Πώς η Αφρική έμεινε πίσω
Του Marian L. Tupy
Το εξαιρετικό άρθρο του Robert Colvile με θέμα την παρανόηση από πλευράς του πρίγκηπα Κάρολου των αιτιών της φτώχειας στην Αφρική είναι μια καλή αφορμή να ρίξουμε μια πιο προσεκτική ματιά στην αφρικανική οικονομική ιστορία.
Η αιτία της φτώχειας στην Αφρική δεν είναι η αποικιοκρατία, ο καπιταλισμός ή το ελεύθερο εμπόριο. Όπως έχω επισημάνει και προηγουμένως, πολλές από τις πρώην ευρωπαϊκές κτήσεις πλούτισαν ακριβώς επειδή διατήρησαν πολλούς από τους αποικιακούς θεσμούς και επειδή συμμετείχαν στο παγκόσμιο εμπόριο. Η φτώχεια στην Αφρική προηγείται της επαφής της ηπείρου αυτής με την Ευρώπη και παραμένει και σήμερα. Είναι το αποτέλεσμα λάθος επιλογών πολιτικής, οι περισσότερες από τις οποίες λήφθηκαν ελεύθερα από τους Αφρικανούς ηγέτες μετά την ανεξαρτητοποίηση.
Όπως η Ευρώπη, έτσι και η Αφρική ξεκίνησε απελπιστικά φτωχή. Ο αείμνηστος καθηγητής του Πανεπιστημίου του Groningen, Angus Maddison εκτίμησε ότι στην αρχή της μετά Χριστό περιόδου, το μέσο κατά κεφαλή εισόδημα στην Αφρική ήταν 470 δολάρια (σε δολάρια του 1990). Ο παγκόσμιος μέσος όρος ήταν τότε περίπου ίσος με τον αφρικανικό. Η Δυτική Ευρώπη και η Βόρεια Αφρική, μέρη τότε της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, ήταν σε λίγο καλύτερη θέση (600 δολάρια). Αντιθέτως, η Βόρεια Αμερική υπολειπόταν της Αφρικής (400 δολάρια). Συνολικά, θα μπορούσε κανείς να πει ότι ο κόσμος τότε ήταν ίσος, και πολύ φτωχός.
Οι απαρχές της παγκόσμιας ανισότητας, που είδαν αρχικά τη Δυτική Ευρώπη και στη συνέχεια τη Βόρεια Αμερική να ξεφεύγουν μπροστά σε σχέση με τον υπόλοιπο κόσμο, μπορούν να εντοπιστούν στην άνοδο των πόλεων-κρατών της Βόρειας Ιταλίας τον 14ο αιώνα και στην Αναγέννηση τον 15ο αιώνα. Μέχρι το 1500, ο μέσος Ευρωπαίους ήταν δύο φορές πλουσιότερος από τον μέσο Αφρικανό. Το πραγματικό όμως χάσμα στις συνθήκες διαβίωσης διευρύνθηκε κυρίως μετά τη Βιομηχανική Επανάσταση που ξεκίνησε στην Αγγλία στο τέλος του 18ου αιώνα και διαδόθηκε στην Ευρώπη και τη Βόρεια Αφρική κατά τον 19ο αιώνα.
Το 1870, όταν οι Ευρωπαίοι ήλεγχαν μόλις το 10% της αφρικανικής ηπείρου (κυρίως τη Βόρεια και τη Νότια Αφρική), τα εισοδήματα των δυτικοευρωπαίων ήταν ήδη τέσσερις φορές μεγαλύτερα από τα αντίστοιχα αφρικανικά. Η Ευρώπη με άλλα λόγια δεν χρειαζόταν την Αφρική για να ευημερήσει. Αποίκισε την Αφρική ακριβώς επειδή η ίδια ήταν πλουσιότερη και, κατά συνέπεια, πιο ισχυρή. Η κατανόηση του χρονολογίου των γεγονότων δεν δικαιολογεί και δεν υπερασπίζεται την αποικιοκρατία - βοηθά όμως στην εξήγησή της.
Οι τύχες της Αφρικής την περίοδο της αποικιοκρατίας ποικίλλαν. Σημαντική πρόοδος για παράδειγμα σημειώθηκε στην υγεία και την παιδεία. Ο Maddison εκτιμά ότι το 1870 υπήρχαν 91 εκατομμύρια Αφρικανοί. Μέχρι το 1960, τη χρονιά της ανεξαρτησίας, ο αφρικανικός πληθυσμός αυξήθηκε παραπάνω από τρεις φορές για να φτάσει τα 285 εκατομμύρια. Ο ΟΟΣΑ εκτιμά ότι την ίδια περίοδο το ποσοστό των ανθρώπων στην Αφρική που παρακολούθησαν σχολείο αυξήθηκε από λιγότερο από 5% στο περισσότερο από 20%. Από την άλλη πλευρά, οι Ευρωπαίοι αντιμετώπιζαν τους Αφρικανούς με περιφρόνηση και τους υπέβαλλαν σε αρνητικές διακρίσεις και συχνά σε βία.
Η βία εντάθηκε κατά την περίοδο του αγώνα για την ανεξαρτησία της Αφρικής, καθώς οι αποικιακές δυνάμεις προσπάθησαν να καταστείλουν τους Αφρικανούς εθνικιστές. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα οι Αφρικανοί ηγέτες να αναλάβουν την τύχη χωρών όπου η πρακτική της καταστολής της πολιτικής διαφωνίας ήταν ήδη σταθερά εδραιωμένη. Αντί οι ηγέτες αυτοί να καταργήσουν τους νόμους που επέτρεπαν τη λογοκρισία και τη φυλάκιση για τη διαφορετική άποψη, τους διατήρησαν και τους επεξέτειναν.
Ακριβώς επειδή η αποικιοκρατία ήταν τόσο ψυχολογικά εξευτελιστική για τους Αφρικανούς γενικότερα και για τους εθνικιστές ηγέτες πιο συγκεκριμένα, οι μεταποικιακές αφρικανικές κυβερνήσεις επέδειξαν ιδιαίτερη αποφασιστικότητα στην κατάργηση των αποικιακών θεσμών. Καθώς η νομοκρατία, η λογοδοσία της διοίκησης, τα ιδιοκτησιακά δικαιώματα και το ελεύθερο εμπόριο είχαν εισαχθεί από την Ευρώπη, έπρεπε να καταργηθούν. Στη θέση τους, πολλοί Αφρικανοί ηγέτες επέλεξαν να αντιγράψουν τους πολιτικούς θεσμούς και τις οικονομικές πολιτικές μιας ανερχόμενης δύναμης που αντιπροσώπευε το ακριβώς αντίθετο από την ελεύθερη αγορά και τη φιλελεύθερη δημοκρατία της Δύσης - της Σοβιετικής Ένωσης.
Η αντιγραφή της ΕΣΣΔ την δεκαετία του 1960 δεν ήταν τελείως παράλογη. Κατά τη δεκαετία του 1930 η ΕΣΣΔ αυτή είχε υποστεί μια ραγδαία εκβιομηχάνιση που την μεταμόρφωσε από αγροτική χώρα σε μια μεγάλη δύναμη. Η εκβιομηχάνιση κόστισε περίπου 20 εκατομμύρια ζωές, αλλά της επέτρεψε να θριαμβεύσει έναντι της Γερμανίας του Χίτλερ (θυσιάζοντας στον πόλεμο άλλες 27 εκατομμύρια ζωές). Στην αρχή της δεκαετίας του 1960 η ΕΣΣΔ όχι μόνο παρήγε τεράστιες ποσότητες ατσαλιού και εξοπλισμών, αλλά και φάνηκε πως θα κέρδιζε τον επιστημονικό ανταγωνισμό με τη Δύση όταν ο Γιούρι Γκαγκάριν έγινε ο πρώτος άνθρωπος στο διάστημα στις 12 Απριλίου του 1961.
Η τεράστια αναποτελεσματικότητα και οπισθοδρομικότητα της σοβιετικής οικονομίας δεν έγιναν εμφανείς παρά μόνο στη δεκαετία του 1970. Μέχρι τότε, δυστυχώς, το σοσιαλιστικό μικρόβιο είχε προσβάλει το μεγαλύτερο μέρος της Αφρικής, με πολλές χώρες να υιοθετούν μονοκομματικά συστήματα που κατέστρεψαν τη λογοδοσία και τη νομοκρατία, υπονόμευσαν τα ιδιοκτησιακά δικαιώματα και κατ’ επέκταση την ανάπτυξη. Επιβλήθηκαν έλεγχοι στις τιμές και τις αμοιβές και το ελεύθερο εμπόριο έδωσε τη θέση του στην αντικατάσταση των εισαγωγών και την αυτάρκεια.
Το ειδύλλιο της Αφρικής με τον σοσιαλισμό άντεξε μέχρι τη δεκαετία του 1990, όταν επιτέλους η Αφρική άρχισε να εντάσσεται εκ νέου στην παγκόσμια οικονομία. Οι εμπορικές σχέσεις με τον υπόλοιπο κόσμο φιλελευθεροποιήθηκαν σε κάποιον βαθμό, και τα αφρικανικά κράτη άρχισαν να απελευθερώνουν τις οικονομίες τους, ανεβαίνοντας έτσι θέσεις στον κατάλογο της έκθεσης της Παγκόσμιας Τράπεζας για την Ευκολία στην Επιχειρηματικότητα (Ease of Doing Business - World Bank).
Ακόμη και σήμερα πάντως η Αφρική παραμένει η λιγότερο οικονομικά ελεύθερη και η πιο προστατευτική ήπειρος στον κόσμο. Αυτό - και όχι το ελεύθερο εμπόριο - είναι το πρόβλημα.
Αναδημοσίευση από το μπλογκ CapX
---
Ο Marian L. Tupy είναι ο εκδότης του HumanProgress.org και αναλυτής πολιτικής στο Center for Global Liberty and Prosperity.
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στα αγγλικά στις 23 Απριλίου 2017 και παρουσιάζεται στα ελληνικά με την άδεια του Foundation for Economic Education (FEE) και τη συνεργασία του ΚΕΦΙΜ “Μάρκος Δραγούμης”.