Τρίτη 30 Νοεμβρίου 2010

Ιταλικοί λαοί (4)


Σαμνίτες: Μία πανίσχυρη ομοσπονδία φύλων της Ιταλικής χερσονήσου, που ήσαν εγκατεστημένοι στο νότιο τμήμα των κεντρικών Απεννίνων, περίφημοι για την γενναιότητα και τις πολεμικές αρετές τους. Ανήκαν στους λεγόμενους Δευτερο-Ιταλικούς λαούς (βλ. Ιταλικοί λαοί), οι οποίοι μιλούσαν διαλέκτους που κατατάσσονται στην Οσκο-Ουμβρική ομάδα των Ιταλικών γλωσσών και ειδικότερα στην Οσκική γλώσσα.
Η Οσκική, η γλώσσα των Σαμνιτών, των ισχυρότατων και πλέον επικίνδυνων αντιπάλων της Ρώμης (η διάλεκτος των οποίων θεωρείται η τυπική μορφή της Οσκικής), διαθέτει επιγραφές από τον 5ο π.Χ. αιώνα, γραμμένες στο Ετρουσκικό αλφάβητο (βλ. λεπτομέρειες στο λήμμα Όσκοι).
Η χώρα τους, το Σάμνιον (Samnium), ήταν μακριά από την θάλασσα, από την οποία τους απέκοπταν στα ανατολικά μεν η περιοχή των συγγενών τους Φρεντανών και στην συνέχεια των Δαυνίων και των Πευκετίων (τους οποίους υπέταξαν και αφομοίωσαν τον 5ο αιώνα π.Χ. οι επίσης συγγενείς των Σαμνιτών Άπουλοι) , ενώ στα δυτικά το Λάτιον και η Καμπανία (βλ. Χάρτη).
Κατά τον Στράβωνα (Ε΄ ΙΙΙ. 1), οι Σαυνίτες, όπως τους ονομάζει, ήσαν «άποικοι Σαβίνων» (βλ. σχετικό λήμμα) και αναφέρει στην συνέχεια (IV. 12) διάφορες παραδόσεις από την παλαιότερη Ιστορία τους, όπως τις ακόλουθες που παρουσιάζουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον:
«…Οι Σαβίνοι, επειδή πολεμούσαν πολύ καιρό εναντίον των Ομβρικών (βλ. Όμβροι), έταξαν, όπως κάνουν και μερικοί Έλληνες, να αφιερώσουν (σε κάποιον θεό) όλη την παραγωγή μιας χρονιάς. Νίκησαν, και από την παραγωγή ένα μέρος θυσίασαν και ένα άλλο αφιέρωσαν. Έτυχε όμως έλλειψη αγαθών, οπότε κάποιος είπε ότι έπρεπε να αφιερώσουν και τα παιδιά τους. Αυτοί το έκαναν, οπότε τα παιδιά που γεννήθηκαν τότε, τα αφιέρωσαν στον (θεό) Άρη και με αρχηγέτη τους έναν ταύρο τα έστειλαν να ιδρύσουν αποικία. Ο ταύρος ημέρωσε στην χώρα των Οπικών (βλ. Οπικοί, Όσκοι), που ζούσαν σε μικρούς οικισμούς και αφού τους έδιωξαν, εγκαταστάθηκαν εκεί και έσφαξαν τον ταύρο προς τιμήν του Άρεως, που τους τον έδωσε αρχηγέτη, σύμφωνα με την απόφαση των μάντεων. Φαίνεται ότι γι’ αυτό ονομάστηκαν Σαβέλλοι, που είναι υποκοριστικό από τους γονείς τους. Σαμνίτες ονομάστηκαν από άλλη αιτία. Οι Έλληνες τους λένε Σαυνίτες. Λένε ότι συγκατοίκησαν με τους Λάκωνες, γι’ αυτό και ήσαν φιλέλληνες. Μερικοί τους λένε Πιτανάτες (Πιτάνη, ονομαζόταν μία από της κώμες που απετέλεσαν την αρχαία Σπάρτη σ.σ.). Φαίνεται ότι αυτά είναι πλαστά από τους Ταραντίνους που κολάκευαν τους γείτονές τους (δηλ. τους Λευκανούς, που κατά τον Στράβωνα, ήσαν άποικοι των Σαμνιτών. Βλ. λήμματα Λευκανοί και Μεσσάπιοι) που ήσαν πολύ ισχυροί και ζητούσαν να τους οικειωθούν. Ήταν λαός που μπορούσε να στείλει 80.000 πεζούς και 8.000 ιππείς. Λένε ότι στους Σαυνίτες υπάρχει νόμος που είναι καλός και προτρέπει προς την αρετή…».
Στο σημείο αυτό θεωρούμε σκόπιμο το ξεκαθάρισμα των όρων Σαβέλλοι, Σαβίνοι και Σαμνίτες.
Ο όρος Σάβελλος ή Σαβέλλος (Sabellus), άρχισε να χρησιμοποιείται από τους Ρωμαίους μετά τον 3ο αιώνα π.Χ. ως γενικός χαρακτηρισμός για όλα τα φύλα που ομιλούσαν Οσκικές διαλέκτους. Παλαιότερα, οι Έλληνες και Ρωμαίοι συγγραφείς χρησιμοποιούσαν τον όρο Σαυνίτες ή Σαμνίτες αντί του όρου Σάβελλοι ή Σαβέλλοι για να χαρακτηρίσουν τους φορείς Οσκικών διαλέκτων, ανεξάρτητα αν αυτοί ζούσαν στο Σάμνιον (Samnium), την κυρίως χώρα των Σαμνιτών (η ορεινή χώρα στα βόρεια της Καμπανίας) ή όχι. Πρόγονοι των Σαμνιτών θεωρούνται οι θρυλικοί Σαβίνοι, που διαδραμάτισαν αποφασιστικό ρόλο στην πρώϊμη Ιστορία της Ρώμης.

Το αρχαίο Σάμνιον και γειτονικοί λαοί


Σύμφωνα με τις πρόσφατες απόψεις των ερευνητών, οι συγγενείς αυτοί όροι, προέρχονται από την οσκική λέξη Safineis, με την οποία αυτοαποκαλούνταν οι Σαμνίτες στην γλώσσα τους. Η αντίστοιχη λέξη στην Λατινική ήταν Sabini, αλλά ο όρος περιορίστηκε να σημαίνει τον λαό των Σαβίνων, όπως αυτοί έγιναν γνωστοί στο συγκεκριμένο ιστορικό πλαίσιο (C.A.H. Vol. IV σελ. 703).
Η αρχαιολογική έρευνα αποκάλυψε ότι στην αρχαιότητα, αλλά και σε νεώτερες εποχές, η χώρα των Σαμνιτών ήταν πυκνοκατοικημένη και αντιμετώπιζε προβλήματα υπερπληθυσμού, γεγονός που τους ανάγκαζε να αναζητούν νέα εδάφη. Έχει υπολογισθεί ότι την περίοδο πριν από την έναρξη του Α΄ Σαμνιτικού πολέμου (343-341 π.Χ.), ο συνολικός πληθυσμός των Σαμνιτών έφθανε τις 450.000 άτομα, ένας πραγματικά εντυπωσιακός αριθμός για τα μέτρα εκείνης της εποχής (βλ. σχετικά C.A.H. Vol. VΙΙ part 2, σελ. 351-353).
Η πολιτική οργάνωση των Σαμνιτών ήταν απλή. Την Σαμνιτική Ομοσπονδία αποτελούσαν τέσσερες μεγάλες «φυλετικές» ομάδες (=υποφύλα ή Φυλές, σύμφωνα με την αρχαιοελληνική ορολογία. Βλ. Επίμετρον στο βιβλίο του Δημ. Ευαγγελίδη «Λεξικό των Αρχαίων Ελληνικών και περι-Ελλαδικών φύλων»). Αυτές ήσαν οι Ιρπίνοι (Hirpini), οι Καουντίνοι (Caudini), οι Καρρικίνοι (Carricini) και τέλος οι Πέντροι (Pentri), η πολυπληθέστερη και ισχυρότερη «φυλετική» ομάδα που κατοικούσε στο ανατολικό και κεντρικό Σάμνιον.
Θα πρέπει να έχουμε πάντοτε κατά νου, ότι οι Σαμνίτες ανήκαν στην ευρύτερη γλωσσική και πολιτιστική κοινότητα των Οσκικών λαών, οι οποίοι με τις μεταναστεύσεις τους στην διάρκεια του 5ου αιώνα π.Χ. είχαν εξαπλωθεί στο μεγαλύτερο τμήμα της νότιας Ιταλικής χερσονήσου. Έχοντας συγχωνευθεί με τους παλαιότερους κατοίκους των περιοχών αυτών διαμόρφωσαν νέους λαούς που αναφέρονταν στις αρχαιοελληνικές πηγές ως Καμπανοί, Λευκανοί, Βρέττιοι, Άπουλοι, αλλά και μικρότερα φύλα όπως οι Μαρσοί (Marsi), οι Πελίγνοι (Paeligni), οι Βεστίνοι (Vestini), οι Μαρρουκίνοι (Marrucini) και οι Φρεντανοί (Frentani), εγκατεστημένοι στην πλευρά του Αδριατικού πελάγους, αλλά και στο εσωτερικό. Για ένα μεγάλο χρονικό διάστημα θα συγκρουσθούν σκληρά με τους Ρωμαίους για την κυριαρχία της Ιταλικής χερσονήσου, μια διαμάχη που θα αποβεί εις βάρος των Σαμνιτών και υπέρ της Ρώμης, μετά τους περίφημους Σαμνιτικούς Πολέμους.
Τα γεγονότα που οδήγησαν στην έκρηξη του Α΄ Σαμνιτικού πολέμου (343-341 π.Χ.), ξεκίνησαν από την διεκδίκηση της γειτονικής πλουσιότατης και εξαιρετικά εύφορης περιοχής της Καμπανίας.
Υπενθυμίζουμε ότι οι διεισδύσεις των Σαμνιτών στην περιοχή είχαν αρχίσει από τα τέλη του 6ου αιώνα π.Χ. Αυτοί οι σκληραγωγημένοι ορεσίβιοι, άρχισαν να κατεβαίνουν από τους φυσικά οχυρούς οικισμούς τους στο εσωτερικό της χερσονήσου, τις ορεινές περιοχές των Απεννίνων, της «ραχοκοκκαλιάς» της Ιταλίας. Οι Σαμνίτες, αντιμετώπιζαν ήδη πρόβλημα υπερπληθυσμού, όπως προαναφέραμε και ήταν λογικό να τους ελκύσουν οι πεδινές εκτάσεις της Καμπανίας. Σύντομα αυτοί οι Σαμνίτες μετανάστες (Σαβέλλοι) θα ηγηθούν μιας ομοσπονδίας πόλεων της Καμπανίας και θα αποδεχθούν εύκολα τις ελληνικές και ετρουσκικές επιδράσεις, μιμούμενοι όχι μόνον τα πολιτιστικά τους στοιχεία, αλλά και τις επιδόσεις τους στο εμπόριο και τις επιχειρήσεις. Βαθμιαία θα μετασχηματισθούν σε έναν νέο λαό και στα μέσα του 5ου αιώνα π.Χ. οι Σαβέλλοι της βόρειας Καμπανίας, θεωρούνται πλέον ως ξεχωριστό φύλο με την ονομασία Καμπανοί.
Το 424/423 π.Χ. οι Σαβέλλοι θα καταλάβουν την ετρουσκική Καπύη (Capua), που θα γίνει τον 4ο αιώνα π.Χ. η πρωτεύουσά τους στην βόρειο Καμπανία. Το 421 π.Χ. θα καταληφθεί και η ελληνική αποικία της Κύμης (βλ. για τα παραπάνω C.A.H. Vol. VΙΙ part 2, σελ. 359 και The Western Greeks, σελ. 166). Γύρω στο 343 π.Χ. οι Καμπανοί, απειλούμενοι από νέα κύματα μεταναστών από το Σάμνιον (Samnium, η χώρα των Σαμνιτών), θα λάβουν την μοιραία απόφαση, κάτω από την ηγεσία της Καπύης, να ζητήσουν στρατιωτική βοήθεια από την Ρώμη. Οι Ρωμαίοι, έχοντας από καιρό επισημάνει τα πλούσια εδάφη της Καμπανίας και με την προοπτική ότι θα επωφεληθούν από την ανάμειξή τους στις υποθέσεις της Καμπανίας, δεν δίστασαν να πάρουν την απόφαση και να απαντήσουν θετικά στο αίτημα των Καμπανών.
Έτσι, θα ξεσπάσει όχι μόνον ο λεγόμενος Α΄ Σαμνιτικός πόλεμος (343-341 π.Χ.), αλλά η απόφασή τους αυτή θα αποτελέσει και το έναυσμα για μια αλυσσιδωτή αντίδραση, που οι επιπτώσεις της θα επηρεάσουν ευρύτερες περιοχές.
Αρχικά (343 π.Χ.), οι Ρωμαίοι θα νικήσουν τους Σαμνίτες και θα τους εκδιώξουν από την Καμπανία καταλαμβάνοντας μάλιστα και την Καπύη, αλλά στην συνέχεια θα αντιμετωπίσουν σοβαρά προβλήματα, καθώς οι στρατιώτες τους θα στασιάσουν (342 π.Χ.) αρνούμενοι να πολεμήσουν σε μια ξένη περιοχή. Τελικώς, το 341 π.Χ. οι Σαμνίτες θα αναγκασθούν να ζητήσουν ειρήνη και έτσι θα λήξει ο πόλεμος, αλλά την ίδια χρονιά οι Ρωμαίοι ξεκίνησαν τον πόλεμο με την Λατινική Συμπολιτεία (βλ. Λατίνοι). Οι Ρωμαίοι μετά την συντριβή των Λατίνων και την διάλυση της Λατινικής Συμπολιτείας (338 π.Χ.), θα αρχίσουν ένα ευρύτατο πρόγραμμα αποικισμού της Καμπανίας που προφανώς οι Σαμνίτες δεν ήταν δυνατόν να ανεχθούν.
Οι προκλήσεις των Ρωμαίων αποίκων θα αποτελέσουν και την αφορμή της έκρηξης του Μεγάλου ή Β΄ Σαμνιτικού πολέμου (327-304 π.Χ.).
Αφορμή του πολέμου υπήρξε η κατάληψη (327/326 π.Χ.) της ελληνικής αποικίας της Νεαπόλεως (σημερ. Napoli), συμμάχου των Σαμνιτών, η οποία παρά τις ενισχύσεις που έλαβε από τις άλλες ελληνικές αποικίες και ιδίως τον Τάραντα και την στρατιωτική βοήθεια από τους Σαμνίτες, θα πέσει στα χέρια των Ρωμαίων εξ αιτίας εσωτερικών προστριβών μεταξύ των κατοίκων της.
Τα πρώτα έτη του πολέμου πάντως, θα κυλήσουν χωρίς σοβαρές συγκρούσεις και αξιοσημείωτα γεγονότα. Το 321 π.Χ. οι Ρωμαίοι θα υποστούν μια από τις πλέον ταπεινωτικές και εξευτελιστικές ήττες της Ιστορίας τους, όταν μια ολόκληρη στρατιά θα παραδοθεί στους Σαμνίτες, όταν παγιδεύθηκε στα Καυδιανά Δίκρανα, ανατολικά της Καπύης. Οι Ρωμαίοι θα αφεθούν ελεύθεροι αφού υποχρεωθούν να διέλθουν σε στρατιωτικό σχηματισμό, άοπλοι και ημίγυμνοι, κάτω από έναν «ζυγό» που σχημάτιζαν οι λόγχες των νικητών.
Μετά από αυτήν την καταστροφή οι εχθροπραξίες θα σταματήσουν για πέντε περίπου χρόνια, τα οποία οι μεν Ρωμαίοι αξιοποίησαν για μια πλήρη ανασύνταξη των δυνάμεών τους, οι δε Σαμνίτες επαναπαύθηκαν στις δάφνες τους. Επί πλέον, οι Ρωμαίοι με συνεχείς εκστρατείες στις γύρω περιοχές θα υποχρεώσουν τα διάφορα φύλα που τις κατοικούσαν να συμμαχήσουν μαζί τους ή προχωρούσαν στην εξόντωσή τους, όπως συνέβη με τον σφαγιασμό των Αυρούγκων (Aurunci, βλ. Αύσονες) το 315/314 π.Χ. (Τίτος Λίβιος, ΙΧ. 25.9).
Παρ’ όλα αυτά οι Σαμνίτες θα κερδίσουν ακόμα μια μάχη το 315 π.Χ. έχοντας εισβάλει στο Λάτιον, δηώνοντας τις παραλιακές περιοχές μέχρι την Αρδέα (Στράβων, ΙΙΙ. 5). Ήδη όμως οι Ρωμαίοι είχαν πάρει την πρωτοβουλία των κινήσεων και με τις επιτυχημένες εκστρατείες των προηγουμένων ετών, είχαν περικυκλώσει το Σάμνιον με τους γύρω λαούς με τους οποίους είχαν συνάψει στρατιωτικές συμμαχίες. Η σαφέστερη απόδειξη της ρωμαϊκής υπεροχής ήταν η κατασκευή της περίφημης Αππίας Οδού, μιας μεγάλης λεωφόρου που οδηγούσε από την Ρώμη στην Καπύη.
Μετά το 312 π.Χ. οι Ρωμαίοι θα αρχίσουν συνεχείς επιθέσεις και εισβολές στην χώρα των Σαμνιτών και θα κερδίσουν τις περισσότερες μάχες. Σε μια τελευταία μεγάλη σύγκρουση, οι Σαμνίτες θα υποστούν συντριπτική ήττα και ο ο ηγέτης τους, Στάτιος Γκέλλιος (Statius Gellius) θα πέσει στο πεδίο της μάχης. Οι Σαμνίτες θα εξαναγκασθούν να ζητήσουν ειρήνη και ο πόλεμος θα λήξει το 304 π.Χ.
Οι υπερήφανοι Σαμνίτες όμως δεν αποδέχθηκαν την ήττα τους και μετά από λίγα χρόνια θα ξεσπάσει ο Γ΄ Σαμνιτικός πόλεμος (298-290 π.Χ.).
Οι Σαμνίτες θα συμμαχήσουν με τους Όμβρους, όταν το 296 π.Χ. ό διοικητής των σαμνιτικών δυνάμεων θα προελάσει βόρεια, στην κεντρική Ιταλία και μαζί με τους Γαλάτες και τους Ετρούσκους θα αποτελέσουν μια τρομακτική πολεμική δύναμη, αλλά οι Ρωμαίοι με την επιδέξια διπλωματία τους θα διχάσουν τους συμμάχους, ενώ παράλληλα η εμπειροπόλεμη στρατιωτική τους μηχανή θα συντρίψει τις συμμαχικές δυνάμεις στην μάχη του Σεντίνου (Sentinum) στα Απέννινα το 290 π.Χ. Οι Σαμνίτες θα υποχρεωθούν να συνθηκολογήσουν με βαρύτατους όρους και θα υποχρεωθούν να δεχθούν πολυάριθμες ρωμαϊκές αποικίες στην χώρα τους.
Παρά το γεγονός όμως ότι είχαν αποδεκατισθεί και συρρικνωθεί, θα επιχειρήσουν να απελευθερωθούν με κάθε ευκαιρία. Έτσι θα βοηθήσουν τόσο τον βασιλέα των Μολοσσών Πύρρο Α΄ στην διάρκεια της εκστρατείας του στην Ιταλία (280-275 π.Χ.) εναντίον της Ρώμης, όσο και τον Καρχηδόνιο Αννίβα στα χρόνια του Β΄ Καρχηδονιακού Πολέμου (218-201 π.Χ.).
Έτσι εξηγείται και το μίσος των Ρωμαίων εναντίον τους, που δεν δίσταζαν με την παραμικρή αφορμή να τους σφαγιάζουν ανηλεώς. Η σχετική διήγηση του Στράβωνος (Ε΄ IV. 11), αναφερόμενη στις πράξεις του διαβόητου Ρωμαίου στρατηγού Σύλλα (Lucius Cornelius Sulla, 136-78 π.Χ.) είναι χαρακτηριστική:
«…πολέμησε μαζί τους μπροστά στα τείχη της Ρώμης (σ.σ. εννοεί την άλωση της Ρώμης, από τον Σύλλα και τους οπαδούς του το 82 π.Χ. και την οποία υπερασπίστηκαν κυρίως σαμνιτικά στρατεύματα μαζί με λίγους Ρωμαίους) και άλλους έσφαξε στην μάχη, δίνοντας εντολή να μη κρατούν αιχμαλώτους, ενώ αυτούς που κατέθεσαν τα όπλα, κάπου τρεις χιλιάδες, τους πήγε στην Δημόσια έπαυλη, στο πεδίον του Άρεως και τους φυλάκισε εκεί. Μετά από τρεις μέρες έστειλε στρατιώτες και τους έσφαξε όλους. Έκανε επίσης πλήθος προγραφών και δεν σταμάτησε πριν εξοντώσει όλους τους Σαυνίτες, ενώ άλλους τους έδιωξε από την Ιταλία. Σε αυτούς που τον ρωτούσαν γιατί τόσο μίσος, έλεγε ότι έμαθε εκ πείρας ότι ποτέ οι Ρωμαίοι δεν θα απολαύσουν ειρήνη όσο μένουν Σαυνίτες κοντά τους. Και έτσι οι πόλεις τους μετέπεσαν σε κώμες και μερικές εξαφανίσθηκαν τελείως…».
Όπως ήδη έχει αναφερθεί, η Οσκική, η γλώσσα των Σαμνιτών, κατατάσσεται στην Οσκο-Ουμβρική ομάδα των Ιταλικών γλωσσών.
Η μακροσκελέστατη και σημαντικότερη επιγραφή της Σαμνιτικής διαλέκτου περιέχεται στην επιγραφή μιας μικρής χάλκινης πλάκας (Tabula Agnonensis), στην οποία αποτυπώνεται πλήρως το Οσκικό αλφάβητο.
Οι Σαμνίτες εξαφανίσθηκαν πλήρως στην διάρκεια του 1ου αιώνα μ.Χ.

(Από το "Λεξικό των Λαών του Αρχαίου Κόσμου" του Δ.Ε.Ευαγγελίδη, λήμμα Σαμνίτες)

Δευτέρα 29 Νοεμβρίου 2010

Λορέντζος Μαβίλης


Πριν από 98 χρόνια, στις 28 Νοεμβρίου 1912, άφηνε την τελευταία του πνοή ο Επτανήσιος ποιητής και ένθερμος πατριώτης Λορέντζος Μαβίλης (1860-1912) στην μάχη του Δρίσκου, κοντά στα Ιωάννινα, κατά τον Πρώτο Βαλκανικό πόλεμο. Τιμώντας την μνήμη του, αναδημοσιεύουμε το εξαιρετικό άρθρο του Γιώργου Σκλαβούνου για τον Μαβίλη, που πρωτοδημοσιεύθηκε το 2007 στο μηνιαίο κερκυραϊκό περιοδικό "ναί".
ΔΕΕ





Κυριακή 28 Νοεμβρίου 2010

Ειδήσεις στα αρχαία ελληνικά (36)


(κλικ επάνω στην εικόνα του κειμένου για μεγέθυνση)

Και άλλες διεθνείς ειδήσεις στα αρχαία ελληνικά από την ιστοσελίδα του Καταλανού καθηγητή κλασσικής φιλολογίας Joan Coderch-i-Sancho “Akropolis World Νews” (http://www.akwn.net/).

Σάββατο 27 Νοεμβρίου 2010

Νενικήκαμεν;


Νενικήκαμεν;
 του Βασίλη Χλέτσου

«Νενικήκαμεν», την ιστορική αυτή φράση, την είπε ο μαραθωνοδρόμος οπλίτης Ευκλής, και όχι ο Φειδιππίδης όπως οι περισσότεροι νομίζουν. Ο Ευκλής ήταν οπλίτης, ο οποίος διένυσε με τον οπλισμό του 42 χλμ, για να ανακοινώσει τον νίκη των Αθηναίων κατά των Περσών στον Μαραθώνα το 490 π.χ. Χαρακτηριστική είναι η παραπάνω καλλιτεχνική αναπαράσταση που τον παρουσιάζει να ξεψυχά εισερχόμενος στην Αθήνα, αναγγέλλοντας την χαρμόσυνη είδηση.



Σε αντίθεση με τον Μαραθώνιο, ο υπερμαραθώνιος αγώνας του Σπαρτάθλου δεν είναι γνωστός στους περισσοτέρους σύγχρονους Έλληνες. Όπως συνέβαινε και με τον γράφοντα, ο οποίος λόγω της φύσης της εργασίας του, συμμετείχε στην φιλοξενία των αθλητών στην Αθήνα. Τότε έμαθα για το αγώνισμα, και ήρθα σε επαφή με τους αθλητές που έρχονται από όλο τον κόσμο για να διανύσουν την εξοντωτική αυτή πορεία για να φτάσουν εξουθενωμένοι στην Σπάρτη, τερματίζοντας στο άγαλμα του Λεωνίδα, ξεσπώντας δάκρυα, και φιλώντας τα πόδια του αγάλματος. Αυτοί (οι αλλοεθνείς Βάρβαροι) γνωρίζουν!


Τότε όμως επίσης, ένοιωσα ντροπή για τις συνθήκες φιλοξενίας των ξένων αθλητών από την Ελληνική επιτροπή, καθώς οι αθλητές πλήρωναν για την συμμετοχή και την διαμονή τους στην Ελλάδα, και «εμείς» τους στοιβάζαμε σε τρίκλινα και τετράκλινα δωμάτια, αθλητές αγνώστους μεταξύ τους, οι οποίοι πρέπει να είναι ξεκούραστοι για την διαδρομή. Παράπονα, φωνές και απογοήτευση αλλά ποιος νοιάζεται, αυτοί είναι οι "Βάρβαροι"...! Ποίοι είναι όμως άραγε οι πραγματικοί Βάρβαροι;
Για να διαπιστώσουμε την άβυσσο που χωρίζει τον αρχαίο Ελληνικό κόσμο και τους τότε σύγχρονους Βαρβάρους, με τους σύγχρονους Έλληνες, αξίζει να αφηγηθούμε απλά ένα στιγμιότυπο από την περιγραφή του Ηροδότου:
Μετά την θυσία των 300 και την τελική νίκη των Περσών στη μάχη των Θερμοπυλών, τα περσικά στρατεύματα βαδίζοντας προς τον νότο αναζητώντας τον υπόλοιπο Ελληνικό στρατό, πληροφορήθηκαν ότι οι Έλληνες βρίσκονταν στην Ολυμπία, για την τέλεση της έβδομης Ολυμπιάδας.
Σε ελεύθερη απόδοση ο διάλογος μεταξύ του Ξέρξη και του αυλικού του ήταν έτσι:

- Πού βρίσκονται Έλληνες τώρα;
- Στην Ολυμπία είναι. Εκεί έχουν μαζευτεί όλοι τους.
- Και τι κάνουν εκεί;
- Αθλητικούς αγώνες.
- Πως το είπες;
- Αθλητικούς ολυμπιακούς αγώνες!
- Και τι είναι πάλι αυτό;
- Να, τρέχουν ο ένας δίπλα στον άλλο, ποιος θα έλθει πρώτος.
- Τρέχουν'
- Ναι
- Και τι βραβείο παίρνει ο πρώτος;
- Ένα κλαδί αγριελιάς!
- Τι;
- Ναι τον στεφανώνουν με ένα κλαδί αγριελιάς που τον λένε κότινο (1).
- Μίλα καλά, ανάξιε σκλάβε
- Αλήθεια λέω αφέντη μου. Ένα κλαδί αγριελιάς!

Κοιτάζονται οι Πέρσες στρατηγοί μεταξύ τους μην πιστεύοντας στα αυτιά τους. Παγωνιά έπεσε στο στρατόπεδο των Περσών. Σε τι τόπο είχαν έρθει; Την σιωπή έσπασε ο γιος του ευυπόληπτου Πέρση πολέμαρχου Αρτάβανου, Τριταντέχμης, είπε: «Αλλοίμονο, Μαρδόνιε, με ποιους άνδρες μας έφερες να πολεμήσουμε! Μ' αυτούς που δεν αγωνίζονται για χρήματα, αλλά για την αρετή!».
Παπαί, Μαρδόνιε, κοίους επ' άνδρας ήγαγες μαχησομένους ημέας, οι ου περί χρημάτων τον αγώνα ποιούνται, αλλά περί αρετής!»)



Αντίστοιχο πολιτισμικό σοκ έπαθε και ένας άλλος «Βάρβαρος» ο Ανάχαρσης, που είχε έρθει από την Μαύρη θάλασσα στην Αθήνα το 590 π.χ αναζητώντας την Ελληνική σοφία. (Τώρα οι Βάρβαροι έρχονται για να μας επιβάλουν τους όρους τους)
ΑΝΑΧΑΡΣΗΣ.- «Και δεν μου λες σε παρακαλώ Σόλων, γιατί κάνουν αυτά τα πράγματα εδώ οι νέοι. Βλέπω ότι αλείφθηκαν με λάδι και έτριψαν φιλικότατα ο ένας τον άλλον, έπειτα δεν γνωρίζω τι έπαθαν και όρμησαν με την κεφαλή χαμηλωμένη και άρχισαν να αλληλοσπρώχνονται και να συγκρούουν τα μέτωπα τους.
Να!, εκείνος άρπαξε τον άλλον από τα πόδια και τον έριξε κάτω και δεν τον αφήνει να σηκωθεί αλλά τον ωθεί κάτω με ορμή !
Τώρα δε αφού τον καβαλίκευσε, τον κρατά μεταξύ των σκελών του, πέρασε τον βραχίονα του κάτω από τον λαιμό του, και ο άλλος τον χτυπά ελαφρά στον ώμο του ζητώντας τον να τον αφήσει..!
Οι άλλοι εδώ που βλέπω ορμούν τώρα ο ένας στον άλλο με ΠΥΞ (μπουνιές) και ΛΑΞΤΙΜΑΤΑ! (κλωτσιές)! Μάλιστα ο επιβλέπων αυτούς δεν τους χωρίζει αλλά τους παρακινεί και επαινεί εκείνον που χτύπησε τον άλλον!!
Άλλοι πιο δίπλα ευρίσκονται σε μεγάλη κίνηση πηδούν ψηλά και λακτίζουν στον αέρα !!
Θέλω να μάθω λοιπόν για ποιον λόγο έχουν τρελαθεί αυτοί οι άνθρωποι και τα κάνουν αυτά».
Η απάντηση του Σόλωνα ήταν η εξής:
- «Δεν γίνονται αυτά από τρέλα, ούτε με διάθεση να προσβάλει ο ένας την αξιοπρέπεια και την τιμή του άλλου, χτυπιούνται μεταξύ τους και κυλιούνται στην λάσπη, και ρίχνουν ο ένας σκόνη στον άλλο. Αυτό που κάνουν έχει κάποια χρησιμότητα και απόλαυση, και δυναμώνει πολύ τα σώματα τους. Αν μάλιστα μείνεις ένα διάστημα στην Ελλάδα, όπως ελπίζω ότι θα κάνεις, πριν περάσει πολύς καιρός θα είσαι και εσύ ένα από τους λασπωμένους ή σκονισμένους. Τόσο ευχάριστο θα βρεις αυτό το πράγμα».


Ας επανέλθουμε όμως στο σήμερα. Η αναβίωση του Σπαρτάθλου, ανήκει ως συνήθως, σε έναν αλλοεθνή "βάρβαρο" Eλληνολάτρη και μελετητή της Αρχαίας Ελληνικής Ιστορίας, τον Βρετανό σμήναρχο της RAF John Foden .
Ο John Foden διαβάζοντας λοιπόν τον Ηρόδοτο (δεν είχε τίποτα καλύτερο να κάνει) διερωτήθηκε έαν θα μπορούσε κάποιος σήμερα να διανύσει τα 250 χλμ. Αθήνας - Σπάρτης σε δύο μέρες. Σκέφθηκε τότε πως ο μόνος τρόπος να το διαπιστώσει, ήταν να τρέξει ο ίδιος την ιστορική διαδρομή, αφού ο ίδιος ήταν δρομέας μεγάλων αποστάσεων. Έτσι με άλλους τέσσερις συναδέλφους του επίσης δρομείς, ήρθε στην Αθήνα το φθινόπωρο του 1982, και στις 9 Οκτωβρίου, μετά από 36 ώρες ο John Foden, έφτάσε τρέχοντας στη Σπάρτη μπροστά στο άγαλμα του Λεωνίδα. Ο συνάδελφος του John Scholten είχε φτάσει μισή ώρα νωρίτερα και τέλος ο John MacArthy τερμάτισε σε λιγότερο από 40 ώρες. Η ομάδα των βρετανών είχε αποδείξει πως ο Ηρόδοτος είχε δίκιο! Ένας άνθρωπος είναι πράγματι ικανός να καλύψει 250 χλμ. σε δύο μέρες.
Μετά την επιτυχία του εγχειρήματος, ο πρωτεργάτης του άρχισε να οραματίζεται την καθιέρωση ενός αγώνα που θα έφερνε στην Ελλάδα δρομείς μακρινών αποστάσεων από όλον τον κόσμο για να τρέξουν στα ίχνη του αρχαίου ημεροδρόμου Φειδιππίδη. Το 1983 οργανώθηκε ο υπερμαραθώνιος του Α' Διεθνούς "ΣΠΑΡΤΑΘΛΟΝ" με την συμμετοχή 45 δρομέων από 11 χώρες και την Ελλάδα. Από τότε ο αγώνας πραγματοποιείται κάθε Σεπτέμβρη γιατί τότε τοποθετεί χρονολογικά ο Ηρόδοτος την αποστολή του Φειδιππίδη στην Σπάρτη.
Οι δρομείς του ΣΠΑΡΤΑΘΛΟΥ ακολουθούν τη διαδρομή που χάραξε ο John Foden και η ομάδα του το 1982, βασιζόμενη στην περιγραφή του Ηρόδοτου για το κατόρθωμα του Αθηναίου ημεροδρόμου Φειδιππίδης που έφθασε στη Σπάρτη την επομένη της αναχώρησης του από την Αθήνα, καθώς και σε γνωστά ιστορικά γεγονότα της εποχής εκείνης. Θεωρείται, δε, ως η πλησιέστερη της πορείας που ο Φειδιππίδης θα έπρεπε να είχε ακολουθήσει. Συνοπτικά, μπορούμε να πούμε πώς ο αγγελιοφόρος του Μιλτιάδη, ξεκινώντας από την Αθήνα, θα πέρασε από την αρχαία Ιερά Οδό μέχρι την Ελευσίνα. Κατόπιν θα ακολούθησε την Σκυρώνια Οδό, μια στρατιωτική οδό στις πλαγιές των Γερανίων Ορέων, και θα έφθασε στα Ίσθμια, τα Εξαμίλια και την Αρχαία Κόρινθο. Από εκεί θα πέρασε από την Αρχαία Νεμέα και αποφεύγοντας την Επικράτεια του Αργους που δεν είχε συμμαχία με την Αθήνα, θα προχώρησε προς τον ορεινό όγκο μεταξύ Αργολίδας και Αρκαδίας, θα αναρριχήθηκε στο Παρθένιο Όρος ( 1200μ.ύψους ), όπου είπε ότι συνάντησε τον θεό Πάνα, και κατεβαίνοντας από το βουνό θα κατευθύνθηκε προς την Τεγέα, μία τοποθεσία που αναφέρεται στην αφήγηση του Ηρόδοτου για τον Φειδιππίδη και θα συνέχισε νότια με κατεύθυνση τη Σπάρτη.
Σήμερα όλοι οι Έλληνες τρέχουν έναν αγώνα δρόμου με αντίπαλο τον κακό τους εαυτό, για να σώσουν την Ελλάδα από την πτώχευση, και τα παιδιά τους από ένα δυσοίωνο μέλλον. Μία κοινωνία όμως πρώτα πτωχεύει πολιτισμικά και ηθικά, και μετά οικονομικά!
Οι σύγχρονοι Έλληνες έχουμε το μοναδικό προτέρημα να κριτικάρουμε τους πάντες εξαίροντας πάντα τον εαυτό μας. Για την θέση όμως της χώρας και των πολιτών της είμαστε όλοι συνυπεύθυνοι!!!

Παραπομπές:
(1) Σύμφωνα με την μυθολογία ο θεμελιωτής των Ολυμπιακών Αγώνων και του κότινου ως επάθλου, ήταν ο Ιδαίος Ηρακλής, ο οποίος φύτεψε για πρώτη φορά αγριελιά στην Ολυμπία. Ο Κρητικός Κουρήτης ή Ιδαίος Δάκτυλος Ηρακλής είχε φέρει την αγριελιά από την πατρίδα του, την Κρήτη. Ο Ιδαίος Ηρακλής είχε τέσσερα αδέρφια, τον Παιωναίο, τον Επιμίδη, τον Ιάσιο και τον Ίδα. Ο μεγαλύτερος αδερφός τους πήγε κάποια μέρα στην Ολυμπία για να τρέξουν. Ήταν ο πρώτος αγώνας δρόμου που έγινε στον κόσμο! Ο Ηρακλής στεφάνωσε τον νικητή με ένα κλαδί από την ελιά που είχε ο ίδιος φυτέψει εκεί. Κι από τότε έμεινε η συνήθεια να στεφανώνουν με κλαδιά στεφάνια αγριελιάς τους νικητές των Ολυμπιακών αγώνων. Πράγματι, το μοναδικό βραβείο («άθλον») για τους νικητές των Ολυμπιακών Αγώνων ήταν ένα στεφάνι φτιαγμένο από τον «κότινο», δηλαδή την άγρια ελιά. Ο κότινος καθιερώθηκε, ως έπαθλο, από τον Ίφιτο, ύστερα από χρησμό του Μαντείου των Δελφών, την έκοβε πάντα δε από την «Καλλιστέφανο» ελιά ένα μικρό αγόρι (του οποίου ζούσαν και οι δυο γονείς του). Το παιδί αυτό πήγαινε στην ελιά και έκοβε με χρυσό ψαλίδι τόσα ακριβώς κλαδιά όσα και τα αγωνίσματα των Ολυμπιακών. Έπειτα το πήγαινε στο ναό της θεάς Ήρας, όπου και τα τοποθετούσε πάνω σε χρυσελεφάντινη τράπεζα.


 

Αντίθετα ο Φειδιππίδης ήταν ένας διάσημος Αθηναίος δρομέας, ο οποίος στάλθηκε από τους Αθηναίους στην Σπάρτη για να ζητήσει την βοήθεια των Λακεδαιμονίων πριν την μάχη του Μαραθώνος. Ο Φειδιππίδης διένυσε την απόσταση των 200 χιλιομέτρων σε 2 ημέρες. Σε ανάμνηση του δρόμου του Φειδιππίδη, καθιερώθηκε ο αγώνας υπερμαραθωνίου δρόμου 245,3 χιλιομέτρων από την Αθήνα προς την Σπάρτη το Σπάρταθλον.

Παρασκευή 26 Νοεμβρίου 2010

Η ΜΟΥΣΟΥΛΜΑΝΙΚΗ ΠΑΡΟΥΣΙΑ


Η ΜΟΥΣΟΥΛΜΑΝΙΚΗ
ΠΑΡΟΥΣΙΑ ΣΤΗ ΘΡΑΚΗ
Καραΐσκος Κώστας, Κομοτηνή
Διευθυντής του «Αντιφωνητή»

Είναι λίγο πολύ γνωστή η ιστορική συγκυρία που επέτρεψε την παραμονή στην Ελλάδα των μουσουλμάνων της Θράκης μετά το 1922. Η – λανθασμένη, όπως αποδείχθηκε – αντίληψη του Ελευθερίου Βενιζέλου για ένα «αντίβαρο» στην παραμονή των Ελλήνων της Πόλης (και στα δήθεν αυτοδιοικούμενα νησιά της Ίμβρου και της Τενέδου) προικοδότησε την περιοχή με μία μειονοτική παρουσία ουδόλως ευκαταφρόνητη, που κατά καιρούς, δυστυχώς, αποδεικνύεται μάλλον πρόβλημα παρά πλεονέκτημα. Ωστόσο τα πράγματα θα μπορούσαν να είναι πολύ καλύτερα αν στα 80 χρόνια που μεσολάβησαν μέχρι τις μέρες μας το ελληνικό κράτος αποδεικνυόταν περισσότερο ελληνικό ή, έστω, περισσότερο κράτος.

Είναι επίσης λίγο πολύ γνωστός ο τρόπος με τον οποίον η πολυάριθμη και εύπορη αστική τάξη των Ελλήνων της Πόλης τερμάτισε την προαιώνια παρουσία της στο διάστημα των οκτώ αυτών δεκαετιών. Ζώντας σε ένα καθεστώς ημιφασιστικό, ρατσιστικό, στρατοκρατούμενο και κάτω από μέτρα δρακόντεια έως βάρβαρα, εξεμέτρησε το ζην της, ώστε ήδη να αναφερόμαστε πια στο έσχατο απολειφάδι της. Τα μέτρα σε βάρος της ουσιαστικά δεν έπαυσαν ποτέ από την επομένη της Συνθήκης της Λωζάνης, με αποκορύφωμα το 1941 (με τον Φόρο Βαρλίκ και τα Τάγματα Εργασίας), το 1955 (με τα Σεπτεμβριανά, τυπικό δείγμα τούρκικης πολιτισμικής γραφής) και το 1964 (με τις απελάσεις χιλιάδων Ελλήνων από την Πόλη). Πρόκειται για ένα έγκλημα διαρκές και απαράγραπτο, για το οποίο έχουμε ηθική υποχρέωση – αλλά και υλικό συμφέρον – να απαιτήσουμε συγγνώμη και αποζημίωση, στον δρόμο που έδειξε η Τιτίνα Λοϊζίδου.
Η πορεία της μουσουλμανικής μειονότητας στην ελληνική Θράκη δεν ήταν καθόλου παράλληλη. Ακόμη και στις αυταρχικότερες περιόδους διακυβέρνησης της χώρας μας ο ελληνικός πολιτισμός πρωτίστως και η αδύναμη εξωτερική μας πολιτική δευτερευόντως απέτρεψαν αντίποινα ή εκδικητικά μέτρα κλίμακας ανάλογης των προαναφερθέντων εγκλημάτων της Τουρκίας. Αντιθέτως, τα κέρδη της γείτονος στις περιόδους ύφεσης των διμερών σχέσεων αποτελούσαν το εκάστοτε εφαλτήριο για την επόμενη περίοδο. Έτσι, η ελληνική Πολιτεία συνήργησε άλλοτε παθητικά κι άλλοτε με ...ενθουσιασμό στον εκτουρκισμό και τον εκκεμαλισμό του μουσουλμανικού πληθυσμού της περιοχής, με αξιοθαύμαστη συνέπεια: Το 1930 – με την αφορμή της πρώτης ελληνοτουρκικής «φιλίας» Βενιζέλου - Ατατούρκ – παραγκώνισε ή και απέλασε από το θρακικό έδαφος τους παλαιομουσουλμάνους που αντιδρούσαν στον τουρκικό σωβινισμό (μεταξύ αυτών και ο τελευταίος Οθωμανός σεϊχουλισλάμης, ο Μουσταφά Σαμπρή Εφέντη). Προχώρησε στην νομιμοποίηση σωματείων με τον όρο «τουρκικός» στον τίτλο (και με ανοιχτά κεμαλική ιδεολογία), μια πληγή που χάσκει μέχρι και σήμερα. Επέβαλε συν τω χρόνω το λατινικό αλφάβητο αντικαθιστώντας το παραδοσιακό αραβικό, ακολουθώντας έτσι τις μεταρρυθμίσεις της Άγκυρας εντός του ελληνικού εδάφους. Προχώρησε στα Μορφωτικά πρωτόκολλα του 1951 και του 1968, αποδεχόμενη ουσιαστικά την επίσημη κηδεμονία της Τουρκίας για τον μειονοτικό πληθυσμό της Θράκης κι επιβάλλοντας την τουρκική ως επίσημη γλώσσα του. Την περίοδο μάλιστα των νατοϊκών ελληνοτουρκικών ερώτων, όχι μόνο ίδρυσε και χάρισε στην Κομοτηνή Γυμνάσιο με την επωνυμία «Τζελάλ Μπαγιάρ»* αλλά και επέβαλε την ονομασία «τουρκικά» στα τότε λειτουργούντα μειονοτικά σχολεία! Η τουρκική εισβολή στην Κύπρο και, ακόμη περισσότερο, η κυβερνητική Αλλαγή του 1981 έβαλαν ένα πρόσκαιρο φρένο στην πολιτική των μονομερών παραχωρήσεων. Στη διάρκεια της δεκαετίας του ’80 ελήφθησαν κάποια μέτρα κι έγιναν μερικές προσπάθειες προς την σωστή κατεύθυνση για το συμμάζεμα της κατάστασης, όμως ήταν ήδη αργά.
Η υποχώρηση στο πρώτο Νταβός (Ανδρέας Παπανδρέου-Τοργκούτ Οζάλ) υπογραμμίστηκε με ...νόημα από τα επεισόδια του Γενάρη του 1988 στην Κομοτηνή και την περιφέρειά της. Ήταν η εποχή του «ανεξάρτητου» πολιτευτή Σαδίκ Αχμέτ, ο οποίος εξευτέλισε επανειλημμένως την ελληνική πολιτεία, λόγω και έργω. Αξέχαστη ήταν η πρόκληση που απηύθυνε μέσα στη Βουλή των Ελλήνων, όπου τεκμηρίωνε την διεκδίκηση της τουρκικής ταυτότητας για την μειονότητα της Θράκης, λέγοντας: «Όλοι οι μουσουλμάνοι στη Θράκη είναι Τούρκοι. Φέρτε μου ΕΝΑΝ που να δηλώνει ότι δεν είναι Τούρκος! Δεν υπάρχει ούτε ένας!» Και οι 299 σιγούσαν: Όντως, δεν ήταν σε θέση να επιδείξουν ούτε έναν από τις 40.000 των σλαβόφωνων Πομάκων, ούτε έναν από τις 20.000 των εγκατεστημένων και μη Τσιγγάνων! Τότε μάλιστα διαμορφώθηκε και το ...αιτηματολόγιο της Άγκυρας που το περιέφεραν δεξιά κι αριστερά διάφοροι εγκάθετοί της, κυρίως υποψήφιοι πολιτευτές, ανεξαρτήτως κόμματος: Αναγνώριση της μειονότητας ως εθνικής, δηλαδή τουρκικής, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για το καθεστώς της. Απόδοση της ελληνικής ιθαγένειας στους χιλιάδες τουρκογενείς που εγκατέλειψαν την Ελλάδα σε παρελθούσες δεκαετίες. Εκλογή – κι όχι διορισμός - των μουφτήδων και των διαχειριστικών επιτροπών βακουφικής περιουσίας. Ενίσχυση της μειονοτικής εκπαίδευσης, διορισμοί διδασκόντων από τις σχολικές εφορίες, επιμορφώσεις μειονοτικών δασκάλων στην Τουρκία, κατάργηση της Ειδικής Παιδαγωγικής Ακαδημίας Θεσσαλονίκης, εισαγωγή της διδασκαλίας της τουρκικής σε σχολεία της δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης...
Με λίγα λόγια πλήρης έλεγχος της Τουρκίας στην εκπαίδευση των μουσουλμανοπαίδων και στην εν γένει ζωή της μειονότητας. Τα αιτήματα αυτά εξακολουθούν και σήμερα να υποβάλλονται ανελλιπώς, αυτούσια ή παραλλαγμένα.Στην δεκαετία που ακολούθησε πολλά άλλαξαν. Η πρόοδος σε κάποια επίπεδα είναι σημαντική, αυτό είναι αλήθεια. Κατ’ αρχήν ήδη από το 1990 ήρθησαν όλοι οι διοικητικοί περιορισμοί που ίσχυαν για τον μειονοτικό πληθυσμό, περιορισμοί που ετέθησαν ως μέτρο πίεσης για μετανάστευση και δημογραφική συμπίεσή του**. Περνώντας πλέον στο αντίθετο άκρο, υιοθετήθηκαν – επισήμως ή όχι – πολιτικές προνομιακής μεταχείρισης των μουσουλμάνων έναντι των συμπολιτών τους χριστιανών. Και δεν αναφερόμαστε μόνο στην ουσιαστική εισαγωγή τους στα ελληνικά Ανώτατα Εκπαιδευτικά Ιδρύματα άνευ εξετάσεων (με την ποσόστωση του 0,5% - που είναι αλήθεια ότι έστρεψε την μειονοτική νεολαία προς το δημόσιο σχολείο), αλλά και στην υπέρ το δέον ευνοϊκή μεταχείρισή τους σε ζητήματα της καθημερινότητας: πολεοδομικών παραβάσεων, φορολογικών προστίμων, τίτλων κυριότητος ακινήτων, τροχαίων κλήσεων...
Με τον αμφιλεγόμενο αυτόν τρόπο άδειασε η φαρέτρα των επίδοξων ταραχοποιών και ταυτοχρόνως διαμορφώθηκε ένα πλαίσιο για την ένταξη του μουσουλμανικού πληθυσμού στην ευρύτερη τοπική κοινωνία. Το κλίμα λοιπόν στην περιοχή είναι πια εντελώς διαφορετικό. Πέραν όμως του κλίματος, υπάρχουν και οι εθνικές πραγματικότητες που σήμερα ίσως εκδηλώνονται με τον άλφα τρόπο, αύριο ενδεχομένως με τον βήτα. Στον τομέα αυτόν, και παρά την εργώδη προσπάθεια του ιδιωτικού τομέα, τα αποτελέσματα είναι μεν σημαντικά αλλά όχι αρκετά. Ο εκτουρκισμός των Πομάκων και των Ρωμά (Τσιγγάνων) έχει μεν επιβραδυνθεί αλλά δεν έπαυσε. Οι γλώσσες τους, η Πομακική και η Ρωμανί, δεν ακούγονται ούτε στην Εκπαίδευση αλλά ούτε και σε άλλους χώρους της δημόσιας ζωής. Η ίδια η ταυτότητα των μη τουρκογενών μειονοτικών αμφισβητείται από τον μηχανισμό του Τουρκικού Προξενείου της Κομοτηνής και κάθε απλή μνεία της, έστω, αντιμετωπίζεται ως «απόπειρα διάσπασης της Τουρκικής Μειονότητας». Είναι αναμφίβολα η αχίλλειος πτέρνα της τουρκικής πολιτικής στη Θράκη και δυστυχώς την κρατική αβελτηρία (ή εσκεμμένη απουσία;) δεν μπορεί να την καλύψει ούτε η υπερδραστηριοποίηση κάποιων πολιτιστικών συλλόγων ούτε η αυτοσυνειδησία μερικών μειονοτικών που θέτουν τον εαυτό τους ηρωικά στο μάτι του κυκλώνα.
Όσο για τον τουρκογενή πληθυσμό, εκεί η δουλειά που έπρεπε να γίνει ήταν ιδεολογική: Έπρεπε να γίνει ξεκάθαρο ότι η Ελλάδα ναι μεν προσφέρει όλα όσα υποχρεούται κι ακόμη περισσότερα αλλά απαιτεί τη στοιχειώδη νομιμοφροσύνη όλων στο δημοκρατικό πολίτευμα. Δεν μπορεί να διακηρύττεται μέσα στην ελληνική Επικράτεια από άτομα και συλλογικούς φορείς ο κεμαλικός ρατσισμός και να υμνείται ο σφαγέας των προγόνων μας, τη στιγμή μάλιστα που γίνεται διεθνώς αγώνας για την περιθωριοποίηση τέτοιων απόψεων. Δυστυχώς όμως μία τέτοια πολιτική αντίληψη δεν είναι ακόμη εδραία ούτε και στο εσωτερικό του πλειονοτικού πληθυσμού, εντός κι εκτός Θράκης (βλ. κατάθεση στεφάνου στο μαυσωλείο του Κεμάλ). Ένας άλλος παράγοντας με μακροπρόθεσμα ολέθριες, κατά τη γνώμη μας, συνέπειες είναι το ευρωχρηματοδοτούμενο πρόγραμμα του «Δικτύου Δήμων Ανατολικής και Δυτικής Θράκης». Μπορεί αυτή τη στιγμή κάποιοι δήμαρχοι να κάνουν πληρωμένα ταξιδάκια και φιγούρα στα επαρχιώτικα ΜΜΕ, καταναλώνοντας με βουλιμία τα ευρώ των Βρυξελλών, όμως η νομιμοποιημένη παρουσία της κεμαλικής Τουρκίας - πολιτική, πολιτιστική, οικονομική, κτλ - ρίχνει ρίζες και θα πληρωθεί κάποια μέρα ακριβά (και τότε ίσως να μην βρίσκεται στο προσκήνιο ο προαγωγός της και η πανταχού παρούσα βουλγαροαμερικάνα μάνα του ώστε να τους ζητηθούν ευθύνες). Στο κάτω κάτω όταν ως Ελλάς μπήκαμε στην Ευρωπαϊκή Ένωση άλλες παρέες φανταζόμασταν στο πλευρό μας...
Τέλος, υπάρχουν και οι οικονομικές πραγματικότητες στην περιοχή που παίζουν σημαντικό ρόλο στις εξελίξεις. Η παραδοσιακά αγροτική Θράκη – και η μειονοτική της συνιστώσα – έχει μπροστά της δύσκολες μέρες. Τα περισσότερα από τα ευρωπαϊκά κονδύλια που επενδύθηκαν αφορούσαν την εκβιομηχάνιση του τόπου, αλλά το αποτέλεσμα είναι φτωχό (για να το διατυπώσουμε κομψά). Τα δισεκατομμύρια που δόθηκαν στην περιοχή τόνωσαν μεν την τάξη των βιομηχάνων και τους κομματικούς φίλους, διέξοδο όμως από τον φθίνοντα πρωτογενή τομέα δεν έδωσαν. Η αναθεώρηση της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής, η αντικαπνική πολιτική της Ευρωπαϊκής Ένωσης – χιλιάδες μειονοτικές οικογένειες ζουν από την καπνοκαλλιέργεια - και το χαμηλό μορφωτικό επίπεδο των παραγωγών συνθέτουν μία εικόνα που ελάχιστη αισιοδοξία επιτρέπει για το μέλλον. Στα ανωτέρω ας προστεθεί και ο κίνδυνος που συνιστούν για την περιοχή οι επί θύραις χρυσοθηρικές επενδύσεις, που απειλούν να μετατρέψουν σε σύντομο διάστημα τη θρακική ύπαιθρο σε κρανίου τόπο. Οι δρόμοι της μετανάστευσης προς Γερμανία, Ολλανδία, Βέλγιο, κτλ ξανανοίξανε, για (νεοπρόσφυγες, κυρίως) χριστιανούς και μουσουλμάνους, παρότι ειδικά για τους τελευταίους προέκυψε μία πολλά υποσχόμενη επαγγελματική διέξοδος: Η εισαγωγή από την Τουρκία της φθηνής της παραγωγής, χιλιάδων βιομηχανικών προϊόντων που κατέκλυσαν ήδη την ελληνική αγορά, επιδεινώνοντας δραματικά το εμπορικό ισοζύγιο σε βάρος της χώρας μας.
Κλείνοντας τη σύντομη αυτή σκιαγράφηση του ζητήματος, ανακεφαλαιώνουμε τις βασικές μας θέσεις: Η υποχωρητική μέχρις παρεξηγήσεως ελληνική πολιτική επέτρεψε στην Τουρκία να εδραιωθεί στη Θράκη και να αμφισβητεί επί του πρακτέου την κυριαρχία της. Η σημερινή πολιτική των παροχών και της ισοπολιτείας από μόνη της δεν αρκεί για να ανατρέψει τις πραγματικότητες στη Θράκη. Η πλειονότητα έχει χρέος να αναγνωρίσει την πολιτισμική ιδιαιτερότητα Πομάκων και Τσιγγάνων, αλλά και να καταδικάσει τον κεμαλισμό ως κλασική φασιστική ιδεολογία και πράξη. Οι δυσοίωνες οικονομικές προοπτικές μπορεί να μην αφίστανται εκείνων της υπόλοιπης χώρας, όμως οι ιδιαιτερότητες της περιοχής επιβάλλουν μία αυξημένη ευαισθησία και διόρθωση της μέχρι τούδε πορείας.
______________________________

* Προς τιμήν του τότε Προέδρου της Τουρκίας και πρώην ...εγκληματία πολέμου σε βάρος του Ελληνισμού της Ιωνίας (!) - και προς δόξαν της νατοϊκού τύπου εθνικοφροσύνης της Φρειδερίκης

** Εδώ θα πρέπει να σημειωθεί ότι ναι μεν η Ελλάδα καταστρατηγούσε τις έννοιες της ισονομίας και της ισοπολιτείας, όμως για μια δίκαιη εκτίμηση του φαινομένου δεν πρέπει να ξεχνάμε το ιστορικό πλαίσιο της εποχής. Να μην ξεχνάμε, επί παραδείγματι, πότε απέκτησαν πλήρη δικαιώματα οι αριστεροί Έλληνες, παρά την πλήρη επικράτηση της Δεξιάς στον Εμφύλιο ήδη από το 1949. Ήταν δυνατόν να αντιμετωπισθούν καλύτερα αλλόθρησκοι κι αλλόφυλοι που συχνά πυκνά έδιναν κι αφορμές για υποψίες ότι λειτουργούν ως Πέμπτη Φάλαγγα μιας εχθρικής χώρας;



Σημ. ΔΕΕ: Οι επισημάνσεις δικές μου.

Πέμπτη 25 Νοεμβρίου 2010

Ειδήσεις στα αρχαία ελληνικά (35)

(κλικ επάνω στην εικόνα του κειμένου για μεγέθυνση)


Και άλλες διεθνείς ειδήσεις στα αρχαία ελληνικά από την ιστοσελίδα του Καταλανού καθηγητή κλασσικής φιλολογίας Joan Coderch-i-Sancho “Akropolis World Νews” (http://www.akwn.net/).

Τετάρτη 24 Νοεμβρίου 2010

Ιταλικοί λαοί (3)

«Η αρπαγή των Σαβίνων γυναικών»
Λεπτομέρεια από τον περίφημο πίνακα του Πιέτρο ντα Κορτόνα (1596-1669)

(Από το "Λεξικό των Λαών του Αρχαίου Κόσμου"
του Δ.Ε.Ευαγγελίδη)

Σαβέλλοι: Γενική ονομασία της ομάδας των Δευτερο-Ιταλικών λαών (βλ. Ιταλικοί λαοί), φορέων Οσκικών διαλέκτων (βλ. Όσκοι, Οπικοί), εγκατεστημένων αρχικά στην κεντρική Ιταλική χερσόνησο. Αργότερα, μεταξύ 6ου – 5ου αιώνα π.Χ. οι Σαβέλλοι θα αρχίσουν τις μετακινήσεις τους προς τον Νότο, κατακτώντας αρχικά την Καμπανία, οπότε θα προκύψουν οι Καμπανοί (από το 445 π.Χ.) και στην συνέχεια την Λευκανία ή Λουκανία (βλ. Λευκανοί), την Βρεττία ή Βρούττιον (βλ. Βρέττιοι) και την Απουλία (βλ. Άπουλοι).
Ο όρος Σάβελλος ή Σαβέλλος (Sabellus), άρχισε να χρησιμοποιείται από τους Ρωμαίους μετά τον 3ο αιώνα π.Χ. ως γενικός χαρακτηρισμός για όλα τα φύλα που ομιλούσαν Οσκικές διαλέκτους. Παλαιότερα, οι Έλληνες και Ρωμαίοι συγγραφείς χρησιμοποιούσαν τον όρο Σαυνίτες ή Σαμνίτες αντί του όρου Σάβελλοι ή Σαβέλλοι για να χαρακτηρίσουν τους φορείς Οσκικών διαλέκτων, ανεξάρτητα αν αυτοί ζούσαν στο Σάμνιον (Samnium), την κυρίως χώρα των Σαμνιτών (η ορεινή χώρα στα βόρεια της Καμπανίας) ή όχι. Πρόγονοι των Σαμνιτών θεωρούνταν οι θρυλικοί Σαβίνοι, που διαδραμάτισαν αποφασιστικό ρόλο στην πρώϊμη Ιστορία της Ρώμης.
Σύμφωνα με τις πρόσφατες απόψεις των ερευνητών, οι συγγενείς αυτοί όροι, προέρχονται από την οσκική λέξη Safineis, με την οποία αυτοαποκαλούνταν οι Σαμνίτες στην γλώσσα τους. Η αντίστοιχη λέξη στην Λατινική ήταν Sabini, αλλά ο όρος περιορίστηκε να σημαίνει τον λαό των Σαβίνων, όπως αυτοί έγιναν γνωστοί στο συγκεκριμένο ιστορικό πλαίσιο (C.A.H. Vol. IV σελ. 703).
Οι απόψεις του Στράβωνος (Ε΄ IV. 12), για την ετυμολογία του ονόματος Σαβέλλοι, ότι δηλ. είναι υποκοριστικό από τους γονείς τους, τους Σαβίνους, που τους έστειλαν να εγκατασταθούν στην χώρα των Οπικών, σύμφωνα με τον σχετικό μύθο που αναφέρει, δεν φαίνεται να έχουν βάση.



Σαβίνοι: Περίφημος λαός της αρχαιότητας, εγκατεστημένος στο κεντρικό τμήμα της Ιταλικής χερσονήσου (βλ. Χάρτη), μεταξύ του μέσου ρου του ποταμού Τίβερη και της οροσειράς των Απεννίνων, βορείως του Λατίου (Latium). Ενδιαφέρον παρουσιάζει η περιγραφή της χώρας και του λαού των Σαβίνων από τον Στράβωνα (Ε΄ ΙΙΙ. 1): «…Οι Σαβίνοι κατοικούν στενή χώρα […] Έχουν λίγες και ταπεινές πόλεις εξ αιτίας των συνεχών πολέμων […] Η Κύρις σήμερα είναι μικρό χωριό, αλλά υπήρξε σημαντική πόλη, από την οποία ξεκίνησαν οι βασιλείς της Ρώμης, ο Τίτος Τάτιος και ο Νουμάς Πομπίλιος. Από εδώ ονομάζουν Κυρίτες τους Ρωμαίους οι ρήτορες […] Οι Σαβίνοι είναι αρχαιότατος λαός και αυτόχθων. Οι Πικεντίνοι και οι Σαυνίτες είναι δικοί τους άποικοι, καθώς και οι Λευκανοί των Σαυνιτών και οι Βρέττιοι των Λευκανών. Η αρχαιότητά τους αυτή είναι τεκμήριο της γενναιότητας και της ικανότητάς τους σε πολλά, χάρη στις οποίες αρετές άντεξαν μέχρι σήμερα. Ο ιστορικός Φάβιος αναφέρει ότι οι Ρωμαίοι τότε μόνον κατάλαβαν τι θα ’πει πλούτος, όταν κατέκτησαν αυτόν τον λαό…».
Παρακάτω (Ε΄ ΙΙΙ. 2) ο Στράβων μνημονεύει το περίφημο επεισόδιο της αρπαγής των Σαβίνων παρθένων από τους Ρωμαίους, που ενέπνευσε ποιητές και ζωγράφους στους μετέπειτα αιώνες (βλ. Εικόνα παραπάνω). Κατά τον Στράβωνα λοιπόν:
«…Μετά το κτίσιμο της πόλης (της Ρώμης), ο Ρωμύλος μάζευε διάφορα κακόφημα άτομα και όρισε ως άσυλο ένα τέμενος ανάμεσα στην Άκρα και στο Καπιτώλιο. Επίσης έκανε πολίτες όλους όσους κατέφευγαν στην πόλη από τις γειτονικές. Επειδή δεν υπήρχαν αρκετές γυναίκες να τους παντρέψει, όρισε ιππικό αγώνα προς τιμήν του Ποσειδώνα, αυτόν που γίνεται και σήμερα. Ήρθαν πολλοί, ιδίως Σαβίνοι, οπότε πρόσταξε να αρπάξουν τις παρθένες που είχαν έλθει, όλοι όσοι ήθελαν γυναίκα. Ο Τίτος Τάτιος, βασιλιάς των Κυριτών (δηλ. των Σαβίνων σ.σ.), θέλησε να ξεπλύνει την ντροπή με τα όπλα, αλλά συμβιβάστηκε με τον Ρωμύλο στην βάση να μοιραστούν εξουσία και πολιτεία. Ο Τάτιος δολοφονήθηκε στο Λαουΐνιο (η πόλη των Λατίνων Lavinium σ.σ.), οπότε βασίλεψε μόνος του ο Ρωμύλος με την έγκριση των Κυριτών. Τον διαδέχθηκε ο Νουμάς Πομπίλιος, συμπολίτης του Τατίου, που πήρε τον θρόνο με την συγκατάθεση των υπηκόων του…».
Η σύγχρονη έρευνα έχει αποκαταστήσει σε πολλά σημεία αυτές τις μυθικές παραδόσεις, που κατέγραψε ο Στράβων, αλλά και τις διηγήσεις και άλλων αρχαίων συγγραφέων σχετικά με τους Σαβίνους. Έτσι σήμερα γνωρίζουμε ότι οι Σαβίνοι, οι θρυλικοί πρόγονοι των Σαμνιτών, ανήκαν στους λεγόμενους Δευτερο-Ιταλικούς λαούς (βλ. Ιταλικοί λαοί). Ομιλούσαν μια οσκο-ουμβρική διάλεκτο, στην οποία αποδίδεται και μια αρχαιότατη επιγραφή του 7ου αιώνα π.Χ. με ασαφές κείμενο, χαραγμένο σε ένα κύπελλο (βλ. C. A. H. Vol. IV σελ. 731) και η οποία θα εξελιχθεί στις νεώτερες Οσκικές διαλέκτους των Σαμνιτών και των Σαβέλλων. Είναι επίσης γεγονός ότι οι Σαβίνοι, οχυρωμένοι στις ορεινές περιοχές των Απεννίνων, αποτελούσαν τους πλέον σκληροτράχηλους αντιπάλους και επίφοβους εχθρούς των Λατίνων και των ασήμαντων τότε Ρωμαίων. Οι διαμάχες τους με τους Ρωμαίους θα δώσουν αφορμή για πολλές μυθικές διηγήσεις και θρύλους.
Στις μετέπειτα ρωμαϊκές παραδόσεις πάντως, οι Σαβίνοι ήσαν φημισμένοι για το θάρρος τους, την απαρασάλευτη ηθική τους και την θρησκευτική τους αφοσίωση. Έτσι, δεν είναι παράξενο που μεγάλες και ισχυρές ρωμαϊκές οικογένειες και γένη, με υπερηφάνεια διακήρυσσαν την καταγωγή τους από τους Σαβίνους. Γνωστή είναι η περίπτωση του Σαβίνου ηγέτη Άττου Κλάουζου (Attus Clausus), ο οποίος μετέφερε 4.000 συγγενείς και υποστηρικτές του και σε συμφωνία με τις ρωμαϊκές αρχές εγκαταστάθηκαν στην επικράτεια της Ρώμης, όπου έγινε ο γενάρχης του φημισμένου γένους των Κλαυδίων, στο οποίο συγκαταλέγονται αρκετά από τα μεγάλα ονόματα που διαμόρφωσαν την Ιστορία της Ρώμης, όπως ο θετός γιος και διάδοχος του ιδρυτή της Αυτοκρατορίας Οκταβιανού Αυγούστου, ο αυτοκράτωρ Τιβέριος (14-37 μ.Χ.).
Οι αρχαίες παραδόσεις για την συγχώνευση των Σαβίνων του Τίτου Τάτιου (Titus Tatius) με τους Ρωμαίους, δεν φαίνεται να έχουν πραγματική ιστορική βάση και είναι πρωθύστερες, όπως και η παράδοση για την εγκατάσταση των Σαβίνων στον Κυρηνάλιο λόφο (έναν από τους περίφημους επτά λόφους πάνω στους οποίους κτίστηκε η Ρώμη), ο οποίος υποτίθεται ότι πήρε την ονομασία από τον Κυρίνο (Quirinus), μια θεότητα των Σαβίνων. Αυτός είναι πάντως ο λόγος που ο Στράβων (ό.π.) αποκαλεί τους Σαβίνους Κυρίτες, μια ονομασία που παραδοσιακά αναφερόταν στους Ρωμαίους, λόγω της καταγωγής τους εν μέρει από τους Σαβίνους.
Παρ’ όλα αυτά, οι επιδρομές των Σαβίνων εναντίον της Ρώμης συνεχίσθηκαν κάθε χρόνο σχεδόν χωρίς διακοπή και το 496 π.Χ. θα φθάσουν μέχρι τα τείχη της πόλεως. Το 460 π.Χ. οι Σαβίνοι θα καταλάβουν ακόμα και το φρούριο στο λόφο του Καπιτωλίου, μέχρις ότου ένας συμμαχικός στρατός Λατίνων βοήθησε τους Ρωμαίους να τους εκδιώξουν από την πόλη.
Τελικώς, το 449 π.Χ. οι Ρωμαίοι θα επιτύχουν μια αποφασιστική νίκη επί των Σαβίνων και τα επόμενα 150 χρόνια περίπου θα κυλήσουν με ειρηνικές σχέσεις μεταξύ των δύο λαών. Στο γεγονός αυτό συνετέλεσε και η υιοθέτηση από τους Ρωμαίους διαφόρων θεοτήτων των Σαβίνων, που εντάχθηκαν στο ρωμαϊκό Πάνθεον, όπως π.χ. ο Κυρίνος που προαναφέραμε.
Το 290 π.Χ. με την λήξη του Γ΄ Σαμνιτικού πολέμου (298-290 π.Χ.), οι Σαβίνοι θα υποταχθούν οριστικά στην Ρώμη. Ένα μέρος τους θα πωληθούν ως σκλάβοι, ενώ στους υπόλοιπους θα παραχωρηθούν πολιτικά δικαιώματα άνευ ψήφου (civitas sine suffragio). Σύντομα θα εκρωμαϊσθούν πλήρως και θα παύσουν να υπάρχουν ως ξεχωριστός λαός.

Τρίτη 23 Νοεμβρίου 2010

Επιστροφή των αρχαίων ελληνικών στα βρετανικά σχολεία;

Εκστρατεία για την επιστροφή των αρχαίων ελληνικών
στα βρετανικά σχολεία   
Αθήνα 22/11/2010

Εκστρατεία για την επιστροφή των αρχαίων ελληνικών και των λατινικών στα βρετανικά σχολεία, ξεκίνησε στη Βρετανία. Επικεφαλής της εκστρατείας είναι η ιστορικός, συγγραφέας και παρουσιάστρια ιστορικών εκπομπών, Μπέτανι Χιουγκς.
Σύμφωνα με δημοσίευμα της εφημερίδας Sunday Times, την ένθερμη υποστήριξή τους στο εγχείρημα έχουν εκφράσει, μεταξύ άλλων, ο δήμαρχος του Λονδίνου Μπόρις Τζόνσον, ο θεατρικός συγγραφέας Τομ Στόπαρντ, ο συγγραφέας αστυνομικών μυθιστορημάτων, Κόλιν Ντέξτερ και η ηθοποιός Τζοάνα Λάμλεϊ.
"Όλοι τους δηλώνουν ευεργετημένοι από την εκμάθηση κλασικών γλωσσών στο σχολείο", αναφέρεται στο δημοσίευμα της βρετανικής εφημερίδας. "Με έκαναν αυτό που είμαι", δηλώνει ο Μπόρις Τζόνσον. "Ένα από τα καλύτερα πράγματα που μου συνέβησαν είναι ότι υποχρεώθηκα να κάνω λατινικά από 11 χρόνων και αρχαία λατινικά από 12", λέει ο Κόλιν Ντέξτερ. Ο ίδιος δίδαξε αρχαία ελληνικά και λατινικά πριν γίνει επιτυχημένος συγγραφέας.
Η Μπέτανι Χιουγκς, η οποία έχει παρουσιάσει στη βρετανική τηλεόραση ντοκιμαντέρ για την αρχαία Σπάρτη, τον βασιλιά Μίνωα και την Ωραία Ελένη, επισημαίνει ότι υπάρχει αυξημένο ενδιαφέρον για τις γλώσσες αυτές που μέχρι πρόσφατα πολλοί θεωρούσαν "νεκρές". "Η ταινία "300" για τη μάχη των Θερμοπυλών έκανε εισπράξεις 72 εκατ. δολαρίων το πρώτο Σαββατοκύριακο της προβολής της. Η σειρά λατινικών βιβλίων "Minimus" με ήρωα έναν ποντικό, έχει πουλήσει 115.000 αντίτυπα. Κάθε βδομάδα λαμβάνω περισσότερα από 150 μηνύματα στο ηλεκτρονικό μου ταχυδρομείο από ανθρώπους που μου γράφουν: "Αγαπούσα πάντοτε τις κλασικές γλώσσες. Που μπορώ να απευθυνθώ για να κάνω μαθήματα; Ξέρουμε ότι υπάρχει πολλή όρεξη", εξηγεί. Η βρετανίδα παρουσιάστρια και ιστορικός δημιούργησε μια ειδική ιστοσελίδα στη διεύθυνση http://www.classicsforall.com/. Τα σχολεία που θέλουν να συνεργαστούν με καθηγητές αρχαίων ελληνικών ή λατινικών μπορούν να αναζητήσουν εκεί το προσωπικό αλλά και κατάλληλα βιβλία. Χορηγοί - λάτρεις των κλασικών σπουδών, έχουν ήδη ενισχύσει την εκστρατεία με 250.000 στερλίνες, ενώ στόχος είναι να συγκεντρώνεται το ποσό αυτό κάθε χρόνο. Οι υπεύθυνοι της εκστρατείας φιλοδοξούν να εισάγουν τα αρχαία ελληνικά και τα λατινικά στην διδακτέα ύλη 100 δημόσιων σχολείων έως το 2020. Αυτήν την εβδομάδα, σκοπεύουν να συναντηθούν με τον υπουργό Παιδείας Νικ Γκιμπ προκειμένου να τον πείσουν να συμπεριλάβει τη διδασκαλία των δυο γλωσσών στο εκπαιδευτικό πρόγραμμα της χώρας.
Σήμερα στη Βρετανία, μόνο στο 16% των δημόσιων σχολείων διδάσκεται μια από τις δυο γλώσσες. Στα λεγόμενα "ανεξάρτητα" σχολεία, το ποσοστό αυτό ανεβαίνει στο 70%. Καθώς κάθε χρόνο συνταξιοδοτούνται 60 καθηγητές κλασικών γλωσσών και το υπουργείο Παιδείας προσλαμβάνει μόλις 27, δημιουργείται ένα κενό που είναι δύσκολο να καλυφθεί. Παράλληλα, οι γονείς που ζητούν να διδαχθούν τα παιδιά τους αρχαία ελληνικά ή λατινικά αυξάνονται διαρκώς.
Σύμφωνα με έρευνα που επικαλείται η Μπέτανι Χιουγκς, οι μαθητές που έχουν διδαχθεί κλασικές γλώσσες απορροφούνται πιο εύκολα στην ενήλικη ζωή τους, από την αγορά εργασίας. Αμερικανική μελέτη έχει δείξει ότι οι μαθητές που διδάσκονται λατινικά παρουσιάζουν καλύτερες επιδόσεις στα αγγλικά, τα μαθηματικά, ενώ μαθαίνουν πιο εύκολα άλλες ξένες γλώσσες. "Είναι τραγωδία, με την ελληνική έννοια του όρου, να στερούμε από τα παιδιά αυτή την ευκαιρία", αναφέρει στους Sunday Times η Χιουγκς.

Π. Δημητρουλόπουλος

Πηγή: http://www.nooz.gr/world/ekstrateia-gia-tin-epistrofi-ton-arxaion-ellinikon-sta-vretanika-sxoleia

Κυριακή 21 Νοεμβρίου 2010

Ειδήσεις στα αρχαία ελληνικά (34)

(κλικ επάνω στην εικόνα του κειμένου για μεγέθυνση)



Διεθνείς ειδήσεις στα αρχαία ελληνικά από την ιστοσελίδα του Καταλανού καθηγητή κλασσικής φιλολογίας Joan Coderch-i-Sancho “Akropolis World Νews” (http://www.akwn.net/).

Σάββατο 20 Νοεμβρίου 2010

ΤΑ ΛΕΞΙΚΑ ΤΗΣ ΝΕΑΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ (4)


«TO ΠPΩTON BIBΛION EKAΣTOY EΘNOYΣ»
Γ. Μπαμπινιώτης

(συνέχεια από την προηγούμενη ανάρτηση)

H XPYΣH EΠOXH ΤΗΣ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΛΕΞΙΚΟΓΡΑΦΙΑΣ
Η δεκαετία τού ’30 είναι η χρυσή εποχή τής νεοελληνικής λεξικογραφίας. Tέσσερα σημαντικά λεξικά τής Ν. Ελληνικής, ιστορικώς τα πιο σημαντικά, δημοσιεύονται ή αρχίζουν να δημοσιεύονται μέσα σε αυτή τη δεκαετία:
1931 Πέτρου Bλαστοῦ, Συνώνυμα καὶ Συγγενικά. Tέχνες καὶ Σύνεργα.
1933 Ἀκαδημία Ἀθηνῶν: Ἱστορικὸν Λεξικὸν τῆς Nέας ἑλληνικῆς τῆς τε κοινῆς ὁμιλουμένης καὶ τῶν ἰδιωμάτων, Α΄ τόμ.
1933 «Πρωίας»: Λεξικὸν τῆς Nέας Ἑλληνικῆς γλώσσης, 2 τόμ.
1936-50 Δ. Δημητράκου, Mέγα Λεξικὸν τῆς ἑλληνικῆς γλώσσης, 9 τόμ.

TO ΛEΞIKO TOY ΒΛΑΣΤΟΥ
Tο Λεξικό τού Πέτρου Βλαστού είναι, στην πραγματικότητα, το πρώτο σημαντικό «λεξικό συνωνύμων»92 τής Ν. Ελληνικής –και μάλιστα τής λαϊκής, διαλεκτικής και λογοτεχνικής δημοτικής, με σαφή αποκλεισμό των λόγιας προέλευσης νεοελληνικών λέξεων. Και εδώ η ιδεολογία οδηγεί τη λεξικογραφία· το γλωσσικό «πιστεύω» τού Βλαστού καθορίζει τη στάση του στο Λεξικό που συνέταξε. Ο Πέτρος Βλαστός (1879-1941), ποιητής, λόγιος, που έζησε το μεγαλύτερο μέρος τής ζωής του στο εξωτερικό (Ινδία, Αγγλία), υπήρξε από τους υπέρμαχους ενός φορμαλιστικού δημοτικισμού κατά τα διδάγματα τού Ψυχάρη, χωρίς όμως να διαθέτει τις επιστημονικές γνώσεις και το κύρος τού πατριάρχη τού δημοτικισμού. Γαμπρός τού Αλέξ. Πάλλη, μεγάλου δημοτικιστή λογίου, δεν υστέρησε σε μαχητικότητα για την επικράτηση τής δημοτικής γλώσσας, μιας δημοτικής αληθινά λαϊκής με πρότυπο τη γλώσσα των δημοτικών τραγουδιών. ΄Ανθρωπος τού εμπορίου, δηλ. τής πράξης, ο Βλαστός δεν στάθηκε μόνο σε θεωρητικές τοποθετήσεις. Θέλησε να δώσει ένα πρακτικό βοήθημα για μια μελλοντική –είχε συνείδηση τής προσπάθειάς του– αλλά δημιουργική χρήση τής δημοτικής, εσωτερικά εμπλουτισμένης με γνήσιες λαϊκές λέξεις: «Σε μας [κατ’ αντίθεση προς την Ιταλική] είχε τόσο παραπεταχτεί η δημοτική που κατάντησε να ζουριάσει και ν’ αποξεραθεί. Ο ξεπεσμός αφτός της γλώσσας μας αναγκάζει τώρα να ξαναφέρουμε πίσω ένα σωρό λέξες, πολύ όμορφες κι απαραίτητες, που κοντέβουν να ξεχαστούν ολότελα ή που κιόλας φαίνουνται ξένες. Πόσες από αφτές θα ξαναζωντανέψουν είναι πρόβλημα που θα το λύσει η φιλολογία, μα προτίμησα να βαστάξω όσες μπορούσα περισσότερες με την ελπίδα να σωθεί ο πλούτος της δημοτικής που σήμερα κιντυνέβει να χαθεί αγύριστα»93.
Ο μελετητής –όσο και ο χρήστης– τού Λεξικού τού Βλαστού καταλαβαίνει αμέσως από τις λέξεις, που δίδονται ως συνώνυμα ή συγγενικά σε κάθε λήμμα, ότι πρόκειται για ένα κράμα από ζωντανές, εύχρηστες και εκφραστικές δημοτικές λέξεις αλλά και άλλες ξεθαμμένες από παλιότερα (και όχι πάντα αξιόπιστα) λεξικά94, μαζί με γλωσσικό υλικό, που αποτελείται από πολλές διαλεκτικές95 λέξεις, ακόμη και από νεόπλαστες φτειαχτές λέξεις96, που πλάστηκαν για να αντικαταστήσουν άλλες λογιότερης προέλευσης, καθώς και από λέξεις τής συνθηματικής λεγόμενης γλώσσας (αργκό). Για να γίνουν κατανοητές η προσφορά αλλά και οι αδυναμίες τής λεξικογραφικής εργασίας τού Βλαστού, ας πάρουμε τα συνώνυμα τής λ. καταλαβαίνω.
α) Λεξικό 1931. «καταλαβαίνω· εννοώ, νοιώθω, νογώ· ανανοιώνουμαι, ανανοούμαι· διανοιώνουμαι· δοκιούμαι, δικούμαι· απεικάζω, συνεικάζω· αγρικώ· διακρίνω, ξεδιακρίνω, ξεδιαλύνω. Αιστάνουμαι, νοιώθουμαι. Ακούω. Μαντέβω· ψυχανεμίζουμαι· ανθίζουμαι· μυρίζουμαι. Μπαίνω· βλέπω, τσακώνω. Παίρνω νόγα, παίρνω κάβο· παίρνω χαμπάρι, χαμπερίζω· παίρνω είδηση, μυρωδιά· το βάζει ο νούς-μου· μου συνεμπήκε· του μπήκαν ψύλλοι στ’ αφτιά. Δεν το χωράει ο νούς-μου. Δε σκαμπάζει τίποτε».
β) Συμπλήρωμα 1989. «καταλαβαίνω· ανεμίζουμαι, απομαντέβω, ανανιώνουμαι, ανανογιέμαι, -ούμαι, αιστάνουμαι, (α)γρικώ, γνώθω, καλογρικώ, μισομαντέβω, μισοκαταλαβαίνω, νιώνω, (γ)νοιάζουμαι, σακουλέβουμαι, ψυλλιάζουμαι –ακούεται το αλέβρι μέσα στην κρέμα– άνοιξε τα μάτια-του· μου άνοιξε τα μάτια· άρχισαν να του χτυπούν τα λόγια· δε γρικάς πούθε παν τα τέσσερα· είσαι μακριά· καταλαβαίνεις ρωμαίικα; τό-κοψε το ξερό-του· δεν καταλαβαίνει γρι, σκραπ· το μυρίστηκε· μπαίνω στο νόημα· τον έμπασα στο νόημα· μακριά που είσαι νυχτωμένος· το πήρε πρέφα· παίρνω κάβο· παίρνω αβίζο· παίρνω πρέζα [sic], μυρουδιά· ως εκεί φτάνει το μυαλό-του –μπήκα στην ανθυβουλή του = ξέρω, του πήρα το σφιγμό, ξέρω τις αδυναμίες-του· μακριά που νύχτωσες, που είσαι νυχτωμένος = δεν καταλαβαίνεις· τον μπάζω στο νόημα = τον κάνω να καταλάβει».
Είναι φανερό ότι η παράθεση συνωνύμων που συγκεντρώνει ο Βλαστός, δείχνει ανάγλυφα τον πλούτο των λέξεων και των φράσεων που διαθέτει η Νεοελληνική, για να δηλώσει τη σημασία «καταλαβαίνω». Ωστόσο, επειδή το Λεξικό τού Βλαστού δεν είναι και ερμηνευτικό, δεν μπορεί να βρει κανείς τις διαφορές που υπάρχουν στην ειδικότερη σημασία των συνωνύμων μεταξύ τους, γιατί άλλο το εννοώ, άλλο το νιώθω, άλλο το ψυχανεμίζομαι, άλλο το παίρνω χαμπάρι, άλλο το μυρίζομαι, άλλο το ψυλλιάζομαι και, φυσικά, άλλα –τελείως άλλα– τα σακουλεύομαι (αργκό), μπαίνω (μπήκες;), παίρνω πρέφα και παίρνω κάβο. Όπως διαλεκτικά και παλαιότερης χρήσης είναι τα (άγνωστα σήμερα) ανανιώνουμαι, παίρνω αβίζο, μπήκα στην ανθυβουλή του, άρχισαν να του χτυπούν τα λόγια, παίρνω νόγα, δοκιούμαι κ.ά.
Γενικά, το Λεξικό τού Βλαστού δεν είναι λεξικό τής κοινής Ελληνικής, εξού και το πλήθος των ιδιωματικών χρήσεων που περιλαμβάνει. Ο Βλαστός, στην πραγματικότητα, ικανοποίησε, όσο ήταν δυνατό σε έναν άνθρωπο, την προτροπή τού Κοραή να συγκεντρωθεί το υλικό που λέγεται, ό,τι λέγεται, από τον λαό σε όλη την Ελλάδα. Με τη διαφορά ότι αυτό έγινε μόνο έμμεσα –μέσω μερικών λεξικών, γλωσσαρίων, αρχείων και ιδιωματικών / διαλεκτικών λεξικών και περιγραφών– και από μακριά, μια και ο Βλαστός έζησε το μεγαλύτερο μέρος τής ζωής του εκτός Ελλάδος. Σε αυτό οφείλεται και το ότι ένα μέρος των λέξεων τού Λεξικού του είναι, όπως είπαμε, άγνωστο στην κοινή χρήση. Αυτό δεν εμποδίζει, πάντως, έναν από τους καλύτερους γνώστες τής δημώδους Ελληνικής, τον ΄Ανθιμο Παπαδόπουλο, να παραδεχθεί ότι: «τοῦτο [δηλ. το Λεξικό τού Βλαστού στην έκδοση τού 1931] εἶναι τὸ πλουσιώτερον καὶ ἀκριβέστερον λεξικὸν τῆς νέας Ἑλληνικῆς εἰς τὴν ἀκριβῆ δημώδη αὐτῆς μορφήν. Mέγας πλοῦτος λέξεων. Ἀπὸ φωνητικῆς ἀπόψεως ἔχει τὴν ἀρετὴν τῆς ἀκριβείας, ἀλλ’ ἀπὸ σημασιολογικῆς τὸ ἐλάττωμα τῆς ἐλλείψεως σημασιῶν»97.
Βεβαίως, ο Βλαστός είχε προβλέψει την κριτική που θα ασκείτο στο Λεξικό του από τους μεταγενεστέρους, παρατηρώντας στον Πρόλογό του: «[...] Για να χτιστεί και να συνοργανιστεί ένα συστηματικό λεξικό της δημοτικής χρειάζεται να γίνει πρώτα πολλή δουλιά στα θεμέλια. Σε αφτά δούλεψα και γώ [...] Οι τυχεροί που θα σηκώσουν τα προπύλαια και τ’ αετώματα θα μας έχουν πια ξεχάσει εμάς που δρώσαμε στα κατακόμπια (ίσως μάλιστα και μας περιφρονήσουν) μα τέτοια πάντα είναι η άδοξη μοίρα των θεμελίων. Μένουν άφαντα μέσα στο χώμα κι ας βασίζεται απάνω-τους ολάκερο το οικοδόμημα»98.

TO IΣTOPIKO ΛEΞIKO ΤΗΣ ΑΚΑΔΗΜΙΑΣ
Στα φιλόδοξα σχέδια τής ελληνικής φιλολογικής και γλωσσικής επιστήμης συγκαταλέχθηκε, σε στιγμές ευφορίας αλλά και εθνικής έξαρσης, η σύνταξη λεξικού ολόκληρης τής ελληνικής γλώσσας. Συγκεκριμένα, το 1908, με πρωτοβουλία και εισήγηση τού Γεωργίου Χατζιδάκι, η κυβέρνηση τού Ελευθερίου Βενιζέλου συνέστησε «Ἐπιτροπεία», που θα συνέτασσε λεξικό όλης τής ελληνικής γλώσσας –αρχαίας, μεσαιωνικής και νέας. Η έκδοση τού λεξικού προβλεπόταν να πραγματοποιηθεί 13 χρόνια αργότερα, το 1921, ώστε να αρχίσει με αυτήν πανηγυρικά ο εορτασμός τής εκατονταετηρίδας τής εθνικής παλιγγενεσίας, δηλ. των 100 χρόνων από την Επανάσταση τού 1821.
Την ίδια περίοδο, μετά την επιτυχία που σημείωσαν η ριζικά ανανεωμένη 7η (1882) και η 8η (1897) έκδοση τού Λεξικού τής αρχαίας Ελληνικής τής Οξφόρδης από τους Liddell και Scott, σχεδίαζαν στην Αγγλία τη σύνταξη ενός νέου Θησαυρού τής ελληνικής γλώσσας, που θα έφθανε ώς τις αρχές τού 7ου μ.Χ. αιώνα. Βάση τού Θησαυρού τής Ελληνικής θα ήταν το λεξικό των Liddell και Scott και πρότυπό του ο αντίστοιχος Θησαυρός τής Λατινικής Γλώσσας. Επρόκειτο για ένα άλλο φιλόδοξο σχέδιο τής ξένης, αυτή τη φορά, φιλολογικής επιστήμης, που, όπως παρατήρησε χαρακτηριστικά τότε ο H. Diels, θα έπρεπε να καταλάβει έκταση 120 τόμων99, μια και η παραδεδομένη ελληνική φιλολογία υπολογίζεται πως είναι δέκα φορές μεγαλύτερη από τη λατινική.
Στην πράξη, και τα δύο αυτά φιλόδοξα σχέδια σύντομα εγκαταλείφθηκαν, για να παραχωρήσουν τη θέση τους σε πιο ρεαλιστικά εγχειρήματα. Ο Γ. Χατζιδάκις, ως πρόεδρος τής Επιτροπής, εισηγήθηκε να περιοριστεί κατ’ αρχάς το έργο στη σύνταξη λεξικού τής μεσαιωνικής και νέας Ελληνικής, αρχίζοντας μάλιστα από τη σύνταξη «Ἱστορικοῦ Λεξικοῦ τῆς Nέας Ἑλληνικῆς, τῆς τε Kοινῶς Ὁμιλουμένης καὶ τῶν Ἰδιωμάτων». Ομοίως εγκαταλείφθηκε στην Οξφόρδη η ιδέα τού Θησαυρού τής Ελληνικής. Αντ’ αυτού, ανατέθηκε (το 1911) στον Jones μια νέα, πλήρως αναθεωρημένη έκδοση τού Λεξικού των Liddell και Scott, που θα τελείωνε σε 5 χρόνια. Ωστόσο, η πλήρης αναδιάρθρωση και επανασύνταξη τού λεξικού στην 9η αυτή έκδοση έκαμαν ώστε η μεν τμηματική, κατά τεύχη, εκτύπωση ν’ αρχίσει μόλις το 1925, η δε ολοκλήρωση τού έργου να πραγματοποιηθεί 29 χρόνια μετά το ξεκίνημά του, το 1940! Στην τελευταία «επική» αυτή έκδοση τού λεξικού, ο Jones αναφέρει με ανακούφιση στον Πρόλογό του (σ. 9), γραμμένον το 1925, πως: «για το βυζαντινό λεξιλόγιο θα πρέπει να περιμένουμε το Λεξικό τής Νέας Ελληνικής», που η σύνταξή του –όπως αναφέρει αλλού στον ίδιο Πρόλογο– έχει αναληφθεί από ΄Ελληνες φιλολόγους. Η σιωπηρή συμφωνία για την εκπόνηση ενός λεξικού ολόκληρης τής Ελληνικής –τής αρχαίας από το επιτελείο τής Οξφόρδης, τής μεσαιωνικής και τής νέας από τους ΄Ελληνες– είχε πραγματοποιηθεί: η εκτέλεση όμως αυτής τής «λεξικογραφικής συμφωνίας» ήταν καταδικασμένη, από ελληνικής πλευράς, να παραμείνει ημιτελής!
Μετά παρέλευση 25 ετών, το 1933, εκδίδεται ο πρώτος τόμος τού Ιστορικού Λεξικού τής Ακαδημίας Αθηνών (όπου υπήχθη το Λεξικό από το 1927). Ζώντος ακόμη τού Χατζιδάκι εκδίδεται ο δεύτερος τόμος (1939), ενώ έναν χρόνο μετά τον θάνατό του εκδίδεται (το 1942) και ο τρίτος τόμος. ΄Εκτοτε έχουν εκδοθεί τμηματικώς ο τέταρτος (1953-1980) και ο 5ος τόμος100. Η πενιχρή αυτή –σε χρόνο– συγκομιδή ήταν η αναγκαία απόρροια ενός κολοσσιαίου εγχειρήματος που ήταν εξαρχής καταδικασμένο ν’ αποτύχει για δύο κυρίως λόγους: Πρώτον, από έλλειψη τής απαραίτητης υποδομής· δεν υπήρχε πουθενά συγκεντρωμένο το υλικό, στο οποίο θα στηριζόταν η σύνταξη τού λεξικού ούτε διατέθηκαν ποτέ τα απαραίτητα οικονομικά μέσα και το απαιτούμενο επιστημονικό προσωπικό. Δεύτερον, η σύζευξη τού λεξικού τής κοινής νέας Ελληνικής με το λεξικό των ιδιωμάτων τής Ν. Ελληνικής κατέστησε εξαρχής το έργο θνησιγενές. Γιατί ένα λεξικό των ιδιωμάτων τής Ν. Ελληνικής, για τού οποίου τη σύνταξη θα συνηγορούσαν πολλοί λόγοι, είναι ευνόητο πως απαιτούσε ακόμη μεγαλύτερη υποδομή, που φυσικά ήταν ακόμη δυσκολότερο να εξασφαλιστεί. Αν το εγχείρημα είχε από την αρχή περιοριστεί ρεαλιστικά στη σύνταξη ενός –ιστορικού έστω– λεξικού τής κοινής νέας Ελληνικής, σήμερα –με κατάλληλο γλωσσικό και επιστημονικό εκσυγχρονισμό και εμπλουτισμό– θα είχαμε ένα έγκυρο επιστημονικό λεξικό, ανυπολόγιστη προσφορά στη σπουδή και τη χρήση τής σύγχρονης γλώσσας μας.
Ωστόσο «οὐδὲν κακὸν ἀμιγὲς καλοῦ». Η απόπειρα συντάξεως ενός λεξικού, που θα περιλάμβανε και τα ιδιώματα τής νέας Ελληνικής, οδήγησε κατ’ ανάγκην στη συγκρότηση του «Αρχείου τού Ιστορικού Λεξικού τής Ακαδημίας Αθηνών», όπου αποθησαυρίστηκε –έστω και αν δεν αξιοποιήθηκε ακόμη– το γλωσσικό υλικό των νεοελληνικών διαλέκτων και ιδιωμάτων. Σε εκατομμύρια δελτίων με γλωσσικό υλικό από όλες σχεδόν τις περιοχές τής Ελλάδος, έχει καταγραφεί και ταξινομηθεί από έμπειρους επιστήμονες το μεγαλύτερο μέρος τού λεξιλογικού θησαυρού –έμμεσα και τής γραμματικής και συντακτικής δομής– των νεοελληνικών ιδιωμάτων, πράγμα που αποκτά μεγαλύτερη σημασία, αν σκεφτούμε πως η ραγδαία επέκταση τής κοινής γλώσσας και στα πιο απομακρυσμένα σημεία τής χώρας τείνει να περιορίσει μέχρις εξαφανισμού τα ιδιώματα. Η γλωσσική διαφοροποίηση που διέκρινε γεωγραφικώς την ελληνική γλώσσα πάντοτε, με εξαίρεση την περίοδο τής αλεξανδρινής Κοινής, τείνει –ως γενικότερο, διεθνές γλωσσικό φαινόμενο– να περιοριστεί σημαντικά, ενίοτε δε και να εκλείψει. Η δημιουργία μιας και από γεωγραφικής απόψεως κοινής, δηλαδή διαλεκτικά αδιαφοροποίητης, εθνικής γλώσσας, κερδίζει συνεχώς έδαφος. ΄Ετσι το αρχείο τού «Κέντρου Συντάξεως τού Ιστορικού Λεξικού τής Ακαδημίας Αθηνών» αποτελεί εκ των πραγμάτων τη μόνη «τράπεζα πληροφοριών» για μια διαχρονική προσπέλαση τής νεοελληνικής γλώσσας, «τῆς τε κοινῆς καὶ τῶν ἰδιωμάτων».
Θα πρέπει εδώ να τονιστούν ορισμένα πολύ θετικά αποτελέσματα που προήλθαν από την ίδρυση και τη δράση τού Αρχείου (από το 1966 «Κέντρου») τού Ιστορικού Λεξικού τής Ακαδημίας Αθηνών, αλλά και από τη δημοσίευση τού α΄ τόμου τού Λεξικού. Με τη λειτουργία τού Αρχείου τού Ιστορικού Λεξικού και με την επιστημονική δράση για την προετοιμασία τού Λεξικού, δημιουργήθηκε για πρώτη φορά ένας σημαντικός πυρήνας επιστημονικής λεξικογραφίας στον τόπο μας, που για αρκετά χρόνια απετέλεσε φυτώριο λεξικογράφων, γλωσσολόγων και γλωσσικά ευαισθητοποιημένων φιλολόγων, οι οποίοι μελέτησαν επιστημονικά την ελληνική γλώσσα. ΄Ολοι οι παλαιότεροι καθηγητές τής γλωσσολογίας στα πανεπιστήμιά μας θήτευσαν, για περισσότερο ή λιγότερο χρόνο, στο Ιστορικό Λεξικό: Γεώργιος Αναγνωστόπουλος, Βασίλειος Φάβης και Γεώργιος Κουρμούλης (στην Αθήνα), Μανόλης Tριανταφυλλίδης και Νικόλαος Ανδριώτης (στη Θεσσαλονίκη), Δημήτριος Γεωργακάς. Επιστήμονες τού φιλολογικού χώρου που εξέδωσαν λεξικά, όπως ο Ιωάννης Σταματάκος, καθηγητής τής αρχαίας ελληνικής φιλολογίας, μαθήτευσε στο Ιστορικό Λεξικό. Επιστήμονες γνωστοί από σημαντικές μελέτες τους για θέματα τής ελληνικής γλώσσας προήλθαν από το Ιστορικό Λεξικό: Π. Παπαγεωργίου, ΄Ανθ. Παπαδόπουλος, Αθ. Μπούτουρας, Σταμ. Ψάλτης, Ι. Βογιατζίδης, Π. Φουρίκης, Στυλ. Δεινάκις, Χρ. Παντελίδης, Ι. Πούλος, Δημοσθ. Οικονομίδης, Ι. Καλλέρης, Στ. Μάνεσης, Δικ. Βαγιακάκος, Ν. Κοντοσόπουλος, Χρ. Χαραλαμπάκης, Θ. Νάκας κ.ά. Στο Ιστορικό Λεξικό θήτευσαν και φιλόλογοι με ιδιαίτερη ευαισθησία στη γλώσσα και σημαντικές γλωσσικές μελέτες: Ιωάννης Κακριδής, Παναγής Λορεντζάτος, Εμμανουήλ Πεζόπουλος, Αντώνιος Χατζής, ο βυζαντινολόγος Φαίδων Κουκουλές, ο ιστορικός Κωνσταντίνος ΄Αμαντος, ο λαογράφος Στίλπων Κυριακίδης, ο φυσιογνώστης Μιχαήλ Στεφανίδης, ο ιστορικός τής γραφής Αντώνιος Σιγάλας κ.ά.101
Με το Ιστορικό Λεξικό τέθηκαν οι βάσεις τής επιστημονικής λεξικογραφίας102, αφού με την έκδοση τού α΄ τόμου για πρώτη φορά συντάχθηκε λεξικό με αυστηρώς επιστημονικές προδιαγραφές των λημμάτων. Κλάδοι τής γλωσσικής επιστήμης, όπως η φωνητική, η μορφολογία (γραμματική), η σημασιολογία και η ετυμολογία και, βεβαίως, η διαλεκτολογία, εφαρμόστηκαν στη σύνταξη λημμάτων λεξικού για πρώτη φορά κατά την προετοιμασία τού Ιστορικού Λεξικού. Για πρώτη φορά οργανώθηκαν συστηματικά και εξαντλητικά τα ερμηνεύματα (σημασίες) κάθε λήμματος με παράλληλη χρήση παραδειγμάτων. Για πρώτη φορά σε ελληνικό λεξικό έγινε συστηματική προσπάθεια για επιστημονική ετυμολόγηση των νεοελληνικών λέξεων. Για πρώτη φορά αντιμετωπίστηκαν ακανθώδη ζητήματα τής ιστορικής ορθογραφίας. Για πρώτη επίσης φορά αντιμετωπίστηκε συστηματικά η λεξικογραφική αξιοποίηση συνωνύμων και αντωνύμων (αντιθέτων). Γενικότερα, με την έκδοση τού Ιστορικού Λεξικού γίνεται ευρύτερα αντιληπτό ότι η σύνταξη λεξικού είναι ζήτημα καθαρώς επιστημονικό και απαιτεί ειδική μέθοδο και ειδικές γνώσεις.
Η επιστημονική φυσιογνωμία, η οποία κατηύθυνε το Ιστορικό Λεξικό στη σύνταξη των τριών πρώτων τόμων του, ήταν ο Γεώργιος Χατζιδάκις, ο άνθρωπος που είχε –όπως είπαμε– και την ιδέα τής συντάξεως Ιστορικού Λεξικού τής ελληνικής γλώσσας. Η επιστημονική συγκρότηση τού Γ. Χατζιδάκι σε όλους τους τομείς τής ιστορικής γλωσσολογίας υπαγόρευσε και το υψηλό επίπεδο σύνταξης τού λεξικού. Έτσι, το Ιστορικό Λεξικό απετέλεσε για πολλά χρόνια σημείο αναφοράς των λεξικογραφικών και γλωσσικών γενικότερα ερευνών με την ποικιλία των γλωσσολογικών θεμάτων που αντιμετωπίστηκαν και κωδικοποιήθηκαν σε αυτό κατά τον πιο έγκυρο τρόπο.
___________________________


92. Ο συντάκτης τού πρώτου (πραγματικά και αποκλειστικά) λεξικού συνωνύμων (Λεξικὸ τῶν Συνωνύμων τῆς Nεοελληνικῆς, Αθήνα 1970) Κ. Δαγκίτσης θεωρεί το Λεξικό τού Βλαστού «Αναλογικό», δηλ. εννοιολογικό περισσότερο παρά καθαρά συνωνυμικό: «Γύρω ἀπὸ μία λέξη συγκεντρώνονται ὅλες οἱ λέξεις ποὺ συγγενεύουν σημασιολογικά» (Κ. Δαγκίτσης, σ. κη΄, σημ.1).

93. Π. Βλαστού, Συνώνυμα και Συγγενικά (έκδ. 1931, ανατ. 1976), σ. 5. Tα κατάλοιπα τού Βλαστού, ο οποίος συνέχισε να συγκεντρώνει γλωσσικό υλικό τα υπόλοιπα 10 χρόνια μέχρι τον θάνατό του (1941), εκδόθηκαν αυτοτελώς (ανεξάρτητα δηλ. από την έκδοση τού 1931) το 1989: Π. Βλαστού, Συνώνυμα και Συγγενικά. Νέα έκδοση συμπληρωμένη από τα κατάλοιπα τού συγγραφέα, Αθήνα, Εκδ. Εταιρείας Ελληνικού Λογοτεχνικού και Ιστορικού Αρχείου από την ΄Αλκηστη Σουλογιάννη (με εισαγωγή τής Ρένας Σταυρίδη-Πατρικίου). Θα έπρεπε στο μέλλον να γίνει μια ενιαία έκδοση τού παλιού (α΄ έκδοσης) και τού νέου υλικού (β΄ έκδοσης), για να αναδειχθεί ο πλούτος τού υλικού και να επιτευχθεί καλύτερα ο σκοπός τού συγγραφέα, μια που τα κατάλοιπα τού Βλαστού, όπως φαίνεται, αποτελούν συμπλήρωμα τού παλαιότερου Λεξικού του με μερικές αναπόφευκτες επαναλήψεις και αλλαγές, αλλά και με διορθώσεις και νέο πλούσιο υλικό (17.000 περίπου λήμματα).

94. Χρησιμοποιεί, μεταξύ άλλων, ως πηγές άντλησης υλικού τα Λεξικά των Somavera, Γερ. Βλάχου, Γ. Βεντότη, Σ. Βλαντή, Du Cange κ.ά., όπου τα λήμματα απαιτούν προσεκτικό έλεγχο.

95.  Μολονότι ο ίδιος ο Βλαστός δεν δέχεται ότι χρησιμοποιεί πολλές διαλεκτικές λέξεις («Διαλεχτικούς τύπους παραδέχτηκα όσο γίνουνταν πιο λίγους», Π. Βλαστός, αυτ., σ. 5).

96. Κατά τον Κ. Δαγκίτση (Λεξικὸ τῶν Συνωνύμων τῆς Ἑλληνικῆς, σ. κθ΄) το Λεξικό τού Βλαστού περιέχει «[...] πλῆθος αὐθαιρέτων ψυχαρικῶν νεοπλασμῶν».

97. Άνθ. Παπαδόπουλος, Προλεγόμενα στον α΄ τόμο (1933) τού Ιστορ. Λεξικού τής Ακαδημίας, σ. στ΄.

98. Π. Βλαστού, Συνώνυμα και Συγγενικά, α΄ έκδ. (1931), σ. 6.

99. «΄Οποιος γνωρίζει τον όγκο τής ελληνικής γραμματείας, που είναι τουλάχιστον δέκα φορές μεγαλύτερος τής λατινικής, τις διαλεκτικές ποικιλίες της, τον απίστευτο πλούτο των τύπων της, την ανυποχώρητη διατήρηση τού κλασικού λόγου επί χιλιάδες έτη, μέχρι την πτώση τής Κωνσταντινουπόλεως, ή, αν θέλετε, μέχρι των ημερών μας [1904], όποιος γνωρίζει επιπλέον ότι οι εκδόσεις όλων σχεδόν των αρχαίων Ελλήνων συγγραφέων είναι εντελώς ακατάλληλες για αποδελτίωση και ότι για πολλούς σπουδαίους συγγραφείς δεν υπάρχει καν κριτική έκδοση, και όποιος λάβει υπ’ όψιν του την κατάσταση των συλλογών μας σε αποσπάσματα και ειδικά λεξικά, θα αντιληφθεί ότι προς το παρόν δεν υπάρχει η βάση στην οποία θα μπορούσε να οικοδομηθεί ένας Θησαυρός τής Ελληνικής, αλλά (και αυτό ίσως είναι το ενδιαφέρον) και αν υποθέταμε πως διαθέτουμε τέτοιες εκδόσεις και συλλογές, από τον ΄Ομηρο έως τον Νόννο, ή (όπως πρότεινε ο Krumbacher στο Λονδίνο) ώς τον Αποστόλιο, και ακόμη πως όλο το υλικό το είχε επεξεργαστεί, αποδελτιώσει, καταγράψει ένα γιγάντιο επιτελείο από επιστήμονες και ότι είχε βρεθεί ένα μεγάλο οίκημα μέσα στο οποίο θα φυλάσσονταν και θα αποθηκεύονταν οι χιλιάδες των κιβωτίων με το υλικό, πού θα βρίσκονταν ο χρόνος, τα χρήματα και η δυνατότητα να ξεδιαλύνεις αυτά τα εκατομμύρια των δελτίων και να βάλεις μια τάξη σε αυτό το χάος; Δοθέντος πάντα ότι η αναλογία Ελληνικής και Λατινικής είναι 1 προς 10, η εργασία στον «Ελληνικό Θησαυρό» θα απαιτούσε τουλάχιστον 100 φιλόλογους. Επί κεφαλής δε, θα έπρεπε να είναι ένας διευθυντής συντάξεως, που θα ήταν μάλλον κάτι σαν στρατηγός παρά εκδότης! Και αν η εκδοτική στρατιά επρόκειτο να επιτελέσει το έργο της στο ακέραιο, και αν η ΄Ενωση Ακαδημιών, η οποία ως γνωστόν δεν έχει δεκάρα δική της, κατάφερνε να συγκεντρώσει τα 10.000.000 μάρκα [εκεί υπολόγιζε το κόστος ο Diels το 1905], τα απαιτούμενα για τη συμπλήρωση των 120 τόμων που θα χρειάζονταν για το έργο, και αν οι φιλόλογοι γίνονταν τόσο πλούσιοι, ώστε να μπορούν να διαθέσουν 6.000 μάρκα να αγοράσουν τον «Θησαυρό τής Ελληνικής», πώς θα μπορούσε κανείς να διαβάσει και να χρησιμοποιήσει ένα τέτοιο τερατώδες έργο;», H. Diels, Neue Jahrbucher 1905, σ. 692.

100. Ακαδημία Αθηνών: Ἱστορικὸν Λεξικὸν τῆς Nέας Ἑλληνικῆς τῆς τε κοινῶς ὁμιλουμένης καὶ τῶν ἰδιωμάτων. Ἐκδόθηκαν μέχρι τούδε 5 τόμοι: A΄ τόμ. (A-Aμ-) 1933, B΄ τόμ. (Aν-Aπ-) 1939, Γ΄ τόμ. (Aρ-βλέπω) 1942, Δ΄ τόμ. α΄ τεύχ. (βλεφαρίδα-γάργαρος) 1953, β΄ τεύχ. (γαρδαλώνω-γεροδάσκαλος) 1980, E΄ τόμ. α΄ τεύχ. (γεροδέματος-γλωσσωτός) 1984, β΄ τεύχ. (γναθάδα-δακτυλωτός) 1989.

101. Εκτενή πίνακα με τα ονόματα των επιστημόνων που εργάσθηκαν στο Ιστορικό Λεξικό ως διευθυντές, αρχισυντάκτες και συντάκτες, βρίσκουμε στον α΄ τόμο τού Ιστορικού Λεξικού (1933), Πρόλογος, σ. ιε΄.

102. Ως ειδικό περιοδικό, στο οποίο δημοσιεύονταν ποικίλα λεξικογραφικά θέματα, χρησίμευσε το Λεξικογραφικὸ Ἀρχεῖο, το οποίο μετεξελίχθηκε στο Λεξικογραφικὸ Δελτίο. Πολλές λεξικολογικές μελέτες φιλοξενήθηκαν παλιότερα και στο φιλολογικό περιοδικό Ἀθηνᾶ.

(Συνεχίζεται)