Λυκία
Λύκιοι: Λαός της αρχαιότητας εγκατεστημένος στα νότια παράλια της Μικράς Ασίας, περίφημοι ναυτικοί και διαβόητοι πειρατές. Πληροφορίες για τον λαό αυτόν μπορούμε να συλλέξουμε είτε ξεκαθαρίζοντας προσεκτικά τις αρχαίες παραδόσεις και συνδυάζοντας αυτές με το υπάρχον αρχαιολογικό υλικό είτε από γλωσσολογικές μελέτες και έρευνες. Έτσι, μια ουσιαστική πληροφορία που προκύπτει είναι ότι υπήρχαν ανέκαθεν στενές σχέσεις της περιοχής αυτής (βλ. Χάρτη) με την Κρήτη.
Υπενθυμίζουμε σχετικά την παράδοση που κατέγραψε ο Ηρόδοτος (Α΄ 173) και η οποία αναφέρει ότι μετά από φιλονικία μεταξύ του Μίνωα και του αδελφού του Σαρπηδόνα για τον θρόνο της Κρήτης, ο Σαρπηδών θα εκδιωχθεί και θα καταφύγει με τους οπαδούς του (που ονομάζονταν Τερμίλες) στην περιοχή της Δυτ. Μικράς Ασίας που τότε ήταν γνωστή ως Μιλυάς. Εκεί θα συμμαχήσει με τον Κίλικα (Απολλοδ. Γ΄ Ι. 2) και θα κατακτήσουν την χώρα των Μιλύων που τότε ονομάζονταν Σόλυμοι. Ο Σαρπηδών θα γίνει βασιλιάς της χώρας, παραχωρώντας ένα τμήμα της στον Κίλικα ως αντάλλαγμα της συμμαχίας και της βοήθειάς του.
Στον Σαρπηδόνα θα καταφύγει και ο Λύκος (= φωτισμένος, από την ρίζα λυκ- απ’ όπου και το λατινικό lux, lucis – φως, φωτός), ο γιος του Πανδίονος, εξορισμένος από τον αδελφό του, βασιλιά της Αθήνας, Αιγέα. Ο Λύκος θα διαδεχθεί τον Σαρπηδόνα και από το όνομά του θα κληθεί ολόκληρη η περιοχή Λυκία.
Ο Όμηρος διακρίνει τους Λύκιους από τους Σόλυμους. Αναφέρει (Ιλιάς, Β 875) τους πρώτους ως συμμάχους των Τρώων, με αρχηγούς τον Σαρπηδόνα και τον ανιψιό του τον Γλαύκο, απογόνους του μυθικού ήρωα Βελλεροφόντη. Παρακάτω όμως (Ζ 145-212) παραθέτοντας τα κατορθώματα του Βελλεροφόντη στην Λυκία, αναφέρει ότι πολέμησε με τους Σόλυμους, κατ’ εντολή του βασιλιά της Λυκίας Ιοβάτη, όπως και ο γιος του Βελλεροφόντη, Ίσανδρος. Την ίδια διήγηση αναφέρει λεπτομερέστερα και ο Απολλόδωρος (Βιβλιοθήκη Β΄ ΙΙΙ. 1).
Ο Στράβων παρατηρεί (ΙΒ΄ ΙΙΙ. 27) ότι ο Όμηρος ενώ αναφέρει «…Λυκίους μεν και Σολύμους…», δεν αναφέρει τους Μιλυείς (Μιλύαι ή Μίλυες, κατά τον Στέφανο Βυζάντιο), που όπως φαίνεται με αυτό το όνομα εξακολουθούν και στην εποχή του Στράβωνα (1ος αιώνας π.Χ.) να αποκαλούνται οι κάτοικοι της Λυκίας (ΙΔ΄ ΙΙΙ. 10).
Τέλος, ο Στέφανος Βυζάντιος, ταυτίζει τους Σόλυμους με τους κατοίκους της γειτονικής Πισιδίας (στα βόρεια της Λυκίας. Βλ. λήμμα Πισιδοί).
Συνδυάζοντας τις παραπάνω παραδόσεις με τα ιστορικά, γλωσσολογικά κ.λ.π. στοιχεία που υπάρχουν, μπορούμε σήμερα να ανασυστήσουμε την παλαιότερη ιστορία της Λυκίας. Έτσι, η σύγχρονη έρευνα επιβεβαίωσε κατ’ αρχάς τις παραδόσεις για την εγκατάσταση Κρητών προσφύγων στην Λυκία. Συγκεκριμένα, αποδείχθηκε ότι μετά τις εκτεταμένες καταστροφές που προκλήθηκαν στην Κρήτη από την έκρηξη του ηφαιστείου της Θήρας (Σαντορίνης) γύρω στο 1450 π.Χ., οι Αχαιοί (Μυκηναίοι) της ηπειρωτικής Ελλάδος θα επωφεληθούν από την μεγάλη αναστάτωση που δημιουργήθηκε στην μεγαλόνησο και θα την καταλάβουν, εγκαθιστώντας Αχαϊκή Δυναστεία.
Αυτήν ακριβώς την περίοδο τοποθετείται η έξοδος των Κρητών μεταναστών στις κοντινές περιοχές της Λυκίας και της Καρίας (βλ. και Ulrich Wilcken: Αρχαία Ελληνική Ιστορία σελ. 69-70). Ήδη όμως στην περιοχή κυριαρχούσαν Δυτικά Λουβικά φύλα (Μιλύες) τα οποία είχαν εγκατασταθεί στην περιοχή μετά την Λουβική εισβολή στην Μ. Ασία γύρω στο 2300 π.Χ.
Οι Αριοευρωπαίοι Λούβιοι, υπέταξαν και πιθανόν αφομοίωσαν ένα μέρος των παλαιοτέρων κατοίκων του «Μεσογειακού» υποστρώματος (Σόλυμοι), ενώ τους υπόλοιπους τους απώθησαν στο εσωτερικό (Πισιδία), ερχόμενοι συχνά σε πολεμικές συγκρούσεις μαζί τους, βοηθούμενοι από τους Μυκηναίους αποίκους των γειτονικών παραλιακών περιοχών (πόλεμοι Βελλεροφόντη με Σολύμους).
Οι λουβικής καταγωγής Μιλύες επιβλήθηκαν μεν γλωσσικά, αλλά όπως φαίνεται δέχτηκαν σημαντικές πολιτιστικές επιρροές από τους ιθαγενείς, όπως φανερώνει η τήρηση της μητρογραμμικής καταγωγής και άλλα μητριαρχικά έθιμα που χαρακτηρίζουν όλους τους αρχαίους λαούς του «Μεσογειακού» υποστρώματος.
Στην ενίσχυση αυτών των ιθαγενών πολιτιστικών επιρροών, ασφαλώς συνέβαλαν και οι πρόσφυγες από την Κρήτη, οι Τερμίλες της παράδοσης, οι οποίοι ήσαν Μινωΐτες στην καταγωγή. Αξίζει να σημειωθεί ότι στην επιγραφή που υπάρχει στον λεγόμενο οβελίσκο του Άρπαγου (ο Πέρσης σατράπης που προσάρτησε την Λυκία), ο οποίος βρίσκεται σήμερα στο Λονδίνο, οι Λύκιοι αυτοαποκαλούνται t r ṁ m l = Τερμίλαι.
Μετά την εγκατάστασή τους στην Λυκία, οι έμπειροι Κρητικοί ναυτικοί επιδόθηκαν στην πειρατεία και μαζί με τους ιθαγενείς κατοίκους της χώρας αλλά και γειτονικών περιοχών (Καρία, Κιλικία), πραγματοποιούν επιδρομείς μέχρι την Κύπρο και την Αίγυπτο.
Την περίοδο της Χιττιτικής αυτοκρατορίας, η περιοχή και οι κάτοικοι ονομάζονται Λούκκα/Λούκκι (Luqqa/Luqqi) και με αυτό το όνομα εμφανίζονται στις Αιγυπτιακές επιγραφές.
Οι Λύκιοι θα πάρουν μέρος στα γεγονότα του Τρωϊκού πολέμου, όπως επίσης θα παίξουν και πρωτεύοντα ρόλο στις μεταναστεύσεις των «Λαών της Θάλασσας» που θα αναστατώσουν την Ανατολική Μεσόγειο τον 12ο αιώνα π.Χ. (Λεπτομέρειες βλ. Δημ. Ευαγγελίδη: «Η καταγωγή των Αριοευρωπαίων» τόμος Α΄ τεύχος 2 - Κεφάλαιο 6, ε – Οι λαοί της Μικράς Ασίας).
Χαρακτηριστικός μνημειακός τάφος στην Λυκία
Θα πρέπει να τονίσουμε στο σημείο αυτό ότι οι ονομασίες Λούβιοι και Λύκιοι, προέρχονται από την ίδια αριοευρωπαϊκή ρίζα Lukw – κάτι που σχετίζεται άμεσα με το γεγονός ότι η Λυκιακή γλώσσα θεωρείται απόγονος της Δυτικής Λουβικής διαλέκτου. Η γλωσσική κυριαρχία αυτής της διαλέκτου, που χρησιμοποιούσαν στην περιοχή, διατηρήθηκε και επιβλήθηκε στους ιστορικούς χρόνους.
Η Λυκιακή γλώσσα είναι πλέον αρκετά γνωστή στους γλωσσολόγους και η θέση της ανάμεσα στην Μικρασιατική ομάδα των Αριοευρωπαϊκών γλωσσών είναι πλέον αδιαμφισβήτητη, όπως απέδειξε οριστικά ο Δανός γλωσσολόγος Holger Pedersen το 1945.
Διαθέτουμε σήμερα πάνω από 150 επιγραφές (κυρίως μνημειακές) στην Λυκιακή γλώσσα γραμμένες στο Λυκιακό αλφάβητο (βλ. Εικόνα) με 29 γράμματα που προέρχεται όχι από ένα ανατολικό ελληνικό πρωτότυπο όπως θα ήταν αναμενόμενο, αλλά από το Δωρικό αλφάβητο, προφανώς από τους αποίκους της γειτονικής μικρασιατικής Δωρίδος.
Το Φρυγικό, Λυδικό και Λυκιακό αλφάβητο
Ανάμεσα στις επιγραφές υπήρχαν και αρκετές δίγλωσσες, στην Λυδική και στην Ελληνική γλώσσα, καθώς και η μεγάλη τρίγλωσση στήλη της Ξάνθου (η πρωτεύουσα της αρχαίας Λυκίας, στην ανατολική όχθη του ποταμού Ξάνθου), με κείμενα που διασώθηκαν πλήρη στην Ελληνική, Λυκιακή και Αραμαϊκή γλώσσα.
Θα πρέπει τέλος, να αναφέρουμε και την γλώσσα που ανακαλύφθηκε ανάμεσα στα κείμενα των παραπάνω επιγραφών, η οποία ονομάσθηκε «Λυκιακή Β» ή «Μιλυακή», για την οποία δεν υπάρχουν ακόμη επαρκή στοιχεία. Οι ερευνητές θεωρούν ότι πρόκειται μάλλον για μια αρχαϊκή μορφή της Λυκιακής γλώσσας (βλ. C.A.H. Vol. III part 2, σελ. 673).
Από το λήμμα Λυδοί του "Λεξικού των λαών του Αρχαίου Κόσμου" (Κυρομάνος, 2006) του Δημήτρη Ε. Ευαγγελίδη.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Δεν γίνονται δεκτά σχόλια σε greeklish