Θεματα Εθνολογιας, Ανθρωπολογίας, Αρχαιολογιας, Γλωσσολογιας, Κριτικης Ιδεων, Παιδειας, Κοινωνιας, Οικολογίας, Ιστοριας και Πολιτισμου
Τρίτη 28 Σεπτεμβρίου 2021
Δολοφονία Καποδίστρια: 190 χρόνια...
Παρασκευή 10 Σεπτεμβρίου 2021
Το Αφγανιστάν στα χέρια των Ταλιμπάν
Σάββατο 21 Αυγούστου 2021
Αφιέρωμα: Η "Άνοιξη της Πράγας"
Άνοιξη της Πράγας – Η εισβολή του Συμφώνου της Βαρσοβίας στην Τσεχοσλοβακία
Όσα αφηγήθηκε ο ηγέτης του Κ.Κ. Τσεχοσλοβακίας Αλεξάντερ Ντούμπτσεκ
Γιάννης
Θ. Διαμαντής 20 Αυγούστου 2021, 09:30
Αιτία της εισβολής ήταν
η λεγόμενη «Άνοιξη της Πράγας», η απόπειρα δηλαδή του κυβερνώντος
Κομμουνιστικού Κόμματος Τσεχοσλοβακίας και του ηγέτη του, Αλεξάντερ Ντούμπτσεκ
να εφαρμόσει ένα πρόγραμμα φιλελευθεροποίησης και εκδημοκρατισμού της χώρας.
Τον Δεκέμβριο του 1992
«ΤΑ ΝΕΑ», σε συνεργασία με την εφημερίδα «THE SUNDAY TIMES» δημοσιεύουν
απόσπασμα της αυτοβιογραφίας του Αλεξάντερ Ντούμπτεσκ στο οποίο
περιγράφει τις κρίσιμες εκείνες στιγμές.
«Έφτασε ένας
αξιωματικός της Κα Γκε Μπε, που διέταξε να τον ακολουθήσω. Με τον συνταγματάρχη
πίσω μου, οδηγήθηκα στο προαύλιο του κτιρίου όπου ήταν σταθμευμένα σοβιετικά
άρματα μάχης και άλλα στρατιωτικά οχήματα.
»Με έβαλαν σε ένα
θωρακισμένο όχημα μεταφοράς προσωπικού, το οποίο ξεκίνησε αμέσως. Μετά λίγη ώρα
κατάλαβα πως κατευθυνόμασταν στο αεροδρόμιο. (…)
»Με οδήγησαν σε
αίθουσα του αεροδρομίου, όπου μετά από λίγο έφεραν τον Όλντριτς Τσέρνικ, τον
Τσεχοσλοβάκο πρωθυπουργό, που είχαν επίσης συλλάβει. (…)
»Στις 9 το βράδυ μας
οδήγησαν σε ένα αεροπλάνο. Πέρασε λίγη ώρα όμως, και μετά με κατέβασαν και με
οδήγησαν σε άλλο αεροσκάφος. Μετά από μια δεύτερη σύντομη πτήση προσγειωθήκαμε
σε αεροδρόμιο της Ουκρανίας. Προφανώς στο Ουζγκορόντ. Μας υποδέχτηκε ομάδα από
αξιωματικούς της Κα Γκε Μπε με πολιτικά. (…)
»Άλλη μια μέρα πέρασε.
Η Πέμπτη 22 Αυγούστου. Δεν είχα καμία επαφή με τον έξω κόσμο. Ούτε εφημερίδες
ούτε ραδιόφωνο. Δεν είχα ιδέα τι συνέβαινε στην Τσεχοσλοβακία. (…)
«Με μετέφεραν στη Μόσχα,
παρά τη θέλησή μου, σαν αιχμάλωτο, και χωρίς να μου δώσουν τον χρόνο να πλυθώ.
»Μετά από τρεις μέρες,
με πήγαν στο Κρεμλίνο, στις 23 Αυγούστου, όπου αντίκρισα τους τέσσερις
ανθρώπους που έφεραν το μεγαλύτερο μέρος της ευθύνης για την εγκληματική εισβολή
στη χώρα μου: τον Λεόντιντ Μπρέζνιεφ, γενικό γραμματέα του Σοβιετικού
Κομμουνιστικού Κόμματος, τον Αλεξέι Κοσύγκιν, πρωθυπουργό της ΕΣΣΔ, τον Νικολάι
Βορονώφ, πρωθυπουργό της Ρωσικής Ομοσπονδίας, και τον Νικολάι Ποντγκόρνι. Δεν
υπήρξαν ούτε χειραψίες, ούτε τυπικά καλωσορίσματα. (…)
Ο Μπρέζνιεφ
Σύμφωνα με τη μαρτυρία
του Ντρούμπτσεκ, ο Μπρέζνιεφ τού είπε:
«Μπορεί να ειπωθεί
ορθά – κοφτά, ότι η αποτυχία σας να ανταποκριθείτε στις υποχρεώσεις σας,
εξανάγκασε πέντε χώρες (Ουγγαρία, Πολωνία, Ανατολική Γερμανία και Βουλγαρία,
που επίσης πήραν μέρος στην εισβολή), σε ακραία και αναπόφευκτα μέτρα.
»Ήρθαν στο φως
παράνομοι πυρήνες και κρησφύγετα όπλων. Δεν θέλουμε να σας ενοχοποιήσουμε
προσωπικά. Ίσως να μην το γνωρίζατε καν. Οι δεξιές αντιδραστικές δυνάμεις είναι
αρκετά ισχυρές για να τα έχουν οργανώσει όλα”, μου είπε ο Μπρέζνιεφ, σε μια
προσπάθεια να συνεργαστώ μαζί τους».
«Ως κομμουνιστής, που
φέρω μεγάλο μέρος της ευθύνης για τα πρόσφατα γεγονότα, είμαι βέβαιος ότι – όχι
μόνο στην Τσεχοσλοβακία, αλλά και στην Ευρώπη, σ’ όλο το κομμουνιστικό κίνημα,
η ενέργεια αυτή θα μας προκαλέσει τις πιο οδυνηρές συνέπειες, και θα έχει
ολέθριες επιπτώσεις στους κόλπους των κομμουνιστικών κομμάτων στις
καπιταλιστικές χώρες.
»Ας μου συμβεί, ό,τι
είναι να μου συμβεί. Αλλά, θα έκανα μέγα σφάλμα, σύντροφοι, αν δεν σας έλεγα
την αλήθεια: πιστεύω ότι η αποστολή στρατευμάτων ήταν ένα φοβερό πολιτικό
λάθος, που θα έχει τραγικές συνέπειες».
»Έχοντας αποτύχει να
αντικαταστήσουν τη νόμιμη ηγεσία μας με ένα πειθαρχικό κόμμα – κράτος υβρίδιο,
με βάση το ουγγρικό μοντέλο του 1956, ο ισχυρισμός των Σοβιετικών ότι οι ίδιοι
είχαμε ζητήσει την εισβολή, έχασε κάθε φερεγγυότητα. (…)
»Προέκυψε τελικώς ένας
κείμενο, το οποίο εξακολουθούσε να μοιάζει φρικτό, αλλά αποτελούσε σημαντική
βελτίωση. Οι Σοβιετικοί συμφώνησαν, για παράδειγμα να εγκαταλείψουμε την εμμονή
τους στο να αναγνωρίσουμε τη νομιμότητα της εισβολής και την ύπαρξη
αντεπανάστασης. (…)»
Ο Ντούμπτσεκ επέστρεψε
στην Τσεχοσλοβακία στις 27 Αυγούστου. Παρέμεινε για λίγους μήνες στη θέση του
πρώτου γραμματέα, ώσπου τον Απρίλιο του 1969 παραιτήθηκε. Εργάστηκε για πολλά
χρόνια στην επιτροπή δασών και το 1989 ήρθε η ώρα να κλείσει και για εκείνον το
κεφάλαιο της «Άνοιξης της Πράγας» και της εισβολής του Συμφώνου Βαρσοβίας.
»Ήταν στις 26
Νοεμβρίου 1989 που ο Βάστλαβ Χάβελ ( σ.σ. μετέπειτα πρόεδρος της Τσεχοσλοβακίας
και εν συνεχεία της Τσεχίας) κι εγώ εμφανιστήκαμε, δίπλα – δίπλα, στο περίφημο
μπαλκόνι της πλατείας Βενσεσλάς.
»Διατηρώ ως πολύτιμη
αυτή τη στιγμή στη μνήμη μου. Μετά από διαφωνίες για το ποιος θα μας
παρουσιάσει, κάποιος μας έσπρωξε απότομα, και τον Χάβελ κι έμενα, μπροστά στο
μπαλκόνι.
»Η δυνατή ιαχή του
πλήθους καθώς εμφανιστήκαμε ηχεί ακόμη στα αυτιά μου. Οι σκέψεις μου έτρεξαν 21
χρόνια πίσω, στο απόγειο της Άνοιξης της Πράγας, το 1968: δεν μπορούσα να
συγκρίνω τούτη τη στιγμή με τίποτε άλλο.
»Αυτό, για μένα
τουλάχιστον, έκλεισε τον κύκλο των ιστορικών γεγονότων».
ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΝΑΡΞΗ ΤΗΣ ΠΡΟΣΠΑΘΕΙΑΣ
ΦΙΛΕΛΕΥΘΕΡΟΠΟΙΗΣΗΣ ΤΟΥ ΚΑΘΕΣΤΩΤΟΣ, ΜΕΧΡΙ ΤΗΝ ΕΙΣΒΟΛΗ ΤΩΝ ΣΟΒΙΕΤΙΚΩΝ ΤΑΝΚ ΣΤΗΝ
ΤΣΕΧΟΣΛΟΒΑΚΙΑ
Μυρσίνη
Λιοναράκη 10.08.2018 | 13:56
1968, Σοβιετικά τανκ στους δρόμους της Πράγας μετά την εισβολή της Σοβιετικής Ένωσης,
© Reg Lancaster / Getty Images / Ideal Image
5 Ιανουαρίου 1968: Ο Αλεξάντερ Ντούμπτσεκ
αντικαθιστά τον Αντονίν Νοβότνι στην ηγεσία του κόμματος και του εφιστά την
προσοχή να προχωρήσει με τις μεταρρυθμίσεις. Ο Νοβότνι είχε δεχτεί κριτική από
τους φιλελεύθερους του κόμματος αλλά και από διανοούμενους για την οικονομική
πολιτική της κυβέρνησής του και την προκατάληψή του κατά των Σλοβάκων. Ο
Ντούμπτσεκ φαίνεται σαν τον ιδανικό υποψήφιο διάδοχο αφού είναι αποδεκτός από
όλες τις πτέρυγες του κόμματος: και την πιο ορθόδοξη και την πιο
μεταρρυθμιστική.
Αντονίν Νοβότνι, © Keystone / Getty Images / Ideal Image
Μάρτιος: Στην πρωτεύουσα της χώρας, την Πράγα
αλλά και σε άλλες πόλεις διοργανώνονται διαδηλώσεις υποστήριξης των
μεταρρυθμιστικών πολιτικών ενώ ενισχύεται η κριτική απέναντι στον πρόεδρο
Νοβότνι.
22 Μαρτίου: Ο Νοβότνι παραιτείται από πρόεδρος
μετά και από πιέσεις της φιλελεύθερης πτέρυγας του κόμματος.
30 Μαρτίου: Ο στρατηγός Λούντβιχ
Σβόμποντα εκλέγεται πρόεδρος της χώρας.
Ήταν ήρωας πολέμου ο οποίος είχε διακριθεί και
για τη δράση του στην Τσεχοσλοβάκικη λεγεώνα κατά την έναρξη του Ρωσικού
εμφύλιου πολέμου το 1918.
5 Απριλίου: Δημοσιεύεται το πρόγραμμα δράσης του
Κομμουνιστικού Κόμματος. Ανάμεσα στα άλλα συμπεριλαμβάνει την προώθηση
ενός σοσιαλισμού με ανθρώπινο πρόσωπο και προτείνει ένα μεταρρυθμιστικό πλάνο
δεκαετίας. Μιλάει επίσης για δημοκρατικοποίηση του πολιτικού και οικονομικού
συστήματος και κάνει λόγο για ένα «μοναδικό πείραμα στον δημοκρατικό
κομμουνισμό». Το κόμμα έχει τώρα μπροστά του να αντιμετωπίσει τις εκλογές.
18 Απριλίου: Σχηματίζεται νέα κυβέρνηση υπό την
συμμαχία του Ντούμπτσεκ και του μεταρρυθμιστή Όλντριχ Τσερνίκ. Ο τύπος γίνεται
όλο και πιο ανοιχτός και τολμηρός στην στήριξη της ελευθερίας και των
μεταρρυθμίσεων.
1 Μαΐου: Οι διαδηλώσεις ενισχύουν το αίσθημα ότι
κάτι αλλάζει και οι πολίτες στηρίζουν απόλυτα τους νέους στόχους.
4-5 Μαΐου: Η ηγεσία της Τσεχοσλοβακίας επισκέπτεται τη Μόσχα. Οι σοβιετικοί εκφράζουν ανοιχτά την δυσαρέσκειά τους για τις εξελίξεις.
Ο Νικολάε Τσαουσέσκου επισκέπτεται την Τσεχοσλοβακία και συνοδεύεται από τον Αλεξάντερ Ντούμπτσεκ και τον Λούντβιχ Σβόμποντα, © Wikimedia Commons
29 Μαΐου: Ομάδα υψηλόβαθμων στρατιωτικών από τη
Σοβιετική Ένωση επισκέπτονται την Τσεχοσλοβακία για να προετοιμάσουν τη
διοργάνωση σοβιετικών στρατιωτικών ασκήσεων.
26 Ιουνίου: Καταργείται επίσημα η λογοκρισία.
27 Ιουνίου: Μεταρρυθμιστές υπογράφουν ένα
μανιφέστο 2.000 λέξεων που μιλάει για δημοκρατικοποίηση, για την επανίδρυση
του Κοινωνικού Δημοκρατικού Κόμματος και την οργάνωση επιτροπών πολιτών.
Το κείμενο είναι πολύ πιο προχωρημένο και ριζοσπαστικό από το αντίστοιχο
πρόγραμμα δράσης του κομμουνιστικού κόμματος που είχε δημοσιευθεί τον Απρίλιο.
Η πολιτική ηγεσία και ο ίδιος ο Ντούμπτσεκ το απορρίπτουν.
4 Ιουλίου: Ξεκινούν υπό σοβιετική ηγεσία οι
στρατιωτικές ασκήσεις στη Sumava, που στοχεύουν στην ενίσχυση της εξουσίας
των αντιμεταρρυθμιστικών δυνάμεων της Τσεχοσλοβακίας.
15 Ιουλίου: Εκπρόσωποι των Κομμουνιστικών
Κομμάτων της Σοβιετικής Ένωσης, της Ουγγαρίας, της Ανατολικής Γερμανίας και της
Βουλγαρίας συναντιούνται στη Βαρσοβία. Στέλνουν ένα αυστηρό μήνυμα στη νέα
ηγεσία της Τσεχοσλοβακίας λέγοντας ότι «η κατάσταση στη χώρα απειλεί τα
κοινά ζωτικής σημασίας συμφέροντα των υπολοίπων σοσιαλιστικών χωρών».
29 Ιουλίου – 1 Αυγούστου: Διεξάγονται
διαπραγματεύσεις μεταξύ της ηγεσίας των Κομμουνιστικών Κομμάτων της Τσεχοσλοβακίας
και της Σοβιετικής Ένωσης στη Cierna-nad-Tisou.
Ο Ντούμπτσεκ υποστηρίζει ότι οι μεταρρυθμίσεις δεν θέτουν σε κίνδυνο
τον ρόλο του κόμματος, απεναντίας διαμορφώνουν το πλαίσιο μεγαλύτερης δημόσιας
υποστήριξή του από το λαό. Οι Σοβιετικοί δεν δέχονται τα επιχειρήματά του και
ασκούν έντονη κριτική στις κινήσεις του ενώ απειλούν ανοιχτά για εισβολή.
31 Ιουλίου: Ανατολική Γερμανία, Πολωνία,
Ουγγαρία και Σοβιετική Ένωση ανακοινώνουν ότι θα ξεκινήσουν στρατιωτικές
ασκήσεις κοντά στα σύνορα της Τσεχοσλοβακίας.
3 Αυγούστου: Στη Μπρατισλάβα διεξάγεται
συνάντηση των χωρών του Συμφώνου της Βαρσοβίας χωρίς τη συμμετοχή της
Ρουμανίας. Στη συνάντηση εμφανίζεται μία φαινομενική τάση συμφιλίωσης μεταξύ
των ηγετών του Συμφώνου της Βαρσοβίας και της τσεχοσλοβάκικης ηγεσίας. Στη
συνάντηση αυτή για πρώτη φορά ανακοινώθηκε το λεγόμενο δόγμα της «περιορισμένης
κυριαρχίας» του Λεονίντ Μπρέζνιεφ. Ο ηγέτης της Σοβιετικής Ένωσης Λεονίντ
Μπρέζνιεφ λαμβάνει μία χειρόγραφη επιστολή από πέντε μέλη του
Τσεχοσλοβακικού Προεδρείου που υποστηρίζουν ότι απειλείται η σοσιαλιστική τάξη.
Απαιτούν στρατιωτική επέμβαση.
18 Αυγούστου: Το Κρεμλίνο αποφασίζει την εισβολή
στην Τσεχοσλοβακία. Ο επικεφαλής των Σοβιετικών Κεντρικών Δυνάμεων, ο
στρατηγός Αλεξάντρ Μαγιόροβ, αναφέρει ότι ο σοβιετικός υπουργός Άμυνας
Αντρέι Γκρέτσκο απευθύνθηκε στη συνεδρίαση του σοβιετικού
Πολίτμπιρο και της στρατιωτικής ηγεσίας λέγοντας «η εισβολή θα
πραγματοποιηθεί ακόμα και αν οδηγήσει σε έναν τρίτο παγκόσμιο πόλεμο».
20 Αυγούστου: Τη νύχτα της 20ής Αυγούστου
προς την 21η η Τσεχοσλοβακία δέχτηκε την εισβολή περίπου 500.000
στρατιωτών που ανήκαν στους στρατούς πέντε χωρών του Συμφώνου της Βαρσοβίας:
της Σοβιετικής Ένωσης, της Πολωνίας, της Ουγγαρίας, της Βουλγαρίας και της
Ανατολικής Γερμανίας.
21 Αυγούστου: Λίγο μετά τη 1 τη νύχτα το κρατικό ραδιόφωνο ανακοινώνει την εισβολή των στρατιωτικών δυνάμεων των πέντε χωρών του Συμφώνου της Βαρσοβίας. Ο εκφωνητής λέει ότι η εισβολή έγινε χωρίς να είναι ενήμερος κανείς από την ηγεσία της Τσεχοσλοβακίας και ενημερώνει ότι: «Το Προεδρείο της χώρας καλεί όλους τους πολίτες της χώρας να αντιμετωπίσουν ειρηνικά την εισβολή και να μην αντισταθούν στις στρατιωτικές δυνάμεις που απλώνονταν σε όλη τη χώρα, γιατί η υπεράσπιση των συνόρων μας είναι πια αδύνατη». Ο τσεχοσλοβακικός στρατός λαμβάνει οδηγίες να παραμείνει στους στρατώνες του και να μην προβάλλει καμία αντίσταση.
21 Αυγούστου, 03.00: Οι 4 μεταρρυθμιστές της
τσεχοσλοβακικής ηγεσίας Όλντριχ Τσερνίκ, Αλεξάντερ Ντούμπτσεκ, Γιόσεφ Σμρκόβσκι
και Φράντισεκ Κρίγκελ συλλαμβάνονται στο κτίριο όπου στεγάζεται το Προεδρείο
του κομμουνιστικού κόμματος, από τις σοβιετικές στρατιωτικές δυνάμεις. Οι
δυνάμεις κατοχής μοιράζουν φυλλάδια στα οποία αναφέρεται ότι τα ξένα
στρατεύματα εισέβαλαν και κατέλαβαν τη χώρα «για να βοηθήσουν την εργατική τάξη
και όλο τον λαό της Τσεχοσλοβακίας να υπερασπιστεί τις σοσιαλιστικές αξίες και
τα κεκτημένα του σοσιαλισμού».
21 Αυγούστου, 05.30: Το πρακτορείο Tass
υποστηρίζει ότι το Κομμουνιστικό κόμμα και κυβερνητικοί αξιωματούχοι ζήτησαν
την άμεση βοήθεια της Σοβιετικής Ένωσης και των άλλων αδελφών χωρών.
21 Αυγούστου, 06.00: Ο Σβόμποντα απευθύνει
ραδιοφωνικό διάγγελμα ζητώντας να επικρατήσει ηρεμία και ο κόσμος να πάει στη
δουλειά του όπως κάθε μέρα.
Πρωτοσέλιδο της εφημερίδας San Francisco Chronicle για τη σοβιετική εισβολή με τανκς στην Πράγα
21 Αυγούστου, 08.00: Πλήθος κόσμου και
στρατιωτικά στρατεύματα συγκρούονται μεταξύ τους στις πλατείες Old Town και
Wenceslas. Άρματα μάχης εμφανίζονται μπροστά στο Εθνικό Μουσείο και εκτοξεύουν
τα πυρά τους στα γύρω κτίρια και στο ίδιο το μουσείο.
Ο Ντούμπτσεκ και άλλα ηγετικά στελέχη του
κόμματος μεταφέρονται στη Μόσχα και υποχρεώνονται να συμμετάσχουν σε συζήτηση
με τη σοβιετική ηγεσία. Υπογράφουν δήλωση στην οποία αποκηρύσσουν ορισμένα
σημεία του μεταρρυθμιστικού προγράμματος και αποδέχονται την παρουσία των
σοβιετικών στρατιωτικών δυνάμεων στην Τσεχοσλοβακία. Η εισβολή γίνεται έντονα
αντικείμενο καταδίκης από τις δυτικές δυνάμεις όπως επίσης από τα κομμουνιστικά
και σοσιαλιστικά κόμματα της Ανατολής. Ο πρόεδρος των ΗΠΑ Λίντον Τζόνσον ζητά
από τους Σοβιετικούς να αποχωρήσουν από την Τσεχοσλοβακία.
23 Αυγούστου: Ο Σβόμποντα πηγαίνει στη Μόσχα
επικεφαλής μιας πολυμελούς αντιπροσωπίας ηγετικών στελεχών του κομμουνιστικού
κόμματος για να διαπραγματευτούν μια από κοινού αποδεκτή λύση.
Οι Τσεχοσλοβάκοι ηγέτες τελικά υπογράφουν το
λεγόμενο Πρωτόκολλο της Μόσχας σύμφωνα με το οποίο καταργούνται πολλά σημεία
του μεταρρυθμιστικού προγράμματος και γίνεται αποδεκτή η παρουσία και η
παραμονή των σοβιετικών στρατευμάτων στην Τσεχοσλοβακία.
21 Αυγούστου, ο Ρώσος πρεσβευτής στο Λονδίνο, Μιχαήλ Σμρκόβσκι, καταφθάνει στη Ντάουνινγκ Στριτ για συζητήσεις μετά την εισβολή της Σοβιετικής Ένωσης στην Πράγα, © Ronald Dumont / Express / Getty Images
Διαμαρτυρία φοιτητών στην πλατεία Wenceslas, © Express Newspapers / Getty Images / Ideal Image
Ο Λεονίντ Μπρέζνιεφ υποδέχεται τον Λούντβιχ Σβόμποντα για την έναρξη διαπραγματεύσεων στο Κρεμλίνο, © Central Press / Hulton Archive / Getty Images / Ideal Image
Από αριστερά προς τα δεξιά : Αλεξάντερ Ντούμπτσεκ, Αλεξέι Κοσίγκιν, Λεονίντ Μπρέζνιεφ, 1968, © Keystone / Getty Images / Ideal Image
27 Αυγούστου: Ο Σβόμποντα επιστρέφει στην Πράγα
μαζί με τους Ντούμπτσεκ και Τσερνίκ.
31 Αυγούστου: Το 14ο συνέδριο του
Κομμουνιστικού Κόμματος της Τσεχοσλοβακίας κηρύσσεται ως άκυρο, όπως απαιτούσε
το Πρωτόκολλο της Μόσχας. Η λογοκρισία επανέρχεται στη χώρα.
28 Οκτωβρίου: Η Τσεχοσλοβακία μετατρέπεται σε
Ομόσπονδη Δημοκρατία, αυτή ήταν και η μόνη από τις σημαντικές αλλαγές που
πρέσβευε το μεταρρυθμιστικό πρόγραμμα που πραγματοποιήθηκε.
16 Ιανουαρίου 1969: Ο Τσεχοσλοβάκος φοιτητής Γιαν Πάλατς αυτοπυρπολείται σε ένδειξη
διαμαρτυρίας.
17 Απριλίου 1969:
Ο Ντούμπτσεκ καθαιρείται από Πρώτος Γραμματέας του κομμουνιστικού
κόμματος μετά από τις ταραχές που ακολούθησαν τη νίκη της Τσεχοσλοβακικής
ομάδας χόκεϊ στο παιχνίδι με την αντίστοιχη σοβιετική ομάδα που διεξήχθη στη
Στοκχόλμη. Ο Ντούμπτσεκ αντικαταστάθηκε από τον Γκούσταβ Χούζακ με την
απόλυτη υποστήριξη της Σοβιετικής Ένωσης.
Είναι 13 Αυγούστου του 1968, λίγο μετά της πεντέμισι το απόγευμα και ο ηγέτης της Τσεχοσλοβακίας και πρώτος γραμματέας του Κομμουνιστικού Κόμματος της χώρας Αλεξάντερ Ντούμπτσεκ δέχεται ένα τηλέφωνο από τον Γενικό Γραμματέα της Κεντρικής Επιτροπής του Κομμουνιστικού Κόμματος της Σοβιετικής Ένωσης Λεονίντ Μπρέζνιεφ. Σύμφωνα με τα αρχεία η τελευταία αυτή συνομιλία τους πριν την εισβολή των σοβιετικών τανκς στη χώρα, διαρκεί μία ώρα και είκοσι λεπτά – δηλαδή από τις 5.35’ έως τις 6.55’ το απόγευμα.
Η σχέση των δύο χωρών είναι ήδη κάτι παραπάνω
από τεταμένη. Είχαν προηγηθεί, λίγες μόνο ημέρες πριν, δύο συναντήσεις σε πολύ
κακό κλίμα. Η πρώτη πραγματοποιήθηκε στη Cierna-nad-Tisou και διήρκησε από τις
29 Ιουλίου μέχρι την 1η Αυγούστου. Εκεί, οι ηγεσίες των κομμουνιστικών
κομμάτων των δύο χωρών εξαντλούνται στις συνομιλίες και είναι η πρώτη φορά που
οι Σοβιετικοί απειλούν τον Ντούμπτσεκ ανοιχτά με εισβολή. Η συζήτηση καταλήγει
σε μία προσωρινή συμφωνία όπου ζητείται από τον ηγέτη της Τσεχοσλοβακίας να
πάρει κάποια μέτρα, ώστε να ξεπεραστεί η κρίση. Δύο ημέρες αργότερα, στις 3
Αυγούστου, στη Μπρατισλάβα οργανώνεται ευρύτερη συνάντηση με τις ηγεσίες των
κομμάτων της Σοβιετικής Ένωσης, της Αλβανίας, της Βουλγαρίας, της Ανατολικής
Γερμανίας, της Ουγγαρίας, της Πολωνίας και της Τσεχοσλοβακίας. Βασικό αίτημα
των σοβιετικών είναι ο έλεγχος στα μέσα ενημέρωσης αφού ο Ντούμπτσεκ στα τέλη
Ιουνίου είχε καταργήσει το νόμο περί λογοκρισίας.
Οι μέρες περνούν και η ηγεσία της Σοβιετικής
Ένωσης θεωρεί ότι η Τσεχοσλοβακία δεν έχει τηρήσει τις δεσμεύεις της. Ο
Μπρέζνιεφ επικοινωνεί τηλεφωνικά, για τελευταία φορά με τον Ντούμπτσεκ ζητώντας
του να κάνει ότι έχει συμφωνηθεί. Του ζητάει να επιβληθεί τάξη στα μέσα «που ασκούν
ανοιχτά κριτική στην Σοβιετική Ένωση, στο κόμμα και στα υπόλοιπα σοσιαλιστικά
κόμματα». Εκβιάζει ότι δεν τα φιμώσει ξανά, «θα μας αναγκάσεις να δράσουμε
μόνοι μας εναντίον τους». Την ίδια ημέρα, έχει προγραμματιστεί συνεδρίαση του
Προεδρείου του κομμουνιστικού κόμματος της Τσεχοσλοβακίας και ο ηγέτης της
Σοβιετικής Ένωσης επιμένει ότι αυτό θα είναι η τελευταία ευκαιρία του
Ντούμπτσεκ.
Επειδή όλα έχουν τον συμβολισμό τους, καθόλου
τυχαία, ο Μπρέζνιεφ επιμένει σε όλη τη διάρκεια της συνομιλία να τον αποκαλεί
«Σάσα», με το υποκοριστικό του κανονικού του ονόματος που είναι Αλεξάντερ. Ο
Ντούμπτσεκ από την άλλη, απευθύνεται στον συνομιλητή του είτε ως Λεονίντ Ίλιτς
όπως είναι ολόκληρο το μικρό του όνομα, είτε ως Camarade (=σύντροφε)
Brezhnev.
Ο τελευταίος συχνά στη διάρκεια της επικοινωνίας τους, ανεβάζει τους τόνους και αγριεύει. «Σάσα, αυτό που καταλαβαίνω είναι ότι μας κοροϊδεύεις. Δεν μπορώ να το δω όλο αυτό παρά σαν κοροϊδία!». Λίγο αργότερα επιμένει ακόμα περισσότερο και γίνεται ακόμα πιο κατηγορηματικός: «Δεν εκπροσωπώ εδώ τον εαυτό μου: το σύνολο του Πολίτμπιρο μου ανέθεσε να μιλήσω μαζί σου και να σε ρωτήσω ευθέως: Θα λύσεις τα ζητήματα ναι ή όχι;».
3 Αυγούστου 1968: Ο Αλεξάντερ Ντούμπτσεκ στη Μπρατισλάβα όπου διεξάγεται συνάντηση των χωρών του Συμφώνου της Βαρσοβίας, © Keystone / Hulton Archive / Getty Images
Ο Ντούμπτσεκ αρχικά προσπαθεί να πείσει τον
συνομιλητή του ότι το πρόβλημα δεν είναι τόσο μεγάλο όσο αυτός υποστηρίζει.
«Αυτά ίσχυαν παλιά σύντροφε, μετά τη συνάντηση της Μπρατισλάβα δεν υπάρχουν
πλέον δημοσιεύματα αρνητικά προς το κόμμα και την Σοβιετική Ένωση». Αυτό που
επαναλαμβάνει ξανά και ξανά είναι ότι χρειάζεται πίστωση χρόνου και ότι αυτά τα
θέματα δεν λύνονται σε 2 ή 3 μέρες όπως του ζητούν. Άλλωστε έχουν περάσει μόνο
λίγες ημέρες από την τελευταία τους συνάντηση. Παράλληλα, για να κερδίσει
χρόνο, εξηγεί ότι θα πρέπει οι αποφάσεις αυτές να εγκριθούν από ένα ανώτατο και
διευρυμένο όργανο το οποίο δεν έχει ακόμα συνεδριάσει και θα συνεδριάσει έκτατα
στις αρχές Σεπτεμβρίου.
Ένα σημείο που έχει σημασία και που διαφαίνεται
σε όλη τη διάρκεια της συνομιλίας τους είναι η διαφορετική αντίληψη περί
άσκησης εξουσίας μεταξύ των δύο αντρών. Για τον Μπρέζνιεφ τα πράγματα είναι
απλά: ένας ηγέτης αποφασίζει, διατάζει και εφαρμόζει. Αν από εκεί και πέρα κάτι
δεν πάει καλά, τότε ο ίδιος έχει χάσει την εξουσία του και δεν έχει νόημα να
ηγείται πλέον. Ο Ντούμπτσεκ, από την άλλη, έχει μία εντελώς διαφορετική
αντίληψη και αυτό δεν φαίνεται μόνο από τον συγκεκριμένο διάλογο αλλά φυσικά
και από όλη την πορεία του από την ημέρα που εκλέχτηκε γραμματέας του κόμματος
και επιχείρησε την λεγόμενη «φιλελευθεροποίηση» της χώρας.
Πιστεύει ότι οι αποφάσεις πρέπει να είναι
συλλογικές και ότι ο ηγέτης πρέπει να λογοδοτεί στα όργανα και να λαμβάνει
υπόψη τις απόψεις τους. Η Τσεχοσλοβακία άλλωστε βρίσκεται σε φάση
εκδημοκρατισμού όχι μόνο σε επίπεδο κοινωνίας και πολιτικής αλλά και σε θεσμικό
επίπεδο. Κάθε φορά που ο Ντούμπτσεκ επιμένει ότι η κάθε απόφαση δεν μπορεί να
παρθεί σε λίγες ημέρες αλλά πρέπει να αποτελέσει αποτέλεσμα διαβούλευσης και
συνολικής συμφωνίας του κόμματος, της κυβέρνησης και του λαού, το εννοεί. Αυτό
βέβαια δεν προκαλεί παρά την απορία του σοβιετικού ηγέτη που αδυνατεί να
κατανοήσει τι χρειάζονται όλα αυτά. «Αφού τα συμφωνήσαμε στην τετ α τετ συνάντηση
που είχαμε οι δύο μας!», του λέει. Και πάντα ο Μπρέζνιεφ καταλήγει να
κατηγορεί τον συνομιλητή του ότι «προφανώς έχεις χάσει την εξουσία σου αν ζητάς
συμφωνία και συζήτηση για το κάθε τι». «Αυτό που σου λέω απλώς είναι ότι στην
CC Presidium Κεντρική Επιτροπή δεν ελέγχεις τίποτα και είναι κρίμα που δεν το
γνωρίζαμε αυτό στη διάρκεια της συνάντησής μας στη Cierna-nad-Tisou», του λέει
με αυστηρό τόνο σε κάποια στιγμή και προσθέτει ότι «Τελικά αποδεικνύεται ότι
συζητούσαμε θέματα με ένα όργανο που δεν ελέγχει τίποτα. Αποδεικνύεται ότι η
συζήτησή μας δεν ήταν καθόλου σοβαρή».
Όσο ο Ντούμπτσεκ αρνείται να δεσμευτεί για κάτι
συγκεκριμένο, ο Μπρέζνιεφ φορτώνει ακόμα περισσότερο και του ξεκαθαρίζει ότι
«όσο εσύ δεν τηρείς τη συμφωνία μας, τόσο κι εμείς δεν θα μείνουμε σε αυτήν και
θα προχωρήσουμε παίρνοντας επιπλέον μέτρα». Ο Τσεχοσλοβάκος ηγέτης κάποια
στιγμή καταθέτει τα όπλα: «Αν δεν με πιστεύεις και θεωρείς ότι όλα αυτά που λέω
είναι για να σε κοροϊδέψω, τότε θα έπρεπε πράγματι να λάβεις τα μέτρα που το
Πολίτμπιρό σου πιστεύει ότι είναι απαραίτητα, είναι δικό σου θέμα». «Δεν
βλέπεις Σάσα ότι εμείς τα μέτρα αυτά που πιστεύουμε ότι είναι απαραίτητα θα τα
πάρουμε χωρίς δεύτερη σκέψη; Έχεις απόλυτο δίκιο να λες ότι αυτό είναι δικό μας
θέμα», ανταπαντά ο σοβιετικός ηγέτης. Ο τελευταίος, έχοντας συνέχεια στο μυαλό
του ότι μέλη της ηγεσίας του κόμματος της Τσεχοσλοβακίας, με κείμενό τους,
κάλεσαν τη Σοβιετική Ένωση και ζήτησαν έτσι την παρέμβασή της με την αιτιολογία
ότι «απειλείται η σοβιετική τάξη», επανέρχεται συνέχεια στο θέμα των μέτρων που
θα πάρει για να παρέμβει στη χώρα. «Θα μας διευκόλυνε να μας λέγατε εσείς και
οι σύντροφοί σου τι μέτρα περιμένετε από εμάς να πάρουμε», του λέει σαν να
αγνοεί ότι τα συγκεκριμένα μέλη ήταν πολιτικοί αντίπαλοι του γραμματέα. Και ο
Ντούμπτσεκ απαντά: «Είμαστε ικανοί να λύσουμε όλα τα θέματα αυτά μόνοι μας,
αλλά αν πιστεύεις ότι είναι απαραίτητο για σένα, να υιοθετήσετε κάποια μέτρα,
τότε λοιπόν προχωρήστε».
Η συζήτηση επανέρχεται συνέχεια στα ίδια θέματα,
στα ίδια αιτήματα από την πλευρά του Μπρέζνιεφ, στις ίδιες απαντήσεις από την
πλευρά του Ντούμπτσεκ για να καταλήξει στο τέλος στις ίδιες –κλιμακούμενες
ωστόσο– απειλές της Σοβιετικής Ένωσης. Ακολουθεί ένα χαρακτηριστικό απόσπασμα:
Μπρέζνιεφ: Δεν σε ρωτάω γιατί δεν έλυσες το ένα
ή το άλλο θέμα. Σε ρωτάω κάτι συγκεκριμένο Σάσα: πότε προγραμματίζεις να λύσεις
τα ζητήματα που συμφωνήσαμε;
Ντούμπτσεκ: Δεν με ρωτάς, με επιπλήττεις.
Μπρέζνιεφ: Δεν σε επιπλήττω. Αλλά βλέπω ότι μας
κοροϊδεύεις και δεν έχεις καμία πρόθεση να κάνεις ότι έχουμε συμφωνήσει όταν
βρεθήκαμε οι δυο μας ή όταν συναντηθήκαμε μαζί με τις αντιπροσωπείες μας. (…)
Αν πεις ότι σε μία συγκεκριμένη συνεδρίαση θα λύσεις όλα όσα συμφωνήσαμε στη
Cierna-nad-Tisou, τότε φυσικά θα μειωθούν οι αμφιβολίες μας. Δεν λέω ότι θα
εξαφανιστούν εντελώς οι αμφιβολίες μας, αλλά τουλάχιστον θα είμαστε
ανακουφισμένοι. Σε κάθε περίπτωση, έχουμε μάθει να σε εμπιστευόμαστε και
βλέπουμε στο πρόσωπό σου τον ηγέτη ενός αδερφού κόμματος ο οποίος χαίρει πλήρως
της εμπιστοσύνης μας.
Λίγο παρακάτω ο Ντούμπτσεκ αναφέρει ότι δεν
είναι κολλημένος στην καρέκλα του και μπορεί οποιοσδήποτε να πάρει τη θέση του,
μπορεί οποιοσδήποτε να γίνει γραμματέας του κόμματος. «Δεν μπορώ να δουλέψω
χωρίς να έχω στήριξη και σε μία κατάσταση μονίμων επιθέσεων». «Σάσα, θέλω να
σου πω ανοιχτά ότι εσύ ο ίδιος δημιούργησες όλες τις δυσκολίες στις οποίες
αναφέρεσαι. (…) Εσύ ο ίδιος δημιούργησες και το προσωπικό σου πρόβλημα. Εσύ ο
ίδιος δημιούργησες όλα τα προβλήματα που συζητάμε. Είναι βασικά εξαιτίας σου
που όλα βγήκαν εκτός ελέγχου και που εσύ έχασες την εξουσία σου. Και τώρα
παραπονιέσαι», απαντά ο Μπρέζνιεφ.
Όσο η συνομιλία πλησιάζει προς το τέλος, τα
πράγματα λέγονται ακόμα πιο χοντρά και ξεκάθαρα. Ο Μπρέζνιεφ επαναλαμβάνει ότι
αν δεν εφαρμόσει όσα συμφώνησαν, αυτό θα είναι το τέλος της εμπιστοσύνης τους
προς το πρόσωπό του. Του περιγράφει ότι βρίσκεται εγκλωβισμένος ανάμεσα στην
δεξιά και την αριστερή πτέρυγα του κομμουνιστικού κόμματος και ότι δεν πρέπει
να πάει με όλους αυτούς στο συνέδριο –όπως ο ίδιος επιθυμεί– για να συζητήσουν
και να βρουν λύσεις εκεί. «Ας δώσουμε μία ωραία κομμουνιστική σφαλιάρα στις
δεξιές αυτές δυνάμεις. Πρέπει να τους ρίξεις ένα χαστούκι πριν το συνέδριο.
Πρέπει να είναι ένα χαστούκι από το οποίο δεν θα συνέλθουν ποτέ. Μόνο σε αυτήν
την περίπτωση το Κομμουνιστικό Κόμμα της Τσεχοσλοβακίας θα μπορέσει να δείξει
τον καλύτερό του εαυτό στο συνέδριο που έχεις μπροστά σου». Η τελευταία ατάκα
πριν κλείσει το τηλέφωνο, ανήκει στον Ντούμπτσεκ. «Οκ, ας πούμε τότε λοιπόν
σίγουρα ότι θα μιλήσουμε ξανά μετά τη συνεδρίαση του Προεδρείου». Ακριβώς μία
εβδομάδα και λίγες ώρες μετά, περίπου 500.000 στρατιώτες των χωρών του Συμφώνου
της Βαρσοβίας, εισέβαλαν τη νύχτα στην Τσεχοσλοβακία. Λίγη ώρα αργότερα ο
Αλεξάντερ Ντούμπτσεκ συλλαμβάνεται.
Ολόκληρη
η απομαγνητοφώνηση της συνομιλίας υπάρχει στην αγγλική γλώσσα στο βιβλίο «The
Global Revolutions of 1968 του Jeremi Suri», εκδόσεις W. W. Norton &
Company
«Πηγή:
Δευτέρα 16 Αυγούστου 2021
"Έφυγε" ο διεθνούς κύρους σημαντικός αρχαιολόγος Στέφανος Μίλλερ
Τρίτη 30 Μαρτίου 2021
Οι σπουδαίες Ελληνίδες του '21
Οι γυναίκες που πολέμησαν
ηρωικά στην επανάσταση του 1821
Από τον εθνικό ξεσηκωμό του
1821 δεν απουσίαζε η ενθουσιώδης και ηρωική συμμετοχή των γυναικών. Αγωνίστριες
από κάθε κοινωνική τάξη και τόπο έσπευσαν να συμβάλουν στην εξέγερση, αψηφώντας
τον πανίσχυρο οθωμανικό στρατό. Για πολύ μεγάλο διάστημα ωστόσο, η παρουσία των
γυναικών στον Αγώνα δεν είχε εκτιμηθεί επαρκώς.
Σύμφωνα με την
ιστοσελίδα mixanitouxronou.gr, ο γυναικείος πληθυσμός της Ελλάδας
διαδραμάτισε σημαντικό ρόλο όχι μόνο κατά τον ξεσηκωμό, αλλά και σε όλη την
προηγούμενη περίοδο. Γαλουχημένες στη σκληρή εποχή της οθωμανικής κυριαρχίας,
αγωνίστηκαν χωρίς δεύτερη σκέψη, όταν έφθασε η ώρα της Επανάστασης. Οι
Σουλιώτισσες ήταν εκείνες που έλυσαν με τα ξίφη τους το ζήτημα της…
ισότητας των δύο φύλων, αψηφώντας τις παραινέσεις των ανδρών τους να κρυφθούν
στα δάση και τις σπηλιές. Πράγματι, όπως μας θυμίζει και η δημοτική μας
παράδοση, ο ηρωισμός τους είναι μνημειώδης: «Οι Σουλιώτισσες δε ζούνε μες στη
μαύρη τη σκλαβιά».
Ο χορός του Ζαλόγγου, τις παραμονές
των Χριστουγέννων του 1803, αποτέλεσε ένα γεγονός που συγκλόνισε την Ευρώπη.
Αναφέρει χαρακτηριστικά η πένα της εποχής: «Στο Σούλι, η γυνή δεν εκλείετο εις
γυναικωνίτην, αλλ’ ούτε εθεωρείτο ασθενεστέρα του ανδρός ύπαρξις. Ήτο η
σύντροφος, η συνεργάτις, η σύμμαχος του ήρωος ανδρός. Ο της ελευθερίας τον
θρόνον εις τα απρόσιτα όρη της πατρίδος του υψώσας Σουλιώτης, έδωκε μόνος το
όπλον εις την χείρα της συζύγου και της θυγατρός του και την έταξεν ως άγγελον
φύλακα προ του θρόνου αυτής».
«H Τζαβέλενα»
Πολλά ήταν και τα
παραδείγματα γυναικών που έμειναν στην ιστορία με το όνομα τους. Η Μόσχω Τζαβέλα, σύζυγος του Λάμπρου,
αντιστάθηκε γενναία, όταν ο Αλή πασάς έστειλε ισχυρό απόσπασμα για να καταλάβει
το Σούλι. Μάλιστα, κατά τη διάρκεια της μάχης, τα όπλα των ανδρών περιήλθαν σε
αχρηστία λόγω υψηλής θερμοκρασίας, με αποτέλεσμα οι δύο πλευρές να κηρύξουν
προσωρινή ανακωχή.
Η Τζαβέλα, η οποία μέχρι
τότε κρατούσε απόσταση από το σημείο της μάχης, παρατηρώντας τη διακοπή των
πυροβολισμών, υπέθεσε πως οι Οθωμανοί σκότωσαν τους Σουλιώτες. Τότε, επικεφαλής
400 γυναικών, επιτέθηκε στους Τουρκαλβανούς του Αλή, αναγκάζοντάς τους να
υποχωρήσουν, αφού οι άνδρες μπροστά στο γυναικείο γιουρούσι, ακολούθησαν και ο
εχθρός αιφνιδιασμένος απωθήθηκε. Το μέγα επίτευγμά της γέμισε δέος τους
Οθωμανούς, ενώ ενέπνευσε τη λαϊκή παράδοση.
Ωστόσο, οι Σουλιώτισσες δεν
ήταν οι μόνες που αντιστάθηκαν στον οθωμανικό ζυγό. Ξακουστή είναι η στάση των
γυναικών του Μεσολογγίου, οι οποίες, κατά τη μεγάλη Έξοδο, πολεμούσαν κρατώντας
με το ένα χέρι το σπαθί και με το άλλο το μωρό τους, ενώ μετά τη φοβερή σφαγή
των κατοίκων της Χίου, το 1822, οι αιχμάλωτες γυναίκες δεν δέχονταν τροφή, ώστε
πεθαίνοντας από την πείνα, να μην εξευτελιστούν στα σκλαβοπάζαρα. Μόνο
ενδεικτικές είναι αυτές οι αναφορές για τον ηρωισμό της Ελληνίδας του ‘21, τον
οποίο συναντούμε σε όλες τις εστίες της Επανάστασης.
Λασκαρίνα Μπουμπουλίνα και Μαντώ Μαυρογένους
Δύο κορυφαία σύμβολα της
γυναικείας μαχητικότητας με αναμφίβολο κύρος είναι οι γυναίκες σύμβολα:
Λασκαρίνα Μπουμπουλίνα (1776-1825) και Μαντώ Μαυρογένους (1796-1840). Η πρώτη,
ρίχτηκε στον Αγώνα προσφέροντας τεράστιο μέρος της περιουσίας της και
διαθέτοντας τα πλοία της, πέρα από γιους, ανίψια και άτομα που ήταν στην
δούλεψη της. Όλα για τον αγώνα, ενώ η δεύτερη έκανε γνωστούς τους σκοπούς της
Επανάστασης, απευθυνόμενη σε κυρίες της αστικής και μεσοαστικής ευρωπαϊκής
κοινωνίας, κυρίως Αγγλίδες και Γαλλίδες φιλέλληνες.
Η γοητευτική Μαυρογένους,
που ηγήθηκε σε σημαντικές εκστρατείες, όπως αυτές των Καρύστου, Πηλίου, Φθιώτιδας
και Βοιωτίας και της Μυκόνου, πέθανε σε καθεστώς περιφρόνησης και ένδειας, αφού
διέθεσε ολόκληρη τη σημαντική περιουσία της για την Επανάσταση. Δεν παντρεύτηκε
ποτέ, μετά την περιπέτεια με τον Υψηλάντη και τις δολοπλοκίες του «Γκουβέρνου»
και δεν απέκτησε δική της οικογένεια. Μάλιστα, όταν ένας δημόσιος υπάλληλος τη
ρώτησε ‘τι προσέφερε στον αγώνα», για αν δεχθεί το αίτημά της για σύνταξη,
εκείνη απογοητευμένη είπε: »τίποτα». Η γυναίκα αυτή, που ο Καποδίστριας
ονόμασε επίτιμο αντιστράτηγο, κατά τη διήγηση του φιλέλληνα Περιβιάνο Τζεκίνι,
«…περιέπεσεν εις εσχάτην πενίαν, σκληρώς λησμονηθείσα και εγκαταλειφθείσα υπό
πάντων».
Η Μανιάτισσα αγωνίστρια Σταυριάνα Σάββαινα
Είχε πάρει μέρος σε πλήθος
σημαντικών μαχών, αιτούμενη κοινωνική πρόνοια από τον Καποδίστρια, αναφέρει,
μεταξύ άλλων: «Το στάδιον της πολεμικής δόξας είναι βέβαια διά τους άνδρας,
όταν όμως είναι λόγος περί σωτηρίας της πατρίδος, όταν όλη σχεδόν η φύσις
συντρέχει προς υπεράσπισίν της, αι γυναίκες της Ελλάδος έδειξαν πάντοτε ότι
έχουν καρδίαν να κινδυνεύσουν συναγωνιζόμεναι ως οι άνδρες, ημπορούν να
ωφελήσουν μεγάλως εις τας πλέον δεινάς περιστάσεις».
Η «Εφημερίς των Κυριών»
γράφει γι’ αυτήν: «Η Σταυριάνα ήτο τεσσαρακοντούτις, μελαχρινή, ευειδής, με
ύφος αρρενωπόν, με φωνή βροντώδη, με παράστημα στρατιώτου. Ετέθη υπό τας
διαταγάς του Κυριακούλη Μαυρομιχάλη και πήγε στο Βαλτέτσι όπου επολιορκούντο οι
Έλληνες. Η Σταυριάνα μόνη μεταξύ των ανδρών αψηφούσε τις σφαίρες και μετέφερε
τις πυριτιδοβολές από προμαχώνος εις προμαχώνα. Οι περί τον Κολοκοτρώνη,
Μαυρομιχάλης και Πλαπούτας, δυσκολεύονταν να πιστέψουν ότι γυναίκα είχε τόσο
θάρρος».
Η Κωνσταντίνα Ζαχαριά, επίσης καταγόμενη από την Πελοπόννησο, για να
εκδικηθεί τον θάνατο του κλέφτη πατέρα της από τους Τούρκους παίρνει τα όπλα,
υψώνει επαναστατική σημαία στο σπίτι της και επικεφαλής δύναμης 500 ανδρών
αναγκάζει τους Τούρκους να κλειστούν στο κάστρο του Μυστρά, ρίχνει την
ημισέληνο από το τέμενος και σκοτώνει τον βοεβόδα της περιοχής αφού πρώτα
πυρπολεί το σπίτι του.
Οι Σουλιώτισσες
Η μνημειώδης συνεισφορά των
Σουλιωτισσών στον Αγώνα είναι καταγεγραμμένη σε πλήθος δημοτικών τραγουδιών.
Από αυτά δεν θα μπορούσε να λείπει η ξακουστή αγωνίστρια, Ελένη Μπότσαρη, κόρη
του Κίτσου και αδερφή του Νότη, η οποία μετά τη μάχη του Σέλτσου, έπεσε και
πνίγηκε στον Αχελώο για να μην πέσει στα χέρια των Τούρκων. Η ηρωική πράξη
της 19χρονης Σουλιώτισσας τραγουδήθηκε από όλους τους Έλληνες. Κατά μία εκδοχή
οι διώκτες της νεαρής ήταν τρεις, κατά μία άλλη επτά.
Όποια κι αν είναι η
αλήθεια, αρκετά χρόνια μετά, απηχεί τις σκέψεις πολλών Ελλήνων της εποχής:
«Μία γυνή, μία κόρη κατά
επτά. Μία γυνή φέρουσα προ του θανάτου υψηλά το μέτωπον και ωσεί λάβαρον της
θρησκείας και του πατριωτισμού της το μέγα όνομα, το οποίον οι αδελφοί της
απηθανάτισαν:
Εγώ είμ’ η Λέν’ του
Μπότσαρη, η αδελφή του Νότη. Τι δεν περιλαμβάνουν, τι δεν λέγουν αι λέξεις
αυταί. Δεν ηξεύρω, εάν των μεγάλων και κραταιοτάτων του κόσμου κατακτητών κόραι
και σύζυγοι, ηδύναντο να αναμετρηθούν προς την αγρίαν εκείνην παρθένον του
Σουλίου, την γνωρίζουσαν τόσον να τιμά το όνομα, το οποίον η ανδρεία και ο
πατριωτισμός κατέστησαν μέγα. Είμαι η Λέν’ του Μπότσαρη δηλαδή η κόρη της
τιμής, του παλληκαρισμού, της ξακουσμένης ανδρείας. Η κόρη γενεάς, η οποία ουδέποτε
έσκυψε το μέτωπον προ τυράννων, η οποία αψηφεί τας μυριάδας των εχθρών, η οποία
ουδένα άλλον ανεγνώρισεν αρχηγόν εις ουδενός άλλου τα διατάγματα υπήκουσε ή εις
αυτού του Θεού».
Εξίσου σημαντικές μορφές
του Σουλίου ήταν οι Χάιδω Γιαννάκη Σέχου,
η Δέσπω Μπότση και η Χρυσούλα Μπότσαρη. Από τις σκόρπιες
πληροφορίες που έχουμε για τις γυναίκες του Σουλίου, κάποιες αφορούν την
καθημερινότητά τους ή ακόμα και τα πρότυπα ομορφιάς της εποχής. Ο Σουλιώτης
αγωνιστής Σ. Τζίπης, στα απομνημονεύματά του διηγείται: «Είχα, ως σου είπα,
φίλο πολύ αγαπημένο, τον ξάδελφό μου, Νικολό Κωστάκη και τη γυναίκα του την
έλεγαν Χρύσω! Πλάσμα. Ψηλή, γιομάτη, καλά καμωμένη. Το προβάτημά της ήταν ωσάν
της πέρδικας. Ήτον άσπρη, ωσάν το γάλα. Τα μάγουλά της κόκκινα ωσάν τα ρόδα… Τα
μάτια της μαύρα, μεγάλα, ήταν τόσο ωραία, τόσο ζωηρά, ώστε ελάβωνε την καρδιά
του ανθρώπου. Είχε μαλλιά ξανθά, ωσάν το χρυσάφι, φωνή γλυκιά και όμορφη, ωσάν
του αηδονιού. Καλύτερη γυναίκα από κείνη πουθενά δεν είδα».
Λιγότερο ίσως ξακουστή αλλά
εξίσου αξιόλογη, είναι μια άλλη θαλασσομάχος ηρωίδα, η Δόμνα Βισβίζη από τη Θράκη.
Πιστεύοντας βαθιά στη Μεγάλη Ιδέα της Φιλικής Εταιρείας στην οποία και
μυήθηκε και παρ’ ότι μητέρα, τεσσάρων παιδιών, η Δόμνα έγινε καπετάνισσα
και πολέμησε, πέφτοντας ηρωικά.
Η ηρωική καπετάνισσα Χαρίκλεια Δασκαλάκη
Από την απαρίθμηση των θαρραλέων
γυναικών μας, δεν θα μπορούσαν να λείπουν οι Κρητικές, που συνέβαλαν
ποικιλοτρόπως στην ενίσχυση του αγώνα, τόσο παράγοντας και υποστηρίζοντας τους
Κρητικούς αγωνιστές όσο και μέσα στην ψυχή της μάχης. Μία από αυτές, η ηρωική
καπετάνισσα Χαρίκλεια Δασκαλάκη ανδραγάθησε
στο Αρκάδι, ενώ έχασε τα τρία παιδιά της ηρωικά μαχόμενα, στους αγώνες της
Κρήτης, το 1866.
Και στη Μακεδονία όμως, οι
γυναίκες δεν δείλιαζαν. Η Νάουσα, η Δοβρά, ο Όλυμπος, η Χαλκιδική, υπήρξαν
μερικά μόνο από τα κέντρα της Επανάστασης. Η Καρατάσαινα, η Ζαφειράκαινα και
άλλες που η ιστορία δεν κράτησε με τα ονόματα τους στη μνήμη της, έπεσαν,
μαχόμενες για την ελευθερία ολόκληρης της χώρας.
Η γυναίκα του Καρατάσου,
αγωνιστή τη Ημαθίας, οπλαρχηγού και μέλους της Φιλικής εταιρίας, αποκαλούμενη
σύμφωνα με πηγές, ως «η ήρωΐς
Καρατάσαινα», η ίδια καταγόμενη από τη Βέροια, υπεβλήθη σε βασανιστήρια
ιδιαίτερης βαρβαρότητας από τους Τούρκους και απεβίωσε θυσιαζόμενη μαζί με τις
δύο κόρες της, καθώς δεν δέχτηκε να εξισλαμιστεί.
Η Ζαφειράκαινα, σύζυγος του οπλαρχηγού της Νάουσας Ζαφειράκη,
σφαγιάστηκε για την επαναστατική της δράση, μαζί με πολλές άλλες γυναίκες,
μένοντας στην ιστορία και την τοπική παράδοση, ως σύμβολα και ηρωίδες που
υμνήθηκαν από το δημοτικό τραγούδι «Μακρυνίτσα»:
«Τρία πουλάκια, αμάν αμάν,
καθόντανε,
τρία πουλάκια, αμάν αμάν,
καθόντανε,
στης Νάουσας το κάστρο,
Μακρυνίτσα μου
καημό που ‘χει η καρδίτσα
μου.
Το ‘να κοιτάει κι αμάν αμάν
τα Βοδενά,
το ‘να κοιτάει κι αμάν αμάν
τα
Βοδενά και τ’ άλλο
Σαλονίκη,
Μακρυνίτσα μου
καημό που ‘χει η καρδίτσα
μου.
Το τρίτο το κι αμάν αμάν
μικρότερο,
το τρίτο το κι αμάν αμάν
μικρότερο,
μοιρολογεί και λέγει,
Μακρυνίτσα μου
καημό που ‘χει η καρδίτσα
μου.
Μας πάτησαν κι αμάν αμάν τη
Νάουσα,
μας πάτησαν κι αμάν αμάν τη
Νάουσα,
την πολυξακουσμένη,
Μακρυνίτσα μου
καημό που ‘χει η καρδίτσα
μου»
Η αριστοκράτισσα, Ελισάβετ Υψηλάντη
H Ελισάβετ Υψηλάντη,
Ελληνίδα αριστοκράτισσα, καταγόμενη από την Βόρεια Ήπειρο και τη Μολδαβία, η
μητέρα των Υψηλάντηδων, που αποκαλούνταν και «Πρωτομάνα των Φιλικών» έρχεται
πρώτη να χρηματοδοτήσει τον αγώνα που προετοιμάζεται. Στη
Φαναριώτικη εφημερίδα «Ήλιος» των αδελφών και ποιητών Αλέξανδρου και Παναγιώτη
Σούτσου διαβάζουμε σε αφιέρωμα της 11ης Φεβρουαρίου
του 1859: «…Συγκεντρωμένοι την 11η Φεβρουαρίου
1821 εις το αρχοντικόν των Υψηλαντών εις το Κίσνοβον της Ρωσίας ήσαν οι
τέσσερις αδελφοί (ο Αλέξανδρος, ο Νικόλαος, ο Δημήτριος και ο Γεώργιος) και οι
δύο γραμματείς, ο Κοζανίτης Γ. Λασσάνης και ο Γ. Τυπάλδος και έγραφαν την
προκήρυξιν, η οποία θα εξεδίδετο προς το έθνος, ευθύς ως θα εκηρύσσετο η
επανάστασις από την Μολδαβίαν. Η σύνταξις της προκηρύξεως ήτο προς το τέλος,
προτού όμως τεθεί η υπογραφή, ο Αλέξανδρος είπε: «είναι και κάτι άλλο», εσηκώθη
και εισήλθε εις το παρακείμενον δωμάτιον της μητέρας του, η οποία ήτο εκεί με
τον μικρότερον αδελφόν του, δεκατεσσάρων ετών, τον Γρηγόριον. «Μητέρα, είπε
προς την αρχόντισσαν Ελισάβετ, η σωτηρία της πατρίδος πιθανόν να απαιτήσει και
την θυσίαν του κτήματός μας της Κοζνίτσας, το οποίο επί σαράντα ακόμα χρόνια θα
αποδίδει πενήντα τέσσαρες χιλιάδες ρούβλια τον χρόνον στο σπίτι σου. Προσφέρεις
αυτό το κτήμα μητέρα εις την πατρίδα;». Η αρχόντισσα δάκρυσε και είπεν: «Εγώ
προσφέρω εσάς παιδιά μου και θα λυπηθώ τα δύο εκατομμύρια ρούβλια;». Μετά τα
λόγια αυτά της μητέρας του Ο Αλέξανδρος Υψηλάντης υπέγραψε την προκήρυξη και
κήρυξε την επανάσταση στο Ιάσιο στις 21 Φεβρουαρίου. Η ηθική και υλική συμβολή της
Υψηλάνταινας ήταν τόσο σημαντική, που ο Αλέξανδρος (Υψηλάντης) συγκινημένος
λέει στους άλλους εταίρους:
«-Γράψτε στο τέλος της διακήρυξης «φιλώ
το χέρι της μητρός μου».
Καμία Επανάσταση δεν θα ήταν ίδια χωρίς
τις γυναίκες. Το ίδιο και η Ελληνική του ΄21, στην οποία οι γυναίκες -επώνυμες
και ανώνυμες- διαδραμάτισαν κομβικό ρόλο. Γυναίκες, όπως η Λασκαρίνα
Μπουμπουλίνα, η Μαντώ Μαυρογένους… και πολλές-πολλές άλλες ακόμη, που μόνο μια
λέξη τους ταιριάζει: «ΑΘΑΝΑΤΕΣ».
Πηγή: in.gr