Τρίτη 15 Δεκεμβρίου 2009

Θρᾶκες (Thracians)


Από το λήμμα "Θράκες" του βιβλίου:
Δημήτρη Ε. Ευαγγελίδη: "Λεξικό των Λαών του Αρχαίου Κόσμου"

Θρακικά φύλα και πόλεις
 
Ένας από τους αρχαιότερους λαούς της χερσονήσου του Αίμου, ο οποίος κατά τον Ηρόδοτο ήταν ο πολυπληθέστερος στον κόσμο μετά τους Ινδούς: «…Θρηίκων δε έθνος μέγιστόν εστι μετά γε Ινδούς πάντων ανθρώπων…» (Ε΄ 3).
Στα ομηρικά έπη οι Θράκες και η Θράκη αναφέρονται συχνά (Ιλιάς Β 844 – Δ 519, 537 - Ι 5, 72 - Ν 4 Οδύσσεια Θ 361), καθώς και τα ονόματα συγκεκριμένων θρακικών φύλων όπως οι σύμμαχοι των Τρώων Κίκονες (Ιλιάς Β 846) και οι Σίντιες (Ιλιάς Α 594).
Ο Αρχίλοχος υπήρξε ο αρχαιότερος Έλληνας συγγραφέας, ο οποίος αναφέρει στα μέσα του 7ου αιώνα π.Χ. τους Θράκες, ως έναν σύγχρονό του λαό που δημιουργούσε προβλήματα στους Έλληνες αποίκους της Θάσου.
Ο Ησίοδος γνώριζε την "Θρηΐκη" ως την χώρα από την οποία έρχεται στην Ελλάδα ο παγωμένος βόρειος άνεμος.
Φαίνεται ότι η ονομασία Θράκες ανήκε αρχικά σε ένα συγκεκριμένο θρακικό φύλο που για πρώτη φορά ήλθαν σε επαφή μαζί του οι Έλληνες και μετά τα μέσα του 7ου αιώνα π.Χ. αυτή ονομασία επεκτάθηκε σε όλα τα «θρακικά» φύλα γενικώς, ένα φαινόμενο που παρατηρείται συχνά στην Ιστορία. Αγνοούμε πάντως και δεν υπάρχει πλέον τρόπος να μάθουμε πώς αποκαλούσαν οι Θράκες τους εαυτούς τους, εάν πράγματι χρησιμοποιούσαν μια κοινή ονομασία (βλ. C.A.H. Vol. III part 2 σελ. 597).
Θα πρέπει να σημειώσουμε ότι μέχρι τα τέλη του 6ου αιώνα π.Χ., θρακικά φύλα κατέχουν την Χαλκιδική και όλες τις ακτές της Μακεδονίας μέχρι τα Πιέρια, με αποτέλεσμα οι αρχαίοι συγγραφείς να αναφέρουν την Μακεδονία ως χώρα Θρακών και να αγνοούν την ύπαρξη των Μακεδόνων.Τέλος, θρακικά φύλα εγκαταστάθηκαν στην Θάσο, την Σαμοθράκη (=Σάμος Θράκια) και την Λήμνο. Υπενθυμίζουμε, ότι ο πληθυσμός της Λήμνου, στην πλειοψηφία του, ανήκε σε ένα μη αριοευρωπαϊκό (Ινδοευρωπαϊκό) φύλο, συγγενές των Ετρούσκων, τους οποίους οι Έλληνες γνώριζαν ως Τυρρηνούς ή Τυρσηνούς. Οι υπόλοιποι κάτοικοι ήσαν Θράκες και Έλληνες άποικοι.
Από τον 5ο αιώνα π.Χ. και μετά, οι ανατολικοί Έλληνες έχουν πυκνές επαφές και δοσοληψίες με τους Θράκες και όπως φαίνεται τους θεωρούν ως τους πλέον σημαντικούς από τους «βαρβάρους» με τους οποίους συναλλάσσονται. Γνωρίζουν πολύ καλά τα φύλα που είναι εγκατεστημένα στις βόρειες ακτές του Αιγαίου, αλλά και των δυτικών ακτών του Ευξείνου Πόντου.
Μετά τους Περσικούς πολέμους το σύνορο μεταξύ Θρακών και Μακεδόνων (που ήταν ο ποταμός Αξιός), θα μετατοπισθεί προς τα ανατολικά και τα θρακικά φύλα θα εκδιωχθούν ή θα υποταχθούν στον βασιλέα των Μακεδόνων Αλέξανδρο τον Α΄ και στους διαδόχους του.
Η εμφάνιση των προγονικών λαών των μετέπειτα Θρακών στη χερσόνησο του Αίμου, τοποθετείται στο μεταβατικό στάδιο από την Νεολιθική Εποχή στην Εποχή του Ορειχάλκου δηλ. την περίοδο που είναι γνωστή στην Αρχαιολογία με τον όρο Χαλκολιθική ή Ενεολιθική Εποχή (από την λατινική λέξη eneus = χαλκός).
Η πλειοψηφία των ερευνητών δέχεται σήμερα ότι κατά την διάρκεια της Χαλκολιθικής Εποχής (4η χιλιετία π.Χ.) έγιναν σε μεγάλη κλίμακα μεταναστεύσεις λαών από την Ποντική περιοχή (περιοχές βορείως του Ευξείνου Πόντου) στην θρακική πεδιάδα, αλλά και σε άλλες περιοχές της κεντρικής Βαλκανικής. Έφεραν μαζί τους έναν ιδιαίτερο τρόπο ταφής των νεκρών (ταφή κάτω από τύμβους = «κουργκάν») αλλά και το έθιμο να βάφουν με ώχρα τα σώματα των νεκρών (τάφοι – ώχρας "ochre-grave"). Ήσαν έμπειροι στην εκτροφή ζώων και είχαν μια αυστηρή πατριαρχική οργάνωση. Ο πολιτισμός τους ήταν σαφώς κατώτερος από τον Νεολιθικό πολιτισμό των αυτοχθόνων και αρχαιολογικά ανιχνεύεται κυρίως από την πρωτόγονη κεραμική τους, του τύπου της «εμπίεστης σχοινοειδούς διακόσμησης» (Corded Ware) και τους χαρακτηριστικούς λίθινους πολεμικούς πέλεκεις (Καράνοβο – Karanovo VII). Σήμερα είναι γνωστό ότι οι λαοί αυτοί ανήκαν στην Αριοευρωπαϊκή ομάδα και μετά την εγκατάστασή τους, αναμείχθηκαν σταδιακά με τους αυτόχθονες κατοίκους για να προκύψουν οι λεγόμενοι Παλαιο-Βαλκανικοί Ινδοευρωπαϊκοί λαοί (Palaeo-Balkan Indo-European peoples), όπως αναφέρονται στην διεθνή βιβλιογραφία.
Οι λαοί αυτοί υπήρξαν οι πρόγονοι των μετέπειτα Θρακών, Δακο-Μυσών και Ιλλυριών. Πρέπει να ξεκαθαρισθεί ότι οι νεοφερμένοι δεν έφθασαν στην χερσόνησο του Αίμου με ήδη διαμορφωμένες γλώσσες. Όπως χαρακτηριστικά τονίζεται: «…Οι γλώσσες αυτών των λαών αλλά και οι ίδιοι, εξελίχθηκαν και διαμορφώθηκαν κατά την διάρκεια μιας μακροχρόνιας πολιτιστικής, κοινωνικής και εθνογενετικής πορείας ανάπτυξης και αφομοίωσης…» (M. Garašanin: C.A.H. Vol. III part 1 σελ. 142).
Οι εξελίξεις αυτές θα σημειωθούν στην διάρκεια της Εποχής του Ορειχάλκου κατά την οποία θα σχηματισθούν τρεις ομάδες τοπικών πολιτισμών:
α) Το Ανατολικό Βαλκανικό σύμπλεγμα (East Balkan complex)
β) Το Βαλκανο-Δουνάβιο σύμπλεγμα (Balkano-Danubian complex) και
γ) Το Δυτικό Βαλκανικό σύμπλεγμα (Western Balkan complex).
Οι αρχαιολόγοι αποδίδουν τους τοπικούς αυτούς πολιτισμούς αντίστοιχα στους προγόνους των μετέπειτα Θρακών (Πρωτο-Θράκες), στους Πρωτο-Δακο-Μυσούς και στους Πρωτο-Ιλλυριούς.Προς το τέλος της Εποχής του Ορειχάλκου, 2750 - 1200 π.Χ.), οι παραπάνω αναφερόμενες εξελίξεις έχουν ολοκληρωθεί και τα θρακικά φύλα έχουν ήδη σχηματισθεί.
Σύμφωνα με κάποιες απόψεις, τα θρακικά φύλα είχαν αρχίσει να προωθούνται στην βορειοδυτική Μικρά Ασία πιθανόν από τα μέσα της 2ης χιλιετίας π.Χ., λαμβάνοντας υπ’ όψιν σχετικές μνείες που υπάρχουν π.χ. στον Στράβωνα, ο οποίος αναφέρει ως κατοίκους της εν λόγω περιοχής τους Μύγδονες, τους Βέβρυκες, τους Μαιδοβιθυνούς, τους Βιθυνούς, τους Θυνούς και πιθανόν τους Μαριανδυνούς (Στρβ. Ζ΄ ΙΙΙ. 2).
Υπενθυμίζουμε ότι στις αρχές του 12ου αιώνα π.Χ. σημειώνεται η μεγάλη φρυγική μετανάστευση, της οποίας ένα μέρος θα καταλήξει στην βόρεια Ελλάδα (Μακεδονία), ενώ το υπόλοιπο θα συνεχίσει προς την περιοχή της Τρωάδος. Η σύγχρονη έρευνα έχει επιβεβαιώσει τις παραδόσεις σύμφωνα με τις οποίες στην εισβολή των Φρυγών στην Β.Δ. Μικρά Ασία συμμετείχαν και θρακικά φύλα το σπουδαιότερο από τα οποία ήταν οι Μοισοί. Φαίνεται ότι εκτός από τους Μοισούς, τμήματα και άλλων θρακικών φύλων εγκαταστάθηκαν αυτήν την περίοδο εκεί.
Οι πληροφορίες πάντως των αρχαίων κειμένων για την μετανάστευση των παραπάνω λαών πριν από τον Τρωϊκό πόλεμο, ελέγχονται πλέον ως ανακριβείς. Αυτή η σύγχυση απεικονίζεται π.χ. στην Ιλιάδα, όπου στον μεν Κατάλογο των συμμάχων του Πριάμου (Β 858), οι Μυσοί (Μοισοί) φαίνεται ότι ζούσαν στην Μ. Ασία, παρακάτω (Ν 5) αναφέρεται ότι κατοικούν στην Θράκη.
Θεωρούμε χρήσιμο να αναφέρουμε τα σημαντικότερα θρακικά φύλα, όπως αυτά μνημονεύονται από τους συγγραφείς της κλασσικής, της ελληνιστικής και της ρωμαϊκής περιόδου (Βλ. Χάρτη 1).
Παραλείποντας τους Δάκες, οι σχέσεις των οποίων με τους κυρίως Θράκες εξακολουθούν να αποτελούν αφορμή διχογνωμιών μεταξύ των ερευνητών, η πολυαριθμότερη ομάδα Θρακών, που ζούσε και στις δύο όχθες του Δούναβη μέχρι τις εκβολές του, ήσαν οι Γέτες. Μια ομάδα Γετικών φύλων, οι Κρόβυζοι, ζούσαν στην περιοχή μεταξύ της οροσειράς του Αίμου, του Δουνάβεως και του Ευξείνου Πόντου. Αναφέρονται από τον Εκαταίο (FGrH 1 F 170), τον Ηρόδοτο (Δ΄ 49) και τον Στράβωνα (Ζ΄ V. 12).

Χάρτης 1. Αρχαία Θράκη
Στα δυτικά των Γετών, ζούσαν οι Μοισοί, ένα τμήμα των οποίων θα μεταναστεύσει στην Μ. Ασία και εκεί θα γίνουν γνωστοί ως Μυσοί. Φαίνεται ότι οι εναπομείναντες Μοισοί εξακολουθούσαν να είναι πολυάριθμοι μέχρι την εποχή της Ρωμαϊκής κατάκτησης, όπως συνάγεται από το γεγονός ότι η αντίστοιχη ρωμαϊκή Επαρχία έφερε το όνομα Μοισία. Στα νότια-νοτιοδυτικά των Μοισών ζούσαν, καλύπτοντας μια εκτεταμένη περιοχή γύρω από τον μέσο ρου του σημερινού ποταμού Μοράβα, οι Τριβαλλοί, ένα ισχυρότατο και φιλοπόλεμο θρακικό (βλ. Στράβων Ζ΄ ΙΙΙ.8, Ζ΄ V.6 και Ζ΄ V.11-12) φύλο, γνωστό από τις πολεμικές επιχειρήσεις του Μ. Αλεξάνδρου στην περιοχή τους. Η καταγωγή των Τριβαλλών, όπως δέχονται σήμερα οι περισσότεροι ειδικοί, είναι αδιαμφισβήτητα Θρακική και όχι Ιλλυρική (βλ. για το θέμα αυτό αμέσως παρακάτω). Μετά τον 4ο αιώνα π.Χ. πιεζόμενοι οι Τριβαλλοί, θα μετακινηθούν ανατολικότερα.
Πριν από την μετακίνησή τους οι Τριβαλλοί ήσαν οι δυτικοί γείτονες δύο άλλων θρακικών φύλων, τα οποία θα αφομοιώσουν και θα εξαφανίσουν. Τα φύλα αυτά ήσαν οι Τρήρες και οι Τιλαταίοι, εγκατεστημένα στην περιοχή βορείως του σημερινού όρους Βίτοσα (κοντά στην Σόφια). Στην περιοχή αυτών των δύο φύλων θα εγκατασταθούν αργότερα οι Σέρδοι, φύλο μάλλον κελτικής (γαλατικής) καταγωγής, το οποίο θα δώσει το όνομά του στην περιοχή (Σερδική).
Νοτιοανατολικά των Τριβαλλών, μεταξύ των πηγών του Μοράβα και του Στρυμόνα ήσαν εγκατεστημένοι οι Αγριάνες και οι γείτονές τους Λαιαίοι, οι οποίοι, σύμφωνα με νεώτερες απόψεις, θεωρούνται πλέον ως Παίονες.
Θα πρέπει ίσως στο σημείο αυτό να αναφερθεί ότι τα τελευταία χρόνια έχει αρχίσει να εμφανίζεται συχνά μια νέα άποψη με ισχυρή επιχειρηματολογία (βλ. τις θέσεις του Σέρβου αρχαιολόγου του Πανεπιστημίου του Βελιγραδίου Ντραγκοσλάβ Σρέγιοβιτς - Dragoslav Srejović: The Illyrians and the Thracians-Malta 1998), σύμφωνα με την οποία τα φύλα των κεντρικών περιοχών της χερσονήσου του Αίμου Παίονες, Τριβαλλοί, Δάρδανοι κ.λ.π. δεν ανήκαν ούτε στους Θράκες ούτε στους Ιλλυριούς. Τα φύλα αυτά αποτελούσαν μια ιδιαίτερη αυτοτελή ομάδα Παλαιο-Βαλκανικών λαών, που κατείχαν τις περιοχές μεταξύ Θρακών και Ιλλυριών, με αποτέλεσμα να αποτραπεί οποιαδήποτε στενότερη πολιτιστική επαφή, αλλά και ουσιαστική πολιτική συνεργασία μεταξύ των δύο τελευταίων.
Η θεωρία αυτή κερδίζει σήμερα έδαφος και αν αποδειχθεί οριστικά θα θέσει τέρμα στις διενέξεις του παρελθόντος, που θεωρούσαν τα φύλα των κεντρικών περιοχών άλλοτε Θράκες, άλλοτε Ιλλυριούς και άλλοτε Φρύγες, παρ’ όλο που το φρυγικό στοιχείο αναμφισβήτητα συμμετείχε στην διαμόρφωση των φύλων που ήσαν εγκατεστημένα στις κεντρικές περιοχές της χερσονήσου του Αίμου (βλ. Χάρτη 2).
Νοτιότερα, ήσαν εγκατεστημένα τα θρακικά φύλα των Δανθαλητών (στην περιοχή των δυτικών πηγών του Στρυμόνα), των Μαίδων (στον μέσο ρου του Στρυμόνα) και των Βέσσων (ανατολικά των Μαίδων, στις βόρειες παρυφές της Ροδόπης). Υπενθυμίζουμε με την ευκαιρία ότι ο περίφημος μονομάχος Σπάρτακος, η επανάσταση του οποίου συγκλόνισε την αρχαία Ρώμη, ανήκε στο φύλο των Μαίδων. Ο Στράβων περιγράφει αυτά τα φύλα ως ιδιαίτερα ληστρικά (Ζ΄ V.12) και ειδικά τους Βέσσους, για τους οποίους αναφέρει ότι «…αποκαλούνται ληστές από τους ληστές…»! Για τους Μαίδους πρέπει να αναφέρουμε ότι κάποια τμήματά τους πρέπει να έλαβαν μέρος στην Φρυγική μετανάστευση προς την Μ. Ασία, όπου τελικά εγκαταστάθηκαν και έγιναν γνωστά με το όνομα Μαιδοβιθυνοί, ίσως επειδή συμμετείχαν στην εισβολή των Θρακο-Φρυγικών φύλων μαζί με τους Βιθυνούς ή το πιθανότερο επειδή ήσαν συγγενικό τους φύλο.

Χάρτης 2. Τα φύλα των κεντρικών περιοχών
της Χερσονήσου του Αίμου

Γείτονες των Μαίδων στην περιοχή του κεντρικού Στρυμόνα, ήσαν οι Σιντοί, για τους οποίους δεν γνωρίζουμε αν ταυτίζονται ή συγγενεύουν με τους Σίντιες, που μνημονεύει ο Όμηρος (Ιλιάς, Α 593-4) ως κατοίκους της Λήμνου.
Ακόμη πιο νότια, στις περιοχές της σημερινής ανατολικής Μακεδονίας, ζούσαν τα φύλα των Ηδωνών, των Βισαλτών, των Μυγδόνων, και των Οδομάντων, τα οποία παλαιότερα θεωρούντο ως θρακικά φύλα, ενώ σήμερα δεχόμαστε φρυγική καταγωγή. Γνήσια θρακικά φύλα της περιοχής ήσαν οι Κρηστωναίοι, οι Δερσαίοι (Βλ. λήμμα Δέρρωνες, στο "Λεξικό των Λαών του Αρχαίου Κόσμου") και τέλος οι Σάϊοι. Για τους τελευταίους πρέπει να σημειώσουμε ότι σύμφωνα με τον Στράβωνα (Ι΄ ΙΙ.17) , ζούσαν στην αρχαϊκή εποχή στο νησί της Σαμοθράκης, ενώ παρακάτω (ΙΒ΄ ΙΙΙ. 20), τους τοποθετεί στην ίδια ομάδα με τους Σίντιες, τους Σιντούς και τούς Σαπαίους. Πάντως, οι σύγχρονοι ερευνητές, τους τοποθετούν απέναντι από την Θάσο (βλ. C.A.H. Vol. III part 2, σελ. 602).
Ανατολικά του Νέστου και μέχρι τις εκβολές του Έβρου, ολόκληρη η θρακική παραλία του Αιγαίου ήταν η περιοχή εγκατάστασης των Βιστόνων, οι οποίοι θεωρούνται επίσης φρυγικής καταγωγής και ανατολικότερα, του περίφημου θρακικού φύλου των Κικόνων, οι οποίοι όπως προαναφέραμε, μνημονεύονται στα ομηρικά έπη.
Στα βόρεια αυτών των φύλων, στο εσωτερικό, ζούσαν οι Τραυσοί και οι Σαππαίοι, ενώ ακόμη βορειότερα ήταν εγκατεστημένο το πλέον εκπολιτισμένο και ισχυρό φύλο των Θρακών, οι Οδρύσες, με κέντρο τους την περιοχή του ποταμού Άρδα (παραπόταμος του Έβρου). Τέλος, ανατολικά των Οδρυσών, στα παράλια του Ευξείνου, ήσαν οι περιοχές των Θυνών και βορειότερα, των Νιψαίων.
Οι Οδρύσες, μνημονευόμενοι και από τον Ηρόδοτο (Δ΄ 92), θα ιδρύσουν από τον 5ο αιώνα π.Χ., ίσως και παλαιότερα, ένα οργανωμένο κράτος που θα αποκτήσει στην διάρκεια του 4ου αιώνα π.Χ. μεγάλη ισχύ και έκταση. Με τις εκστρατείες του Φιλίππου Β΄ και του Μ. Αλεξάνδρου στην περιοχή, το κράτος των Οδρυσών θα καταλυθεί και θα υπαχθεί στο Βασίλειο της Μακεδονίας.
Μετά τον θάνατο του Μ. Αλεξάνδρου (323 π.Χ.) η διοίκηση της Θράκης θα περιέλθει στον Λυσίμαχο, ο οποίος το 306 π.Χ. θα αυτοανακηρυχθεί βασιλεύς της Θράκης. Το 313 π.Χ. ο Λυσίμαχος θα καταστείλει μια εξέγερση Οδρυσών, Γετών, Σκυθών της Δοβρουτσάς και ελληνικών αποικιών των παραλίων του Ευξείνου, επικεφαλής της οποίας είχε τεθεί ο Σεύθης, από τον βασιλικό οίκο των Οδρυσών.
Προς αποφυγή και άλλων στασιαστικών κινήσεων παραχωρήθηκε εικονική ανεξαρτησία σε ένα τμήμα της Θράκης και ο Σεύθης ΙΙΙ αναγνωρίσθηκε ως βασιλεύς της προς το τέλος του 4ου αιώνα π.Χ. Περίφημη θα γίνει η πρωτεύουσά του, η Σευθόπολις (κοντά στο σημερ. Καζανλίκ της Βουλγαρίας), την οποία σχεδίασε και ανοικοδόμησε κατά το πρότυπο των ελληνιστικών πόλεων της εποχής (βλ. R. F. Hoddinott: Οι Θράκες - Αθήνα 2001 σελ. 210-211).

Αργυρό τετράδραχμο Λυσιμάχου

Τον Λυσίμαχο, μετά τον θάνατό του στην μάχη του Κουρουπεδίου (281 π.Χ.), θα διαδεχθεί ο γιoς του Πτολεμαίου Α΄ της Αιγύπτου, Πτολεμαίος Κεραυνός, αλλά ήδη από το 298 π.Χ. είχαν αρχίσει οι γαλατικές επιδρομές στην περιοχή (βλ. λεπτομέρειες στο λήμμα Σκορδίσκοι, "Λεξικό" ό.π. ). Ο Πτολεμαίος Κεραυνός στην προσπάθειά του να ανακόψει μια γαλατική στρατιά με επικεφαλής τον Βόλγιο θα χάσει την ζωή του στην μάχη το 280 π.Χ. και οι Γαλάτες θα εισβάλουν στην Μακεδονία καίγοντας και λεηλατώντας. Οι Γαλάτες εισβολείς στην Θράκη κατέλυσαν μεταξύ 279 και 277 π.Χ. το Βασίλειο των Οδρυσών. Η πρωτεύουσά του Σευθόπολις λεηλατήθηκε και πυρπολήθηκε (βλ. για τα παραπάνω στο Barry Cunliffe: The Ancient Celts – “Penguin Books” London 1999). Τελικώς θα ιδρύσουν το Βασίλειο της Τύλιδος (στην περιοχή γύρω από την σημερ. Αδριανούπολη) του οποίου αγνοούμε την ακριβή τοποθεσία της πρωτεύουσάς του, της Τύλιδος, για την οποία υπάρχει μια αόριστη αναφορά στον Στέφανο Βυζάντιο: «…πόλις Θράκης του Αίμου πλησίον…».
 
Χάρτης 3. Κελτικές (γαλατικές) εισβολές στην Ελληνική Χερσόνησο

Πρώτος βασιλεύς και ιδρυτής του ήταν ο Κομοντόριος. Το κράτος της Τύλιδος που θα παρενοχλεί συχνά με επιδρομές τις ελληνικές αποικίες των παραλίων (Απολλωνία, Αγχίαλο, Μεσημβρία και κυρίως το Βυζάντιο) θα διατηρηθεί για περίπου 60 χρόνια, μέχρι το 218 π.Χ. (ή το 212 π.Χ. σύμφωνα με την C.A.H. Vol. VII part 1 σελ. 423 και The ancient Celts ό.π. σελ. 82 ή το 193 π.Χ. σύμφωνα με άλλους ερευνητές - βλ. P. B. Ellis: The Celtic Empire, London 1990 σελ. 78), όταν ο τελευταίος ικανός βασιλιάς του Καύαρος, θα ανατραπεί μετά από μια γενικευμένη εξέγερση των Θρακών (βλ. R. F. Hoddinot: Οι Θράκες – «Οδυσσέας» Αθήνα 2001, σελ. 218). Με την εκδίωξη των Γαλατών, θα ανασυσταθεί το θρακικό βασίλειο με ιθαγενή δυναστεία, αλλά υπό την επικυριαρχία των Μακεδόνων και του βασιλέα τους Φιλίππου Ε΄. Το 179 π.Χ. ο βασιλεύς των Θρακών Κότυς II θα συμμαχήσει με τον τελευταίο βασιλέα της Μακεδονίας Περσέα, αλλά μετά την ήττα τους στην μάχη της Πύδνας (168 π.Χ.), ο Κότυς II θα αναγνωρίσει την επικυριαρχία των Ρωμαίων.
Τελευταίος βασιλεύς των Θρακών, με πρωτεύουσα την Βιζύη, υπήρξε ο Ροιμητάλκης ΙΙΙ (ο γιός του Κότυ VIII και της Αντωνίας Τρύφαινας, κόρης της Πυθοδωρίδος. Βλ. λήμμα Κόλχοι, στο "Λεξικό" ό.π.), ο οποίος ορίστηκε από τους Ρωμαίους ως ηγεμόνας όλης της Θράκης το 38 μ.Χ. ως ανταμοιβή για την βοήθειά του στην καταστολή μιας εκτεταμένης εξέγερσης. Μετά την δολοφονία του (45 μ.Χ.), η Θράκη θα μετατραπεί σε ρωμαϊκή επαρχία το 46 μ.Χ. (βλ. R. F. Hoddinott: Οι Θράκες – ό.π. σελ. 224-225). Κατά την διάρκεια της Ρωμαιοκρατίας και ιδιαίτερα κατά τον 2ο και 3ο αιώνα μ.Χ. οι Θράκες θα εξελληνισθούν πλήρως.
Ως προς την γλώσσα των Θρακών τώρα, οι γνώσεις μας είναι πολύ περιορισμένες, αφού ελάχιστα υπολείμματα διασώθηκαν μέχρι σήμερα. Οι λίγες λέξεις που διασώθηκαν αποτελούν δυστυχώς, ένα ανεπαρκές υλικό.
Αποτελεί πάντως τραγική ειρωνεία της Ιστορίας, το γεγονός ότι ο πολυπληθέστερος λαός της γης μετά τους Ινδούς, κατά τον Ηρόδοτο, δεν άφησε σύγχρονους απογόνους, που να μιλούν αυτήν την γλώσσα. Έτσι σήμερα περιοριζόμαστε στην ύπαρξη δύο επιγραφών με αμφίβολη ερμηνεία και σε κάποιες λέξεις, κυρίως φυτών (χάρη στο γεγονός ότι οι αρχαίοι Έλληνες θεωρούσαν τους Θράκες αξεπέραστους στην Βοτανοθεραπεία), προσωπικών ονομάτων και γεωγραφικών τοποθεσιών.
Οι Θράκες χρησιμοποιούσαν το ελληνικό αλφάβητο από τον 5ο αιώνα π.Χ. όπως προκύπτει από τα μέχρι σήμερα υπάρχοντα στοιχεία και ειδικότερα την Αττική-Ιωνική παραλλαγή του (βλ. Srejović 1998, σελ. 47).
Περίφημη είναι η λεγόμενη επιγραφή του Εζέροβο (Ezerovo, κοντά στην σημερινή πόλη Βάρνα της Βουλγαρίας), χαραγμένη επάνω σε ένα χρυσό δαχτυλίδι, σε θρακική γλώσσα με ελληνικούς χαρακτήρες (βλ. Εικόνα), η οποία παραμένει χωρίς ερμηνεία γενικής αποδοχής.

Η επιγραφή του Εζέροβο (5ος αιώνας π.Χ.)
Το δαχτυλίδι του Εζέροβο

Από την μελέτη αυτού του, έστω ελαχίστου, υπάρχοντος υλικού, οι Γλωσσολόγοι κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι η Θρακική ανήκει στην οικογένεια των Αριοευρωπαϊκών γλωσσών και μάλιστα στην Ανατολική ομάδα, στην λεγόμενη ομάδα satem, όπου κατατάσσονται επίσης οι Σλαβικές, οι Ιρανικές (Περσική, Κουρδική, Αφγανική) και οι Ινδικές γλώσσες (η προγονική Σανσκριτική και οι σύγχρονες Hindi, Bengali, Punjabi, Urdu κ.λ.π.).
Υπενθυμίζουμε ότι η Ελληνική και η Φρυγική ανήκουν στην Δυτική ομάδα centum, όπως και οι Κελτικές, οι Ιταλικές (αρχαίες: Λατινο-Φαλισκική, Οσκο-Ουμβρική, Πικεντική και σύγχρονες Ρωμανικές-Λατινογενείς: Ιταλική, Ισπανική, Γαλλική κ.λ.π.) και Τευτονικές (Γερμανική, Αγγλική, Ολλανδική, Σκανδιναβικές) γλώσσες.
Για την Δακική ή Δακομοισική γλώσσα έχουμε ακόμη λιγότερα στοιχεία με αποτέλεσμα να είναι αδύνατον να συμπεράνουμε οριστικά εάν επρόκειτο για αυτοτελή γλώσσα ή αποτελούσε διάλεκτο της Θρακικής. Οι νεώτερες πάντως απόψεις τείνουν να τις θεωρούν ως δύο διαφορετικές γλώσσες (βλ. Χάρτη 4), στενά συγγενείς, που ανήκαν όμως στην ίδια ομάδα (Θρακο-Δακική).

Χάρτης 4. Γλωσσολογικά όρια μεταξύ Θρακικής και Δακικής

Η Θρακική θα εξακολουθήσει να χρησιμοποιείται ως μητρική γλώσσα σε ορισμένες δυσπρόσιτες περιοχές της Θράκης από τα μέλη κάποιων ιθαγενών πληθυσμών σε απαμακρυσμένες περιοχές μέχρι τα μέσα περίπου του 6ου αιώνα μ.Χ. (βλ. Srejović 1998, ό.π. σελ. 48).

Χάρτης 5. Πολιτισμός Έζερο

Κλείνοντας, θεωρούμε χρήσιμη την αναφορά στον σημαντικό αρχαιολογικό «πολιτισμό» της Πρώϊμης Εποχής του Ορειχάλκου (περίπου 3300-2700 π.Χ.), ο οποίος εξαπλώθηκε στο μεγαλύτερο μέρος της θρακικής πεδιάδας (βλ. Χάρτη 5), και είναι γνωστός ως πολιτισμός Έζερο (Ezero culture). Η ονομασία του προέρχεται από την ομώνυμη θέση κοντά στην πόλη Νόβα Ζαγκόρα της σημερινής κεντρικής Βουλγαρίας, με σημαντικούς τύμβους (=τεχνητοί γήλοφοι, τελλ), οι οποίοι δημιουργήθηκαν από τους διαδοχικούς οικισμούς, που ξεκινούν από την Νεολιθική Εποχή. Γύρω στο 3700 π.Χ. οι οικισμοί εγκαταλείπονται και η περιοχή θα ξανακατοικηθεί μετά από 400 χρόνια περίπου (γύρω στο 3300 π.Χ) από τους δημιουργούς του πολιτισμού Έζερο.
Η Κεραμική του Έζερο εμφανίζει σημαντικές ομοιότητες με την Κεραμική της Τροίας, γεγονός που οδήγησε πολλούς ερευνητές να υποστηρίξουν ότι ο πολιτισμός του Έζερο προήλθε από την ανάμειξη τοπικών νεολιθικών πληθυσμών με φύλα προερχόμενα από την Ποντική στέππα, δηλ. Αριοευρωπαϊκά φύλα.
Η ιδιαίτερη σημασία του πολιτισμού Έζερο έγκειται στο ότι αποτελεί τον πιθανότερο πολιτιστικό και ανθρωπολογικό συνδετικό κρίκο μεταξύ των στεππών της σημερινής νότιας Ρωσσίας και Ουκρανίας (Ποντική στέππα), της Χερσονήσου του Αίμου και της Μικράς Ασίας, όπου θα καταλήξουν οι πρώτοι Αριοευρωπαίοι εισβολείς, μια μετακίνηση που θα επαναληφθεί αποδεδειγμένα και αργότερα, γύρω στο 2300 π.Χ. με την εισβολή των Λουβικών φύλων στην δυτική Μ. Ασία (βλ. λήμμα Λούβιοι στο "Λεξικό" ό.π.).

Δ.Ε.Ε.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Δεν γίνονται δεκτά σχόλια σε greeklish