Τρίτη 5 Μαρτίου 2013

Στην Πόλη... στην Πόλη



Ένα σπουδαίο κείμενο προβληματισμού, της δημοσιογράφου Ζέζας Ζήκου από την "Καθημερινή", με αφορμή την χθεσινή (4-3-2013) επίσκεψη του Πρωθυπουργού Αντώνη Σαμαρά στην Κωνσταντινούπολη.
ΔΕΕ


Στην Πόλη... στην Πόλη
Της Ζέζας Ζήκου

Ποτέ άλλοτε στα χρόνια της Γ΄ Ελληνικής Δημοκρατίας δεν ήταν τόσο έντονη η αίσθηση της κοινωνικής απελπισίας και της επαπειλούμενης χρεοκοπίας, μέσα σε περιβάλλον που διαμορφώνει μείζονες γεωπολιτικές ανακατατάξεις. Αθήνα και Άγκυρα βρίσκονται η μία απέναντι στην άλλη σε ένα πολύπλοκα επικίνδυνο τοπίο που διαμορφώνει το ενεργειακό στο υπέδαφος του Αιγαίου.

«Μεθυσμένος» από το γεωστρατηγικό βάρος της χώρας του και το διευρυνόμενο ανισοζύγιο ισχύος με την Ελλάδα, όπως και γνώστης της συμπεριφοράς μας, ο Ερντογάν ξέρει να διεκδικεί... Περιμένει να συμφωνήσουμε μαζί του τον «ειρηνικό» ενεργειακό ακρωτηριασμό του Αιγαίου. Προφανώς κάθε χώρα οφείλει να αναπτύσσει μια πολυδιάστατη εξωτερική πολιτική και να διευρύνει τα γεωπολιτικά ερείσματά της. Αλλά η άποψη του Αντώνη Σαμαρά ότι «με την κάλυψη της ευρωπαϊκής ομπρέλας θα μπορέσει να προχωρήσει στην ανακήρυξη της ΑΟΖ και στην εκμετάλλευση των υδρογονανθράκων που κρύβονται στον βυθό των ελληνικών θαλασσών», πάσχει...

Η Τουρκία προσπαθεί επίμονα πολύ καιρό τώρα να πείσει με τις πράξεις της τη διεθνή κοινότητα ότι η περιοχή ανάμεσα στο Καστελλόριζο, την Κρήτη και την Κύπρο είναι μέρος της τουρκικής ΑΟΖ. Με μια κίνηση-πυροτέχνημα, η Αγκυρα στις 27 Απριλίου του 2012, και ενόσω η Ελλάδα βρισκόταν λίγες μόνο μέρες πριν από τις εκλογές, δημοσιεύει αιφνιδιαστικά στην τουρκική Εφημερίδα της Κυβερνήσεως άδειες για έρευνες υδρογονανθράκων, που εκχωρούνται στην τουρκική εταιρεία πετρελαίου και περιλαμβάνουν μεγάλες περιοχές εντός της ελληνικής υφαλοκρηπίδας, ανατολικά της Ρόδου, της Καρπάθου και νοτίως του Καστελλόριζου.
Αν κάποιος ήθελε να γράψει ένα εγχειρίδιο καλής διπλωματίας, αυτό θα έπρεπε να έχει μόνο τη φράση του Χένρι Τζον Πάλμερστον: «Δεν έχουμε αιώνιους εχθρούς και δεν έχουμε αιώνιους φίλους. Μόνο τα συμφέροντά μας είναι αιώνια και αυτά πρέπει να υπηρετούμε». Στην Ελλάδα, δυστυχώς, πιστεύουμε το αντίθετο απ’ αυτό που ο μεγάλος Βρετανός πολιτικός προέτασσε. Μια πολιτική κοινωνία δεν ζει για να ασκεί εξωτερική πολιτική. Ασκεί εξωτερική πολιτική για να μπορεί να ζει. Τη ρήση του Τζορτζ Κέναν, του πατέρα της στρατηγικής της ανάσχεσης, καλό θα ήταν πάντα να την θυμούνται αυτοί που διαπραγματεύονται στα Ελληνοτουρκικά. Ο πειρασμός να θεωρήσει κανείς την εξωτερική πολιτική παράρτημα της ψυχιατρικής, όπως είχε πει ο Χένρι Κίσινγκερ, είναι πάντα μεγάλος. Η απάντηση δεν είναι προφανώς εύκολη. Ο Βενιζέλος και ο Ατατούρκ, οκτώ μόλις χρόνια μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή, κατάφεραν να συνάψουν ένα σπουδαίο σύμφωνο ειρήνης και φιλίας.

Από το «σύνδρομο Βενιζέλου» υπέφεραν όλοι οι πρωθυπουργοί, ωστόσο είχαν δίπλα τους έμπειρους και σοφούς διπλωμάτες -τον πρώην υπουργό Εξωτερικών Πέτρο Μολυβιάτη και τους πρέσβεις κ. Στοφορόπουλο, Δούντα, Θεοδωρόπουλο- που απέτρεπαν τις ύπουλες και απατηλές ευκαιρίες. Τώρα, ο Σαμαράς, προφανώς, πιστεύει ότι έχει με τον Ερντογάν μια παρόμοια ευκαιρία. Εντάξει...

Αλλωστε, η Tουρκία ξέρει πως ό,τι θέλει -αργά ή γρήγορα- θα της το δώσουν οι Eλληνες πολιτικοί. Της έδωσαν τη Ζυρίχη με τη συνθήκη εγγύησης, η οποία παρείχε και το νομικό κάλυμμα για τον 1ο και τον 2ο «Aττίλα» στην Κύπρο το 1974. Της έδωσαν στο Nταβός τον έλεγχο των ερευνών για πετρέλαιο σε ολόκληρο το Aιγαίο. Της αναγνώρισαν απροσδιοριστία συνόρων («γκρίζες ζώνες») επίσης σε ολόκληρο το Aιγαίο - αδύνατο πια να υψωθεί ελληνική σημαία σε βραχονησίδα. Της χάρισαν το καθεστώς χώρας υποψήφιας για ένταξη στην E.E. άνευ όρων - χωρίς καν την προϋπόθεση να άρει την απειλή πολέμου.
Aλλά και προγενέστερα, μήπως είχε υπάρξει πολιτική αντίδραση σοβαρή, δηλαδή αποτελεσματική, στον βίαιο αφελληνισμό της Iμβρου, της Tενέδου, της Kωνσταντινούπολης; Τα τελευταία χρόνια, η ελλαδική διπλωματία έχει παιδαριωδώς παγιδευτεί στην «απαίτηση» να επαναλειτουργήσει η Σχολή της Xάλκης και δεν καταφέρνει ούτε αυτόν τον στόχο να πετύχει. Τη στιγμή που το γκανγκστερικό casus belli και η αρπακτική θεωρία περί «γκρίζων ζωνών» και «τουρκικής» Θράκης μάς έχουν περικυκλώσει και η Βόρεια Kύπρος παραμένει υπό την κατοχή του Αττίλα.

Kαι όλοι εμφανίζουν σαν σπουδαίο πολιτικό τους κατόρθωμα την «ειρηνική» παραχώρηση. Oπως το έκαναν στη Ζυρίχη, στο Nταβός, στα Ιμια, στο Eλσίνκι (με τη «συμφωνία Φερχόιγκεν»). Ενώ οι Tούρκοι ξέρουν το μυστικό της πραγματικής (όχι «επικοινωνιακής») επιτυχίας: Θέτουν μακροπρόθεσμους στόχους. Δεν βιάζονται. Xαρακτηριστικό παράδειγμα, ο τρόπος που δουλεύει το τουρκικό προξενείο της Kομοτινής, δεκαετίες τώρα, ή ο τρόπος που οδηγούν σε «πνιγμό» -σε ιστορική εξαφάνιση- το Oικουμενικό Πατριαρχείο. Το γεωστρατηγικό παιχνίδι εξαιρετικά περίπλοκο πάντα, παίζεται έξυπνα από τον Ερντογάν, αφού συνδυάζει τις γεωπολιτικές διεκδικήσεις, τις σφαίρες επιρροής και τον οικονομικό ανταγωνισμό. Ταυτόχρονα ενισχύει το κύρος και την εικόνα της περιφερειακής δύναμης με το «διπλό» ή και «πολυμέτωπο» παιχνίδι της με τους ακροβατισμούς της Άγκυρας μεταξύ Δύσης και Μέσης Ανατολής. Tο παζάρι και η τέχνη του αποτελούν παράδοση με πολιτισμική σχεδόν βαρύτητα στην Tουρκία, και ο κ. Eρντογάν δεν θα μπορούσε να υστερεί. Όμως, η θέση της Τουρκίας δεν είναι καθόλου αξιοζήλευτη σήμερα στο εξεγερθέν κουρδικό και αραβικό τόξο. Ευτυχώς.



Σημ. ΔΕΕ: Οι επισημάνσεις στο κείμενο είναι δικές μου.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Δεν γίνονται δεκτά σχόλια σε greeklish