Τον τελευταίο καιρό ασχολούμαστε, μεταξύ άλλων, με τα κατορθώματα του αχτύπητου δίδυμου Δραγώνα-Διαμαντοπούλου (ή Δ-Δ για τους «φίλους»), το οποίο ήρθε να ολοκληρώσει την καταστροφή του άλλοτε Εθνικής Παιδείας, ταλαίπωρου Υπουργείου. Δεν πρέπει όμως σε καμιά περίπτωση να ξεχνάμε την έναρξη της κατεδάφισης που ξεκίνησε από την αλήστου μνήμης Μαριέτα, τις Κουλουρο-ρεπούσηδες, Βερέμηδες, τον Αρούλη τον Σπηλιωτόπουλο και βεβαίως τους διαχρονικούς αστέρες του εθνομηδενισμού Λιάκο, Φραγκουδάκη, καθώς και τους διαφόρων διαμετρημάτων ποικιλώνυμους αφανείς «μπροστάρηδες» της αποδόμησης.
Προς υπενθύμιση λοιπόν παλαιοτέρων εθνομηδενιστικών άθλων και αθλιοτήτων αποφάσισα να αναρτήσω το άρθρο που ακολουθεί και το οποίο πρωτοδημοσιεύθηκε στο περιοδικό ΑΡΔΗΝ τ. 70 (Ιούνιος-Ιούλιος 2008).
Το βιβλίο Ιστορίας της Γ΄ Λυκείου
Η «μεταμοντέρνα» επίθεση στην συλλογική μας μνήμη συνεχίζεται…
Δημήτρης Ε. Ευαγγελίδης
Η «μεταμοντέρνα» επίθεση στην συλλογική μας μνήμη συνεχίζεται…
Δημήτρης Ε. Ευαγγελίδης
Το 1997 κυκλοφόρησε από τις πανεπιστημιακές εκδόσεις του Πανεπιστημίου του Σικάγου ένα περίεργο βιβλίο, γραμμένο στα πλαίσια της «μεταμοντέρνας» ιστοριογραφίας, δηλαδή της στρατευμένης στην κατεύθυνση της παγκοσμιοποίησης και της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής, νέας επιστημονικής ορθοδοξίας. Αναφέρομαι στο διαβόητο «ιστορικό έργο» κάποιας Αναστασίας Καρακασίδου (απόφοιτης του κολλέγιου Ανατόλια Θεσσαλονίκης, 1975 και πτυχιούχου Χημείας, 1979 Κολλεγίου Wooster στο Οχάϊο των ΗΠΑ) με τον τίτλο “Fields of Wheat, Hills of Blood” («Χωράφια με σιτάρι, Λόφοι με αίμα»), University of Chicago 1997, το οποίο κυκλοφόρησε πριν μερικά χρόνια και στα ελληνικά με τον τίτλο «Μακεδονικές Ιστορίες και Πάθη» («Οδυσσέας», Αθήνα 2000).
Όπως έχω γράψει σε προηγούμενο άρθρο («Άρδην» τ. 66):
«…ήταν αναμενόμενο το ότι το συγκεκριμένο «έργο» προβλήθηκε και διαφημίστηκε από γνωστούς «προοδευτικούς», «αριστερούς» και «πολυπολιτισμικούς» κύκλους, ως το απαύγασμα της σύγχρονης ιστορικής ανάλυσης και επιστημονικότητας!
Συμβαίνει να είμαι δίγλωσσος Έλληνας της Μακεδονίας και γνωρίζω καλά, όχι μόνον το ιδίωμα, αλλά και την ιστορία της ευρύτερης περιοχής από προφορικές παραδόσεις και μελέτη ιστορικών στοιχείων. Ομολογώ ότι έφριξα από τα λάθη, τις παρερμηνείες, τις σκόπιμες διαστρεβλώσεις και την «επιστημονική» μεθοδολογία αυτού του ψευδοϊστορικού «πονήματος».
Ούτε λίγο ούτε πολύ η συγγραφεύς ισχυρίζεται ότι οι πληθυσμοί της Μακεδονίας είχαν ρευστή και ασαφή εθνική συνείδηση, γεγονός που εκμεταλλεύθηκαν οι Έλληνες και οι Βούλγαροι, για να τους επιβάλλουν εκ των υστέρων την ελληνική και βουλγαρική, κατά κύριο λόγο με την βοήθεια της Εκκλησίας τους (Πατριαρχική-Εξαρχική) και των σχολείων τους (ελληνικά-βουλγαρικά), αντίστοιχα…».
Όπως υποστηρίζει η κα Καρακασίδου, ο «μακεδονικός αγώνας» των αρχών του 20ου αιώνα δεν ήταν τίποτε άλλο από το αποκορύφωμα του ανταγωνισμού των ελληνικών και βουλγαρικών εθνικών ελίτ για την διεύρυνση των εμπορικών τους συμφερόντων στην Μακεδονία (ό.π. σελ. 197):
«…Αυτές οι προσπάθειες ελλήνων και πατριαρχικών αγωνιστών, που καθοδηγούνταν συνήθως από οικονομικά συμφέροντα, οράματα αλυτρωτισμού ή θρησκευτικό ζήλο, υπήρξαν καθοριστικές για το μετασχηματισμό ορισμένων χριστιανών κατοίκων της Μακεδονίας σε μαχητική ελληνική ομάδα…» (ό.π. σελ. 180-181).
«…τα εμπορικά οικονομικά συμφέροντα έδιναν το υπόβαθρο της σύγκρουσης για τη Μακεδονία…» (ό.π. σελ. 194).
«…οι πρώτες δεκαετίες του εικοστού αιώνα ήταν μια περίοδος έντονης οικοδόμησης έθνους στη Μακεδονία…» (ό.π. σελ. 198).
Επί πλέον η συγγραφέας απορρίπτει και διαγράφει μονοκονδυλιά όλους τους ξεπερασμένους και οπισθοδρομικούς, κατά την γνώμη της, Έλληνες ιστορικούς, τωρινούς και παλαιότερους, ισχυριζόμενη ότι:
«…Η ελληνική εθνική ιστοριογραφία απέτυχε γενικά να αντιμετωπίσει το κρίσιμο ζήτημα του πώς αναδείχτηκε αρχικά η ελληνική εθνική ή εθνοτική συνείδηση και με ποιο τρόπο μεταβιβάστηκε και αναπαράχθηκε μέσα στο χρόνο…» (ό.π. σελ. 170).
Όσο για το τι είναι αυτή η «εθνοτική» συνείδηση, σύμφωνα με τις μεταμοντέρνες σαπουνόφουσκες, είναι ένα προδρομικό στάδιο για την δημιουργία εθνικής συνείδησης. Όπως μάλιστα αναφέρει η ίδια στην Εισαγωγή:
«…οι εθνοτικές ομάδες είναι βασικά ομάδες συμφερόντων…» (ό.π. σελ. 63).
Με άλλα λόγια η εθνική συνείδηση δεν είναι ένα πνευματικό γεγονός, αλλά ένα προϊόν οικονομικών διαδικασιών και αποτέλεσμα υλικών επιδιώξεων!
Επί πλέον όλη η φαιδρή επιχειρηματολογία των γνωστών κρυπτο-αμερικανόδουλων «προοδευτικών» κύκλων, που την λουστήκαμε κατά κόρον τον τελευταίο καιρό με αφορμή το βιβλίο «ιστορίας» της ΣΤ΄ Δημοτικού, είναι καταγεγραμμένη στο «πόνημα» αυτό (*). Έτσι, η εκτεταμένη αναφορά της συγγραφέως στον «γνωστό και μη εξαιρετέο» καθηγητή κ. Α. Λιάκο για την «βοήθειά» του (ό.π. Πρόλογος, σελ. 33) δεν με εξέπληξε.
______________________________
(*) Όπως π.χ. ότι οι προύχοντες και ο ανώτερος κλήρος κατέφυγαν μετά την έκρηξη της επανάστασης του 1821 στην Τριπολιτσά «όπου βρήκαν καταφύγιο υπό την προστασία του τουρκικού στρατού (σελ. 164), ότι το Πατριαρχείο ήταν αντίθετο στον ελληνικό αγώνα για την ανεξαρτησία (σελ. 167), ότι Πατριαρχείο και Φαναριώτες αντιτάχθηκαν στην δημιουργία ανεξάρτητου Βασιλείου (σελ. 179), περί κρυφού σχολειού ως θρύλου (σελ. 186-189), ότι «ο εθνικισμός δημιουργεί τα έθνη» (σελ. 72), ότι ο εθνικισμός είναι μια «σκοτεινή, στοιχειώδης, απρόβλεπτη δύναμη αρχετυπικής φύσης, που απειλεί την γαλήνια ευταξία της πολιτισμένης ζωής (σελ. 173) και άπειρες τέτοιες μεταμοντέρνες και «προοδευτικές» αμερικανιές.
Κάτω από το πρίσμα των πρόσφατων εξελίξεων μπορώ μάλιστα να ισχυριστώ ότι η «έρευνα» και το βιβλίο της Καρακασίδου (αναπληρώτριας καθηγήτριας στο Κολλέγιο Wellesley των Η.Π.Α.) απετέλεσε μια δοκιμή για τις αντιδράσεις και κυρίως τις αντιστάσεις της νεοελληνικής κοινωνίας στο οδοστρωτήρα της παγκοσμιοποίησης και της πνευματικής/πολιτιστικής πολτοποίησης των λαών, αλλά και των μεθόδων και των μέσων που πρόκειται να χρησιμοποιηθούν.
Πριν κοπάσει καλά-καλά ο θόρυβος και ο ξεσηκωμός για το απαράδεκτο βιβλίο του Δημοτικού, ένα νέο βιβλίο «ιστορίας», της Γ΄ Λυκείου αυτή την φορά, ήρθε να επιβεβαιώσει τις υποψίες ότι κάτι «μαγειρεύεται» με τα περίεργα αυτά βιβλία.
Το νέο βιβλίο «ιστορίας», «πόνημα» των συγγραφέων Ιω. Κολιόπουλου, Κων. Σβολόπουλου, Ευ. Χατζηβασιλείου, Θ. Νημά και Χ. Σχολινάκη-Χελιώτη, γραμμένο προφανώς και αυτό σύμφωνα με τις «σύγχρονες» μεταμοντέρνες, προοδευτικές και πολυπολιτισμικές αντιλήψεις (και οδηγίες, προσθέτω εγώ), αποτελεί ένα αμφιλεγόμενο και εξωφρενικό «ιστορικό» έργο, όπου όλα ισοπεδώνονται και μετατρέπονται σε έναν εύπεπτο χυλό, κατάλληλο για τον πολιτιστικό οδοστρωτήρα της παγκοσμιοποίησης.Παραθέτω ένα χαρακτηριστικό απόσπασμα, που αναφέρεται στον Μακεδονικό Αγώνα:
«…Ήταν ο Μακεδονικός Αγώνας, ένας σκληρός πόλεμος ανταρτών Ελλήνων και Βουλγάρων, οι οποίοι πολεμούσαν αλλήλους, καθώς και εναντίον των Τούρκων…»
«…Ο σκληρός αγώνας στη Μακεδονία και για τη Μακεδονία δοκίμασε επί πέντε σχεδόν χρόνια (1904–1908) την αντοχή των γηγενών, που έπρεπε να επιλέξουν στρατόπεδο…».
Δηλαδή, ο αγώνας στην Μακεδονία δεν ήταν μια προσπάθεια των Ελλήνων να απελευθερώσουν ελληνικά εδάφη από τους Τούρκους, αλλά μια επεκτατική «ιμπεριαλιστική» επιχείρηση του ελληνικού κράτους να αυξήσει την επικράτειά του εις βάρος μιας περιοχής, την οποία κατοικούσαν «γηγενείς», ακαθόριστης καταγωγής και εθνικής ταυτότητας, που «έπρεπε να διαλέξουν στρατόπεδο»!!!
Στην δικαιολογημένη αγανάκτηση των γηγενών Μακεδόνων (=Ελλήνων) για τα παραπάνω απαράδεκτα, που καλούνται να διδαχθούν τα παιδιά μας, τι άραγε απαντάει ο (καθηγητής της Νεώτερης Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης!) συγγραφέας κ. Ι. Κολιόπουλος; Τα εξής χαριτωμένα:
«Είναι εθνικά επικίνδυνη η προβολή της άποψης ότι ο όρος "γηγενείς" στη Μακεδονία αναφέρεται σε μη Έλληνες. Η άποψη αυτή προβλήθηκε από την παλαιότερη και τη σύγχρονη ανθελληνική προπαγάνδα. Η αποσπασματική χρήση λέξεων ή φράσεων είναι δυνατόν να αποδειχθεί παραπλανητική».
(*) Όπως π.χ. ότι οι προύχοντες και ο ανώτερος κλήρος κατέφυγαν μετά την έκρηξη της επανάστασης του 1821 στην Τριπολιτσά «όπου βρήκαν καταφύγιο υπό την προστασία του τουρκικού στρατού (σελ. 164), ότι το Πατριαρχείο ήταν αντίθετο στον ελληνικό αγώνα για την ανεξαρτησία (σελ. 167), ότι Πατριαρχείο και Φαναριώτες αντιτάχθηκαν στην δημιουργία ανεξάρτητου Βασιλείου (σελ. 179), περί κρυφού σχολειού ως θρύλου (σελ. 186-189), ότι «ο εθνικισμός δημιουργεί τα έθνη» (σελ. 72), ότι ο εθνικισμός είναι μια «σκοτεινή, στοιχειώδης, απρόβλεπτη δύναμη αρχετυπικής φύσης, που απειλεί την γαλήνια ευταξία της πολιτισμένης ζωής (σελ. 173) και άπειρες τέτοιες μεταμοντέρνες και «προοδευτικές» αμερικανιές.
Κάτω από το πρίσμα των πρόσφατων εξελίξεων μπορώ μάλιστα να ισχυριστώ ότι η «έρευνα» και το βιβλίο της Καρακασίδου (αναπληρώτριας καθηγήτριας στο Κολλέγιο Wellesley των Η.Π.Α.) απετέλεσε μια δοκιμή για τις αντιδράσεις και κυρίως τις αντιστάσεις της νεοελληνικής κοινωνίας στο οδοστρωτήρα της παγκοσμιοποίησης και της πνευματικής/πολιτιστικής πολτοποίησης των λαών, αλλά και των μεθόδων και των μέσων που πρόκειται να χρησιμοποιηθούν.
Πριν κοπάσει καλά-καλά ο θόρυβος και ο ξεσηκωμός για το απαράδεκτο βιβλίο του Δημοτικού, ένα νέο βιβλίο «ιστορίας», της Γ΄ Λυκείου αυτή την φορά, ήρθε να επιβεβαιώσει τις υποψίες ότι κάτι «μαγειρεύεται» με τα περίεργα αυτά βιβλία.
Το νέο βιβλίο «ιστορίας», «πόνημα» των συγγραφέων Ιω. Κολιόπουλου, Κων. Σβολόπουλου, Ευ. Χατζηβασιλείου, Θ. Νημά και Χ. Σχολινάκη-Χελιώτη, γραμμένο προφανώς και αυτό σύμφωνα με τις «σύγχρονες» μεταμοντέρνες, προοδευτικές και πολυπολιτισμικές αντιλήψεις (και οδηγίες, προσθέτω εγώ), αποτελεί ένα αμφιλεγόμενο και εξωφρενικό «ιστορικό» έργο, όπου όλα ισοπεδώνονται και μετατρέπονται σε έναν εύπεπτο χυλό, κατάλληλο για τον πολιτιστικό οδοστρωτήρα της παγκοσμιοποίησης.Παραθέτω ένα χαρακτηριστικό απόσπασμα, που αναφέρεται στον Μακεδονικό Αγώνα:
«…Ήταν ο Μακεδονικός Αγώνας, ένας σκληρός πόλεμος ανταρτών Ελλήνων και Βουλγάρων, οι οποίοι πολεμούσαν αλλήλους, καθώς και εναντίον των Τούρκων…»
«…Ο σκληρός αγώνας στη Μακεδονία και για τη Μακεδονία δοκίμασε επί πέντε σχεδόν χρόνια (1904–1908) την αντοχή των γηγενών, που έπρεπε να επιλέξουν στρατόπεδο…».
Δηλαδή, ο αγώνας στην Μακεδονία δεν ήταν μια προσπάθεια των Ελλήνων να απελευθερώσουν ελληνικά εδάφη από τους Τούρκους, αλλά μια επεκτατική «ιμπεριαλιστική» επιχείρηση του ελληνικού κράτους να αυξήσει την επικράτειά του εις βάρος μιας περιοχής, την οποία κατοικούσαν «γηγενείς», ακαθόριστης καταγωγής και εθνικής ταυτότητας, που «έπρεπε να διαλέξουν στρατόπεδο»!!!
Στην δικαιολογημένη αγανάκτηση των γηγενών Μακεδόνων (=Ελλήνων) για τα παραπάνω απαράδεκτα, που καλούνται να διδαχθούν τα παιδιά μας, τι άραγε απαντάει ο (καθηγητής της Νεώτερης Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης!) συγγραφέας κ. Ι. Κολιόπουλος; Τα εξής χαριτωμένα:
«Είναι εθνικά επικίνδυνη η προβολή της άποψης ότι ο όρος "γηγενείς" στη Μακεδονία αναφέρεται σε μη Έλληνες. Η άποψη αυτή προβλήθηκε από την παλαιότερη και τη σύγχρονη ανθελληνική προπαγάνδα. Η αποσπασματική χρήση λέξεων ή φράσεων είναι δυνατόν να αποδειχθεί παραπλανητική».
Προφανώς, αυτές οι φαιδρές δικαιολογίες και οι πατριωτικές κορώνες περί «σύγχρονης ανθελληνικής προπαγάνδας» του κυρίου καθηγητή, που μεταμορφώνεται ξαφνικά σε "εθνικόφρονα", δεν είναι δυνατόν να πείσουν οποιονδήποτε, παρά μόνον τους στρουθοκαμηλίζοντες νεοδημοκράτες της Κυβέρνησης και εκείνους που ακολουθούν την Μητσοτάκειο προτροπή να μη δίνουμε σημασία για τα προβλήματα με τους Σκοπιανούς, γιατί σε «δέκα χρόνια θα έχουν ξεχαστεί»!
Η πολυπoλιτισμική και ισοπεδωτική λογική του βιβλίου αποκαλύπτεται εξ άλλου λίγες σειρές παρακάτω, όπου αναφέρει τα εξής εκπληκτικά:
«…Ο Παύλος Μελάς (…) και ο καπετάν Κώτας (…) υπήρξαν δύο από τους πιο αντιπροσωπευτικούς ήρωες του ελληνικού αγώνα στη μαρτυρική χώρα. Οι Βούλγαροι είχαν ανάλογους ήρωες, τον Γκότσε Ντέλτσεφ και τον Γιάννε Σαντάνσκυ από τη Μακεδονία και άλλους από τη Βουλγαρία…»!!!
Ξεχωριστή «χώρα» λοιπόν η Μακεδονία (βλ. παρακάτω) και εξ ίσου ήρωες ο Ντέλτσεφ και ο Σαντάνσκι με τον Παύλο Μελά και τον (σλαβόφωνο, αλλά ασυμβίβαστο ΕΛΛΗΝΑ, ας μη το ξεχνάμε) καπετάν Κώτα! Στην ίδια ισοπεδωτική ζυγαριά οι μάρτυρες του Μακεδονικού αγώνα με τους κλεφτοκοτάδες των Σκοπίων! (*)
Η πολυπoλιτισμική και ισοπεδωτική λογική του βιβλίου αποκαλύπτεται εξ άλλου λίγες σειρές παρακάτω, όπου αναφέρει τα εξής εκπληκτικά:
«…Ο Παύλος Μελάς (…) και ο καπετάν Κώτας (…) υπήρξαν δύο από τους πιο αντιπροσωπευτικούς ήρωες του ελληνικού αγώνα στη μαρτυρική χώρα. Οι Βούλγαροι είχαν ανάλογους ήρωες, τον Γκότσε Ντέλτσεφ και τον Γιάννε Σαντάνσκυ από τη Μακεδονία και άλλους από τη Βουλγαρία…»!!!
Ξεχωριστή «χώρα» λοιπόν η Μακεδονία (βλ. παρακάτω) και εξ ίσου ήρωες ο Ντέλτσεφ και ο Σαντάνσκι με τον Παύλο Μελά και τον (σλαβόφωνο, αλλά ασυμβίβαστο ΕΛΛΗΝΑ, ας μη το ξεχνάμε) καπετάν Κώτα! Στην ίδια ισοπεδωτική ζυγαριά οι μάρτυρες του Μακεδονικού αγώνα με τους κλεφτοκοτάδες των Σκοπίων! (*)
______________________________
(*) Για όσους δεν γνωρίζουν καλά την μεταπολεμική πραγματικότητα και τους «σκυλοκαβγάδες» μεταξύ Σκοπιανών και Βουλγάρων για την εθνική του ταυτότητα, υπενθυμίζουμε ότι ο Γκότσε Ντέλτσεφ (1872-1903), που αποτάχθηκε από την Στρατιωτική Ακαδημία της Σόφιας λόγω των ακραίων σοσιαλιστικών του θέσεων, υπήρξε αυτός που συνέλαβε το 1895 την ευφυέστατη θεωρία περί «Μακεδόνων» και «ανεξάρτητης Μακεδονίας», όταν διαπίστωσε ότι οι βουλγαρικές θέσεις δεν εύρισκαν ανταπόκριση στους κατοίκους της Μακεδονίας, χωρίς την χρήση βίας. Ο κατασκευαστής βομβών και αρχισυνωμότης Ντέλτσεφ σκοτώθηκε σε μια αψιμαχία, καταδιωκόμενος από την τουρκική αστυνομία στο χωριό Καρυές, έξω από τις Σέρρες. Προς τιμήν του μετονομάσθηκε το Άνω Νευροκόπι σε Γκότσε Ντέλτσεφ από την βουλγαρική κυβέρνηση μετά την βίαια εκδίωξη του ελληνικού πληθυσμού. Τα οστά του μεταφέρθηκαν το 1915 στην Βουλγαρία και από εκεί (το 1946) στην αυλή μιας εκκλησίας στα Σκόπια, όπου τιμάται ως εθνικός ήρωας και πρωτεργάτης της «μακεδονικής» ελευθερίας.
(*) Για όσους δεν γνωρίζουν καλά την μεταπολεμική πραγματικότητα και τους «σκυλοκαβγάδες» μεταξύ Σκοπιανών και Βουλγάρων για την εθνική του ταυτότητα, υπενθυμίζουμε ότι ο Γκότσε Ντέλτσεφ (1872-1903), που αποτάχθηκε από την Στρατιωτική Ακαδημία της Σόφιας λόγω των ακραίων σοσιαλιστικών του θέσεων, υπήρξε αυτός που συνέλαβε το 1895 την ευφυέστατη θεωρία περί «Μακεδόνων» και «ανεξάρτητης Μακεδονίας», όταν διαπίστωσε ότι οι βουλγαρικές θέσεις δεν εύρισκαν ανταπόκριση στους κατοίκους της Μακεδονίας, χωρίς την χρήση βίας. Ο κατασκευαστής βομβών και αρχισυνωμότης Ντέλτσεφ σκοτώθηκε σε μια αψιμαχία, καταδιωκόμενος από την τουρκική αστυνομία στο χωριό Καρυές, έξω από τις Σέρρες. Προς τιμήν του μετονομάσθηκε το Άνω Νευροκόπι σε Γκότσε Ντέλτσεφ από την βουλγαρική κυβέρνηση μετά την βίαια εκδίωξη του ελληνικού πληθυσμού. Τα οστά του μεταφέρθηκαν το 1915 στην Βουλγαρία και από εκεί (το 1946) στην αυλή μιας εκκλησίας στα Σκόπια, όπου τιμάται ως εθνικός ήρωας και πρωτεργάτης της «μακεδονικής» ελευθερίας.
Ένα άλλο σημείο αυτού του περίεργου βιβλίου, που προκαλεί πολλά ερωτηματικά, είναι ένας χάρτης («Το Ολοκαύτωμα 1933-45») των ναζιστικών στρατοπέδων συγκέντρωσης, όπου εμφανίζεται μια χώρα με το όνομα Μακεδονία, μεταξύ της Ελλάδος και της Βουλγαρίας! Πέρα από τις εύλογες απορίες που δημιουργεί η αφιέρωση ενός ολόκληρου κεφαλαίου για την γενοκτονία των Εβραίων (πόσες σελίδες άραγε αφιερώνουν τα σχολικά βιβλία του Ισραήλ για την γενοκτονία των Ποντίων;) και η παράλειψη της εξιστόρησης των εγκλημάτων των γερμανικών δυνάμεων κατοχής εναντίον της χώρας μας (το θέμα εξαντλείται με την δημοσίευση δύο φωτογραφιών για τα Καλάβρυτα και το Δίστομο!), ο χάρτης αυτός αποτελεί ακόμα μια συνεισφορά στην προπαγάνδα των Σκοπιανών και των εδώ πρακτορίσκων τους.Όπως μπορεί εύκολα να διαπιστώσει ο αναγνώστης συγκρίνοντας τους χάρτες 1 και 2 που παραθέτουμε, ο αυθεντικός χάρτης της διαμόρφωσης των συνόρων μετά τις νίκες των γερμανικών δυνάμεων, δεν έχει καμιά σχέση με αυτόν που δημοσιεύεται στην σελίδα 130 του σχολικού «βιβλίου» και οι δικαιολογίες του συγγραφέα κου Κ. Σβολόπουλου είναι φαιδρές, προσβλητικές για την νοημοσύνη μας και άσχετες:
«…Ο συγκεκριμένος χάρτης, για το Ολοκαύτωμα, απεικονίζει μια παράνομη, απ' άκρου εις άκρον, ναζιστική Ευρώπη, στο πλαίσιο της οποίας συντελέστηκε το συγκεκριμένο έγκλημα κατά της ανθρωπότητας και η οποία ουδέποτε αναγνωρίστηκε από την Ελλάδα ή τη διεθνή κοινότητα. Αποτελεί ολίσθημα η απόδοση οποιασδήποτε αποδεικτικής αξίας στον παρανοϊκό αυτό σχεδιασμό. Το βιβλίο είναι αυτονόητα, στο σύνολό του, σαφώς και αταλάντευτα τοποθετημένο υπέρ των ελληνικών απόψεων για την ιστορία της Μακεδονίας…».
«…Ο συγκεκριμένος χάρτης, για το Ολοκαύτωμα, απεικονίζει μια παράνομη, απ' άκρου εις άκρον, ναζιστική Ευρώπη, στο πλαίσιο της οποίας συντελέστηκε το συγκεκριμένο έγκλημα κατά της ανθρωπότητας και η οποία ουδέποτε αναγνωρίστηκε από την Ελλάδα ή τη διεθνή κοινότητα. Αποτελεί ολίσθημα η απόδοση οποιασδήποτε αποδεικτικής αξίας στον παρανοϊκό αυτό σχεδιασμό. Το βιβλίο είναι αυτονόητα, στο σύνολό του, σαφώς και αταλάντευτα τοποθετημένο υπέρ των ελληνικών απόψεων για την ιστορία της Μακεδονίας…».
Μα, αγαπητέ κ. Σβολόπουλε, μη κάνετε τον αφελή και μη προσπαθείτε να μας αποπροσανατολίσετε με αστείους χαρακτηρισμούς περί «παράνομης ναζιστικής Ευρώπης» (αλήθεια τι σημαίνει αυτό; Υπήρχε και νόμιμη;). Ουδείς σας κατηγόρησε για αυτήν καθαυτή την δημοσίευση του χάρτη, αλλά σας κατηγορώ ευθέως ότι παραποιήσατε τα στοιχεία του συγκεκριμένου χάρτη με ονομασίες που δεν υπήρχαν στο πρωτότυπο. Στον χάρτη σας αναγράφεται μια ανύπαρκτη «Γιουγκοσλαβία», η οποία στην πραγματικότητα διαμελίσθηκε από τους Γερμανοϊταλούς και έπαυσε να υπάρχει ως κρατική οντότητα. Η ονομασία αυτή τοποθετείται στην περιοχή του Μαυροβουνίου (MONT = Montenegro = Μαυροβούνιο, στον αυθεντικό χάρτη 2), το ένα από τα τρία κράτη στα οποία διαμελίσθηκε η Γιουγκοσλαβία (Σερβία, Κροατία, Μαυροβούνιο).
Τέλος, εμφανίζεται μια χώρα «Μακεδονία» [που όπως και οι άλλες γύρω χώρες έχει από κάτω τον αριθμό 7.122, Εβραίων οι οποίοι είχαν προγραμματισθεί (;) να εξοντωθούν], όπως προανέφερα, η οποία καλύπτει τις περιοχές που είχαν παραχωρηθεί στην σύμμαχο του Άξονα, Βουλγαρία. Η περιοχή αυτή αποτελεί σήμερα το κράτος των Σκοπίων και ουδείς ναζιστικός χάρτης την αναφέρει, για τον απλούστατο λόγο, κύριε καθηγητά, διότι η «Μακεδονία» των Σκοπίων εφευρέθηκε μετά από την λήξη του Β΄ παγκοσμίου πολέμου, από εκείνον τον αλήστου μνήμης δικτάτορα Ιωσήφ Τίτο και τους εμπνευστές της Βαλκανικής Ομοσπονδίας. Πριν από τον Πόλεμο η περιοχή ονομαζόταν απλώς «Βαρντάρσκα Μπανοβίνα», δηλ. Περιφέρεια (Μπανοβίνα = διοικητική διαίρεση της προπολεμικής Γιουγκοσλαβίας) του ποταμού Βαρδάρη (=Αξιού). Ισχυρίζομαι λοιπόν ότι ο χάρτης αυτός είναι κατασκεύασμα είτε πονηρών θιασωτών της Νέας Τάξης και της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής είτε ημιμαθών κοσμοπολιτών που δεν ξέρουν τι τους γίνεται. Η πρώτη εκδοχή πάντως μου φαίνεται απείρως πειστικότερη, Έτσι δεν είναι κ. καθηγητά;
Όσο για την νέα κυβέρνηση είμαι περίεργος να μάθω τι θα πράξει. Θα αφήσει το θέμα να σέρνεται όπως με το βιβλίο της ΣΤ΄ Δημοτικού ή θα υπάρξει άμεση αντίδραση από τον νέο Υπουργό Παιδείας, ο οποίος είναι και βορειοελλαδίτης;
Τελικά ποιος κυβερνάει αυτήν την δύσμοιρη χώρα; Ο κ. Καραμανλής ή το διαβόητο «Παιδαγωγικό Ινστιτούτο» με τις παράξενες διασυνδέσεις του και τις επαναλαμβανόμενες προσπάθειές του για το «σβήσιμο» της συλλογικής μας μνήμης;
Δημήτρης Ε. Ευαγγελίδης
Iστορία του όρου ''Μεταμοντερνισμός'' για πληρέστερη γνώση από το el.wikipedia.org:
ΑπάντησηΔιαγραφήΟ όρος χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά κατά την διάρκεια της δεκαετίας του 1870 σε διάφορα συγκείμενα. Για παράδειγμα, ο John Watkins Chapman διατυμπάνισε «το μεταμοντέρνο ύφος στην ζωγραφική», το οποίο είχε ξεπεράσει τον γαλλικό ιμπρεσσιονισμό.Αργότερα, ο J.M.Thompson, σε ένα άρθρο του στο The Hibbert Journal (ένα τριμηνιαίο φιλοσοφικό περιοδικό) το 1914, χρησιμοποίησε τον όρο για να περιγράψει τις αλλαγές σε στάσεις και απόψεις αναφορικά με την κριτική της θρησκείας: «Ο λόγος ύπαρξης του Μετα-Μοντερνισμού είναι η απόδραση από το δίπολο τρόπο σκέψης του Μοντερνισμού μέσω της επέκτασης της κριτικής του στην θρησκεία καθώς και στην θεολογία, το Καθολικό αίσθημα και την καθολική παράδοση» ('Post-Modernism, J.M.Thompson, The Hibbert Journal Vol XII No.4 Ιουλίου 1914 p.733).
Το 1917, ο Rudolf Pannwitz χρησιμοποίησε τον ίδιο όρο για να περιγράψει έναν φιλοσοφοστραφή πολιτισμό. Οι ιδέες του Pannwitz περί μετα-μοντερνισμού προήλθαν από την ανάλυση του Νίτσε για την νεωτερικότητα και την απαθλιωτική και μηδενιστική τελεολογία της. Ο μετά-άνθρωπος θα ξεπερνούσε τον σύγχρονο άνθρωπο. Ανόμοια με τον Νίτσε, ωστόσο, ο Pannwitz συμπεριέλαβε στις ιδέες του εθνικιστικά και μυθικά στοιχεία.
Ο όρος χρησιμοποιήθηκε και πάλι το 1926 στο έργο «Μεταμοντερνισμός και άλλα δοκίμια» του B.I. Bell. Το 1925 και το 1921 είχε χρησιμοποιηθεί για να περιγράψει νέες μορφές τέχνης και μουσικής. Το 1942, ο H.R. Hays τον χρησιμοποίησε για να περιγράψει μια νέα μορφή λογοτεχνίας, ενώ ο ιστορικός Άρνολντ Τζ. Τόινμπι τον χρησιμοποίησε για πρώτη φορά το 1939 ως γενική θεωρία ενός ιστορικού κινήματος: «Την δική μας μετα-μοντέρνα εποχή εισήγαγε η γενική σύρραξη των ετών 1914-1918».
Το 1949, ο όρος έτυχε αναφοράς προκειμένου να περιγραφεί το πώς η δυσαρέσκεια με την μοντέρνα αρχιτεκτονική οδήγησε στο κίνημα της μεταμοντέρνας αρχιτεκτονικής.
Ο Μεταμοντερνισμός στην αρχιτεκτονική χαρακτηρίζεται από την επαναφορά του διάκοσμου, την αναφορά σε περιβάλλοντα κτίρια στα πλαίσια της αστικής αρχιτεκτονικής, την ιστορική αναφορά σε διακοσμητικές μορφές και τις μη ορθές γωνίες. Ίσως αποτέλεσε αντίδραση στο μοντέρνο αρχιτεκτονικό κίνημα, γνωστό ως «Διεθνές Ύφος Αρχιτεκτονικής».
Ο όρος βρήκε εφαρμογή σε πληθώρα κινημάτων αντιδραστικών προς τον μοντερνισμό, στην τέχνη, την μουσική και την λογοτεχνία, τα οποία σε γενικές γραμμές επανέφεραν πολλά παραδοσιακά στοιχεία και τεχνικές.
Ο Walter Truett Anderson προσδιορίζει τον μεταμοντερνισμό ως μία εκ των τεσσάρων κοσμικών αντιλήψεων: την μεταμοντέρνα-ειρωνική, η οποία θεωρεί την αλήθεια ως κοινωνικό κατασκεύασμα, την επιστημονική-ορθολογική, σύμφωνα με την οποία, η αλήθεια μπορεί να βρεθεί κατόπιν μεθοδικής αναζήτησης, την κοινωνική-παραδοσιακή, σύμφωνα με την οποία η αλήθεια αποτελεί την κληρονομιά του αμερικανικού και εν γένει δυτικού πολιτισμού και την νεορομαντική, σύμφωνα με την οποία η αλήθεια βρίσκεται είτε στην απόκτηση αρμονίας με την φύση, είτε στην πνευματική αναζήτηση του εσωτερικού εαυτού.
Ευχαριστώ για την συνεισφορά σου και τον χρόνο που διέθεσες
ΑπάντησηΔιαγραφήΔΕΕ