Οκτώ διεθνείς αναλυτές σχολιάζουν
το αποτέλεσμα των εκλογών
ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΕΛΛΙΣ, ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΛΑΙΟΛΟΓΟΣ, ΚΑΤΕΡΙΝΑ ΣΩΚΟΥ
Τους κινδύνους από την έλλειψη ρευστότητας, την ανάγκη να επιτευχθεί μια συμφωνία με αμοιβαίες εκατέρωθεν υποχωρήσεις και την επίδειξη εκ μέρους του κ. Αλέξη Τσίπρα πιο διαλλακτικής στάσης έναντι των εταίρων επισημαίνουν σε δηλώσεις τους στην «Κ» διεθνείς αναλυτές, σχολιάζοντας το αποτέλεσμα των εκλογών.
Μοχάμεντ ελ Εριάν, επικεφαλής οικονομικός σύμβουλος της Allianz: «Απόλυτη πλειοψηφία του ΣΥΡΙΖΑ θα προκαλέσει πιέσεις στις ελληνικές αγορές και αύξηση των σπρεντ, ενώ μπορεί να τροφοδοτήσει νέες εικασίες για έξοδο της Ελλάδας από το ευρώ. Και θα χρειασθεί να υπάρξει στενή παρακολούθηση της σταθερότητας των τραπεζικών καταθέσεων. Για να περιορίσει το ενδεχόμενο οι αναταραχές στις αγορές να προκαλέσουν τεράστια ζημία στην ελληνική οικονομία, ο Αλέξης Τσίπρας θα χρειασθεί να κάνει κινήσεις “Λούλα”, δηλαδή να διαβεβαιώσει τις αγορές ότι η χαλάρωση της λιτότητας θα συμπληρωθεί από μια τεράστια προσπάθεια στην πλευρά των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων, να εξηγήσει ότι θα πιέσει για ελάφρυνση του βάρους του χρέους μέσα από μια συναινετική και ομαλή διαδικασία και ότι είναι πρόθυμος να εμπλακεί σε εποικοδομητικές συζητήσεις με τη Γερμανία και τους άλλους Ευρωπαίους εταίρους».
Σούζαν Σάντλερ, πρώην υποδιευθύντρια του ΔΝΤ για την Ευρώπη: «Η προτεραιότητα της νέας κυβέρνησης είναι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις στον τομέα της οικονομίας που αφορά την προσφορά. Αν και η έμφαση στη διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας δόθηκε στην αναδιάρθρωση του χρέους, πρόκειται για ένα δευτερεύον θέμα για την Ελλάδα. Η ανάπτυξη θα αντιμετωπίσει το πρόβλημα του ελληνικού χρέους».
Τζέικομπ Κίρκεγκααρντ, συνεργάτης του Ινστιτούτου Διεθνών Οικονομικών Peterson: «Οι Ευρωπαίοι θα πουν ότι μπορεί η Ελλάδα να έχει νέα κυβέρνηση, αλλά ως χώρα δεσμεύεται από μια σειρά συμφωνίες που πρέπει να τηρηθούν. Πιστεύω ότι μια νέα κυβέρνηση του Αλέξη Τσίπρα θα πρέπει να έρθει σε ένα είδος συμφωνίας με την Ευρωζώνη και προκειμένου να γίνει αυτό, ο κ. Τσίπρας χρειάζεται να απομακρυνθεί από την προεκλογική του ρητορική και να κινηθεί προς το Κέντρο. Η πραγματικότητα παραμένει ότι αν δεν υπάρξει συμφωνία τους επόμενους μήνες, ύστερα και από μια νέα πιθανή παράταση, η ελληνική οικονομία είναι που θα υποφέρει, όχι η υπόλοιπη Ευρωζώνη».
Τζέρεμι Σαπίρο, συνεργάτης του Brookings Institution, Αμερικανός πρώην διπλωμάτης: «Οι Ευρωπαίοι αξιωματούχοι είναι απόλυτοι ότι δεν θα υπάρξει επαναδιαπραγμάτευση του ελληνικού προγράμματος διάσωσης. Είναι πεπεισμένοι ότι η νέα ελληνική κυβέρνηση δεν θα ρισκάρει μια χρεοκοπία ή μια έξοδο από το ευρώ. Αλλά ούτε η τρόικα μπορεί να τα ρισκάρει αυτά, καθώς ο κίνδυνος πολιτικής μετάδοσης είναι πολύ μεγάλος. Αρα η Ελλάδα έχει μεγαλύτερη διαπραγματευτική δύναμη από όση αναγνωρίζεται ευρέως. Θα υπάρξει διαπραγμάτευση που θα είναι δύσκολη και για τις δύο πλευρές, αλλά τελικά ένας συμβιβασμός μάλλον θα βρεθεί και η Ελλάδα θα κερδίσει πιθανώς κάποιες παραχωρήσεις».
Μέγκαν Γκριν, επικεφαλής οικονομολόγος Manulife: «Η πραγματική ερώτηση είναι πώς η Ελλάδα θα διαχειριστεί το πρόβλημα ρευστότητας που θα αντιμετωπίσει τους επόμενους μήνες. Με ένα πρωτογενές πλεόνασμα 1,9 δισ. ευρώ, η Ελλάδα χρειάζεται περισσότερα χρήματα ώς τον Μάρτιο για να καλύψει τις ανάγκες του δημόσιου τομέα. Αυτοί οι πόροι θα προέλθουν είτε από έκδοση νέων εντόκων γραμματίων, με την έγκριση της ΕΚΤ -η οποία δεν είναι δεδομένη, καθώς η Ελλάδα έχει ήδη φτάσει στο μέγιστο επιτρεπτό επίπεδο- είτε από μέρος μιας δόσης από την τρόικα. Φαίνεται πιθανό ένα από τα δύο αυτά σενάρια να συμβεί, αλλά είναι πολύ δύσκολο να εκτιμηθεί τι συμβιβασμοί θα γίνουν».
Φιλίπ Λεγκρέν, επισκέπτης εταίρος στο European Institute του LSE: «Οι Ελληνες έκαναν τη σωστή επιλογή – τόσο για την Ελλάδα όσο και για την Ευρωζώνη. Το αίτημα της Ελλάδας για ανακούφιση χρέους είναι δίκαιο και αναγκαίο. Τώρα ο ΣΥΡΙΖΑ πρέπει να δράσει αποτελεσματικά. Για να πετύχει, πρέπει να ελέγξει τις τάσεις του για μεγάλες δαπάνες και να εστιάσει στην επικείμενη δύσκολη διαπραγμάτευση. Πιο μακροπρόθεσμα, ελπίζω ο ΣΥΡΙΖΑ να τηρήσει τις δεσμεύσεις του για αναμόρφωση του διεφθαρμένου, πελατειακού συστήματος το οποίο απέρριψαν οι ψηφοφόροι σε αυτές τις εκλογές».
Εμπραχίμ Ραχμπάρι, senior Eurozone economist, Citi Research: «Οι εκλογές δεν βάζουν τέλος στην περίοδο της αβεβαιότητας. Σε κάθε περίπτωση, οι διαπραγματεύσεις για το ελληνικό πρόγραμμα θα είναι πολύ δύσκολες. Θεωρούμε ότι τελικά θα υπάρξει συμφωνία μεταξύ της κυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ και των πιστωτών, αλλά ο δρόμος προς τη συμφωνία αυτή δεν θα είναι ευθύς και θα υπάρξουν πολλά δύσβατα σημεία. Πιθανότατα θα χρειαστούν μήνες διαπραγματεύσεων, τις οποίες η Ευρώπη και οι αγορές θα παρακολουθούν με έντονο ενδιαφέρον, καθώς θα γίνουν εκλογές αργότερα μέσα στο 2015 στην Ισπανία και την Πορτογαλία, σε μια περίοδο που η γραμμή Βερολίνου - Βρυξελλών - Φρανκφούρτης τίθεται υπό αμφισβήτηση.
Χόλγκερ Σμίντινγκ, επικεφαλής οικονομολόγος της Berenberg Bank: «Η Ελλάδα αλλάζει κυβέρνηση, αλλά δεν μπορεί να αλλάξει την πραγματικότητα. Καμία χώρα δεν μπορεί να ξοδεύει χρήματα που δεν έχει, καμία χώρα δεν μπορεί να υπαναχωρήσει από τις δεσμεύσεις προς τους πιστωτές της και να περιμένει να της δώσουν περισσότερα χρήματα, καμία οικονομία δεν μπορεί να έχει ευμάρεια αντιστρέφοντας τις μεταρρυθμίσεις και καθιστώντας την αγορά εργασίας λιγότερο ευέλικτη. Η Ευρώπη θα προσφέρει πιθανώς στη νέα ελληνική κυβέρνηση χρόνο ώστε να αποδεχθεί την πραγματικότητα και κάποιες υποχωρήσεις που θα σώσουν τα προσχήματα».
Καθημερινή
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Δεν γίνονται δεκτά σχόλια σε greeklish