Προσφάτως ο αμόρφωτος και ημιμαθής Τσίπρας προκάλεσε και πάλι καγχασμούς στο πανελλήνιο με την "απεύθυνση ενός πλατιού καλέσματος" που ξεστόμισε, ενώ αρκετοί οπαδοί του, εξ ίσου αγράμματοι, έσπευσαν να τον δικαιολογήσουν. Για την συγκεκριμένη λέξη είχα γράψει στην εφημ. "Ρήξη" στις 10-5-2008 και στην στήλη μου "Γλωσσικά και ...άλλα" το παρακάτω κείμενο. Ακολουθεί άρθρο-απάντηση του σημαντικού Έλληνα γλωσσολόγου Γ. Μπαμπινιώτη για την συγκεκριμένη λέξη.
ΛΕΞΙΠΛΑΣΙΑ ΚΑΙ ΛΕΞΙΛΑΓΝΙΑ
Ένα φαινόμενο προς συζήτηση
Δημήτρη Ε. Ευαγγελίδη
Σε μια πρόσφατη εκδήλωση διάβασα, σε ένα κείμενο εισήγησης, την λέξη «απεύθυνση». Υπέθεσα ότι ήταν κάποιο ορθογραφικό λάθος και δεν έδωσα σημασία. Με αρκετή έκπληξη όμως άκουσα στην συνέχεια από ομιλητές να χρησιμοποιούν και να επαναλαμβάνουν αυτήν την άγνωστη λέξη. Επιχείρησα να καταλάβω από τα συμφραζόμενα περί τίνος πρόκειται, αλλά δεν κατάφερα να την ερμηνεύσω, μια και η μόνη συγγενική λέξη που μου ερχόταν στο μυαλό ήταν η λέξη «απευθυσμένο», ένας ιατρικός όρος, που για όσους έχουν κάποιες γνώσεις ανατομίας του ανθρώπου, γνωρίζουν ότι αναφέρεται στο τελευταίο τμήμα του παχέος εντέρου, πριν από τον πρωκτό. Σκαλίζοντας λίγο την μνήμη μου θυμήθηκα και την αρχαΐζουσα λέξη «απευθής», που σημαίνει αυτόν που δεν ακούσθηκε, αλλά και τον απληροφόρητο. Ούτε αυτή η ερμηνεία με βοήθησε, αφού οι ομιλητές κάτι άλλο εννοούσαν, όπως αντιλήφθηκα. Προσπάθησα τελικά να ετυμολογήσω την λέξη και τότε συνειδητοποίησα ότι η άγνωστη και περίεργη λέξη συνδεόταν με το ρήμα απευθύνομαι και ήταν προϊόν δημιουργίας κάποιου επίδοξου γλωσσοπλάστη.
Ομολογώ ότι με προβλημάτισε το όλο θέμα, αλλά δίστασα να διακόψω τους ομιλητές και να τους ρωτήσω γιατί χρησιμοποιούν μια ανύπαρκτη λέξη, καθώς και την σκοπιμότητα αυτής της χρήσης. Εξ άλλου, πιστεύω και υποστηρίζω την θέση ότι κάθε μέλος μιας γλωσσικής κοινότητας, της ελληνικής εν προκειμένω, έχει ίσα δικαιώματα με κάθε άλλον, όχι μόνον να έχει τις δικές του απόψεις και τοποθετήσεις στα γλωσσικά θέματα, αλλά να παίρνει και πρωτοβουλίες στον γραπτό και στον προφορικό λόγο πέρα από τα καθιερωμένα. Έτσι, εδώ και χρόνια χρησιμοποιώ στον γραπτό μου λόγο την αιτιατική του αρσενικού και θηλυκού άρθρου πάντοτε με το τελικό –ν, η απάλειψη του οποίου για διαφόρους «δήθεν» λόγους δεν με πείθει διότι συσκοτίζεται το νόημα της πρότασης, ειδικότερα μεταξύ αρσενικού και ουδέτερου ουσιαστικού. Όσο για τα περί «ευφωνίας» τα ακούω «βερεσέ» και ας μου φέρουν εκατό φιλολόγους και γλωσσολόγους να υποστηρίξουν το αντίθετο για να με πείσουν, μια και δεν τους θεωρώ πιο «ειδικούς» από εμένα στο θέμα της μητρικής μου γλώσσας, αλλά και από οποιονδήποτε άλλον ομιλητή και χρήστη της ελληνικής. Για ποιον λόγο π.χ. πρέπει να γράφω «τη θάλασσα» και όχι «την θάλασσα», αφού το σύμπλεγμα «νθ» υπάρχει στην γλώσσα μας, αρχαία (μανθάνω) και νέα (ανθίζω).
Επανέρχομαι στο ζήτημα με την γενική παρατήρηση ότι όλα αυτά τα φαινόμενα έχουν σε τελική ανάλυση έναν και μοναδικό κριτή που δεν είναι άλλος από τον κάθε χρήστη της γλώσσας και τελικώς από την συγκεκριμένη γλωσσική κοινότητα, η οποία θα αφομοιώσει ή θα απορρίψει στην πορεία του χρόνου τον κάθε νεολογισμό οποιουδήποτε λεξιπλάστη.
Έρχομαι τώρα στο ουσιαστικό μέρος της συζήτησής μας, στο ζήτημα της σκοπιμότητας που είναι η προϋπόθεση της δημιουργίας νέων λέξεων και όρων. Η δημιουργία αυτή εξυπηρετεί δύο ανάγκες:
α. Την ανάγκη να ονομάσουμε κάτι καινούριο, ένα φαινόμενο, μια κατάσταση, ένα νέο τεχνικό επίτευγμα ή εργαλείο (π.χ. κουρελούργημα, εθνομηδενισμός, κ.λπ.), αλλά και την ανάγκη να υπάρξει ένα άλλο σημαίνον για έναν διαφορετικό φιλοσοφικό, τεχνικό, επιστημονικό κ.λπ. όρο (σημαινόμενο).
Σημειώνω ότι και στις παραπάνω περιπτώσεις δεν είναι πάντοτε αναγκαία η δημιουργία νέων λέξεων και συχνά νοηματοδοτούμε μια υπάρχουσα λέξη με άλλο περιεχόμενο π.χ. κινητό – εννοείται τηλέφωνο.
β. Την ανάγκη ενός λογοτέχνη, διανοητή, καλλιτέχνη κ.λπ. να πρωτοτυπήσει ή να εντυπωσιάσει με την χρήση νέων λέξεων.
Βεβαίως δεν παραγνωρίζω και το φαινόμενο της δημιουργίας ιδιολέκτων (ιδιαίτερων γλωσσικών στοιχείων) προς χρήση μεταξύ συγκεκριμένων κοινωνικών ομάδων (π.χ. μελών μιας αίρεσης, ενός κόμματος κ.λπ.), συχνά (όχι πάντα) περιθωριακών (άστεγοι, μηχανόβιοι, νεανικές συμμορίες κ.ά.), ώστε να αναγνωρίζονται μεταξύ τους.
Αναλογίζομαι λοιπόν ποιο άραγε να ήταν το κίνητρο πίσω από την δημιουργία και χρήση αυτής της περίεργης λέξης «απεύθυνση». Υπήρξε κάποια πραγματική και ουσιαστική ανάγκη, προέκυψε τυχαία και άρεσε, προσπάθεια δημιουργίας ιδιολέκτων ή απλή λεξιλαγνία;
Θα μπορούσα να προτείνω μια σειρά ανάλογων λέξεων/ιδιόλεκτων όπως π.χ. χαμομηλώνω = παρασκευάζω ρόφημα από χαμομήλι, νυχτοκεφαλιάζω = έχω σκοτοδίνη, θαλασσίζω = πλησιάζω στην θάλασσα, λιμνίζω = πλησιάζω σε λίμνη, μπουρδολέγω = λέγω μπούρδες και μύρια άλλα τόσα.
Πιστεύω πάντως ότι το θέμα παρουσιάζει γενικότερο ενδιαφέρον και ιδιαίτερα για κάποιους (όπως εγώ), που έχουν πάθος με τα γλωσσικά (μερικοί θα το έλεγαν μανία, αλλά δεν με πειράζει), οπότε ευελπιστώ να έχω και μια άλλη άποψη, τουλάχιστον από τον εμπνευστή της νέας λέξης.
Δ.Ε.Ε.
Λέμε στη γλώσσα μας απεύθυνση, που είπε ο Πρωθυπουργός μιλώντας για «απεύθυνση ενός πλατιού καλέσματος»; Υπάρχει τέτοια λέξη και δεν την ξέρουμε;
Γεώργιος Μπαμπινιώτης, 4 ΜΑΡΤΙΟΥ 2019
Και ξαφνικά χτυπάνε τα τηλέφωνα. Λέμε στη γλώσσα μας απεύθυνση, που είπε ο Πρωθυπουργός μιλώντας για «απεύθυνση ενός πλατιού καλέσματος»; Υπάρχει τέτοια λέξη και δεν την ξέρουμε; Και χα, χα, χα ….
Σοβαροί, εγγράμματοι δημοσιογράφοι, επιστήμονες, εκπαιδευτικοί, ακροατές, τηλεθεατές αντιδρούν στο άκουσμα τής λέξης. Η απεύθυνση προσκρούει στο γλωσσικό τους αίσθημα. Και τι θέλει να πει… ο ποιητής, εν προκειμένω ο πρωθυπουργός μας, με την «απεύθυνση ενός πλατιού καλέσματος»;
Μπράβο, λέω! Απορίες για κάτι σημαντικό και ουσιαστικό, για τη γλώσσα μας. Επιτέλους. Έστω κι αν το απεύθυνση θυμίζει —και συνδέεται πράγματι ετυμολογικά— με το απευθυσμένον (έντερο). Και τα δύο ανάγονται ετυμολογικά στο ευθύς: ευθύνω – απευθύνω (αρχική σημασία «καθιστώ κάτι ευθύ, ισιώνω») – απευθυσμένο (το ορθόν τμήμα τού παχέος εντέρου) και απεύθυνση (;)
H λέξη ἀπεύθυνσις δεν είναι μεν συχνή, αλλά ούτε και νέα∙ χρησιμοποιήθηκε με άλλη σημασία ήδη τον έβδομο μ.Χ. αιώνα στα Ιατρικά τού Παύλου Αιγινήτη (Ἐπιτομῆς ἰατρικῆς βιβλία ζ΄, 6. 92). Στο Λεξικό τής Αρχαίας, στο Liddell-Scott, στο λήμμα ἀπεύθυνσις μαθαίνουμε ότι η λέξη σημαίνει «adjustment, setting” ή όπως αποδίδεται στο ελληνικό Συμπλήρωμα τού Liddell-Scott (από τον Παναγιώτη Γεωργούντζο) «τακτοποίησις, διόρθωσις, προσαρμογή», στο δε εξίσου έγκυρο Σύγχρονο Λεξικό τής Αρχαίας Ελληνικής τού Franco Montanari, το ίδιο λήμμα αποδίδεται ως «διευθέτηση, τακτοποίηση».
Βεβαίως, ένας πρωθυπουργός δεν έχει σχέση με Γράμματα, λέξεις και λεξικά. Θα άκουσε ο άνθρωπος τη λέξη απεύθυνση που (χωρίς καμιά σχέση με την παλιά) πλάστηκε με νέα σημασία. Κάπου στο λεξιλόγιο τής αριστερής διανόησης με την τάση της προς νεολογισμούς και καινολεξίες (που ενίοτε καταλήγουν σε κενολεξίες). Ίσως το βρήκε και σε λεξικά που σπεύδουν να υιοθετήσουν και να επικυρώσουν ό,τι εμφανίζεται (με περιορισμένη έστω συχνότητα) στο Google. Πάντως δεν το βρήκε στα δικά μας λεξικά: στο λεξικό τού Ιδρύματος Τριανταφυλλίδη, στού Κριαρά, στο λεξικό τού Παπύρου, στού Δημητράκου, στων Τεγόπουλου-Φυτράκη, στού Σταματάκου, στής Πρωίας, στο δικό μου λεξικό, όλοι έχουμε λήμμα απευθύνω (ακολουθούμενο από το λήμμα απευθυσμένο!).
Τα μεν παλαιότερα από αυτά τα λεξικά δεν γνώριζαν ίσως τη λέξη (γιατί δεν υπήρχε ακόμη), ενώ τα νεότερα θεωρήσαμε προφανώς πρώιμο να υιοθετήσουμε τέτοια λέξη προτού εμφανίσει ευρύτερη χρήση και αποδοχή. Και το ότι εμφανίζεται σε αναζητήσεις στο Google με κάποιες χιλιάδες; Αυτές δεν δεσμεύουν τον λεξικογράφο, όταν δεν εκτιμά τη χρήση του ως ευρεία και όταν μάλιστα (όπως αποδείχθηκε στην πράξη) τόσοι έγκυροι ομιλητές τής γλώσσας αντιδρούν αυθόρμητα με αρνητικό τρόπο, εκπλήσσονται και σατιρίζουν ακόμη μια τέτοια χρήση.
Βεβαίως, ως τύπος (μορφολογικά/γραμματικά) δεν ξενίζει η λέξη: κατά τα διευθύνω – διεύθυνση και κατευθύνω – κατεύθυνση (αυτά τα δύο υπάρχουν), μπορεί να πλασθεί και τύπος απευθύνω – απεύθυνση. Και ένας τέτοιος νεολογισμός φαίνεται πως άρχισε όντως δειλά-δειλά να χρησιμοποιείται τελευταία, ως το ουσιαστικό τού απευθύνομαι, με τη σημασία «το να απευθύνεις / να απευθύνεσαι».
Είναι ευρύτερα αποδεκτός ο νεολογισμός αυτός; Oχι. Ηχεί ακόμη ξένος και παράξενος στα αφτιά των ομιλητών τής γλώσσας μας —ίσως και λόγω συνειρμού προς το απευθυσμένο (όρθό έντερο). «Τι είναι πάλι τούτο;» αναρωτιούνται πολλοί. Ωστόσο, ψάχνοντας στο Διαδίκτυο —το είπα ήδη—, διαπιστώνεις ότι κάποιοι το χρησιμοποιούν. Κάποιοι κάνουν απεύθυνση ή απευθύνσεις. Εγώ και ως ομιλητής και ως λεξικογράφος θα το απέφευγα ακόμη, ακριβώς για να μην ενοχλώ τους συνομιλητές ή τους αναγνώστες μου. Αν καθιερωθεί, θα το υιοθετήσω και ως κύριο λήμμα τού λεξικού μου.
«Επιδείνωση τής λέξης»: όταν μετά το νεολογιστικό απεύθυνση πέσουν και δύο άλλες γενικές («απεύθυνση πλατιού καλέσματος»), φραστικά το γλωσσικό αίσθημα αντιδρά ακόμη περισσότερο. Όσο δεν ενοχλεί φραστικά το «απευθύνουμε πλατύ κάλεσμα», τόσο η «απεύθυνση καλέσματος» και μάλιστα η «απεύθυνση πλατιού καλέσματος» είναι αυτή που «φορτώνει» περισσότερο και προσκρούει στο γλωσσικό αίσθημα των περισσοτέρων. Και αντιδρούν απορηματικά έως απορριπτικά και ειρωνικά. Και με επικαλούνται (ως λεξικογράφο)! «Τι λέω;». Ε, λέω αυτά που γράφω εδώ. Για την ιστορία επίσης αναφέρω ότι το ίδιο το ρήμα απευθύνω/απευθύνομαι (το πρωτόθετο, η βάση δηλ. τού παραγώγου απεύθυνση) αμφισβητείται από τον πολύν Γεώργιο Ζηκίδη στο γνωστό λεξικό του, ο οποίος παρατηρεί «κακῶς δὲ νῦν δι’ αὐτοῦ [τού ἀπευθύνω] ἑρμηνεύεται τὸ γαλλ. adresser la parole à quelqu’ un», συμβουλεύοντας να λέμε «αποτείνω τον λόγον» και «αποτείνομαι προς κάποιον».
Τελικά, το να μιλάμε για τις λέξεις μας και τη γλώσσα γενικότερα, έστω και για «απευθύνσεις», έστω και διαφωνώντας, είναι θετικό και παρήγορο. Δείχνει ότι δεν χάσαμε ακόμη το ενδιαφέρον μας για καίρια στοιχεία τής ύπαρξης και τής ταυτότητάς μας.
* Ο Γιώργος Μπαμπινιώτης είναι καθηγητής Γλωσσολογίας, πρώην πρύτανης του Πανεπιστημίου Αθηνών
Πηγή: Protagon.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Δεν γίνονται δεκτά σχόλια σε greeklish