Γιατί ο ΣΥΡΙΖΑ δεν επιθυμεί
την «ταυτοποίηση»
Τάκης Μίχας
Την περασμένη εβδομάδα ήρθε στη δημοσιότητα σε ξένα έντυπα η συνέντευξη ενός «πρόσφυγα» από την πλατεία Βικτωρίας στην οποία ο νεαρός αποκάλυπτε ότι ήταν Πακιστανός και ότι ήλπιζε να πάει στην Γερμανία να βρει την αδελφή του. Όποιος λοιπόν διάβασε την συνέντευξη, ασφαλώς διερωτήθηκε τι δουλειά είχε αυτός ο άνθρωπος -και πιθανώς χιλιάδες άλλοι σαν αυτόν- στην Αθήνα. Πώς με άλλα λόγια θεωρήθηκε ως «πολιτικός πρόσφυγας» και του επετράπη η συνέχιση του ταξιδιού του στην Ελλάδα με απώτερο στόχο να ζήσει στην Ευρώπη.
Πρόκειται ασφαλώς για το περίφημο πρόβλημα της «ταυτοποίησης» στο οποίο η κυβέρνηση φέρεται να έχει αποτύχει τραγικά με αποτέλεσμα τον γνωστό εξοργισμό πολλών ευρωπαϊκών χωρών. Όμως το στοιχείο εκείνο που παραβλέπεται ή υποτιμάται στην συζήτηση, είναι η ιδεολογική διάσταση της αποτυχίας της «ταυτοποίησης»:
Η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ δεν κάνει διάκριση μεταξύ «πολιτικών» και «οικονομικών» προσφύγων (αυτή είναι η «ταυτοποίηση») όχι απλά επειδή δεν έχει τις δυνατότητες ή τις ικανότητες να το κάνει. Δεν κάνει αυτή την διάκριση διότι σε ένα γνήσιο μαρξιστικό κόμμα όπως ο ΣΥΡΙΖΑ αυτή η διάκριση δεν έχει νόημα.
Για τον μαρξισμό η έννοια του «πολιτικού πρόσφυγα» που προϋπέθετε την αυτονομία του «πολιτικού», πάντοτε παρουσίαζε δυσκολίες. «Πολιτικός πρόσφυγας» σημαίνει απουσία «πολιτικής ελευθερίας» -όμως αυτή η τόσο κεντρική στην αστική ιδεολογία έννοια, ελάχιστο ρόλο παίζει στην σημασιολογία του μαρξισμού. Θυμόμαστε όλοι το κεντρικό επιχείρημα της Αριστεράς στα αμφιθέατρα σχετικά με την απουσία ελευθερίας στα κομμουνιστικά καθεστώτα: «Τι να την κάνει ο άνθρωπος την πολιτική ελευθερία όταν δεν έχει να φάει».
Επιχείρημα το οποίο σαφέστατα ανήγαγε την «πολιτική ελευθερία» σε ένα δευτερεύον επιφαινόμενο της «οικονομικής ελευθερίας» (κατάργηση της «εκμετάλλευσης»). Αυτός ήταν και ένας κεντρικός λόγος για τον οποίο η Αριστερά αρνιόταν να συμπαρασταθεί στους πολιτικούς πρόσφυγες των κομμουνιστικών χωρών: πώς μπορεί να υπάρχουν «πολιτικοί διαφωνούντες» όταν η οικονομική εκμετάλλευση έχει καταργηθεί… όταν με άλλα λόγια υπάρχει οικονομική ελευθερία;
Για αυτό, λοιπόν, οι αντιφρονούντες των κομμουνιστικών χωρών αντιμετωπίζονταν με ιδιαίτερη καχυποψία από τα αριστερά κόμματα στη Δύση (πρωτοστατούσης φυσικά της ελληνικής Αριστεράς).
Να προλάβω δύο αντεπιχειρήματα. Ασφαλώς και υπήρξαν πολλοί αριστεροί διωκόμενοι από δεξιά δικτατορικά καθεστώτα (όπως π.χ. την ελληνική χούντα) που αυτοπροσδιορίζονταν ως «πολιτικοί πρόσφυγες» και αναζητούσαν την αναλογούσα προστασία στις δυτικές δημοκρατίες. Oμως ο αυτοχαρακτηρισμός τους ως «πολιτικού πρόσφυγα» απλώς εξέφραζε μια εργαλειακή αντίληψη και όχι μια βαθύτερη αναγνώριση της αυτονομίας του «πολιτικού».
Επίσης είναι γεγονός ότι υπήρξαν ορισμένοι αξιόλογοι διανοητές της Αριστεράς όπως ο Γκράμσι και ο Πουλαντζάς που προσπάθησαν να θεμελιώσουν την (σχετική) αυτονομία του «πολιτικού υπεροικοδομήματος» έναντι της «οικονομικής βάσης» -όμως αυτές οι ιδιαίτερα αξιόλογες προσπάθειες είχαν περιορισμένη απήχηση.
Σήμερα το θέμα της διαχείρισης του προβλήματος των μεταναστών και προσφύγων το χειρίζεται ένα μαρξιστικό κόμμα καθώς και διάφορες ομάδες με συγγενεύουσες αντιλήψεις. Αυτό δεν σημαίνει φυσικά ούτε κατά διάνοια υποτίμηση του πολύ θετικού ρόλου που παίζουν στην διάσωση ανθρώπινων ζωών. Όμως σημαίνει ότι οι προσπάθειες τους φιλτράρονται μέσα από ιδεολογικά πρίσματα στα πλαίσια των οποίων ο διαχωρισμός «πολιτικού» και «οικονομικού» πρόσφυγα έχει περιορισμένη σημασία. Αυτό είναι το ιδεολογικό υπόβαθρο που εξηγεί την λεγόμενη αποτυχία της «ταυτοποίησης» από την κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ και όχι η έλλειψη πόρων ή κάποια μεταφυσική «ανικανότητα». Δεν υπάρχει αποτελεσματική «ταυτοποίηση» επειδή για ένα μαρξιστικό κόμμα όπως ο ΣΥΡΙΖΑ η διάκριση σε «πολιτικό» και «οικονομικό» πρόσφυγα δεν έχει νόημα.
Από την άλλη πλευρά, είναι επίσης εντυπωσιακή η ρηχότητα και άνευ ιδεολογικής ουσίας κριτική που ασκείται στην κυβέρνηση για το Προσφυγικό (όπως και στην οικονομία, στην εκπαίδευση και αλλού) από τα λεγόμενα αστικά κόμματα όπως το ΠΟΤΑΜΙ, το ΠΑΣΟΚ και πάνω απ’ όλα από την ΝΔ. Μετά από μια σύντομη αναλαμπή, τα κόμματα αυτά επιστρέφουν ταχύτατα στην παραδοσιακή χειμερία νάρκη αφήνοντας κυρίαρχο του παιχνιδιού τον Αλέξη Τσίπρα.
Η αντιπολίτευση δεν έχει βρει ακόμα ούτε τον Λεοπόλδο Λοπέζ, ούτε τον Μορίσιο Μάκρι της, ούτε προβλέπεται ότι θα τους βρει σύντομα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Δεν γίνονται δεκτά σχόλια σε greeklish