Η Πρόεδρος της Εσθονίας Kersti Kaljulaid
Συνέδριο στην Εσθονία:
"Η κληρονομιά των εγκλημάτων
των κομμουνιστικών καθεστώτων
στην Ευρώπη του 21ου αιώνα"
Απούσα η Ελλάδα!
Η Εσθονική Προεδρία διέψευσε σήμερα επίσημα πληροφορίες που διακινήθηκαν τις τελευταίες ώρες και οι οποίες έφεραν τη συμμετοχή στο χθεσινό συνέδριο να είναι χαμηλή. Παρά τις πληροφορίες για συμμετοχή 8 χωρών, οι οποίες όπως ανακοίνωσε η προεδρία είναι ψευδείς, 19 κράτη μέλη της ΕΕ εκπροσωπήθηκαν στο συνέδριο και μόνο ένα κράτος μέλος, η Ελλάδα, δήλωσε άρνηση να παραστεί, ή εξέφρασε οποιαδήποτε αντίρρηση για το περιεχόμενο των εκδηλώσεων μνήμης.
Επιπλέον η προεδρία ξεκαθαρίζει ότι μια διακήρυξη που υπεγράφη από 8 κράτη μέλη αφορά μια πρωτοβουλία προ δύο ετών για την εγκαθίδρυση ενός Συμβουλίου Διερεύνησης Εγκλημάτων Κομμουνιστικών Καθεστώτων (Council for Investigation of Crimes of Communist Regimes – CICROC) που ξεκίνησε στο Ταλίν στις 23 Αυγούστου 2015. Δεν αφορά όμως το συνέδριο. O στόχος του CICROC είναι “να εντοπίσει τους δράστες αυτών των εγκλημάτων και να διευκολύνει τη διεθνή συνεργασία εν προκειμένω, να αναπτύξει τη γενική συνείδηση των θηριωδιών που διαπράττουν τα κομμουνιστικά καθεστώτα και μέσω αυτών να συμβάλει στη βελτίωση των εν λόγω ερευνών και διώξεων”.
Oι Υπουργοί που μετείχαν σε πρωινή άτυπη συνάντηση των Υπουργών Δικαιοσύνης της ΕΕ (JHA) στις 23 Αυγούστου, ενημερώθηκαν για την εξέλιξη της πρωτοβουλίας στην οποία από το 2015 μετέχουν εκπρόσωποι οκτώ χωρών. Σύμφωνα με ανακοίνωση της Προεδρίας, οι Υπουργοί εξέφρασαν το σεβασμό τους για όλα τα θύματα ολοκληρωτικών και αυταρχικών καθεστώτων. Στην πρωτοβουλία για την προώθηση του CICROC συμμετείχαν οι αντιπροσωπείες των υπουργείων Δικαιοσύνης της Κροατίας, της Τσεχικής Δημοκρατίας, της Εσθονίας, της Ουγγαρίας, της Λετονίας, της Λιθουανίας – 8 κράτη μέλη της ΕΕ, αυτό όμως δεν έχει σχέση με το συνέδριο (η ενημέρωση έγινε στις 9:00 το πρωί και το συνέδριο στις 14:00).
Πηγές της Εσθονικής Προεδρίας εξέφρασαν έκπληξη για την είδηση και παρέπεμψαν στο επίσημο και δημόσια προσβάσιμο οπτικοακουστικό και ψηφιακό υλικό των χθεσινών ολοήμερων εκδηλώσεων. Επιπλέον εξηγούν ότι στο συνέδριο ήταν προγραμματισμένο (από τις 9 Αυγούστου) να τοποθετηθούν 6 ειδικοί ομιλητές. Στο συνέδριο, επιπλέον, δεν ετέθη ποτέ θέμα επίσημης εκπροσώπησης, καθώς πρόκειται για άτυπη συνάντηση, ενώ ο αριθμός “8” που διακινήθηκε, δεν προκύπτει από καμία καταμέτρηση. Η μόνη άρνηση συμμετοχής, λένε οι διοργανωτές ήταν αυτή της Ελλάδας. Στο ζήτημα αναφέρθηκε και ο Υπουργός Δικαιοσύνης της Εσθονίας, που εξήγησε ότι “το πρόβλημα δεν ήταν η συμμετοχή ή όχι του Έλληνα Υπουργού, αλλά η δήλωσή του”.
Οι εκδηλώσεις μνήμης της 23ης Αυγούστου βρέθηκαν στο στόχαστρο των “fake news” ήδη από την προηγούμενη των εκδηλώσεων με ρωσικό πρακτορείο να μεταδίδει ότι “μετά τις αντιδράσεις οι διοργανωτές τροποποίησαν κείμενα της εκδήλωσης”. Η Εσθονική Προεδρία διέψευσε επίσημα πως κάτι τέτοιο συνέβη και το συνέδριο διεξήχθη κανονικά με τον αρχικό του τίτλο. Ο υπουργός Δικαιοσύνης της Εσθονίας, Urmas Reinsalu, δήλωσε ότι η καταδίκη όλων των εγκλημάτων κατά της ανθρωπότητας και των μαζικών παραβιάσεων των ανθρωπίνων δικαιωμάτων που διαπράττονται από όλα τα ολοκληρωτικά και αυταρχικά καθεστώτα αποτελεί τη βάση της μνήμης και πρέπει να θυμόμαστε τα θύματα όλων αυτών των καθεστώτων.
Στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Ημέρας Μνήμης, πραγματοποιήθηκε τελετή αναμνηστικής εκστρατείας από τη στήλη Victory of War της Ανεξαρτησίας και ένα συνέδριο «Η κληρονομιά των εγκλημάτων των κομμουνιστικών καθεστώτων στην Ευρώπη του 21ου αιώνα» που πραγματοποιήθηκε στο Tallinn Creativ Hub. Η συγκέντρωση της Ευρωπαϊκής Ημέρας της Μνήμης ολοκληρώθηκε με την έναρξη της έκθεσης «Η Εποχή του Κομμουνισμού» στο Εμπορικό Κέντρο της Εσθονίας.
Την Ευρωπαϊκή Ημέρα Μνήμης, εκπρόσωποι των αντιπροσωπειών της Εσθονίας, της Λετονίας, της Λιθουανίας, της Πολωνίας, της Κροατίας, της Σλοβακίας, της Ουγγαρίας και της Τσεχικής Δημοκρατίας προέβησαν σε κοινή δήλωση, η οποία ανέφερε ότι “κάτω από τις κομμουνιστικές δικτατορίες στην Ευρώπη, εκατοντάδες χιλιάδες αθώοι εκτελέστηκαν, σκοτώθηκαν, φυλακίστηκαν, βασανίστηκαν, αναγκάστηκαν να εκτελέσουν καταναγκαστικά έργα, ή απελάθηκαν. Καμία διαδικασία αναζήτησης αλήθειας και δικαιοσύνης συγκρίσιμη με εκείνη που διεξήχθη από τη διεθνή κοινότητα μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο ενάντια στους δράστες των ναζιστικών εγκλημάτων έχει αναληφθεί στα περισσότερα από 25 χρόνια που πέρασαν από την πτώση των κομμουνιστικών καθεστώτων στην Κεντρική και Ανατολική Ευρώπη. Η μνήμη των θυμάτων των κομμουνιστικών καθεστώτων απαιτεί την έρευνα και τη δίωξη των δραστών αυτών των εγκλημάτων”.
ΚΥΠΕ – Αθανάσιος Αθανασίου – Βέλγιο/Βρυξέλλες 24/08/2017 13:51
Με την ευκαιρία αναδημοσιεύω το παρακάτω παλαιότερο άρθρο μου (Μάΐος 2007) με κάποιες πληροφορίες και αφορμή αντισοβιετικές εκδηλώσεις που είχαν σημειωθεί τότε στην Εσθονία.
ΕΣΘΟΝΙΑ:
Η προϊστορία ενός
προβλήματος
Δημήτρη Ε. Ευαγγελίδη
Πολλά γράφτηκαν πρόσφατα (π.χ. Ρήξη φ. 13,
Αντιφωνητής φ. 220) για την ιστορία της «αποκαθήλωσης» του μνημείου του Ρώσσου
στρατιώτη στο Ταλλίνν (Tallinn),
την πρωτεύουσα της Εσθονίας. Κρίνοντας με τα δικά μας μέτρα και σταθμά
και αγνοώντας πάμπολλα ιστορικά στοιχεία από το βεβαρημένο παρελθόν των σχέσεων
Ρωσσίας – Εσθονίας, κάποιοι έσπευσαν να καταδικάσουν τις ενέργειες της εσθονικής
κυβέρνησης, ως φιλοναζιστικές (!), ρατσιστικές εις βάρος της ρωσσικής
μειονότητας, ως προσπάθεια δημιουργίας «απαρτχάιντ» (!) και άλλα ηχηρά
παρόμοια.
Προσπαθώ
να φανταστώ την (κάπως απίθανη βέβαια) περίπτωση, που από κάποιο «καπρίτσιο»
της Ιστορίας και μετά από ανάλογες εξελίξεις, η Τουρκία εξαναγκαστεί να
αποχωρήσει από το βόρειο τμήμα της Κύπρου αποσύροντας και τα στρατεύματα
κατοχής. Δεν θα είναι φυσικό να απαιτήσει η (τότε) Κυπριακή κυβέρνηση τον
επαναπατρισμό έστω κάποιου τμήματος των εποίκων, από αυτούς που κουβάλησε στο
νησί η Τουρκία σε μια προσπάθεια εκτουρκισμού της Κύπρου; Τι θα γράφουν άραγε
τότε οι παραπάνω αρθρογράφοι; Θα καταγγείλουν την Κυπριακή κυβέρνηση για
ρατσισμό, για απαρτχάιντ, ως φιλοναζιστική κ.λπ., κ.λπ. ;
Σημειώνω
ότι οι δραστηριότητες των Ρώσσων και στην συνέχεια των Σοβιετικών για τον
εκρωσσισμό των Βαλτικών χωρών δεν είναι κάποιο νέο «φρούτο», αλλά
χρονολογούνται τουλάχιστον από τον 18ο αιώνα (η Ρωσσία απέκτησε την
Εσθονία από την Σουηδία το 1721), κατά την Τσαρική περίοδο. Αυτά όμως που
διαπράχθηκαν από τους Σταλινικούς ωχριούν σε σύγκριση με τις ήπιες (κυρίως στο
πολιτιστικό επίπεδο) μεθόδους των τσαρικών κυβερνήσεων, αλλά και με όσα
συστηματικότερα επιχειρεί στην Κύπρο η Τουρκία.
Μερικά εθνολογικά δεδομένα και ιστορικά γεγονότα είναι
αναγκαία στο σημείο αυτό: Οι Εσθονοί
συγγενεύουν με τους Φιλλανδούς. Η γλώσσα τους (εσθονική) μαζί με την φιλλανδική
(φιννική σωστότερα) ανήκουν στον Φιννο-ουγρικό κλάδο της Ουραλικής
οικογένειας γλωσσών και συγγενεύει με την ουγγρική, την γλώσσα των
Ούγγρων (Μαγυάρων) της κεντρικής Ευρώπης. Ο πληθυσμός της χώρας (απογραφή 2000)
υπολογίζεται σήμερα στα 1.400.000 από το οποίο το 67.9% είναι Εσθονοί, το 25.6%
Ρώσσοι, το 3.4 % Ουκρανοί και Λευκορώσσοι, το 0.9% Φιλλανδοί, και το υπόλοιπο
2.2% διάφορες άλλες εθνότητες.
Το 1918, με το τέλος του Α΄
παγκοσμίου πολέμου, η Εσθονία ανακήρυξε την ανεξαρτησία της, αποκρούοντας
νικηφόρα την εισβολή του Ερυθρού Στρατού, που επιχείρησε «να επαναφέρει στην
τάξη» και στην μητέρα Ρωσσία την «άτακτη» Εσθονία. Τελικά το 1920, με
την Συνθήκη του Τάρτου (Tartu),
μια μικρή πόλη περίπου 30
χλμ. δυτικά της μεγάλης λίμνης Πέϊπους (Peipus), που χωρίζει την Εσθονία από την Ρωσσία,
αναγνωρίσθηκε από την Σοβιετική Ένωση η ανεξαρτησία της Εσθονίας.
Τον Αύγουστο του 1939 με την διαβόητη συμφωνία
Μολότωφ – Ρίμπεντροπ μεταξύ Ναζιστικής
Γερμανίας και Σταλινικής Ρωσσίας, η Εσθονία (μαζί με την Λιθουανία και την
Λεττονία) «παραχωρήθηκε» στην σοβιετική ζώνη επιρροής, η οποία «υλοποιήθηκε»
τον Φεβρουάριο του 1940 με την εισβολή των Σοβιετικών και την προσάρτηση της
Εσθονίας και των άλλων δύο Βαλτικών χωρών. Ο εσθονικός λαός αντέταξε μια
απελπισμένη, αλλά μάταιη ένοπλη αντίσταση, η οποία συνετρίβη από τον σοβιετικό
στρατό κατοχής.
Οι
σοβιετικές δυνάμεις κατοχής εφάρμοσαν με αφάνταστη σκληρότητα μια συστηματική
και απάνθρωπη πολιτική «εκσοβιετισμού»
αυτής της μικρής χώρας, με μαζικούς εκτοπισμούς σε στρατόπεδα καταναγκαστικής
εργασίας στην Σιβηρία, στον αρκτικό κύκλο και σε Σοβιετικές «Δημοκρατίες» της
κεντρικής Ασίας (κυρίως στο Καζακστάν και στην Κιργιζία). Οι εκτοπίσεις έγιναν
σε τρία στάδια: Η πρώτη τον Φεβρουάριο του 1940, αμέσως μετά την σοβιετική
εισβολή, η δεύτερη τον Απρίλιο του 1940 και η τρίτη τον Ιούνιο του 1941, λίγο
πριν από την Γερμανική εισβολή.
Αξίζει
να παραθέσουμε κάποιες «λεπτομέρειες» για την πολιτική των Σοβιετικών στις
κατεχόμενες Βαλτικές Δημοκρατίες, όπως περιγράφονται από τον αείμνηστο διανοητή
Άρθουρ Καίσλερ («Ο κομμισσάριος και ο Γιόγκι» - Εκδόσεις «Γαλαξία» -
Αθήνα 1962, σελ. 273-277), άριστο γνώστη των γεγονότων της εποχής:
«…Σε ανάλογη κλίμακα έγιναν και οι
μαζικές εκτοπίσεις από τα Βαλτικά Κράτη. Ένα διοικητικό διάταγμα του
Γκουσεβίτιους, Επιτρόπου του Λαού επί των Εσωτερικών της Σοβιετικής Λιθουανίας
(υπ’ αριθ. 0054, 28ης Νοεμβρίου 1940) καθορίζει 14 κατηγορίες
Λιθουανών πολιτών που υπόκεινται στην εκτόπιση. Η κατηγορία υπ’ αριθ. 1
περιλαμβάνει «μέλη των Ρωσικών προεπαναστατικών κομμάτων: Σοσιαλεπαναστάτες,
Μενσεβίκους, Τροτσκιστές και Αναρχικούς». Οι κατηγορίες 2 έως 6
περιλαμβάνουν τα ενεργά μέλη των άλλων Λιθουανικών κομμάτων – τους οπαδούς του
Βαλντεμάρας, τους Χριστιανοδημοκράτες, τα μέλη των Πατριωτικών Σπουδαστικών
Οργανώσεων – επίσης τους αξιωματικούς της Αστυνομίας, της Χωροφυλακής και το
προσωπικό των φυλακών, τους αξιωματικούς του τέως τσαρικού στρατού, του
Πολωνικού και Λιθουανικού. Η κατηγορία 7: “πρόσωπα διαγραφέντα από το
Κομμουνιστικό Κόμμα”. Η κατηγορία 8: “πολιτικοί εξόριστοι,
επαναπατρισθέντες και λαθρέμποροι”. Η κατηγορία 9: Πολίτες ξένων κρατών και
αντιπρόσωποι ξένων εταιρειών. Η κατηγορία 10: “πρόσωπα που ταξίδεψαν στο
εξωτερικό ή βρίσκονται σε επαφή με ξένες διπλωματικές αποστολές. Εσπεραντιστές
και Φιλοτελιστές”. Η κατηγορία 11: Υπάλληλοι των Λιθουανικών Υπουργείων. Η
κατηγορία 12: “το προσωπικό του Πολωνικού Ερυθρού Σταυρού και πρόσφυγες από την
Πολωνία”. Οι κατηγορίες 13 και 14: Κληρικοί, αριστοκράτες, γαιοκτήμονες,
τραπεζίτες, βιομήχανοι, πλούσιοι έμποροι, ιδιοκτήτες ξενοδοχείων και
εστιατορίων…».
Όπως
σχολιάζει ο Α. Καίσλερ:
«…Η ανάλυση
των κατηγοριών αυτών αποδεικνύει ότι καθορίστηκαν για να ακρωτηριάσουν τον
εθνικό κορμό από:
α) όλα τα πολιτικώς συνειδητά
και ενεργά στοιχεία και πρώτα απ’ όλα από τα στοιχεία της Αριστεράς εκτός των
Κομμουνιστών
β) τα κορυφαία
στρώματα και τον διοικητικό μηχανισμό του παλαιού καθεστώτος
γ) όλα τα κοσμοπολιτικά
στοιχεία…
…Κατά κανόνα η εκτόπιση συμπεριελάμβανε όλα τα μέλη
της οικογένειας του εκτοπιζομένου. Τα μικρά παιδιά στέλνονταν σε ορφανοτροφεία.
Η μαζική έξοδος πραγματοποιήθηκε χωρίς εσκεμμένο σαδισμό και σκληρότητα, αλλά
κάτω από τέτοιες τρομακτικές συνθήκες – ταξίδια μέχρι τριών εβδομάδων μέσα σε
σφραγισμένα βαγόνια για ζώα – που πολλοί από τους εκτοπιζομένους πέθαιναν καθ’
οδόν…
Ένα έθνος που
κατ’ αυτόν τον τρόπο χάνει την ραχοκοκκαλιά και τα νευρικά κέντρα του καταντάει
ένα είδος άμορφης μάζας, γίνεται εύπλαστο όσο χρειάζεται ώστε να προσαρμοσθεί
στις συνθήκες της Σοβιετικής Δικτατορίας…».
(σημ.
ΔΕΕ Οι υπογραμμίσεις δικές μου)
Ανάλογες
καταστάσεις εκτυλίχθηκαν και στην Εσθονία. Συνολικά υπολογίζεται ότι μόνο τον
πρώτο χρόνο Σοβιετικής κατοχής εκτελέστηκαν ή εκτοπίσθηκαν πάνω από 60.000
άτομα, σε πληθυσμό κάτι λιγότερο από 1 εκατομ. την εποχή εκείνη!
Τον Ιούνιο του
1941, με την ραγδαία προέλαση των Γερμανών, οι άνθρωποι του φιλοσοβιετικού
καθεστώτος την «κοπάνησαν» ομαδικώς προς Ρωσσία, φροντίζοντας να εκτελέσουν την
πνευματική και πολιτική ηγεσία των Εσθονών, όση απέμεινε στις φυλακές και δεν
είχαν χρόνο να τους σύρουν μαζί τους, ενώ ο εσθονικός πληθυσμός υποδέχθηκε τα
γερμανικά στρατεύματα ως απελευθερωτές. Ήταν κάτι το αφύσικο ή ξαφνικά
έγιναν όλοι ναζιστές; Αν δεχθούμε το δεύτερο, με την ίδια λογική θα πρέπει
να κατηγορηθούν οι Έλληνες, που
ηρωοποίησαν τους ΄Αγγλους-Γάλλους-Ρώσσους νικητές του τουρκικού στόλου
στο Ναβαρίνο, τουλάχιστον ως πράκτορες του Ιμπεριαλισμού και αν είχε εφευρεθεί
από τότε ο ναζισμός και ως ναζιστές! Ή μήπως δεν είναι έτσι;
Όταν το 1944 η Εσθονία «απελευθερώθηκε» από τον
«Κόκκινο Στρατό», ένα νέο όργιο εκτελέσεων, εκτοπίσεων, φυλακίσεων κ.λπ.
επαναλήφθηκε στην δύσμοιρη χώρα. Δικαιολογημένα; Ας το δεχτούμε και να
πιστέψουμε ότι όλοι αυτοί ήσαν δοσίλογοι, μαυραγορίτες κ.λπ. Ένα σημαντικό
τμήμα του πληθυσμού πάντως προτίμησε να καταφύγει στην Σουηδία και στην
Φιλλανδία, γνωρίζοντας καλά το τι θα συμβεί. Το 1949 ακολούθησε ένα ακόμα κύμα
εκτοπίσεων δεκάδων χιλιάδων ατόμων μέσα σε λίγες μέρες με την δικαιολογία ότι
καθυστερούσαν τον «κολλεκτιβισμό» της γεωργίας. Οι μισοί πέθαναν από τις
κακουχίες και οι άλλοι μισοί επέστρεψαν στις αρχές της δεκαετίας του 1960, μετά
τον θάνατο του Στάλιν, ανθρώπινα πια ερείπια.
Μια άλλη
απωθητική πλευρά της σοβιετικής κατοχής ήταν η στρατιωτικοποίηση της
καθημερινής ζωής των Εσθονών, λόγω της γειτνίασης με «καπιταλιστικές» χώρες
(Σουηδία, Φιλλανδία). Τεράστιες περιοχές της Εσθονίας και ειδικότερα οι
παραλιακές περιοχές ήσαν απαγορευμένες στην προσέγγιση, εκτός από το προσωπικό
των σοβιετικών στρατευμάτων που στάθμευαν μονίμως στην χώρα. Οι Εσθονοί που δεν
κατοικούσαν εκεί χρειάζονταν ειδικές άδειες για να επισκεφθούν αυτές τις
περιοχές και όσοι συλλαμβάνονταν χωρίς αυτήν την άδεια καταδικάζονταν σε
πολυετείς φυλακίσεις! Χαρακτηριστική περίπτωση αποτελούσε ολόκληρη η πόλη
Παλντίσκι (Paldiski), η
οποία ήταν χαρακτηρισμένη ως απαγορευμένη ζώνη και ήταν κλειστή η πρόσβαση σε οποιονδήποτε Εσθονό, λόγω του γεγονότος
ότι υπήρχε εκεί βάση ανεφοδιασμού των πυρηνικών υποβρυχίων του Σοβιετικού
Ναυτικού!
Ο
εκρωσσισμός της Εσθονίας αποτελούσε, όπως αποδείχθηκε από τα γεγονότα,
την «κρυφή» παράμετρο όλων των παραπάνω. Την βίαια εξόντωση ή την εκδίωξη των
Εσθονών από την χώρα τους, ακολούθησε η αντίστοιχη πληθυσμιακή αναπλήρωση από
εκατοντάδες χιλιάδες ρωσσόφωνους «εποίκους» (μήπως σας θυμίζει κάτι από
κατεχόμενα στην Κύπρο;) από την Ρωσσική Ομοσπονδία και την Ουκρανία. Οι έποικοι
εγκαταστάθηκαν στην Εσθονία με στόχο να αποτελέσουν μόνιμο συστατικό του
πληθυσμού της χώρας.
Η
σιωπηλή αντίδραση της πλειονότητας των Εσθονών στο σοβιετικό καθεστώς ήταν
μόνιμη και όταν παρουσιαζόταν η ευκαιρία έπαιρνε μεγάλες διαστάσεις, όπως στην
διάρκεια των Ολυμπιακών αγώνων της Μόσχας το 1980. Τότε η πρωτεύουσα Ταλλίνν
είχε επιλεγεί για την διεξαγωγή των θαλάσσιων αγωνισμάτων. Οι διαδηλώσεις και
τα επεισόδια κατά του καθεστώτος υπήρξαν μαζικά, με αφορμή το γεγονός ότι όλο
το απαιτούμενο προσωπικό για την διεξαγωγή των αγώνων (κριτές, χρονομέτρες,
βοηθητικό προσωπικό) επιλέχθηκε μόνον από Ρώσσους! Φυσικά, τίποτε από αυτά δεν είδε το φως της δημοσιότητας, παρά 10 χρόνια
αργότερα με την αποχώρηση των σοβιετικών στρατευμάτων κατοχής και την ανακήρυξη
της εσθονικής ανεξαρτησίας.
Σύμφωνα
με κάποιους υπολογισμούς, λόγω της Ρωσσικής κατοχής χάθηκαν πάνω από 250.000
Εσθονοί, δηλαδή το ένα τέταρτο του πληθυσμού της χώρας!
Αυτά τα γεγονότα καθόρισαν και
την στάση της συντριπτικής πλειοψηφίας του εσθονικού λαού έναντι της
πολυάριθμης ρωσσικής μειονότητας, στα πρόσωπα των οποίων αντικρίζουν τους επί
δεκαετίες βασανιστές τους. Είναι λοιπόν αδικαιολόγητοι οι Εσθονοί; Έχουν άδικο
να συμπεριφέρονται στην «φυτευτή» μειονότητα όπως τους φέρονται; Δεν έπρεπε να
απομακρύνουν το μνημείο της ρωσσικής εισβολής και κατοχής (και όχι βέβαια της
δήθεν «απελευθέρωσης») από την χώρα τους; Στην υποθετική περίπτωση, που
αναφέραμε παραπάνω, της αποχώρησης του τουρκικού στρατού από την Κύπρο, τι θα
πρέπει να κάνει η τότε κυπριακή κυβέρνηση με τα πολυάριθμα μνημεία της
«απελευθέρωσης» της (βόρειας) Κύπρου που έχουν ανεγερθεί από τις ορδές του
Αττίλα;
Όσο για τα γραφόμενα περί
συμμετοχής στις διαδηλώσεις της ρωσσικής μειονότητας εναντίον της εσθονικής
κυβέρνησης κάποιων Αριστερών και Αναρχικών (!), ομολογώ ότι δεν διάβασα τίποτε
σχετικό. Διάβασα όμως για συμμετοχή ρωσσόφωνων
χουλιγκάνων, κάτι ανάλογο με τους «Γκρίζους Λύκους» της φίλης και γείτονος
Τουρκίας.
Δυστυχώς η άγνοια ή η επιδερμική γνώση των
γεγονότων κάνει εμάς τους Έλληνες συχνά επιπόλαιους κριτές και επικριτές. Ο
αντιαμερικανισμός στην Ελλάδα είναι από πολλές απόψεις δικαιολογήσιμος και
δικαιολογημένος. Από το σημείο αυτό μέχρι του σημείου να μετατρέπεται σε
υστερία και εξ αντανακλάσεως να γίνεται τυφλός φιλορωσσισμός, έχει νομίζω
μεγάλη διαφορά. Μη καταντήσουμε σαν τα γερόντια του Περισσού, που όταν ο
Μπρέζνιεφ ή ο Αντρόπωφ ρεύονταν ή φταρνίζονταν τα θεωρούσαν θαυμαστά
επιτεύγματα και μόνο που δεν προκήρυσσαν ποιητικούς και καλλιτεχνικούς
διαγωνισμούς για να τιμήσουν το γεγονός!
Τέλος, θα πρέπει να τονίσω ότι τα γεγονότα της
Εσθονίας δεν έχουν καμιά σχέση με πορτοκαλί «επαναστάσεις» τύπου Ουκρανίας ή
Γεωργίας, αλλά αποτελούν κατά την ταπεινή μου γνώμη την φυσιολογική,
φυσιολογικότατη αντίδραση ενός μικρού λαού απέναντι στους καταπιεστές και
δολοφόνους του. Το αν ο κάθε εξωνημένος πρώην αριστερός Σολάνα παίρνει
το μέρος της εσθονικής κυβέρνησης δεν μου λέει τίποτε και με αφήνει παγερά
αδιάφορο. Προφανέστατα το ΝΑΤΟ θέλει να προσεταιριστεί τους Εσθονούς και να
τους βάλει στο «μαντρί». Αυτό όμως δεν αλλάζει σε τίποτε τα ιστορικά
γεγονότα ούτε βέβαια αποτελεί συγχωροχάρτι για τα σοβιετικά εγκλήματα. Αν
δεν είναι έτσι, τότε γιατί κράζουμε τα κάθε είδους Ρεπούσια και Κουλούρια
μεταμοντέρνα και πολυπολιτισμικά ιστορικά εξαμβλώματα; Επί σοβιετοκρατίας στην
Εσθονία διδάσκονταν παρόμοια ιστορικά «πονήματα» και όσοι αντιδρούσαν στον
εκρωσσισμό της χώρας ήσαν εξ ορισμού συνεργάτες των Γερμανών, ναζιστές,
φασίστες, ακροδεξιοί και βάλε. Σύμφωνα λοιπόν με την σοβιετική προπαγάνδα, στο
κάτω – κάτω δεν έγινε και τίποτε τρομερό στην Εσθονία. Απλώς κάποιοι
αντιδραστικοί Εσθονοί «συνωστίζονταν» στα βαγόνια που τους πήγαιναν στην
Σιβηρία…
Δ.Ε.Ε.
Δ.Ε.Ε.
Πρωτοδημοσιεύθηκε στο φύλλο 14 (2 Ιουνίου 2007) της εφημερίδας
«Ρήξη».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Δεν γίνονται δεκτά σχόλια σε greeklish