010/08/blog-post_13.html
Διαβάστε και το σχετικό Δελτίο Τύπου της ΣΦΕΒΑ:
http://sfeva.gr/38276841.el.aspx
Θα θυμίσουμε τις πρόσφατες βιαιότητες Αλβανών στην Βόρειο Ήπειρο (καταγραμμένες από την Αντιπαρακμή):
Ανατίναξη με βόμβα του σπιτιού του Έλληνα Δημάρχου της Χιμάρας:
http://antiparakmi.blogspot.com/2010/05/blog-post_24.html
Νέες προκλήσεις Τσάμηδων στη Βόρειο Ήπειρο:
http://antiparakmi.blogspot.com/2010/05/blog-post_19.html
ενώ να θυμίσουμε ότι πρόσφατα Τσάμηδες έφτασαν με πορεία μέχρι τα ΕλληνοΑλβανικά σύνορα.
Στην εγκληματική ΣΙΩΠΗ της "Ελληνικής(!)" Κυβέρνησης αλλά και των Ελληνικών ΜΜΕ απαντάμε:
Αδέρφια Βορειοηπειρώτες, ο Αριστετέλης δεν είναι μόνον Βορειοηπειρώτης.
Ο Αριστοτέλης είναι Έλληνας.
Ο Αριστοτέλης είναι ΑΔΕΡΦΟΣ ΜΑΣ.
Πενθούμε και εμείς για τον αδικοσκοτωμένο αδερφό ΜΑΣ.